Ποιος θυμάται πλέον τη Διακήρυξη Φιλίας των Αθηνών; Ποιος θυμάται τα ήρεμα νερά, τα χαμόγελα, τις υποκλίσεις; Οι τελευταίοι μήνες αναδεικνύουν τη μεγάλη παγίδευση της χώρας μας στη ΝΑΤΟϊκής κοπής διαδικασία διαλόγου με την Τουρκία, η οποία νομιμοποίησε την επαναπροσέγγιση Τουρκίας-Δύσης, χωρίς την ίδια στιγμή να αίρεται ούτε μία από τις παράλογες διεκδικήσεις της εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου. Το ελληνικό ΥΠΕΞ μπορεί να εμφανίζεται καθησυχαστικό, να προετοιμάζει σαν να μη συμβαίνει τίποτα το επόμενο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, και να δηλώνει πως δεν υπάρχει καμία υποχώρηση από τις εθνικές κόκκινες γραμμές. Η πραγματικότητα όμως δεν μοιάζει να συμφωνεί με αυτή τη θέση. Με την ενεργοποίηση του τουρκολιβυκού μνημονίου, την προσπάθεια νομιμοποίησής του και από τις δύο πτέρυγες της διχασμένης Λιβύης, και τη δημιουργία τετελεσμένων επί του πεδίου με ενεργειακές συμφωνίες και δημοσίευση χαρτών, το γκριζάρισμα περιοχών επεκτείνεται από το Αιγαίο και στις περιοχές νότια της Κρήτης, αναδεικνύοντας το τουρκικό σχέδιο περικύκλωσης της χώρας μας.

Χωρίς στρατηγική – Μόνο μπίζνες

Η ελληνική εξωτερική πολιτική μοιάζει να μην μπορεί να παράξει κάποια ουσιαστική πολιτική ανάσχεσης αυτών των σχεδίων περικύκλωσης. Δεν διάβασε έγκαιρα τον κίνδυνο του τουρκολιβυκού άξονα, και βρέθηκε μπλεγμένη στα βαθιά νερά της «Γαλάζιας Πατρίδας», που πλέον φτάνει μέχρι τα ανοικτά της Γαύδου και της Κάσου. Στο ΥΠΕΞ ισχυρίζονταν για χρόνια ότι μας προστατεύει η ΝΑΤΟϊκή ομπρέλα, αλλά βρεθήκαμε να παρακαλάμε τον Τραμπ για ένα βλέμμα. Στη συνέχεια πίστεψαν ότι αντί ανακήρυξης ΑΟΖ, αρκεί να δώσουν τα οικόπεδα νότια της Κρήτης στην Chevron και την Exxon Mobil – ξεχνώντας ότι αυτές κάνουν για χρόνια μπίζνες στις απέναντι ακτές της Λιβύης. Ακόμη και με τις φατρίες της Λιβύης πίστεψαν ότι θα έφταναν οι μπίζνες (με τον γιο του Χαφτάρ να έρχεται συχνά στα νότια προάστια της Αθήνας), αλλά η Τουρκία έδωσε εν τέλει περισσότερα, και βρισκόμαστε για μια ακόμη φορά εκτεθειμένοι.

Ήταν η ίδια τακτική που ακολουθήθηκε και στην ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Κύπρου, όπου θεωρήθηκε ότι τα συμβόλαια με γαλλικές και ιταλικές εταιρείες θα υπερισχύσουν των τουρκικών φρεγατών! Αυτό μοιάζει να αποτελεί τον επιχειρησιακό κανόνα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Είναι η ίδια λογική που αφήνει ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο μιας σύμπραξης με την Τουρκία (με εγγυητή τις ΗΠΑ και την Ε.Ε.), παρόμοιας με την “καζάν-καζάν” λύση που έχουν προτείνει οι γείτονες. Μπορεί να φαντάζει καταστροφική για τα εθνικά συμφέροντα, αλλά ίσως να είναι κερδοφόρα για τις τσέπες λίγων εκλεκτών…

Κυπριακό αδιέξοδο

Λίγες μέρες πριν την επέτειο των 51 χρόνων από τον 1ο Αττίλα, πραγματοποιήθηκε η άτυπη πενταμερής για το Κυπριακό στη Νέα Υόρκη, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Κάπως έτσι βρεθήκαμε να συζητάμε, στο γεμάτο τυπικότητα και υποκρισία, αλλά κενό από ουσία πλαίσιο του ΟΗΕ για το Κυπριακό, με μια τουρκική ηγεσία (και την επί του κυπριακού εδάφους μαριονέτα της) για την «επανένωση», χωρίς να λέμε κάτι για την κατοχή! Την ίδια ώρα η τουρκική πλευρά επιμένει πως συζητά μόνο τη λύση των δύο κρατών, έχοντας σαν στόχο την πλήρη τουρκοποίηση του νησιού, και σπάζοντας κάθε αυταπάτη για «λύση».

Το έκανε ξεκάθαρο ο ίδιος ο Ερντογάν από τα κατεχόμενα, καλώντας τη διεθνή κοινότητα να «συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα» και να αναγνωρίσει το ψευδοκράτος. Το έκαναν ξεκάθαρο οι στρατιωτικές δυνάμεις που παρέλασαν για να γιορτάσουν την εισβολή, αποτελώντας την προέκταση του Αττίλα μέχρι τις μέρες μας. Και η δική μας ηγεσία σε Αθήνα και Λευκωσία; Επιμένει στην πολιτική πρόσδεσης με το Ισραήλ, την ίδια στιγμή που συνεχίζει πιστά την γραμμή του «Η Κύπρος κείται μακράν», νομιμοποιώντας (αφού δεν την αμφισβητεί εμπράκτως) την τουρκική κατοχή.

Σενάρια αμερικανόπνευστων διευθετήσεων

Μπορεί όλα να δείχνουν ότι η Τουρκία δεν είναι διατεθειμένη να χαλαρώσει την πίεση σε κανένα μέτωπο, όμως μέρος των πολιτικών και οικονομικών (κυρίως αυτών, που δεν έχουν να σκεφτούν πιθανό πολιτικό κόστος) ελίτ εμφανίζεται αισιόδοξο για τη δυνατότητα επίλυσης των διαφορών. Κάτι θα ξέρουν; Πολλοί αναμένουν (άλλοι με τρόμο, άλλοι με ελπίδες) την νέα Αμερικανίδα πρέσβη, από Σεπτέμβρη, για να δουν πώς θα τοποθετηθεί και για τα θέματα αυτά η διοίκηση Τραμπ.

Ως τότε, μετριούνται οι δυνατότητες ελιγμών, η προθυμία υπηρέτησης των σχεδιαζόμενων, ενώ αναζητούνται γέφυρες και δίαυλοι επικοινωνίας με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Κάποιοι πιο «μαρτυριάρηδες» σπεύδουν να εμφανιστούν ως «πληρεξούσιοι» του Τραμπισμού στην Ελλάδα: ξεχνάνε τον πατριωτισμό, και βλέπουν ευκαιρία για μπίζνες (ακόμη και με τη Λιβύη και την Τουρκία), με μοχλό αλλού τον τουρισμό, αλλού την ενέργεια – υπό τις ευλογίες πάντα των αμερικανικών κολοσσών, που θέλουν να μετατρέψουν τη χώρα σε ενεργειακό κόμβο, έστω και πλήρως δορυφοροποιημένη από την Τουρκία.


Ζητείται πολιτική υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας 

Με όρους κατεπείγοντος αναζητείται πολιτική αποτροπής των επιβουλών κατά της χώρας, και υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας της. Όλα τα δεδομένα συνηγορούν ότι η πολιτική του δεδομένου συμμάχου των ΗΠΑ και Ισραήλ, η υποχωρητικότητα στις απειλές της Τουρκίας, η αδράνεια στο ευρωπαϊκό πεδίο και η αδυναμία αξιοποίησης των υπαρκτών αντιθέσεων μιας σειράς περιφερειακών δυνάμεων (ακριβώς λόγω της ετερόφωτης πολιτικής), στο φόντο μάλιστα της πολεμικής προετοιμασίας και της ανατίναξης κάθε «κανόνα» στις διεθνείς σχέσεις που υπόσχεται η πολιτική Τραμπ, προετοιμάζουν το έδαφος για σημαντικές υποχωρήσεις εις βάρος της χώρας μας.

Ήδη διάφοροι, μέσα από τα επίσημα κανάλια διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, σπεύδουν να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη για μια τέτοια αρνητική εξέλιξη. Τα άρθρα-μασάζ για την αναβάθμιση της Τουρκίας, την ανάγκη διαλόγου, τις δυνατότητες διευθετήσεων κ.λπ. έχουν ως στόχο να λειάνουν το έδαφος. Άλλοι, εντός και εκτός του πολιτικού συστήματος, προετοιμάζονται για το «μετά» μιας αρνητικής εξέλιξης ή εθνικής ήττας, προσπαθώντας εναγωνίως να διαχωριστούν από τις επιλογές του Μαξίμου στα Ελληνοτουρκικά – χωρίς όμως να πασχίζουν για την οικοδόμηση ουσιαστικής εναλλακτικής, ικανής να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ενός άλλου δρόμου. Είναι τέλος και εκείνοι (κυρίως στα αριστερά του πολιτικού φάσματος) που αδιαφορούν, επιμένοντας σε ένα business as usual, αποτελώντας εν τέλει μέρος του ενιαίου κόμματος του «κατευνασμού» και αδυνατώντας να κατανοήσουν τη λαϊκή αγωνία για όσα έρχονται.


Κούρσα εξοπλισμού της Άγκυρας 

Αν έχεις τέτοιους συμμάχους, τι να τους κάνεις τους εχθρούς; Με τις πλάτες της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ η Τουρκία ενισχύει την «αμυντική» (επιθετική σε κάθε περίπτωση) ισχύ της, την ίδια στιγμή που η πολεμική της βιομηχανία γίνεται σημαντικός παράγοντας προβολής ισχύος (με μεγάλα ντιλ, αλλά και επιτυχίες επί του πεδίου). Τώρα η Γερμανία φαίνεται να δίνει το πράσινο φως στην πώληση 40 αεροσκαφών Eurofighter Typhoon, που αναμένεται να κατασκευαστούν στη Βρετανία με εξαρτήματα που θα προμηθεύονται από τη Γερμανία. Και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού φαίνεται να παράγουν αποτέλεσμα οι διεργασίες για να αρθούν τα εμπόδια συμμετοχής της Άγκυρας στο πρόγραμμα των F35 (με κάποια φόρμουλα συνύπαρξης με τους S400)…

Την ίδια στιγμή, αν και εκτός Ε.Ε., η Τουρκία διεκδικεί και λαμβάνει κομμάτι της πίτας του προγράμματος επανεξοπλισμού της Ευρώπης, παρά τις λεκτικές διαφωνίες της χώρα μας στην είσοδο της Άγκυρας στο πρόγραμμα SAFE. Για τους Ευρωπαίους εταίρους φαίνεται να μετρά ως πλεονέκτημα η σημαντική παραγωγική ικανότητα της Τουρκίας στη μαζική παραγωγή οπλικών συστημάτων, που τόσο λείπει από τις χώρες της Ε.Ε. Άλλωστε η Τουρκία μετέχει εδώ και χρόνια στην αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης, μέσα από συμπράξεις τουρκικών εταιρειών με σημαντικές ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες (όπως η ιταλική Leonardo). Είναι αυτό το πλεονέκτημα, το οποίο χρησιμοποιούν και διάφοροι ειδικοί (με διασυνδέσεις με το ΥΠΕΞ) των διεθνών σχέσεων στη χώρα μας για να πείσουν για την ανάγκη αποδοχής από τη χώρα μας αυτής της εξέλιξης. Βέβαια η αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας θα έπρεπε να γεννά άμεσα το ερώτημα, γιατί στην Ελλάδα η όποια παραγωγική δυνατότητα σε εξοπλισμούς οδηγήθηκε σε πλήρη απαξίωση και μαρασμό; Ποιοι προώθησαν (με το αζημίωτο) ως επωφελή υποτίθεται για τη χώρα την πλήρη εξάρτηση από την αμερικανική αγορά οπλικών συστημάτων;

Η σημαντική ανισομετρία αμυντικής ισχύος μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, αντί να γίνεται εργαλείο εκβιασμού (εσωτερικευμένου μάλιστα στα θεσμικά όργανα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής) με στόχο την εμπέδωση ενός ρεαλισμού της υποταγής ως μονόδρομου στα Ελληνοτουρκικά, θα έπρεπε να αποτελεί το έναυσμα μιας πορείας διόρθωσης για τη χώρα μας. Με πρώτιστη προτεραιότητα την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και τον σχεδιασμό κάλυψης των εθνικών αναγκών, στον αντίποδα του υπερεξοπλισμού για τις ΝΑΤΟϊκές ανάγκες.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!