«Κλειδί» η πολιτική ουσία των προκλητικών παρεμβάσεων από τους ξένους

 Του Βασίλη Ξυδιά

 

Διατρέχοντας κανείς τις δηλώσεις των ευρωπαίων ηγετών την τελευταία εβδομάδα, διαπιστώνει δύο πράγματα:

Το ένα είναι ότι έχουν κατακτήσει, όπως αποδεικνύεται, το δικαίωμα της απευθείας επικοινωνίας με τον ελληνικό λαό· πράγμα που δείχνει να έχει αποδεχθεί ολόκληρος ο δημοσιογραφικός και πολιτικός κόσμος, ανεξάρτητα από πολιτική τοποθέτηση.

Το άλλο είναι πως, πέρα από τα επικοινωνιακά τους τεχνάσματα και τα καταφανή ψέματά τους, ξέρουν τις κρίσιμες στιγμές να εστιάζουν στην πολιτική ουσία – όπως αυτοί βέβαια την αντιλαμβάνονται. Μ’ αυτήν οφείλει κανείς να αναμετρηθεί. Αλλιώς, ακόμα κι αν ξεσκεπάσει την προπαγάνδα τους, είναι χαμένος.

 

2011 και 2015: δυο διαφορετικές επεμβάσεις

«Για μένα το σωστό ερώτημα είναι ευρώ ή δραχμή», είπε η Άνγκελα Μέρκελ στον Έλληνα πρωθυπουργό όταν ο δεύτερος τής ανακοίνωσε τηλεφωνικά την πρόθεσή του να προκηρύξει δημοψήφισμα. Ο Αλέξης Τσίπρας έσπευσε να τη διαβεβαιώσει ότι «η παρουσία της Ελλάδας στο ευρώ δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση», φαίνεται όμως πως αυτό δεν είχε καμία σημασία, διότι η Γερμανίδα καγκελάριος μόλις είχε χαράξει τη γραμμή με την οποία σύσσωμη η ευρωπαϊκή ηγεσία θα αντιμετώπιζε την ελληνική… αποκοτιά.

Δεν χρειάστηκε να το πολυσκεφτεί. Ήταν με τον ίδιον ακριβώς τρόπο που τον Δεκέμβριο του 2011, η ίδια και ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας είχαν αντιμετωπίσει την πρόθεση του Γ.Α. Παπανδρέου να καλέσει τον ελληνικό λαό να αποφανθεί για το δεύτερο Μνημόνιο. «Το δημοψήφισμα μπορεί να έχει ένα μόνο ερώτημα –είχε πει τότε η Α. Μέρκελ- “ναι” ή “όχι” στο ευρώ». «Οι Έλληνες πρέπει να αποφασίσουν αν θέλουν να συνεχίσουν την περιπέτειά τους μαζί μας ή όχι», είχε προσθέσει απειλητικά ο Νικολά Σαρκοζί.

Ας μη μας διαφύγει όμως πως μεταξύ των δύο περιπτώσεων υπάρχει μια βασική διαφορά. Το 2011 η Μέρκελ και ο Σαρκοζί απευθύνονταν στο ελληνικό πολιτικό προσωπικό. Στη δική του αντίδραση απέβλεπαν· και όπως γνωρίζουμε η προσπάθειά τους στέφθηκε με επιτυχία, αφού μετά από λίγες ώρες ακολούθησε το εσωκομματικό πραξικόπημα που έριξε τον Γ. Α. Παπανδρέου και έφερε στη θέση τού επικεφαλής τού ΠΑΣΟΚ τον Ευ. Βενιζέλο. Τώρα η Μέρκελ δεν προσπάθησε καθόλου να μεταπείσει τον Αλ. Τσίπρα, ούτε αναζήτησε λύση σε κάποιον άλλον από τους Έλληνες πολιτικούς. Αυτό που την ενδιέφερε ήταν η αντίδραση του ίδιου του ελληνικού λαού.

Ήλθε λοιπόν στις αρχές της εβδομάδας ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, παρεμβαίνοντας απ’ ευθείας και χωρίς προφάσεις στη διαμάχη, εξηγώντας μας ότι «το “όχι” στο δημοψήφισμα θα σήμαινε πως η Ελλάδα λέει “όχι” στην Ευρώπη». Ήταν μια προκλητική και προσβλητική από καθέδρας ομιλία, γεμάτη φτηνές κολακείες και ιταμές απειλές και παραινέσεις. «Οι Έλληνες πολίτες – είπε ο Γιούνκερ – είναι στην καρδιά μου, … απέδειξα ότι είμαι στο πλευρό των Ελλήνων … Θα έλεγα στους Έλληνες ότι δεν πρέπει να αυτοκτονήσετε επειδή φοβάστε να πεθάνετε, όποια κι αν είναι η ερώτηση. Πρέπει να πείτε “ναι” γιατί πρέπει να πείτε “ναι” στην Ευρώπη».

Εννοείται πως στις δηλώσεις αυτές ο Γιούνκερ δεν έμεινε μόνος. Τον ακολούθησαν ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, και πολλοί άλλοι.

Κανείς από τους δημοσιογράφους και το πολιτικό προσωπικό εδώ στην Ελλάδα δεν έδειξε να ενοχλείται απ’ αυτές καθαυτές τις απ’ ευθείας παρεμβάσεις. Οι μεν δημοσιογράφοι τις προέβαλαν ουδέτερα δήθεν, με τα καθεστωτικά ιδιωτικά κανάλια να λειτουργούν ως ενισχυτές. Η δε κυβέρνηση σιώπησε αμήχανα· περιορίστηκε στην περίπτωση του Γιούνκερ σε μια ανακοίνωση που προσπαθούσε απλώς να ανασκευάσει τις ανακρίβειές του, χωρίς να σχολιάζει το ίδιο το γεγονός της έξωθεν παρέμβασης.

 

Προς τί όλα αυτά;

Απέναντι λοιπόν στον ισχυρισμό της ελληνικής κυβέρνησης, ότι το δημοψήφισμα δεν είναι παρά ένα επιπλέον διαπραγματευτικό όπλο, σύσσωμη η ευρωπαϊκή ηγεσία αντιπαρέθεσε το στρατηγικό δίλημμα ΝΑΙ ή ΌΧΙ στο ευρώ. Έδειξε έτσι ότι πέρα από την οικονομικοπολιτική της ισχύ, είναι ικανή και να μεταφέρει την αντιπαράθεση σε ουσιαστικότερα θέματα, με μεγαλύτερο στρατηγικό βάθος.

Με τον ίδιο τρόπο οι Γερμανοί, κυρίως, ηγέτες, αποδόμησαν την περίφημη διάκριση μεταξύ πολιτικής και τεχνικής διαπραγμάτευσης, στην οποία είχε βασιστεί η επιχειρηματολογία της ελληνικής κυβέρνησης. Ήταν χαρακτηριστική η δήλωση του σοσιαλδημοκράτη αντικαγκελάριου, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ. Η ελληνική κυβέρνηση, είπε, «θέλει να μεταβάλει μονομερώς τους όρους λειτουργίας της Ευρωζώνης… Θέλει πολιτικά, ιδεολογικά, μια άλλη Ευρωζώνη… Μια τέτοια Ευρωζώνη θα είναι ασταθής και θα αποτύχει». Το ευρώ, πρόσθεσε, «δεν θα αποτύχει εξαιτίας ενός ελληνικού δημοψηφίσματος, αλλά από μια υπονόμευση των κανόνων του κοινού νομίσματος». Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε στην ομιλία της στο γερμανικό Κοινοβούλιο δυο μέρες μετά η Άνγκελα Μέρκελ. «Θέλουμε μια Ένωση σταθερότητας και ευημερίας», είπε· πράγμα που δεν μπορεί να συμβεί «χωρίς σεβασμό στους κανόνες». «Το θέμα είναι αυτό -συμπλήρωσε- και όχι αν υπάρχει μια διαφορά μερικών εκατομμυρίων».

Αυτού δοθέντος, οι Ευρωπαίοι ηγέτες προχωρούν ακόμα περισσότερο, θέτοντας ένα ζήτημα «αξιοπιστίας» των συνομιλητών τους. Πρώτος το ανέδειξε ο Ισπανός πρωθυπουργός, Μαριάνο Ραχόι, κάνοντας ανοιχτά λόγο για απομάκρυνση του Αλέξη Τσίπρα από την πρωθυπουργία: «Αν ο Τσίπρας επικρατήσει στο δημοψήφισμα -είπε- τότε η Ελλάδα θα πρέπει να φύγει από το ευρώ», ενώ αν το χάσει «οι Έλληνες θα έχουν πει “ναι”, θέλουμε να μείνουμε στο ευρώ, και θα μπορέσουμε να διαπραγματευθούμε με μια άλλη κυβέρνηση».

Γι’ αυτό και οι Ευρωπαίοι εταίροι αρνήθηκαν να συζητήσουν τις ελληνικές προτάσεις της Τετάρτης, παρ’ όλο που αυτές δεν διέφεραν πλέον ριζικά απ’ αυτές του Γιούνκερ. Θα περιμένουν, λένε, την ολοκλήρωση του δημοψηφίσματος: «Δεν έχει νόημα η συζήτηση πριν από το δημοψήφισμα», είπε με νόημα ο Γερμανός υπουργός οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, απευθυνόμενος στο γερμανικό Κοινοβούλιο. «Η πόρτα για συνομιλίες με την ελληνική κυβέρνηση ήταν και παραμένει ανοιχτή», συμπλήρωσε η Άνγκελα Μέρκελ, αλλά «πριν από το δημοψήφισμα δεν μπορεί να γίνει διαπραγμάτευση για νέο πρόγραμμα βοήθειας».

Προφανώς δεν αστειεύονται. Το ζήτημα είναι εμείς τι κάνουμε.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!