Η επίσκεψη του Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς στο Πεκίνο, όπου συναντήθηκε με τον Κινέζο πρόεδρο Σο Τζινπίνγκ, έστειλε μηνύματα προς πολλές κατευθύνσεις και προκάλεσε ποικίλους σχολιασμούς και αντιδράσεις. Ήταν πρώτα-πρώτα μια αγωνιώδης προσπάθεια της γερμανικής ηγεσίας (για την ακρίβεια, ενός μέρους της) να κατοχυρώσει μια στοιχειωδώς αυτόνομη φωνή στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Μια φωνή που θα αντλεί λίγο οξυγόνο, έστω και… κινεζικό, αφού η Γερμανία πνίγεται εξαιτίας της ουκρανικής σύρραξης – η οποία την ακρωτηρίασε πολλαπλά: οι ΗΠΑ με βίαιο τρόπο την υποχρέωσαν να αποκοπεί από τη Ρωσία, που ήταν ο βασικός ενεργειακός πάροχός της, και ο πόλεμος επανέφερε περιορισμούς και δυσκολίες που η ισχυρότερη ευρωπαϊκή οικονομία είχε να ζήσει από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Σολτς συνοδευόταν από τεράστια αντιπροσωπεία των μεγαλύτερων και δυναμικότερων γερμανικών εταιριών, μεταξύ των οποίων η Siemens, η Bayer, η BASF, η BMW, η Volkswagen, η Merck, η BioNTech κ.ά. Πέρυσι οι συναλλαγές μεταξύ Κίνας-Γερμανίας ανήλθαν σε σχεδόν 250 δισεκατομμύρια ευρώ, επιβεβαιώνοντας τη θέση του Πεκίνου ως μεγαλύτερου εμπορικού εταίρου του Βερολίνου. Δεν είναι τυχαία επίσης η δήλωση-κλείσιμο του ματιού από τον Κινέζο πρωθυπουργό Λι Κετσιάνγκ, ότι «από κοινού η Κίνα και η Γερμανία αποτελούν τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου». Όλα αυτά βέβαια εκνευρίζουν σφόδρα τις ΗΠΑ και τα ντε φάκτο φερέφωνά τους στη Γερμανία, ιδίως τους κυβερνητικούς εταίρους του Σολτς (τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους) που επιχείρησαν –δίχως επιτυχία– να αποτρέψουν την επίσκεψή του στην Κίνα. Ήταν η δεύτερη τακτική ήττα τους σε μικρό χρονικό διάστημα, αφού εξίσου μάταια προσπάθησαν να αποτρέψουν την πώληση στην Cosco του 25% του Tolleport, ενός από τους τέσσερις τερματικούς σταθμούς κοντέινερ του λιμανιού του Αμβούργου.

Και (γεω)πολιτικά τα μηνύματα

Θα ήταν όμως λάθος να νομίσει κανείς ότι η παρουσία του Σολτς στο Πεκίνο οφειλόταν στην αναζήτηση μιας αποκλειστικά οικονομικής ανάσας. Για τον Γερμανό καγκελάριο ήταν ευκαιρία να στείλει υπερατλαντικά το μήνυμα ότι δεν σκοπεύει να μετατραπεί σε εντελώς πειθήνιο ενεργούμενο της Ουάσιγκτον, και ότι δεν θα αυτοακρωτηριαστεί κι άλλο, γυρνώντας την πλάτη και στην Κίνα. Κι ας ονοματίζει όλο και πιο ανοιχτά αυτήν, κι όχι τη Ρωσία, η κυβέρνηση των ΗΠΑ ως στρατηγικό αντίπαλό της. Έτσι μπορεί η Πράσινη (τρόπος του λέγειν…) Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ να συνυπέγραψε την προειδοποίηση των ΥΠΕΞ του G7 προς το Πεκίνο, που το καλεί «να απέχει από απειλές, εξαναγκασμό, εκφοβισμό ή χρήση βίας» (για την Ταϊβάν χτύπαγε η καμπάνα), αλλά ο Σολτς συμπεριφέρθηκε σαν αυτή να μην υπήρχε. Μαζί με την Μπέρμποκ, αγνόησε και τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες, που εκτιμούν ότι πραγματική απειλή για την Ευρώπη –μεγαλύτερη από τη ρωσική– είναι η κινεζική…

Φυσικά ο Γερμανός καγκελάριος έγινε δεκτός με ανοιχτές αγκάλες από τον Σι Τζινπίνγκ, μόλις επανεκλεγέντα για τρίτη φορά (και με επαυξημένες αρμοδιότητες και τίτλους) στο αξίωμά του. Είχε κι αυτός να στείλει, μέσω της επίσκεψης Σολτς, μηνύματα προς πολλές κατευθύνσεις. Τόσο προς τις απροκάλυπτα πλέον εχθρικές ΗΠΑ (και τους πιστούς ακολούθους τους στην Ευρώπη), όσο και προς τη «φίλη» Ρωσία. Έτσι κάλεσε τη Δύση να μην θεωρεί εχθρό της την Κίνα, και ταυτόχρονα τοποθετήθηκε σαφώς κατά της απειλής χρήσης πυρηνικών όπλων «από όλες τις πλευρές», καθώς απεύχεται μια ανεξέλεγκτη και γρήγορη κλιμάκωση της παγκόσμιας αντιπαράθεσης των τριών Μεγάλων – για την οποία η Κίνα δεν νιώθει έτοιμη. Τη δήλωση αυτή ανέμιζε πανηγυρικά ο Σολτς όταν ενημέρωνε, μετά την επίσκεψη, τον Μπάιντεν για τη συνάντησή του με τον Σι, αναγκάζοντας τον Αμερικανό πρόεδρο να παραδεχθεί ότι η στάση του Κινέζου ομολόγου του ήταν «σαφής και ξεκάθαρη». Μένει να φανεί πόσο μπορεί μια τέτοια κατευναστική κινεζική στάση να συγκρατήσει τα γεράκια των ΗΠΑ, που δηλώνουν ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι μια απλή πρόγευση της επερχόμενης παγκόσμιας σύγκρουσης με την Κίνα – τάδε έφη Τσαρλς Ρίτσαρντς, διοικητής των πυρηνικών δυνάμεων των ΗΠΑ…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!