του Νίκου Σταθόπουλου*
Και ενώ το χολυγουντιανό φαντασιακό τού Τζόκερ, με χίλιους μηχανισμούς προωθείται ως πρόπλασμα της κοινωνικής συνείδησης του μέλλοντος, στη Λατινική Αμερική, μια «έκπληξη ζωής» εκρήγνυται, ξηλώνοντας βίαια το «πουλόβερ» της «κανονικότητας» των διαρκώς ανανεούμενων συμβιβασμών στις δυτικές δημοκρατίες. Ένα αναπάντεχο «στοιχειό», οι λαοί, οι «πολλοί», οι «από κάτω», ορμάνε στο ιστορικό προσκήνιο, διαψεύδοντας τις ακαδημαϊκές αυθεντίες της αριστεροδεξιάς συναίνεσης. Δεν είναι ούτε καν τα Κίτρινα Γιλέκα που μπορούν να πλασαριστούν και σαν οριακή πολιτική ευπρέπεια στο πλαίσιο του «δυτικού παραδείγματος». Είναι οι «ρυπαροί αβράκωτοι» που πλήττουν τα ανθρωπολογικά και πολιτισμικά θεμέλια του Φιλελευθερισμού της Παγκοσμιοποίησης.
Και –τι «μυστήριο», ε!– όλοι οι επικαλούμενοι Βαστίλλες και Χειμερινά Ανάκτορα, μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο της μιντιακής τους συνδιαχείρισης, ποιούν την νήσσαν σχετικά με τα «ιθαγενικά, εκεί πέρα», επιβάλλουν όχι ακριβώς μια σιωπή, αλλά μια «διακριτική» παρουσίαση. Τόση όσο χρειάζεται για να μην εκτεθούν απόλυτα, τόση όσο επαρκεί για μια «κατανόηση και αλληλεγγύη» που θα εξαντλείται στο θέαμα. Είδατε καμιά σοβαρή, καμιά συστηματική πολιτική διαδικασία προσέγγισης και ανάδειξης των εκρηκτικών καταστάσεων «εκεί κάτω»; Ούτε εγώ είδα! Κάτι έντυπα λογύδρια «αναλυσιακής» συμβατικότητας, ώστε «εντάξει, το καλύψαμε, να μη γκρινιάζουν κι οι αριστερές πτέρυγες » κι από δω παν κι οι άλλοι.
Είδα μόνο το αίσχος μιας φινετσάτης ομερτά που αφορά πρωτίστως στη μελέτη της δυναμικής των γεγονότων στην αμερικανική υποήπειρο. «Μελέτη», δηλαδή διερεύνηση των ενδότατων συντελεστών αυτού του «απροσδόκητου» ηφαίστειου, και όχι «ευκολάκι» των εξωτερικών παραγόντων. Διότι στην εξελισσόμενη ιστορία, από την άποψη της επαναστατικής γνώσης, σημασία έχει το βάθος των διεργασιών που τροφοδοτούν μια «κίνηση», και όχι το προφανές της σύγκρουσης ανάμεσα στο «ψωμί» και το «παντεσπάνι». Και η γνώση αυτή δε μπορεί να είναι, και ποτέ δεν ήταν, θεωρητική, αλλά μόνο πρακτική, δηλαδή με δράσεις ανταπόκρισης και με αναζήτηση συναφειών και με αναστοχασμούς επί προγραμμάτων.
Και αντί για όλα αυτά, και εντός της αποστασιοποιημένης πολιτικής κουλτούρας που υποβάλλει η συστημική «σκέψη»: ζούμε την υποβάθμιση μιας κοινωνικής έκρηξης, με μπαράζ εστιάσεων σε ό,τι οργανώνει την αναπαραγωγή του όλου συστήματος. Γιατί άραγε; Σε μια πρώτη εκτίμηση, για τους παρακάτω λόγους.
Γιατί καθαυτή η έννοια της «κοινωνικής ανάφλεξης» είναι κεντρικό ταμπού σε μια πολιτικότητα με κοινωνικό, πλέον, και θεσμοκεντρικό χαρακτήρα. Η Μαζική (μετα)Δημοκρατία, έχει υπόβαθρό της την απόσυρση των «μαζών» και τη λειτουργία των «αθροιστικών συνόλων πολιτών», δηλαδή βασικά «εκλογικών συγκλίσεων» με αποστασιοποιημένο ατομικό φίλτρο. Είναι ο κόσμος των «πολιτών» που, εντός σχημάτων «πολιτικης ορθότητας», «ενημερώνται», «διαλέγονται», «συμφωνούν», «ψηφίζουν». Αλλά δεν συμμετέχουν ως σώματα που μάχονται, ως οντότητες που διεκδικούν το δημόσιο, ως συνειδήσεις που το βούλεσθαι και το πράττειν τους είναι μια οργανική εσωτερικότητα με «κουλτούρα διαρκούς Πνύκας» – ή Joker ή «κουλτούρα ψήφου» ή «εντοπισμένες κινητοποιήσεις». Μια ελεγχόμενη «πολιτική συμπεριφορά» και με τίποτα μια πλατιά δράση τροφοδότησης του εξεγερτικού βιώματος. Ο «ιστορικός συμβιβασμός» δεν ήταν μια «τακτική», αλλά μια πλήρης πολιτική αντίληψη, μια μετεξέλιξη της «δημοκρατικής εναλλακτικής» σε ιδρυτικό νόημα του μεταβιομηχανικού καπιταλισμού.
Γιατί οι «ιθαγενείς», ζωντανά συλλογικά υποκείμενα βιωματικής ταυτότητας με συνείδηση γενέθλιας γης, ψυχική προβολής σε ουρανούς, κοινοτικό πνεύμα με διαχρονική ηθική, δεν εγγράφονται στα «δικαιωματικά υποκείμενα» του κρατικονομικού προσδιορισμού. Η σύγχρονη «προοδευτική σκέψη» είναι συνιστώσα των νέων μορφοποιήσεων της συστημικής τάξης, και, ως εκ τούτου, προσδιορίζεται στο βαθύτερο πεδίο τού είναι αυτής της τάξης: είναι, λοιπόν, νεοελιτίστικη, με εκλπέπτυνση των ρατσιστικών ιεραρχήσεων. Η αταξική, απατριδική και απολίτικη (υπό την έννοια της απόλυτης αυτονομίας του πολιτικού) ταυτότητά της, απηχεί την κουλτούρα του «εκλεκτού» που «μεριμνά για το κοινό καλό» με όρους απόστασης από τη «λαϊκότητα» και τη «μάζα». Αυτή η κουλτούρα, λόγου χάρη, εκφράστηκε στην πλαστογραφική «ερμηνεία» του δημοψηφίσματος και στους χαρακτηρισμούς για τους συμμετέχοντες στα συλλαλητήρια για το «μακεδονικό». Αυτή η απεχθής ιδεοληψία είναι το υπόβαθρο των συστημικών ρητορικών περί «εθνολαϊκισμού».
Οι «ιθαγενείς», ζωντανά συλλογικά υποκείμενα βιωματικής ταυτότητας με συνείδηση γενέθλιας γης, ψυχική προβολής σε ουρανούς, κοινοτικό πνεύμα με διαχρονική ηθική, δεν εγγράφονται στα «δικαιωματικά υποκείμενα» του κρατικονομικού προσδιορισμού
Γιατί η λαϊκή κινητοποίηση εμπεριέχει ένα ισχυρό στοιχείο αυθόρμητου. Οι «μάζες» βγήκαν στους δρόμους χωρίς την προπαρασκευή και την καθοδήγηση ενός «συλλογικού οργανωτή» στο πλαίσιο ενός «σχεδίου». Βγήκαν (και ενώ οι φυσικοί ηγέτες είχαν αυτοεξοριστεί, διωκόμενοι) υπό τη βιωμένη «προσωπική» ανάγκη να υπερασπίσουν τα δικά τους ιερά και όσια, τη δική τους ζωή που απειλείται από την ταξική επιδρομή των ελίτ και του εργαλειακού τους πολιτικού συστήματος. Στην πραγματικότητα υπάρχει μια δρώσα κουλτούρα ακηδεμόνευτου, κι αυτό ακυρώνει τον παραδοσιακό αρχηγισμό των δυτικών αριστερών «πρωτοποριών». Οι μεταμοντέρνες «προοδευτικές» νεογραφειοκρατίες, δεν πρόκειται να «καθαγιάσουν» την «αυτονομία της βάσης», αφού το ανώτατο σημείο της «προοδευτικότητάς» τους είναι η «δημοκρατική ανάθεση», η, ας πούμε, εκλογή του αρχηγού με μαζική ψηφοφορία.
Γιατί η μεθόδευση ανατροπής στη Βολιβία, ένα «ιδιαίτερο» μεν αλλά κανονικό πραξικόπημα («πραξικόπημα δια του κενού», όπως αποκαλείται), ξηλώνει τις μυθολογίες του ευρωπαϊκού δημοκρατισμού όπου οικοδομείται όλος ο «δικαιωματικός λόγος» και επαναβεβαιώνει τη συγκροτημένη κρατική βία ως τον κατεξοχήν παράγοντα ριζικών διευθετήσεων υπέρ των ελίτ. Όλη η φιλολογία δια στόματος, λόγου χάρη, Ουμπέρτο Έκο, περί «δικτατορίας των τραπεζών που καθιστά περιττά τα άρματα μάχης», καταρρέει σαν ξοφλημένη ακαδημαϊκή ατάκα, και, μαζί της, καταρρέει ο ρεφορμισμός ως εξιδανικευμένο μοντέλο πολιτικής. Δεν είναι απλά οι «μπάτσοι», οπότε και ο «μπαχαλακισμός» και η «εναντίωση στην αστυνομοκρατία» γίνονται τα απόλυτα συνώνυμα της «ταξικής πολιτικής», αλλά είναι το οιονεί «βαθύ κράτος», οι σταθεροί «μπαλαντέρ» του αστικού κυβερνάν, οπότε η «εκπαίδευση των μαζών» πρέπει να προσλάβει άλλα χαρακτηριστικά. Και με το σχήμα μιας αναλογίας, θα λέγαμε ότι αυτό το βλέπουμε και στο γεωπολιτικό πεδίο, ειδικά στη σχέση με την Τουρκία: όλος ο «αντιεθνικισμός» βασίζεται στο ότι «δεν θα λυθούν με πόλεμο αυτές οι διαφορές», άρα, δεν χρειάζεται καμιά πολιτική ενεργητικής μαχητικής προπαρασκευής. Από κάθε σκοπιά, η ενσωματωμένη «ριζοσπαστικότητα» προάγει τον συμβιβαστικό ηττοπαθή πασιφισμό της πάσης φύσεως «διπλωματίας».
Γιατί ό, τι συμβαίνει «εκτός των τειχών» της σημερινής καπιταλιστικής μητρόπολης, θεωρείται «περιφερειακή ιδιομορφία». Η «πλανητική οπτική», ενοποιεί τον κόσμο σε ένα «συστημικό όλον», και, έτσι, καταργεί τις συγκρουσιακές διαφορές μεγάλου εύρους. Στην καλύτερη περίπτωση, τα γεγονότα αυτά εννοούνται σαν «εστιασμένη αναταραχή», δηλαδή μια τοπική διεκδίκηση όπως, ας πούμε, οι κινητοποιήσεις κατοίκων για μια χωματερή σκουπιδιών.
Η φρικτή διαπόμπευση μιας ιθαγενούς δημάρχου από τις παρακρατικές συμμορίες της ρατσιστικής μεσαίας τάξης στη Βολιβία, προβάλλεται για ένα επικοινωνιακό δευτερόλεπτο. Και ο Ζακ είναι η παράσταση της «διαρκούς Αλλοφοβικής βίας», η εκβιαστική εστίαση του χειραγωγημένου μαζικού βλέμματος. Γιατί αν επικρατήσει η σπαρακτική εικόνα εκείνης της «ιθαγενούς βρομιάρας», τότε ο δυτικός αστικός πολιτισμός θα δείξει το οντικό του βάθος, και οι «διαφορετικότητες» θα κατανοηθούν ως αντανακλάσεις ενός δομικού ρατσισμού, μιας απέθαντης αποικιοκρατίας. Και τότε ανοίγει ο ασκός του Αιόλου, περνάμε στο πρωτείο της διωκόμενης ριζικής ταυτότητας. Στη Βολιβία μάχονται για Πατρίδα/Γη, Ταυτότητα, Ζωή, Ελευθερία. Κι αυτή είναι η σύνθετη επαναστατική Σημασία των καιρών. Η «μοντέρνα ριζοσπαστικότητα» είναι απέναντι σε αυτές τις εξεγέρσεις, είναι με τα «κινήματα» και όχι με τους λαούς.
* Ο Νίκος Σταθόπουλος είναι φιλόλογος