Του Κώστα Γκιώνη
Ακόμα και στη γελοιότητα κάποτε υπήρχε κάποιο μέτρο. Στις μέρες μας έχουμε περάσει σ’ άλλο επίπεδο. Ο ένας άριστος συναγωνίζεται τον άλλον στο ποιος θα πετάξει τη μεγαλύτερη κοτσάνα, ποιος θα πει το χειρότερο ψέμα, ποιος θα είναι γλοιωδέστερος απ’ όλους, ποιος όταν τον κράξουν θα κάνει το καλύτερο διπλό άξελ με τριπλό τόλουπ. Ζούμε την εποχή των φελλών. Είναι όλοι πάνω-πάνω και επιπλέουν. Κάθε μέρα έχουμε νικητή, το φελλό της ημέρας.
Πετσοεξαρτημένα μέσα-γυμνοσάλιαγκες. Επιστημονικές επιτροπές-παραδουλεύτρες. Μεγάλο μέρος της κοινωνίας- εθελόδουλοι. Χαζοχαρουμενίστικοι τηλεμαϊντανοί. Δευτεράντζες ατάλαντοι αοιδοί. Μαχητές τηλεσκουπιδιών. Οτιδήποτε ικανό να κάψει και τα τελευταία εγκεφαλικά κύτταρα, είναι ο διάκοσμος ενός τσίρκου-παρωδίας που βιώνουμε εδώ και χρόνια – ενώ συνεχίζουμε να βρισκόμαστε στο μέσο μιας τεράστιας οικονομικής (τα τελευταία δύο χρόνια και υγειονομικής) κρίσης, που όλο φτάνει στο τέλος, κι όλο δεν το βλέπουμε. Επειδή η συντήρηση αυτής της κατάστασης δημιουργεί μεγάλα κέρδη χωρίς αντιδράσεις, σε μια κοινωνία απενεργοποιημένη-παραδομένη στα διλήμματα που αριστοτεχνικά της τίθενται.
Πριν λίγες μέρες ήρθε να μας συναντήσει ένας καινούριος χρόνος. Λίγο πριν εκπνεύσει ο προηγούμενος, γίναμε μάρτυρες-χαζοπαρακολουθητές (όσοι τέλος πάντων συνεχίζουν να παρακολουθούν αυτό το πράγμα) ενός πανάκριβου λούμπεν σόου του δημάρχου της Αθήνας. Ο «άξιος» δήμαρχος μας: παιδί της μαμάς του, ανιψιός του θείου του, εγγόνι του παππού του και δισέγγονο του προπάππου του. Ο δήμαρχος που έβαλε τους ιονιστές στην Ομόνοια, το γκαζόν που το έφαγε η κάμπια «καραφατμέ», τους φοίνικες και τις ψευτοπιπεριές της Πανεπιστημίου, που τώρα όμως θα τ’ αλλάξει να βάλει πλατάνια, τσίγκινα παγκάκια θερμοσυλλέκτες και το νέο πρότζεκτ που θα μας αλλάξει τα φώτα για μόλις 54 μύρια. Ένα σόου που το πληρώσαμε εμείς οι «μίζεροι», στο πάρκινγκ του Λυκαβηττού, με θεατές κάποιους λίγους παρατρεχάμενους, μερικές διμοιρίες των ΜΑΤ και ντεκόρ κάποια κακόμοιρα παιδάκια… Η περίληψη της πολιτιστικής χρεοκοπίας μιας χώρας μέσα σε 17 λεπτά δείχνει με ανεξίτηλο τρόπο πώς φτάσαμε στην οικονομική, υγειονομική και κοινωνική κατάρρευσή μας.
Στραβός είναι ο γιαλός, ή στραβά αρμενίζουμε; Τίποτε από τα δύο δεν συμβαίνει. Ο καπετάνιος μας βολοδέρνει αριστερά και δεξιά, σαν ταξιτζής που κάνει κύκλους για να αποκομίσει υψηλότερο κόμιστρο. Οι μούτσοι του φωνάζουν ότι όλα πάνε καλά κι ότι για όλα φταίνε οι ακραίες καιρικές συνθήκες, που όμοιές τους δεν έχουν ξανασυναντήσει. Οι πλοιοκτήτες τρίβουν τα χέρια τους και τις χοντροκοιλάρες τους, ευχαριστημένοι από τα υπερκέρδη τους. Κι εμείς οι επιβάτες, θεατές της πιο κακόγουστης παράστασης, να παρακαλάμε κατατρομαγμένοι να μην βουλιάξει το πλοίο «Η Ελλάς» και μας συμπαρασύρει στο πάτο της θάλασσας…