Του Γιώργου Αναγνώστη. Τη χρονιά που πέρασε, κυκλοφόρησε, από το ΜΙΕΤ, το παλαιό (πρώτη δημοσίευση σε τεύχη: 1909-1912) αλλά εντυπωσιακά υψηλού επιπέδου σύγγραμμα του, σύγχρονου και μακρινού συγγενούς κατά πάσα πιθανότητα του Παπαδιαμάντη, καθηγητή Αδαμάντιου Αδαμαντίου Αγνείας πείρα.

Το θέμα του είναι ένα μάλλον σπάνιο μοτίβο της βυζαντινής εικονογραφίας και υμνογραφίας, αντλημένο από τα Απόκρυφα (όπου και βρίσκει την αδρότερη έκφρασή του, όταν η Σαλώμη βάζει το δάχτυλό της στο αιδοίο της Θεοτόκου, εκπειράσασα Θεόν ζώντα) και εντέλει πανάρχαιο: ο έλεγχος της παρθενίας, μέσω του ύδατος του ελεγμού ή της ελέγξεως… Το βιβλίο θα δυσκολέψει όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με την καθαρεύoυσα γλώσσα του, αλλά η δυσκολία αντισταθμίζεται, γιατί ο σημερινός αναγνώστης έχει ένα προνόμιο χαμένο για δυο χιλιάδες χρόνια: γνωρίζει από πρώτο χέρι αυτήν την πανάρχαια τελετή, που αναβίωσε τις τελευταίες δύο δεκαετίες χάρη στην ιδιωτική τηλεόραση.
Σκεφτείτε, πράγματι, όσοι νομίζετε ότι τέτοιας λογής τελετές είναι παρωχημένες και κανέναν δεν μπορεί να ενδιαφέρουν πια σήμερα, τι ακριβώς συνέβη και η κοινωνία, σαράντα χρόνια μετά το Πολυτεχνείο, εβδομήντα μετά τον αντιφασιστικό αγώνα και το Άουσβιτς, πενήντα μετά το κύμα μεταναστών προς τη Γερμανία και τους εξευτελισμούς που υπέστησαν οι γκασταρμπάιτερ, η κοινωνία που δεν αποψιλώθηκε ακόμη πλήρως απ’ όσους τα έζησαν όλ’ αυτά παρακολουθεί αδιάφορη να ανέρχονται στους υπουργικούς θώκους ο Γεωργιάδης και ο Βορίδης. Τι συνέβη; Ποια δοκιμασία έπεισε τους πάντες ότι αυτά τα φασιστικά αποβράσματα είναι αμόλυντες παρθένες και στυλοβάτες της κερδισμένης στο Πολυτεχνείο δημοκρατίας μας; Απλούστατα: Το ύδωρ του ελεγμού κυλούσε στα τηλεοπτικά κανάλια σχεδόν εξαρχής. Το φασισταριό δοκιμάστηκε πολλαπλά, σε πάνελ, σε τηλεπαιγνίδια, σε πρωινάδικα κι εντέλει σταθεροποιημένο στα δελτία ειδήσεων – και σιγά-σιγά ευρέθη παρθένο…
Καμιά τελετή δεν επιβιώνει απαράλλακτη, βέβαια. Ο νεωτερισμός έγκειται στην αντιστροφή (ώστε ν’ αποδεικνύεται κάτι ψευδές) και στην κλιμάκωση: σ’ αυτό το «σιγά-σιγά», που επενόησε, απ’ ό,τι λένε, ο Μιθριδάτης. Εξού και ο κρίσιμος ρόλος του λάιφ στάιλ και των τρας-σόου: Πού αλλού, πώς αλλιώς, θα μπορούσε, πρώτος-πρώτος, σχεδόν εξαρχής, να επανεμφανιστεί ο Μαστοράκης, αν τον θυμάστε, δίχως να συμπέσει με την αμέσως προηγούμενη εικόνα του – όταν ανέκρινε, κάνοντας δήθεν ρεπορτάζ, με μαύρα γυαλιά στο ΚΕΒΟΠ τους φοιτητές που είχαν συλληφθεί στο Πολυτεχνείο; Για την επανεμφάνιση φόρεσε καπελάκι, αθλητικά παπούτσια – άνετα, ανάλαφρα πράγματα, που ο ρόλος τους δεν είναι να μην έχουν καθ’ εαυτά βάρος, αλλά να αφαιρούν βάρος… Έπειτα ήρθε ο μπουμπούκος, με το ταίρι του, χωρίς κανείς να σκεφτεί ότι ο φασισμός σχεδόν πάντοτε ήρθε στη σκηνή ντυμένος τα κουρέλια της κωμωδίας.
Κι έτσι, σιγά-σιγά, εθιστήκαμε… Τώρα που το νόμισμα κόπηκε και κυκλοφορεί στην αγορά, στη μιαν όψη του παραμένει χαραγμένη αυτή η προγραμματική ελαφρότητα: ο Άδωνις προωθεί το πολυτονικό, χα-χα-χα. Στην άλλη όψη χαράσσεται μια στυγερή ρητορική, που έχει όμως το πλεονέκτημα να αναφέρεται σε πραγματικά προβλήματα. Το ότι το νόμισμα περνάει, αποδεικνύει ότι οι δυο όψεις είναι αλληλένδετες. Κι αυτό το αποδείξαμε κι εμείς, υποτιμώντας και τις δύο συγχρόνως.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!