Στο δυτικό κόσμο καλλιεργήθηκε μια εντελώς στρεβλή αντίληψη για το ζήτημα της Παλαιστίνης και του Ισραήλ. Από την ίδρυση του εβραϊκού κράτους το 1948 διαδόθηκε διεθνώς μια προσεκτικά επεξεργασμένη αφήγηση που δεν ανταποκρινόταν στην πραγματική εξέλιξη των γεγονότων που οδήγησαν στην κατασκευή του Ισραήλ. Ειδικότερα, όμως, από τη δεκαετία του 1960, που οι ΗΠΑ υποστηρίζουν πλέον ανεπιφύλακτα και απεριόριστα το κράτος του Ισραήλ και το εντάσσουν στους τακτικούς και στρατηγικούς τους σχεδιασμούς ως προχωρημένο φυλάκιο των συμφερόντων τους στην Ανατολή, η διαστρέβλωση μορφοποιείται, συστηματοποιείται, ενισχύεται και επιβάλλεται σε όλο το δυτικό κόσμο που προσαρμόζεται στις αμερικάνικες επιλογές και επιταγές. Ο οποίος με τη σειρά του, με πρόθυμους απολογητές του μύθου τους Ευρωπαίους των μητροπόλεων, συμβάλλει αφενός στη θέσπιση και αναπαραγωγή του και αφετέρου στην αναμετάδοσή του σε όλο τον κόσμο. Από το 1990 δε, που διαλύεται η Σοβιετική Ένωση συμπαρασύροντας την ευρωπαϊκή Αριστερά σχεδόν στο σύνολό της σε συρρίκνωση, αποδιοργάνωση και απαξίωση, υποχωρεί έως και εξαφανίζεται ο αντισταθμιστικός λόγος των προοδευτικών δυνάμεων που σε όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου αντίκρουε το προκάτ δυτικό αφήγημα, Ισραήλ-ΗΠΑ-Ευρώπης, τόσο για την ιστορία όσο και για την τρέχουσα πορεία του Παλαιστινιακού ζητήματος.
Η διαστρέβλωση της αλήθειας έχει μεθοδευτεί και στηρίζεται σε πολλές κολόνες. Μία από τις βασικές στρεβλές προσλήψεις που έχουν εμπεδωθεί στο δυτικό μπλοκ είναι ότι το κράτος του Ισραήλ είναι παράγωγο, φυσικό επακόλουθο της ναζιστικής θηριωδίας εναντίον των Εβραίων. Ότι προέκυψε ως αποτέλεσμα της εξόντωσης εκατομμυρίων Εβραίων από τους ναζί, για την αποκατάστασή τους ως πράξη δικαιοσύνης και ανακούφισης των κατατρεγμένων από τον τρομερό διωγμό που είχαν υποστεί. Όλη η ιστορία που έχει προηγηθεί, μέχρι το 1948, εν μέρει έχει παραληφθεί εντελώς και εν μέρει έχει αλλοιωθεί και προσαρμοστεί στις πολιτικές σκοπιμότητες για να δικαιολογεί όλη την αγριότητα και τη βαρβαρότητα των Σιωνιστών Εβραίων και των δυτικών υποστηρικτών τους χωρίς τους οποίους αυτό το κράτος δεν θα μπορούσε να προκύψει και να επιβιώσει στην Παλαιστίνη με τη μορφή που έχει.
Εκδίωξη
Το κράτος των Εβραίων άρχισε πρακτικά να συγκροτείται, και μάλιστα με βίαιο τρόπο, από την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου από τους Βρετανούς στην Παλαιστίνη το 1918 και την κατάργηση της οθωμανικής διοίκησης. Σχεδόν αμέσως, οι Εβραίοι έποικοι προχώρησαν όχι μόνο στην υλοποίηση του σχεδίου τους για την εκδίωξη των Παλαιστινίων από τα χωριά και τα σπίτια τους καταλαμβάνοντας τη γη τους, αλλά και για τη συγκρότηση -με τη βοήθεια των Άγγλων- δικού τους στρατού!
Το συγκεκριμένο ζήτημα είναι καθοριστικής σημασίας γιατί πάνω στην κατασκευή του Ισραήλ οικοδομήθηκε μια διάσταση ανθρωπιστική ενός ιστορικού γεγονότος που δεν περιέχει κανένα ανθρωπιστικό στοιχείο. Μια παραπλανητική πρόσληψη που επηρεάζει τους πολίτες του κόσμου και μετριάζει τις αντιδράσεις τους για τα συντελούμενα -επί τουλάχιστον 75 χρόνια- κακουργήματα διαρκείας εναντίον των Παλαιστινίων.
Για τους παραπάνω λόγους, δεν είναι επίσης γνωστό ευρύτερα ότι η σύλληψη της ιδέας για την αρπαγή της γης, της περιουσίας και των δικαιωμάτων των γηγενών Παλαιστινίων, είχε ξεκινήσει μερικές εκατοντάδες χρόνια πριν από την ίδρυση του εβραϊκού κράτους στη Μέση Ανατολή και, μάλιστα, όχι από τους Εβραίους, οι οποίοι μόλις από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα δημιούργησαν το σιωνιστικό κίνημα με αίτημα την ίδρυση εβραϊκού κράτους.
Ευτυχώς, για όσους αναζητούν την αλήθεια, πίσω από το πέπλο των στρεβλώσεων, υπάρχουν αρκετοί Εβραίοι στοχαστές, πολύ υψηλού επιπέδου, μορφωτικού και ηθικού, που χωρίς μισόλογα και εκπτώσεις έχουν ερευνήσει σε μεγάλο βάθος την ιστορία και έχουν αποκαλύψει την αλήθεια καταγγέλλοντας όλη τη διαστροφή και κακοποίησή της από τους Σιωνιστές και τους ισχυρούς προστάτες τους.
Ένας απ’ αυτούς είναι ο Ιλάν Πάππε, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Έξετερ στη Βρετανία και συγγραφέας πολλών βιβλίων για το επίμαχο ζήτημα που όλα ξεχωρίζουν για την εμβρίθεια, τη σαφήνεια και την τόλμη τους στην αναζήτηση και ανάδειξη της κατακρεουργημένης αλήθειας, κόντρα σε αφόρητες πιέσεις και επιθέσεις. Τα παρακάτω σχόλια βασίζονται στην ανάγνωση των έργων του Πάππε, αλλά και άλλων γενναίων Εβραίων διανοουμένων.
Χριστιανοσιωνιστές
Για την ακρίβεια, η παλαιότερη γνωστή ιδέα-πρόταση για την «επιστροφή» των Εβραίων στην Παλαιστίνη εμφανίζεται στον χριστιανικό κόσμο από τους προτεστάντες, με βάση το θεολογικό σχήμα για το τέλος του χρόνου που στον Μεσαίωνα προσδιορίζεται στο κλείσιμο της δεύτερης μ.Χ. χιλιετίας, σε συνδυασμό με την ανάσταση νεκρών και τη δεύτερη έλευση του Μεσσία. Ο Άγγλος κληρικός Τόμας Μπράιτμαν έθεσε γραπτώς το ζήτημα κατά τον 16ο αιώνα «ευχόμενος οι Εβραίοι είτε να ασπαστούν τον χριστιανισμό είτε να εγκαταλείψουν εντελώς την Ευρώπη». Στους επόμενους αιώνες ακολούθησαν κι άλλοι κληρικοί, Γερμανοί, Αυστριακοί κ.λπ. που υποστήριξαν την εγκατάσταση των Εβραίων της Ευρώπης στη Μέση Ανατολή, πριν ακόμα υιοθετήσουν αυτή την άποψη πολιτικοί παράγοντες όπως ο Γάλλος Φρανσουά-Ρενιέ Σατομπριάν, υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας, καθολικός, που υποστήριξε ότι «οι Εβραίοι είναι οι νόμιμοι κύριοι της Ιουδέας», επηρεάζοντας και τον Ναπολέοντα που στη φιλοδοξία του να κατακτήσει τη Μέση Ανατολή υπολόγιζε στη βοήθεια των Εβραίων. «Ο Σιωνισμός ήταν ένα χριστιανικό σχέδιο αποικιοποίησης προτού γίνει εβραϊκό σχέδιο», γράφει ο Πάππε.
Το χριστιανικό σχέδιο είχε απήχηση και στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζον Άνταμς (1797-1801) είχε την ίδια άποψη. Οι Δυτικοί δεν ήθελαν τους Εβραίους γιατί είχαν κρεμάσει τον Χριστό, αλλά κάλλιστα μπορούσαν να τους χρησιμοποιήσουν σαν εμπροσθοφυλακή μέσα στον μουσουλμανικό κόσμο τον οποίο σκόπευαν να υποτάξουν.
Κορυφαίος πρώιμος προωθητής της ιδέας ήταν ο Λόρδος Shaftesbury που έκανε δυναμική εκστρατεία υπέρ της αποστολής των Εβραίων στην Παλαιστίνη για θρησκευτικούς και στρατηγικούς λόγους. Πρότεινε, μάλιστα, το 1838-39, να αναλάβει η Αγγλικανική Εκκλησία τη χρηματοδότηση της εγκατάστασης Εβραίων στην Παλαιστίνη. «Αν και ομολογουμένως πρόκειται για σκληροτράχηλους, κακοπροαίρετους ανθρώπους, βυθισμένους σε ηθική εξαχρείωση, ισχυρογνωμοσύνη και άγνοια του Ευαγγελίου, δεν είναι μόνο σημαντικό να σωθούν αλλά και κρίσιμο για την ελπίδα του Χριστιανισμού για τη σωτηρία.» Ο Λόρδος έπεισε για την ωφελιμότητα της ιδέας του τον πεθερό του Λόρδο Πάλμερστον, υπουργό Εξωτερικών και πρωθυπουργό της Βρετανίας, με το πολιτικό επιχείρημα ότι «οι Εβραίοι θα είναι χρήσιμοι στο να στηρίξουν την καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία, βοηθώντας έτσι να επιτευχθεί ο βασικός στόχος της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής στην περιοχή». Ο Πάλμερστον, το 1840, ζήτησε από τον Σουλτάνο να συνδράμει επικαλούμενος τη χρησιμότητα των Εβραίων στην αντιμετώπιση της απειλής που συνιστούσε ο επεκτατισμός του Μεχμέτ Αλί της Αιγύπτου σε βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Times ανέφεραν ότι το σχέδιο ήταν «οι Εβραίοι να φυτευτούν στη γη των προγόνων τους».
Το προξενείο της Βρετανίας που άνοιξε στην Ιερουσαλήμ το 1838, ενθάρρυνε τους Εβραίους να μετοικίσουν στην Παλαιστίνη. Κι ένας από τους πρώτους πρόξενους, ο Τζέιμς Φιν, έγραφε δημόσια ότι η εγκατάσταση των Εβραίων πιθανά συνδεόταν με την εκτόπιση των γηγενών Παλαιστινίων. Και συνεργάστηκε σ’ αυτή την κατεύθυνση με την ιεραποστολή της Αγγλικανικής Εκκλησίας που εγκαταστάθηκε το 1843 στην Παλαιστίνη. Άρχισαν δε να αγοράζουν μεγάλες εκτάσεις γης κυρίως από γαιοκτήμονες που δεν ζούσαν στην Παλαιστίνη. Θεωρούσαν ότι συνεχίζουν την ένδοξη ιστορία των Σταυροφόρων.
Από τη δεκαετία του 1860, σημαντικό ρόλο στην προώθηση του εποικισμού της Παλαιστίνης από Εβραίους έπαιξαν και οι Γερμανοί Λουθηρανοί προτεστάντες που πίστευαν ότι με την εγκατάστασή τους θα επιταχύνουν την έλευση του Μεσσία! Πολλοί ανώτατοι αξιωματούχοι της Βασιλικής αυλής της Πρωσίας, όπως και Βρετανοί θεολόγοι, υποστήριξαν το εγχείρημά τους.
Σιωνιστές
Από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, εμφανίζεται ως κίνημα στην Ευρώπη ο Σιωνισμός. Είναι η εποχή που κυριαρχούν οι αποδιδόμενες στο Διαφωτισμό ιδέες για τη δημιουργία εθνικών κρατών. Αλλά είναι ένας Σιωνιστής, ο Θεόδωρος Χερτσλ, που μετατρέπει την ιδέα σε πολιτικό σχέδιο, ωθούμενος, κατά τους ιστορικούς, από τους διωγμούς εναντίον των Εβραίων στην τσαρική Ρωσία από τα τέλη της δεκαετίας του 1870 και από τον γενικότερο αντιεβραϊσμό που εκδηλώνεται στην Ευρώπη και βρίσκει την πιο θορυβώδη έκφρασή του στην υπόθεση Ντρέιφους στη Γαλλία. Σε συνδυασμό με αντίστοιχες κινήσεις στην Ανατολική Ευρώπη, ξεκινάει από το 1882, ανεπίσημα, ο πρώτος εποικισμός Εβραίων στην Παλαιστίνη. Στο δεύτερο κύμα εποικισμού (1905-1914), υπάρχει μια ιδιαιτερότητα. Έποικοι είναι πολλοί κομμουνιστές και σοσιαλιστές, απογοητευμένοι από την κατάσταση στην Ευρώπη, που φιλοδοξούν να δημιουργήσουν στην Παλαιστίνη ένα καθεστώς κοινοκτημοσύνης, ενός αγροτικού κομμουνισμού.
Για πρώτη φορά, οι γηγενείς κάτοικοι της Παλαιστίνης αρχίζουν να ανησυχούν, γιατί οι έποικοι, ενισχυμένοι οικονομικά από εύπορους Εβραίους της Ευρώπης και με τις πλάτες της Μεγάλης Βρετανίας που δεν έχει ποτέ εγκαταλείψει το σχέδιο να χρησιμοποιήσει τους Εβραίους για να ελέγχει αποτελεσματικά την περιοχή, αγοράζουν μεγάλες εκτάσεις γης και ορισμένοι, κυρίως όσοι συνδέονται στενότερα με το αγγλικό προξενείο, δεν κρύβουν τις προθέσεις τους να ηγεμονεύσουν στην περιοχή. Χριστιανοί και Εβραίοι βλέπουν τον εποικισμό σαν εκπλήρωση των θεολογικών και πολιτικών τους στόχων. «Αυτή η συμμαχία έγινε δημόσια γνωστή με την κοινοποίηση της Διακήρυξης Μπάλφουρ στις 2 Νοεμβρίου 1917 – ένα γράμμα από τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών στους ηγέτες της Αγγλο-Εβραϊκής κοινότητας επί της ουσίας με την υπόσχεση πλήρους υποστήριξης για τη δημιουργία μιας εβραϊκής πατρίδας στην Παλαιστίνη.»
Ξεκινώντας από τον Shaftesbury, επισημαίνει ο Πάππε, η ιδέα ωρίμασε στη διάρκεια ογδόντα περίπου χρόνων και υιοθετήθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός David Lloyd George, θρησκόληπτος χριστιανός, προτιμούσε την παρουσία μιας εβραϊκής κοινότητας στη Μέση Ανατολή αντί μιας μουσουλμανικής.
Μάλιστα, ο Πάππε, επικαλούμενος την εξονυχιστική έρευνα του J.M.N. Jeffries στα βρετανικά αρχεία, συμπεραίνει ότι «οι φιλοσιωνιστές χριστιανοί ήταν πολύ πιο ενθουσιώδεις από τους Σιωνιστές για την ιδέα της οικονομικής στήριξης από τη Βρετανία της διαδικασίας του εποικισμού στην Παλαιστίνη.» Οι Βρετανοί ιθύνοντες που διαμόρφωναν την εξωτερική πολιτική της αυτοκρατορίας «έβλεπαν τη δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη να συμπίπτει με τα βρετανικά στρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή. Από τη στιγμή που οι Βρετανοί θα καταλάμβαναν την Παλαιστίνη, η συμμαχία αυτή επέτρεπε στους Εβραίους να φτιάξουν την υποδομή για ένα εβραϊκό κράτος υπό την αιγίδα των Βρετανών, ενώ θα προστατεύονται από τα όπλα της κυβέρνησης της Αυτού Μεγαλειότητας.»
Επινόηση
Κατακερματίζοντας το αραβικό τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Άγγλοι και οι Γάλλοι έκοβαν και έραβαν στα μέτρα τους την περιοχή. Το 1918, οι Άγγλοι ένωσαν τρεις οθωμανικές επαρχίες και δημιούργησαν το Ιράκ. Με τον ίδιο τρόπο διαμοιράζονταν και μορφοποιούνταν από εξωτερικές δυνάμεις όλα τα κράτη της Μέσης Ανατολής. Με τη Συμφωνία Sykes-Picot το 1916, οι Άγγλοι και οι Γάλλοι είχαν χωρίσει στα δύο την Παλαιστίνη, την οποία επανένωσαν οι Άγγλοι δυο χρόνια αργότερα που επικράτησαν οριστικά με συνέπεια «την επακόλουθη στρατιωτική κατοχή η οποία έφερε και τις τρεις ξεχωριστές διαδικασίες –την ανάδυση του Σιωνισμού, τον προτεσταντικό χιλιετισμό και τον βρετανικό ιμπεριαλισμό- στις ακτές της Παλαιστίνης σαν μια ισχυρή σύντηξη ιδεολογιών που κατέστρεψε τη χώρα και τον λαό της για τα επόμενα τριάντα χρόνια».
Πολλοί σοβαροί ιστορικοί, κυρίως Εβραίοι αλλά όχι μόνο, θίγουν το θέμα στην πηγή του: η Βίβλος στην οποία στηρίζεται ο βασικότερος όλων ισχυρισμός ότι η Παλαιστίνη ανήκει στους Εβραίους, δεν είναι ιστορικό βιβλίο. Η Βίβλος είναι θεολογική λογοτεχνία, είναι μια πνευματική συγγραφή-συρραφή με θρησκευτική αφετηρία και προσανατολισμό που έχει δημιουργηθεί από πολλούς συγγραφείς σε διαφορετικές περιόδους και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χρησιμεύσει σαν απόδειξη για οποιοδήποτε ιστορικό γεγονός. Τα πραγματικά στοιχεία, τα ντοκουμέντα, αποδεικνύουν, όπως διαβεβαιώνουν –μεταξύ άλλων- οι ειδικοί στο θέμα Keith Whitelam και Thomas Thompson, ότι «η επινόηση του σύγχρονου Ισραήλ είναι έργο φιλοσιωνιστών χριστιανών θεολόγων». Ο Shlomo Sand, διάσημος Εβραίος ιστορικός, αναλύει διεξοδικά το θέμα στα βιβλία του «Η επινόηση του Εβραϊκού Λαού» και «Η επινόηση της Γης του Ισραήλ».
Ρατσισμός
Από το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, με την επί τριάντα χρόνια ενθάρρυνση και υλική, οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη των Άγγλων, ο Σιωνισμός έγινε πιο επιθετικός. Και συνεχώς επινοούσε διάφορες «θέσεις», «αιτιολογίες» και «ιστορικές αναφορές» για να δικαιολογεί τον βίαιο εποικισμό της Παλαιστίνης.
Όπως επιβεβαιώνουν όλα τα σχετικά ντοκουμέντα, η πρόθεση και το σχέδιο των Σιωνιστών, από την αρχή του κινήματος τους, ήταν να εκδιώξουν τους Παλαιστίνιους και να αρπάξουν τη γη τους για να δημιουργήσουν δικό τους κράτος, αποκλειστικά εβραϊκό. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Σιωνιστές έκαναν το παν για να εμποδίζουν και να αποτρέπουν τους Εβραίους που εγκαθίσταντο στην Παλαιστίνη να συνεργάζονται και να συνδιαλέγονται με τους γηγενείς Παλαιστίνιους.
Αντιθέτως, τα ημερολόγια των πρώτων Σιωνιστών «είναι γεμάτα ιστορίες για το πόσο καλά τους δέχτηκαν οι Παλαιστίνιοι που τους πρόσφεραν στέγη και σε πολλές περιπτώσεις τους δίδαξαν πώς να καλλιεργούν τη γη. Μόνο όταν έγινε σαφές ότι οι έποικοι δεν είχαν μετοικήσει για να ζήσουν μαζί με τον εντόπιο πληθυσμό, αλλά στη θέση του, άρχισε η αντίσταση των Παλαιστινίων. Και από τη στιγμή που άρχισε, γρήγορα πήρε τη μορφή κάθε άλλου αντιαποικιακού αγώνα… Ενώ οι Παλαιστίνιοι πρόσφεραν στέγη και εργασία στους πρώτους έποικους και δεν είχαν καμία αντίρρηση να εργάζονται δίπλα-δίπλα μαζί τους ανεξάρτητα από τίνος ήταν η ιδιοκτησία, οι ιδεολόγοι Σιωνιστές ήταν πολύ ξεκάθαροι για την ανάγκη τόσο να εκδιώξουν τους Παλαιστίνιους από την αγορά εργασίας όσο και να επιβάλλουν κυρώσεις στους έποικους που προσλάμβαναν Παλαιστίνιους ή δούλευαν μαζί τους. Αυτή ήταν η ιδέα της ‘‘εβραϊκής εργασίας’’ που σήμαινε βασικά ότι έπρεπε να δοθεί ένα τέλος στην ‘‘αραβική εργασία’’. Ο Gershon Shafir, στην σπερματική του εργασία για τη δεύτερη μετοίκηση, το δεύτερο κύμα της σιωνιστικής μετανάστευσης (1904-1914), εξηγεί καλά πώς αναπτύχθηκε αυτή η ιδεολογία και πώς εφαρμόστηκε. Ο ηγέτης αυτού του κύματος, ο Δαβίδ Μπεν-Γκουριόν (που έγινε ο ηγέτης της κοινότητας και κατόπιν πρωθυπουργός του Ισραήλ), μονίμως αναφερόταν στην αραβική εργασία σαν μία αρρώστια για την οποία η μόνη θεραπεία ήταν η εβραϊκή εργασία. Στα δικά του γράμματα και άλλων εποίκων, οι Εβραίοι εργάτες χαρακτηρίζονται ως το υγιές αίμα που θα ανοσοποιήσει το έθνος από τη σαπίλα και το θάνατο. Ο Μπεν-Γκουριόν επίσης επισήμανε ότι το να προσλαμβάνεις Άραβες του θύμιζε την παλιά εβραϊκή ιστορία για ένα ηλίθιο άνθρωπο που ξαναζωντάνεψε ένα νεκρό λιοντάρι το οποίο μετά τον καταβρόχθισε.»
Είναι αμέτρητα τα κείμενα των ηγετών του σιωνιστικού κινήματος και των εποίκων που βρίθουν από τερατώδεις ρατσιστικές αναφορές για τους Παλαιστίνιους. Κάτι που αντιστοιχεί πλήρως στις πολιτικές που εφάρμοσαν οι Σιωνιστές εναντίον των γηγενών κατοίκων της Παλαιστίνης. Πεποιθήσεις που ισχύουν μέχρι σήμερα και πολιτικές που εφαρμόζονται με ακόμα μεγαλύτερο μίσος και βαρβαρότητα. Αναμφίβολα είναι ο διαρκέστερος και αγριότερος ρατσιστικός φονταμενταλισμός των τελευταίων εκατό χρόνων που μόνο με τη ναζιστική ιδεολογία και πρακτική μπορεί να συγκριθεί. Έχουν φυλακισμένους σε γκέτο εκατομμύρια γηγενείς, σκοτώνουν κάθε μέρα άμαχους, με ιδιαίτερη προτίμηση έφηβους και παιδιά, με αφορμές που επί τούτου προκαλούν και προκλητικά αψηφούν οτιδήποτε είναι δίκαιο και ηθικό.
Οχυρό
Ο Patrick Wolfe, γράφει ο Ιλάν Πάππε, «ένας από τους κορυφαίους ειδικούς στην αποικιοκρατία των εποίκων, υποστηρίζει ότι τα αποικιακά προγράμματα των εποίκων ωθούνταν απ’ αυτό που ονομάζει ‘‘λογική του αφανισμού’’. Αυτό σήμαινε ότι οι έποικοι αποκτούσαν την αναγκαία ηθική δικαιολόγηση και τα πρακτικά μέσα για να εκδιώξουν τους γηγενείς. Όπως υποδεικνύει ο Wolfe, κατά καιρούς αυτή η λογική απαιτεί πραγματική γενοκτονία και σε άλλες περιστάσεις εθνικές καθάρσεις ή ένα καταπιεστικό καθεστώς που αρνείται στους γηγενείς κάθε δικαίωμα…
Ως αποτέλεσμα αυτής της δίδυμης λογικής, ολόκληρα έθνη και πολιτισμοί σβήστηκαν ολοσχερώς από το αποικιοκρατικό κίνημα των εποίκων στην αμερικάνικη ήπειρο. Γηγενείς Αμερικάνοι, νότια και βόρεια, σφαγιάστηκαν, εξαναγκάστηκαν βίαια να γίνουν χριστιανοί και στο τέλος τέθηκαν υπό περιορισμό σε καταυλισμούς. Μια παρόμοια μοίρα περίμενε τους Αβορίγινες στην Αυστραλία και σε μικρότερο βαθμό τους Μαορί στη Νέα Ζηλανδία. Στη Νότια Αφρική, τέτοιες μέθοδοι κατέληξαν στην επιβολή του συστήματος απαρτχάιντ πάνω στον ντόπιο λαό, ενώ ένα πιο σύνθετο σύστημα εφαρμόστηκε στους Αλγερινούς για ένα περίπου αιώνα. Ως εκ τούτου, ο Σιωνισμός δεν είναι κάτι μοναδικό στο είδος του, αλλά ένα παράδειγμα μιας ευρύτερης μεθόδου. Αυτό είναι σημαντικό όχι μόνο για το πώς αντιλαμβανόμαστε τους μηχανισμούς του αποικιοκρατικού μοντέλου, αλλά και την ερμηνεία της παλαιστινιακής αντίστασης.»
Ο Σιωνισμός είναι αιχμή της αποικιοκρατίας και ένα από τα τελευταία και πιο εξοντωτικά οχυρά της. Είναι καρπός και συστατικό της παλιάς τάξης πραγμάτων που πλέον αμφισβητείται παγκόσμια, αλλά εξακολουθεί να αντεπιτίθεται με αγριότητα και βαρβαρότητα για να διατηρήσει τα κεκτημένα.