του Δημήτρη Μπελαντή
Η έξαρση της επιδημίας του κορωνοϊού έχει ενισχύσει και στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς ρεύματα και απόψεις, τα οποία κινούνται προς μια συνωμοσιολογική κατεύθυνση. Αυτό βασικά σημαίνει ότι σε σημαντικό μέρος της κοινωνίας εδραιώνεται η αίσθηση ότι τα πράγματα δεν έχουν καθόλου έτσι, όπως προβάλλονται από τα κράτη, τις κυβερνήσεις και τα κυρίαρχα ΜΜΕ. Όχι, όμως, μόνο αυτό, γιατί αυτό είναι όντως συζητήσιμο και εν μέρει βάσιμο. Υποστηρίζεται ότι υφίσταται μια συνολική «απόκρυφη» πραγματικότητα όσον αφορά και τις αιτίες της πανδημίας αλλά και τον τρόπο διαχείρισής της. Αυτή η πραγματικότητα έχει πολλές παραλλαγές. Κατά κάποιες απόψεις, ο ιός είναι προϊόν ανθρώπινης κατασκευής (π.χ. εργαστήρια βιολογικού πολέμου ισχυρών κρατών), που αποκρύφθηκε. Κατά άλλες, ο ιός και η πανδημία δεν υπάρχουν καν, π.χ. η εικόνα των στρατιωτικών οχημάτων στην Ιταλία την περασμένη άνοιξη, που μετέφεραν σωρούς νεκρών από την αρρώστια, ήταν κατασκευασμένη. Κατά άλλες απόψεις, ο ιός υφίσταται μεν αλλά δεν είναι τόσο επικίνδυνος ή θανατηφόρος, όπως παρουσιάζεται: είναι περίπου κάτι σαν μια έντονη γρίπη και δεν προκαλεί πολύ χειρότερες συνέπειες από μια έντονη γρίπη (π.χ. η άποψη του καθηγητή Ιωαννίδη από το Στάνφορντ). Άρα, τα μέτρα κατά της πανδημίας (lockdown κ.λπ.) είναι ακραία και δυσανάλογα και αποσκοπούν σε άλλες μη δηλούμενες στοχεύσεις. Μια ισχυρή προέκταση των λογικών αυτών είναι η άποψη ότι τα μέτρα αποσκοπούν τελικά σε έναν κρατικό ολοκληρωτισμό εθνικής ή διεθνούς κλίμακας, σε ένα οργουελιανό «1984». Μας εθίζουν στην απόλυτη υποταγή στην εξουσία.
Θεωρίες συνωμοσίας και αληθινές «συνωμοσίες»
Οι παραπάνω ανησυχίες δεν είναι πάντοτε παράλογες ή δεν είναι απολύτως και ολικά παράλογες. Πρώτον, διότι όντως η εικόνα που έχουμε για την πανδημία αλλά και για άλλα σοβαρά θέματα από τα κράτη και τα ΜΜΕ ούτε είναι πλήρης ούτε είναι σε ικανοποιητικό βαθμό αντίστοιχη της πραγματικότητας. Ακόμη και αν η άποψη περί «κατασκευής» του ιού θεωρηθεί αβάσιμη (κάτι για το οποίο δεν έχουμε στοιχεία και αποδείξεις), η εξάπλωση της πανδημίας σχετίζεται οπωσδήποτε με τη σοβαρή διαταραχή στη σχέση ανθρώπου και φύσης (μη ανθρωπογενούς και ανθρωπογενούς), κάτι που ελάχιστοι συζητούν δημόσια. Επίσης, οι κρατικές διαχειρίσεις της πανδημίας κάθε άλλο παρά διακρίνονται από διαφάνεια και από πρόσβαση της σχετικής γνώσης στους κυβερνώμενους – στο οποίο έχουν ευθύνη και τα αντίστοιχα τμήματα της ιατρικής κοινότητας. Ούτε, ακόμη, είναι παράλογο να υποστηρίξει κανείς ότι στη βάση ενός πραγματικού ζωτικού προβλήματος και κινδύνου η κρατική εξουσία οργανώνει πιο μακροπρόθεσμες στρατηγικές διαχείρισης και πειθάρχησης των κοινωνιών, ασκεί έναν εξουσιαστικό κοινωνικό πειραματισμό.
Ακόμη παραπάνω, είναι διαφορετικό πράγμα οι «θεωρίες συνωμοσίας» και διαφορετικό η ύπαρξη πραγματικών «συνωμοσιών». Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ του ύστερου καπιταλισμού συνεδριάζουν, όταν χρειάζεται, «κεκλεισμένων των θυρών» και λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις, τις οποίες ουδέποτε δημοσιοποιούν στο κοινό. Μόνο μετά από αρκετά χρόνια ρίχνεται κάποιο φως από τα «ενδότερα», και αυτό όχι πάντοτε. Για παράδειγμα, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Αλέξης Τσίπρας επηρεάσθηκε στη στροφή του τού 2015 από μια σειρά διεθνών επαφών και συνεδριάσεων που είχε με τα διεθνή κέντρα αποφάσεων (Τέξας 2013, Συνδιάσκεψη στο Κόμο το καλοκαίρι 2014 κ.α.). Επίσης, δεν αμφισβητείται ότι η πληροφόρηση του κοινού από τους φορείς εξουσίας για όλα τα σοβαρά ζητήματα είναι μερική, επιλεκτική και σε μεγάλο βαθμό διαστρεβλωμένη.
Το πρόβλημα με τις «θεωρίες συνωμοσίας» δεν είναι ότι υπαινίσσονται ή ότι αποκαλύπτουν ορισμένες «συνωμοσίες» ή αδιαφανείς αποφάσεις. Είναι ότι αναπαριστούν όλο τον κόσμο και όλη την πολιτική ή κοινωνική ζωή ως αποτέλεσμα συνωμοσίας.
Από πού πηγάζουν, όμως, οι θεωρίες συνωμοσίας;
Ο σημαντικός Αμερικανός μαρξιστής φιλόσοφος Φρέντρικ Τζαίημσον (Fr. Jameson) έχει υποστηρίξει στη μελέτη του «Cognitive Mapping» του 1990 (1) ότι η τάση προς την κοινωνική παράνοια και τις θεωρίες συνωμοσίας είναι μόνιμη και εγγενής στον μετανεωτερικό καπιταλισμό. Σε ένα ευρύτερο κοινό, όπου μπορεί να συντρέχει και ο παράγων μειωμένης μόρφωσης, κοινωνικής συνείδησης κ.λπ., η συνθετότητα της κοινωνικής οργάνωσης στον ύστερο καπιταλισμό δεν μπορεί να συλληφθεί και να κατανοηθεί, όπως συμβαίνει. Αυτό δεν σχετίζεται μόνο υποκειμενικά με τις αδυναμίες του κοινού αλλά και με την ίδια τη φύση της πραγματικότητας, όπως αυτή συγκροτείται στη μετανεωτερικότητα: ο Τζαίημσον σε προηγούμενο έργο του («Postmodernism – The cultural logic of late capitalism», 1989), έχει δείξει ότι η πραγματικότητα στον ύστερο καπιταλισμό δεν χαρακτηρίζεται από τη συνοχή ή την «καθολικότητα» (totality), που διέκρινε τον κόσμο αλλά και τη γνώση του στην κλασσική νεωτερικότητα (σχηματικά ως τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ή ως το «1968»), αλλά από ριζικές αντιφάσεις, διαρρήξεις της καθολικότητας, κερματισμούς, θραύσματα, απουσία σχεδίου και σπαράγματα. Επίσης, είναι αιτιακά πολυπροσδιορισμένη ή «χαώδης», όχι τόσο ακολουθούσα μια γραμμική αιτιότητα.
Ακόμη, η λειτουργία των ΜΜΕ διεθνώς προκαλεί μια καταιγίδα μαζικής πληροφόρησης, η «αμεσότητα» της οποίας και η υπερσυσσώρευση πληροφορίας που επιφέρει μάλλον αμβλύνει παρά ενισχύει την πραγματική γνωστική ικανότητα.
Οι θεωρίες συνωμοσίας διαθέτουν το προσόν ότι, σε αντίθεση προς τον κερματισμένο χαρακτήρα σε μεγάλο βαθμό της πραγματικότητας και τις υβριδικές όψεις της, αλλά και σε αντίθεση προς τον κατακλυσμό της πληροφόρησης και το άγχος που αυτός προκαλεί, συγκροτούν μια «φανταστική» πραγματικότητα, με σαφή και μονοσήμαντη αιτιότητα, αρχή, μέση και τέλος. Ο κόσμος των θεωριών συνωμοσίας είναι ένας κόσμος σαφέστερος και πιο καθαρά αιτιώδης από τον υπαρκτό κόσμο. Υπάρχει ένα μόνο «κινούν αίτιο» και όλες οι καταστροφές ή βλάβες ή στρατηγικές είναι φαινομενολογικές του εκδηλώσεις, ανάγονται σε αυτό. Για άλλους είναι ο Μπιλ Γκαίητς (λόγω των όντως παράδοξα πρόωρων ενδιαφερόντων του για την μελλοντική πανδημία), για άλλους ο καπιταλισμός, για άλλους τα ολοκληρωτικά κράτη ανεξάρτητα από ιδεολογία κ.λπ. Ουσιαστικά, η «θεωρία συνωμοσίας» είτε ως σύμπτωμα κοινωνικής ψυχικής παθολογίας είτε ως ιδεολογία (φανταστική αναπαράσταση των υπαρκτών κοινωνικών σχέσεων, κατά τον Λ. Αλτουσέρ) συγκροτεί μια μορφή άρνησης της πραγματικότητας και ψυχικής άμυνας ή καταφυγής. Ο άνθρωπος δεν αντέχει ψυχικά ούτε να ζει σε έναν όχι μόνο καταπιεστικό αλλά και πολυαιτιακό κόσμο που του μοιάζει παράλογος (μορφή αλλοτρίωσης από την πραγματικότητα) ούτε να βομβαρδίζεται από πληροφορίες που δεν μπορεί να αναλύσει, φιλτράρει και τελικά «συνθέσει». Συλλογικά ή ατομικά, οι άνθρωποι αντιδρούν κατασκευάζοντας παράλληλες πραγματικότητες και «καταφεύγοντας» σε αυτές. Βεβαίως, αν αυτό ενταθεί και πολλαπλασιασθεί, η κοινωνική συνοχή δεν μπορεί παρά να δοκιμασθεί σοβαρά, αφού η σχέση μας με τη σύλληψη της πραγματικότητας συνδέεται και με την διά της νόησης κοινή και σχετικά ομοιόμορφη βίωσή της. Η συγκυρία της πανδημίας ειδικότερα οξύνει τον μετανεωτερικό ενδοσπαραγμό της κοινής βίωσης και της κοινής πολιτισμικής προσέγγισης.
Οι καταλήξεις είναι γνωστές. Η 11η Σεπτεμβρίου δεν συνέβη ποτέ, η Σοβιετική Ένωση δεν διαλύθηκε, μας κυβερνούν ερπετόμορφοι εξωγήινοι, ο καπιταλισμός δεν θέλει να παράγει εμπορεύματα αλλά μόνο εγκλεισμό, κ.λπ. Οι συνέπειες αυτού του πολιτισμικού σχίσματος είναι πολλές και σημαντικές και θα μας ακολουθούν για απρόβλεπτα πολύ καιρό ακόμη.
1) Fr.Jameson «Cognitive Mapping» in C.Nelson, L. Crossberg (εκδότες): «Marxism and the Interpretation of Culture», University of Illinois, σελ. 347-360. Δες και το άρθρο του Fran Mason «A Poor Person’s Cognitive Mapping», pasleybrothers.com