Η επίδραση του ευρώ και της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας είναι έντονη στην εκτίναξη του Δημόσιου Χρέους. Ο κυριότερος λόγος είναι ότι επιβλήθηκε από την Ε.Ε., σε αγαστή συνεργασία με τον αστισμό της Ελλάδας, ένα μοντέλο οικονομικής δραστηριότητας, το οποίο οδήγησε στην παραγωγική αποδιάρθρωση της χώρας. Δηλαδή, στη μεγάλη υποβάθμιση της αγροτικής οικονομίας και της βιομηχανίας και την υποκατάστασή τους ως βασικών πηγών παραγομένου προϊόντος από τις υπηρεσίες, από τις αντιπροσωπεύσεις και τις διαμεσολαβήσεις προς το διεθνές μονοπωλιακό κεφάλαιο.
Βέβαια, ο τομέας των υπηρεσιών είναι εξαιρετικά μεγάλος σε όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες -και πρωτ’ απ’ όλα στις ιμπεριαλιστικές χώρες- αλλά αυτό συνδέεται με την μετατόπιση των βιομηχανικών δραστηριοτήτων των χωρών αυτών σε χώρες της περιφέρειας, πράγμα το οποίο δεν ισχύει για την Ελλάδα. Η μεταφορά κάποιων δραστηριοτήτων (π.χ. κλωστοϋφαντουργία κ.λπ.) από την Ελλάδα στα Βαλκάνια έχει δευτερεύουσα σημασία, μπροστά στη δραματική συρρίκνωση της βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής, μπροστά στο κλείσιμο ολόκληρων τομέων (π.χ. ναυπηγεία, παραγωγή οχημάτων, λιπάσματα) και ακόμη περισσότερο μπροστά στη μη ανάπτυξη τομέων, όπως η μικροηλεκτρονική, η ενέργεια, η επεξεργασία του ορυκτού πλούτου κ.λπ. Έχει σημασία να επισημάνουμε ότι όλα αυτά αποτέλεσαν βασική επιδίωξη του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου, επιδίωξη στην οποία πρόθυμα προσαρμόστηκε ο αστισμός της Ελλάδας – εισπράττοντας, παράλληλα, το κάτι τις από τα λογής «μαύρα ταμεία».
Εκτίναξη του εμπορικού ελλείμματος
Ενώ μιλάμε πολύ για το Δημόσιο Χρέος (Δ.Χ.), γίνεται ελάχιστη συζήτηση για το εμπορικό έλλειμμα, δηλαδή τη διαφορά εισαγωγών με εξαγωγές. Από τον Πίνακα 2 προκύπτει ότι το Δ.Χ. αυξήθηκε στη δεκαετία 1999-2008 κατά 144,3 δισ. ευρώ (στήλη 10). Κι όμως, το εμπορικό έλλειμμα της χώρας στις σχέσεις της μόνο με τις χώρες της Ε.Ε., όπως συσσωρεύθηκε στην ίδια δεκαετία, είναι μεγαλύτερο από το Δ.Χ: ανέρχεται σε 167 δισ. ευρώ (στήλη 5).
Η Ελλάδα, πριν καταλήξει στη χρεοκοπία, ήταν ένας ταπεινός εισαγωγέας της Ε.Ε. Στη δεκαετία 1999 -2008 οι εξαγωγές ήταν το 30,2% των εισαγωγών από την Ε.Ε. Μάλιστα, ο δείκτης βελτιώθηκε τα τελευταία χρόνια λόγω της εισόδου των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Αν λαμβάναμε υπ’ όψιν μόνο τον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε. των 15, τότε το ποσοστό θα κατρακυλούσε κοντά στο 25%.
Όπως δείχνει ο Πιν.1, η Ελλάδα πάντα χαρακτηριζόταν από το εμπορικό έλλειμμα, σε σχέση με την ΕΟΚ και την Ε.Ε. Όμως, η κατάσταση επιδεινώθηκε ραγδαία με την κατάργηση των δασμών και των εμπορικών συνόρων και μετέπειτα με την επέλαση του ευρώ και των γερμανικών (κυρίως) πολυεθνικών. Ο δείκτης που δείχνει χαρακτηριστικά όλα αυτά, είναι το ποσοστό κάλυψης των εισαγωγών από εξαγωγές (στήλη 7). Κι ενώ ο δείκτης αυτός από 38,4% που ήταν στην περίοδο 1967-1973, ανέβηκε στο 51,2% στην περίοδο 1974 -1980 (παρά την τότε παγκόσμια κρίση) και ανέβηκε ακόμη περισσότερο στο 52,9% στην περίοδο 1981-1987, μετέπειτα και καθώς προχωρούν οι ενοποιήσεις και οι «απελευθερώσεις» και οι ιδιωτικοποιήσεις εντός της ΕΟΚ και της Ε.Ε., ο δείκτης πέφτει. Πρώτα σταδιακά, στο 43,7% για την πρώτη εισαγωγική περίοδο 1988 – 1992 και μετά, μπαίνοντας στην περίοδο του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας, ο δείκτης εξαγωγών προς εισαγωγές κυριολεκτικά γκρεμίζεται, όπως γκρεμίζεται και ο παραγωγικός ιστός της χώρας: 34% στην περίοδο 1993 – 1998 και ακόμη πιο χαμηλά, στο 30,2%, στην περίοδο 1999 -2008.
Η τραγικότητα της κατάστασης παρουσιάζεται από τη μεγάλη χειροτέρευση του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών (Πιν.2, στήλη 11). Στο μέγεθος αυτό περιλαμβάνεται όχι μόνο το εμπορικό έλλειμμα αλλά και το ισοζύγιο από τον τουρισμό και τις μεταφορές καθώς και από τις κεφαλαιακές μεταβιβάσεις. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ελαφρά αρνητικό στο τέλος της δεκαετίας του ‘90. Αυτό υποδηλώνει ότι μέχρι τότε οι υπηρεσίες κάλυπταν, ας το πούμε έτσι, το «παραγωγικό έλλειμμα».
Με την είσοδο στο ευρώ, όμως, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών γίνεται έντονα αρνητικό και με επιταχυνόμενους ρυθμούς –αντικατοπτρίζοντας ακριβώς την αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού. Από 4,8 δισ. ευρώ το έλλειμμα εκτοξεύθηκε πέρασε στα 30,7 δισ. ευρώ ή συγκρίνοντας με το ΑΕΠ από 4,3% σε 13% του ΑΕΠ.
Συμπερασματικά, στο εμπορικό έλλειμμα και στο παραγωγικό έλλειμμα βρίσκεται η κύρια αιτία του δημοσιονομικού ελλείμματος και του Δημόσιου Χρέους.
Γι’ αυτό, η βασική επιδίωξη για την Αριστερά οφείλει να εστιάζεται στην παραγωγική ανασυγκρότηση «με τους εργαζόμενους στο τιμόνι». Μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει οικονομική και κοινωνική διέξοδος για τη χώρα.
Η Ε.Ε. τα παίρνει πίσω πολλαπλάσια
«Η Ελλάδα θα ήταν ένα τίποτα χωρίς τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει αυτήν την κυρίαρχη προπαγάνδα; Από τα στοιχεία που δημοσιεύουμε, όμως, αποδεικνύεται πόσο μεγάλο ψέμα είναι αυτή η προπαγάνδα. Στον Πιν.2 (στήλη 7) φαίνεται η καθαρή εισροή ευρωπαϊκών πόρων στην Ελλάδα. Δηλαδή, τα χρήματα που έρχονται από την Ε.Ε. –αφαιρουμένων των ποσών με τα οποία η Ελλάδα συμβάλλει στα ευρωπαϊκά ταμεία. Όπως βλέπουμε, το συνολικό ποσό στη δεκαετία 1999 – 2008 είναι 40,4 δισ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές. Όταν, το εμπορικό έλλειμμα σωρευτικά ήταν 167 δισ. ευρώ και οι εισαγωγές της Ελλάδας από την Ε.Ε. ή οι εξαγωγές της Ε.Ε. στην Ελλάδα ήταν 239,3 δισ. ευρώ, πάντα σε τρέχουσες τιμές.
Με απλά λόγια, αποκαλύπτεται ότι, με τις τάχα σωτήριες για την Ελλάδα επιδοτήσεις, η Ε.Ε. απλά επιδοτεί τις εξαγωγές της στην Ελλάδα. Η καθαρή εισροή ευρωπαϊκών επιδοτήσεων στην Ελλάδα είναι μόλις το 16,9% των εισαγωγών της Ελλάδας από την Ε.Ε., οι οποίες αυξήθηκαν κατά 83% σε μια δεκαετία. Συμπερασματικά, η Ε.Ε. και αναφερόμαστε στο ιμπεριαλιστικό διευθυντήριο, ληστεύει νομότυπα την Ελλάδα. Επιβάλλει την αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, κερδίζει την ελληνική αγορά και εκτοπίζει τους παγκόσμιους ανταγωνιστές της. Κι ας μην μιλήσουμε για τα τεράστια κέρδη των τραπεζών της Ε.Ε. από τη λειτουργία της ελληνικής χρεομηχανής.
Από αυτόν το φαύλο κύκλο -που δεν είναι καθόλου μονόδρομος- μπορούμε και πρέπει να απαλλαγούμε, ως χώρα και ως κοινωνία.