του Μάκη Μαλαφέκα*
Το ‘15 ήταν το καλοκαίρι της αμηχανίας. Τα αμέσως επόμενα, της αφασίας. Και τώρα, είχε πια απογειωθεί μαζί και προσγειωθεί. Όλα ήταν κάτι άλλο. Κάτι δήθεν. Όλα ήταν εντάξει. Η Ν.Δ. είχε συσπειρώσει τη Δεξιά, όλες τις Δεξιές, του Κολλεγίου, του Γάβρου, του Βάζελου, του Κλήρου, του ημίφωτος και της Νύχτας, του παρόντος και του παρελθόντος, με βασικό πρόταγμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η Αριστερά κι ότι η Αριστερά είναι κακό πράγμα, ενώ ταυτόχρονα ο ΣΥΡΙΖΑ είχε προσπαθήσει να κάνει κάτι αντίστοιχο αλλά αυτό φυσικά δεν γινόταν πια. Η Δεξιά είχε ρουφήξει δυο τρομαχτικές δεξαμενές, αυτές του Μακεδονικού και των ελεύθερων επαγγελματιών. Κανονικά, όλοι αυτοί θα πρέπει ήδη να έχουν ψιλοκαταλάβει ότι ούτε οι Πρέσπες πρόκειται να ακυρωθούν, ούτε οι φόροι να κοπούν, και να κάνουν τα ανάλογα. Ή έστω να τα μουρμουράνε. Αλλά κανείς δεν έκανε τίποτα γιατί κανείς δεν ήταν αυτό που έλεγε ότι ήταν. Οι «πατριώτες», τα «μεσαία στρώματα»… Όλα μια χοντροκομμένη μεταμφίεση της πλάκας. Της στιγμής. Κι όλοι ανικανοποίητοι. Έτοιμοι «για όλα», για το μεγάλο πολιτικό Τίποτα.
Ήταν το καλοκαίρι που το Ισραήλ εγκαλούσε τον Μάκη Βορίδη για το «αντισημιτικό παρελθόν» του κι αυτός (του) απαντούσε ούτε λίγο ούτε πολύ ότι δεν είναι πλέον αντισημίτης εφόσον τάσσεται υπέρ των συνεχιζόμενων διωγμών των Παλαιστινίων οπότε οκέι, κι η εξαθλιωμένη, η παραιτημένη Αριστερά αντί να βγαίνει να καταγγέλλει το δεύτερο, καθόταν και πανηγύριζε για το πρώτο. Όλα ήταν κανονικά.
Οι φιλελεύθεροι ήταν επίσης στη θέση τους. Στοιχισμένοι. Τους είχε μιλήσει το πεντιγκρί του Μητσοτάκη. Το οικόσημο. Και δεν έβγαζαν κιχ για τους παπάδες, για τον Άνθιμο, για τον Άδωνι, για τους Πατούλιζ, για την ατάκα Κυριάκου στο BBC περί γυναικών και πολιτικής στην Ελλάδα («χαχα»), για όλα αυτά που υποτίθεται ότι αποτελούν τη φιλελεύθερη κοινωνική ατζέντα, γιατί απλούστατα αυτή η ατζέντα δεν υπήρχε όπως δεν υπήρχαν και «φιλελεύθεροι». Ίσως σε άλλες χώρες και σε άλλες εποχές, αλλά όχι εδώ και όχι τώρα. Εδώ, τώρα, όλα ήταν ο κανονικός πουρές. Οι φιλελεύθεροι ήταν τόσο δεξιοί όσο και όλοι οι υπόλοιποι δεξιοί που είχαν πείσει τους εαυτούς τους ότι είναι δεξιοί επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αριστερός, διότι αν δεν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ η «Αριστερά» τότε ούτε αυτοί ήταν ακριβώς η «Δεξιά», αλλά ένα μπουλούκι από λούμπεν επιχειρηματίες και μπράβους και υποστρώματα λάιφστάιλ που περίμεναν καμιά αρπαχτή με κάνα real estate για να αισθανθούν players. Κι ο ΣΥΡΙΖΑ τους το έδινε αυτό. Αριστερά, Δεξιά. Όλα εντάξει.
Ήταν το καλοκαίρι που οι φασίστες εξαφανίζονταν, υποτίθεται, απ’ το προσκήνιο, αλλά μόνο μετά από την επιστροφή του δαχτυλιδιού της Ζαρούλια με τον Σιδηρούν Σταυρό πίσω στο βαθύ Κράτος, σε μια τελετή παράδοσης-παραλαβής που δεν μεταδόθηκε, και η άλλη Αριστερά, ναι, η «άλλη Αριστερά», η «πραγματική», ήταν κι αυτή χαρούμενη που επιτέλους δεν υπήρχε παρά μόνο κάπου στο διαδίκτυο, που είχε αποστεωθεί μέσα στον καθημερινό, τελετουργικό αντι-συριζαϊσμό της – μια εμμονή που την είχε κυριεύσει και την είχε ολοκληρωτικά προσδιορίσει. Κανονικά.
* Ο Μάκης Μαλαφέκας είναι συγγραφέας