Σύγχυση, απογοήτευση και δυσπιστία κυριαρχούν

του Ερρίκου Φινάλη

 

Στον απόηχο των δημοτικών εκλογών του προηγούμενου μήνα, η Ιταλία εξακολουθεί να βιώνει το δικό της θολό αδιέξοδο – πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό (ιδίως για τη νεολαία, που βιώνει μια αφόρητη κατάσταση, με ανεργία ή δουλειές του ποδαριού). Μετά τη λαϊκή ανάταση του δημοψηφίσματος της 4ης Δεκεμβρίου 2016, όπου το 60% έριξε ένα γερό χαστούκι στον τότε πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι ψηφίζοντας «Όχι» στη συνταγματική αντιμεταρρύθμιση, η κατατονία έχει επανέλθει σε όλα τα στρατόπεδα. Η κυβερνώσα Κεντροαριστερά, με πρωθυπουργό πλέον τον Τζεντιλόνι στη θέση του παραιτηθέντος Ρέντσι (που παραμένει όμως επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος), προσπαθεί να αναρρώσει από την εκλογική ήττα της. Είναι χαρακτηριστικό ότι «κατάφερε» να χάσει ακόμη και το δήμο Σέστο Σαν Τζιοβάνι, το επιλεγόμενο και Στάλινγκραντ! Μια πόλη που, από την Απελευθέρωση και μετά, ελεγχόταν πάντα από την Αριστερά, και μετέπειτα από την Κεντροαριστερά.

Οι συστημικές δυνάμεις βρίσκονται μπροστά σε δίλημμα: να ξεφορτωθούν τον μέχρι πρόσφατα εκλεκτό τους Ρέντσι, που αργά αλλά σταθερά ξεφτίζει; Για να τον αντικαταστήσουν με ποιον; Ο Πάολο Τζεντιλόνι τους φαίνεται βέβαια ακόμη πιο «βολικός» από τον Ρέντσι, και σίγουρα προσφέρει όλες τις εγγυήσεις που ζητούν οι Γιούνκερ και Σία. Όμως είναι μια γκρίζα προσωπικότητα, χωρίς καμιά συμπάθεια στα λαϊκά στρώματα. Ίσως μια προσωρινή μελλοντική λύση να είναι μια συνεργασία του Ρέντσι με τον Μπερλουσκόνι; Ο τελευταίος επανέκαμψε δυναμικά, χάρη και στις εκλογικές επιτυχίες του κεντροδεξιού συνασπισμού του, και ελπίζει πάλι σε μια επιστροφή του στην πρωθυπουργία – αν και ο επικεφαλής της Λέγκας του Βορρά και ευρωσκεπτικιστής Ματέο Σαλβίνι δεν ενθουσιάζεται διόλου με μια τέτοια προοπτική.  Πάντως μέχρι στιγμής, εμμέσως, ο Μπερλουσκόνι εξακολουθεί να στηρίζει τις αντιλαϊκές επιλογές του Ρέντσι και της Κεντροαριστεράς όποτε κινδυνεύουν να απορριφθούν.

 

Γκρίλο και Αριστερά «βοηθούν» όσο μπορούν…

Στο αντίπαλο στρατόπεδο, υποθετικό ή πραγματικό, τα πράγματα είναι εξίσου γκρίζα. Το Κίνημα Πέντε Αστέρων και ο Μπέπε Γκρίλο βαθαίνουν την «υπευθυνοποίησή» τους, υιοθετώντας διαρκώς δεξιότερες και… φιλοευρωπαϊκότερες θέσεις σε μια προσπάθεια να καταστούν αποδεκτοί ως κυβερνητική εναλλακτική. Τα αποτελέσματα είναι όμως όλο και πιο απογοητευτικά. Η Κεντροδεξιά δεν παρουσιάζει διαρροές προς τον Γκρίλο, ενώ ταυτόχρονα τον εγκαταλείπουν ριζοσπαστικοποιημένοι και πρώην αριστεροί ψηφοφόροι. Όλοι αυτοί πυκνώνουν τις γραμμές της πραγματικής «πρώτης δύναμης» για την οποία όλοι αποφεύγουν να μιλούν, δηλαδή της αποχής, που πλέον έχει αριστερό πρόσημο – όχι με την έννοια της ενεργητικής ρήξης με το πολιτικό σύστημα, αλλά της απογοήτευσης εκατομμυρίων προοδευτικών πολιτών που για μια ακόμη φορά δεν βρίσκουν πολιτική έκφραση.

Στη γενικευμένη κατατονία βοηθά βέβαια και η «παραδοσιακή» ιταλική Αριστερά, που αδυνατεί να φανταστεί τον εαυτό της σε ρόλο διαφορετικό από αυτόν του δεκανικιού. Άλλωστε πριν καλά-καλά ιδρυθεί το νέο μόρφωμα «Ιταλική Αριστερά», πολλοί βουλευτές του μεταπήδησαν στην «αριστερή πτέρυγα» του Δημοκρατικού Κόμματος. Εκεί μεγαλουργούν ο Ντ’ Αλέμα (συμπρωταγωνιστής στη ΝΑΤΟϊκή επίθεση εναντίον της Γιουγκοσλαβίας), ο Μπερσάνι (ένα είδος… Ιταλού Κουβέλη, που έχει υπερψηφίσει όλους τους αντιδραστικούς νόμους του Ρέντσι) και ένας νέος αναδυόμενος αστέρας, ο Τζουλιάνο Πιζαπία – τον οποίο τα συστημικά ΜΜΕ παρουσιάζουν ως τον «μόνο ικανό να ενώσει τους πάντες στα αριστερά του Ρέντσι». Ο ισχυρισμός μπορεί να μοιάζει γελοίος (όχι μόνο επειδή ο Πιζαπία υποστήριξε το «Ναι» στο δημοψήφισμα), αλλά αποδεικνύει ότι στην Ιταλία το διαπλεκόμενο βαθύ κράτος παρεμβαίνει ενεργητικά και στην Αριστερά, ή τέλος πάντων σε ό,τι έχει απομείνει απ’ αυτήν.

Δεν λείπουν βέβαια και διαφορετικού προσανατολισμού πρωτοβουλίες, όπως η πρόσφατη των Τομάζο Μοντανάρι και Άνα Φαλκόνε. Αυτοί οι δύο υποστηρικτές της καμπάνιας του «Όχι» επιχειρούν, σε συνεργασία με κοινωνικά κινήματα και ριζοσπαστικές συλλογικότητες, να προτείνουν τη διαμόρφωση ενός αυτόνομου αριστερού πόλου, που θα έχει ξεκόψει ολοκληρωτικά με τις «αριστερές πτέρυγες» της Κεντροαριστεράς. Δεν θα είναι εύκολο, κυρίως επειδή πλατιά λαϊκά στρώματα και ιδίως η νεολαία, που κινητοποιήθηκαν για την υπεράσπιση του Συντάγματος, σήμερα δυσπιστούν και βρίσκονται σε σύγχυση. Όχι μεγαλύτερη βέβαια από αυτήν της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, για παράδειγμα, η οποία εξακολουθεί να υποστηρίζει την ελληνική κυβερνώσα «αριστερά»…

 

 

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!