Σε λίγο περισσότερο από δύο μήνες θα διεξαχθούν οι εκλογές για την ανάδειξη των νέων συμβουλίων τοπικής αυτοδιοίκησης στους δήμους και τις περιφέρειες της χώρας. Ίσως να είναι οι πιο βουβές αυτοδιοικητικές εκλογές που έχουν διεξαχθεί στη χώρα.

Δεν είναι μόνο το κλίμα των ημερών και όσων προηγήθηκαν οι βασικές αιτίες της σιωπής και της αδιαφορίας που καλλιεργείται συστηματικά σχετικά με τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Ίσως είναι αλήθεια ότι το μυαλό των πολιτών να ήταν στους δύο γύρους των εθνικών εκλογών που προηγήθηκαν και τώρα στην πύρινη λαίλαπα που κατακαίει ολόκληρη τη χώρα.

Αλλά και αυτές οι τελευταίες δραματικές εξελίξεις θα ήταν αναμφισβήτητα κρίσιμης σημασίας ευκαιρία για έναν δημόσιο διάλογο σχετικά με τις ευθύνες των δημοτικών και περιφερειακών αρχών αλλά και τα αναγκαία μέτρα και πολιτικές που απαιτούνται – όχι τόσο για την αντιμετώπιση μια μεγάλης πυρκαγιάς αλλά κυρίως για την πρόληψή της. Γιατί είναι αλήθεια ότι ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης των μέτρων πρόληψης περιαστικών δασών και αλσυλλίων αφορά την αυτοδιοίκηση.

Η σιωπή που περιβάλλει τις αυτοδιοικητικές εκλογές αποτελεί επιλογή της κυβέρνησης και των εξαρτώμενων από τις λίστες κυβερνητικής χρηματοδότησης Μέσων Ενημέρωσης. Αποτελεί προϋπόθεση για την καλλιέργεια μια γενικής αδιαφορίας και απαξίωσης του θεσμού που θα επιτρέψει αύριο να μετατραπεί σε χαλαρή ψήφο χαμηλών προσδοκιών και εν τέλει υποστήριξης όσων έχουν σοβαρότατες ευθύνες για το τέλμα στο οποίο είναι βυθισμένοι δήμοι και περιφέρειες.

Σε ένα δυσμενές θεσμικό πλαίσιο

Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές διεξάγονται σε ένα όλο και πιο αρνητικό θεσμικό πλαίσιο που θέσπισαν οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων. Στοιχειώδης κανόνες δημοκρατίας, συμμετοχής των πολιτών, ενεργοποίησης της τοπικής κοινωνίας και αναλογικής εκπροσώπησής της στα συμβούλια καταργούνται. Όσες τέτοιες λειτουργίες συνεχίζουν να υπάρχουν (επιτροπές διαβούλευσης κ.λπ.) παίρνουν τυπικό χαρακτήρα και απαξιώνονται συστηματικά. Ακόμα και αυτά τα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια έχουν όλο και πιο τυπικό ρόλο στη λειτουργία τους τη στιγμή που κρίσιμες αποφάσεις παίρνονται σε ειδικές επιτροπές και συμβούλια (οικονομική επιτροπή, επιτροπή ποιότητας ζωής, διοικούσα επιτροπή) όπου, παρανόμως, δεν εκπροσωπούνται αναλογικά οι παρατάξεις βάσει του εκλογικού αποτελέσματος.

Την ίδια στιγμή όλο και περισσότερες αρμοδιότητες της κεντρικής διοίκησης περνούν στους δήμους χωρίς βέβαια να συνοδεύονται από τους αντίστοιχους οικονομικούς πόρους. Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης όλο και περισσότερο βυθίζονται σε οικονομική δυσπραγία, όλο και περισσότερο δυσκολεύονται από την έλλειψη προσωπικού και την απαγόρευση προσλήψεων. Οι περισσότερες τοπικές διοικήσεις διαμαρτύρονται υποκριτικά για αυτές τις εξελίξεις και ταυτόχρονα βρίσκουν προσχήματα για να αυξήσουν τα δημοτικά τέλη. Να καταστήσουν ανταποδοτικές τις υπηρεσίες που κανονικά είναι υποχρεωμένες να προσφέρουν στους πολίτες και βέβαια να ιδιωτικοποιήσουν σημαντικό τμήμα των υπηρεσιών τους όπως η επίβλεψη των τεχνικών έργων, η αποκομιδή των απορριμμάτων κ.λπ.

Οι τάσεις αυτές βρίσκονται σε πλήρη αντιστοιχία με το νέο εκλογικό νόμο για την τοπική αυτοδιοίκηση που θέσπισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Σύμφωνα με αυτόν επανέρχεται το όριο του 3% ως προϋπόθεση εκπροσώπησης ενός συνδυασμού στα δημοτικά ή περιφερειακά συμβούλια. Ταυτόχρονα προβλέπεται ότι για την εκλογή δημάρχου ή περιφερειάρχη απαιτείται μόνο το 43% των ψήφων καταργώντας έτσι το δεύτερο γύρο μεταξύ των δύο πρώτων συνδυασμών όταν δεν εξασφαλίζεται πλειοψηφία του 50% + 1 ψήφοι. Μάλιστα προβλέπεται ότι ο συνδυασμός που πλειοψηφεί με το 43% εκλέγει τα 2/3 των μελών του αντίστοιχου συμβουλίου ώστε να εξασφαλίζεται η «απρόσκοπτη» διοίκηση του οργάνου. Προβλέπεται ακόμα η σημαντική αύξηση του αριθμού των υποψηφίων μελών των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων με αντίστοιχη αύξηση των σχετικών παράβολων συμμετοχής. Όλες αυτές οι ρυθμίσεις αναμφίβολα καθιστούν πιο δύσκολη την συμμετοχή μικρών αυτοδιοικητικών σχημάτων στις εκλογές και παράλληλα καθιστούν πιο δυσχερή την δυνατότητα τελικής εκλογής τους.

Συμφέροντα και μικροκομματικά παζάρια

Καμιά συζήτηση δεν γίνεται για τα μεγάλα θέματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ούτε όσο αφορά τα θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τους ούτε όσο αφορά τα ουσιαστικά προβλήματα δήμων και Περιφερειών.

Στην πραγματικότητα δήμοι και περιφέρειες αποτελούν πεδίο ανταγωνισμού μεγάλων οικονομικών συμφερόντων και επιχειρηματιών που επιχειρούν να ελέγξουν τοπικά και περιφερειακά συμβούλια για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Τα όσα συμβαίνουν και σχεδιάζονται στην περιφέρεια Αττικής και ιδιαίτερα στον Πειραιά, στο Βόλο, στη Φιλαδέλφεια αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου. Ουσιαστικά κάθε μεγάλη πόλη της χώρας αποτελεί πεδίο ανταγωνισμού και ελέγχου μεταξύ οικονομικών παραγόντων.

Τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα προσφέρουν στηρίξεις με κριτήρια επιχειρηματικής διαπλοκής και αντίστοιχου χρωματισμού του εκλογικού χάρτη. Άλλωστε δεν κρύβουν ότι οι ΟΤΑ αποτελούν μορφές διοίκησης ανάλογες με εκείνες των Ανώνυμων Εταιρειών.

Με αυτά τα κριτήρια ανακοινώνονται υποψηφιότητες. Και αντίστοιχα με τέτοια κριτήρια καταγράφονται μετακινήσεις υποψηφίων σε συνδυασμούς. Τα παραδείγματα πολλά, αδύνατο να χωρέσουν σε αυτές τις γραμμές.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι τώρα από τον ΣΥΡΙΖΑ. Εν μέσω προεκλογικής περιόδου για την ανάδειξη νέου προέδρου η κυρίαρχη τάση είναι να απεμπλακούν οι επίδοξοι πρόεδροι από την διαφαινόμενη ήττα στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Όλα έχουν αφεθεί στη τύχη τους και, με εξαίρεση την υποβολή υποψηφιότητας από όσους άσκησαν τη διοίκηση την προηγούμενη περίοδο, υπάρχει δυστοκία για τους μεγάλους δήμους με έντονο εσωκομματικό παρασκήνιο. Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τις τελικές εκλογές η τοπική αυτοδιοίκηση αντιμετωπίζεται ως «υποπροϊόν» της δήθεν κεντρικής αντιπαράθεσης με έντονη οσμή εσωκομματικών ανταγωνισμών και αντιπαραθέσεων. Τα δημοτικά σχήματα, η λειτουργία και η όποια εμπειρία έχουν αποκτήσει καταργούνται, παρά τα μεγάλα λόγια για δημοκρατία και συμμετοχή, «εν μία νυχτί» για να αντικατασταθούν από άλλα με επικεφαλής αποτυχημένους βουλευτές, κομματάρχες ή εκπροσώπους των επιδιωκόμενων διευρύνσεων.

Όλα αυτά αποτελούν τη χειρότερη συμβολή στο θεσμό των ΟΤΑ και τις ανάγκες της κοινωνίας.

Να μην χαριστεί αυτή η μάχη

Δεν χωρά αμφιβολία ότι το κλίμα είναι δυσμενές. Σφραγίζεται από την οπισθοχώρηση του λαϊκού παράγοντα, από τις χαμηλές προσδοκίες των πολιτών / δημοτών.

Δεν χωρά αμφιβολία ότι το θεσμικό πλαίσιο της λειτουργίας της τοπικής αυτοδιοίκησης γίνεται δυσμενέστερο αλλοιώνοντας σημαντικά τις όποιες δυνατότητες του θεσμού αλλά και τις ευκαιρίες ενδυνάμωσης μιας νέας συνείδησης και μιας νέας κοινωνικής συμμετοχής.

Χωρίς αμφιβολία υπάρχουν σημαντικά κενά, ίσως και πλήρη απουσία, μιας θεωρίας, ενός σχεδίου και ενός οράματος για το τι θα μπορούσε να είναι ή να μετασχηματιστεί ο θεσμός της Αυτοδιοίκησης.

Την ίδια στιγμή υπάρχουν στις περισσότερες περιοχές της χώρας άνθρωποι και σχήματα που πονούν και αγαπούν την αυτοδιοίκηση. Άνθρωποι και σχήματα με σημαντική προσφορά, με σημαντική εμπειρία σε στενή επαφή με τοπικές κινήσεις, πρωτοβουλίες ή κινήματα.

Θα ήταν διαφορετική η εικόνα αν τα σχήματα αυτά έβρισκαν τρόπους να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, να ανταλλάξουν εμπειρίες, να συντονίσουν την δράση τους.

Μόνο και μόνο για αυτό το λόγο θα άξιζε, έστω και την ύστατη στιγμή, η ενασχόληση μας. Η αναζήτηση τέτοιων σχημάτων, η συμμετοχή μας σε αυτά, η αλληλογνωριμία και η αποκατάσταση σχέσεων αποτελεί κρίσιμο διακύβευμα, ίσως το μοναδικό, αυτών των εκλογών από την πλευρά των απλών πολιτών.

Ο Δρόμος θα έχει ανοικτές τις στήλες του για τέτοιες προσπάθειες…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!