Της Κωνσταντίνας Κούνεβα
Οφείλω να ομολογήσω ότι με ξάφνιασε η απόφαση του Εφετείου. Αλλά, όπως βλέπω από τις αντιδράσεις, ξάφνιασε το ίδιο πολλούς. Ιδιαίτερα όσους είχαν συμμετάσχει στο συγκινητικό κίνημα συμπαράστασης, τον Δεκέμβριο του 2008, όταν δέχθηκα την επίθεση.
Είχαμε μια πρωτόδικη απόφαση που, μέσα από τη δική μου υπόθεση, έβαζε κάποιο φραγμό στη σκληρότητα της εργοδοσίας. Γιατί το νόημα της πρώτης απόφασης ήταν αυτό: όταν ο εργοδότης με τους μηχανισμούς του δημιουργεί κλίμα διωγμού και πραγματικού πολέμου εναντίον ενός εργαζόμενου για τη συνδικαλιστική του δράση, όπως για χρόνια έκανε η ΟΙΚΟΜΕΤ σε βάρος μου, τότε ο εργοδότης έχει ευθύνη για ό,τι συμβεί στον εργαζόμενο αυτό. Είναι σαν να έχει οπλίσει το χέρι του δράστη της επίθεσης, έστω κι αν αυτός δεν έχει εντοπιστεί.
Η απόφαση είχε μεγάλη συμβολική σημασία για όλους τους εργαζόμενους που δουλεύουν σε ακραίες συνθήκες επισφάλειας και τρομοκρατίας, ειδικά στα εργολαβικά συνεργεία της καθαριότητας ή της φύλαξης, καθώς και για τους ενοικιαζόμενους εργαζόμενους που έχουν γεμίσει τράπεζες, εταιρείες κινητής τηλεφωνίας και άλλες.
Το Εφετείο ανέτρεψε αυτή την απόφαση και τη θετική επίδραση που είχε στις διεκδικήσεις των εργαζομένων. Οφείλω να προσβάλω την απόφαση αυτή στο ανώτατο δικαστήριο. Όχι για μένα. Το ζήτημα δεν είναι πια προσωπικό, είναι κοινωνικό κα πολιτικό. Εγώ έχω δικαιωθεί με πολλούς τρόπους από την κοινωνία. Η συμπαράσταση και η εμπιστοσύνη που μου έδειξε είναι η καλύτερη δικαστική απόφαση. Το οφείλω στους εργαζόμενους που εργάζονται ακόμη στις ίδιες ακραίες συνθήκες εκμετάλλευσης και εκφοβισμού, απλήρωτοι για μήνες, μερικές φορές ανασφάλιστοι ή με ελλιπή ένσημα. Γιατί η απόφαση του Εφετείου δίνει ένα πολύ κακό μήνυμα. Εμφανίζει την εργοδοσία πανίσχυρη και τους εργαζόμενους ανίσχυρους, ακόμη και μπροστά στη Δικαιοσύνη.
Βεβαίως, η Δικαιοσύνη είναι ένας θεσμός που πρέπει να εμπνέει στους εργαζόμενους εμπιστοσύνη ότι θα βρουν το δίκιο τους όταν τη χρειάζονται, αλλά δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, σε μια αγορά εργασίας που έχει μετατραπεί κυριολεκτικά σε ζούγκλα. Ιδιαίτερα μετά τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει από τα Μνημόνια, με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και την πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Δυστυχώς, τα φαινόμενα εργοδοτικής αυθαιρεσίας που τότε, πριν από 8 χρόνια, προσπαθούσα και εγώ μέσα από το συνδικάτο μου, την ΠΕΚΟΠ, να αντιμετωπίσω, σήμερα έχουν γίνει θλιβερός κανόνας.
Επομένως, όσο καλή πρόθεση κι αν έχει η Δικαιοσύνη να προστατεύσει τους εργαζόμενους, αν δεν αποκατασταθεί η ελευθερία και το κύρος των συλλογικών συμβάσεων, αν δεν θεσπιστούν κανόνες σεβασμού των εργατικών δικαιωμάτων και δεν δημιουργηθούν ισχυροί μηχανισμοί ελέγχου, οι εργαζόμενοι θα μένουν εκτεθειμένοι στην αυθαιρεσία των εργοδοτών, στη σκληρότητα και τη βία των εργασιακών σχέσεων.
* Η Κωνσταντίνα Κούνεβα είναι ευρωβουλευτής ΣΥΡΙΖΑ- GUE/NGL