Συνέντευξη του σκηνοθέτη Θανάση Ρεντζή στον Σταμάτη Μαυροειδή

 

«Δεν πρόκειται για Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αλλά για Μέσα Μαζικού Ευνουχισμού της σκέψης και της πράξης των ανθρώπων, τα οποία, αντί να ελέγχουν τη φαύλη εξουσία τη συνδράμουν ενεργά, με το αζημίωτο φυσικά». Αν τα λόγια του σκηνοθέτη, εντεταλμένου επίκουρου καθηγητή στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ψηφιακές Μορφές Τέχνης της ΑΣΚΤ, Θανάση Ρεντζή, εκφράζουν την αλήθεια, τότε η αντικειμενικότητα και η «αλήθεια» των Μέσων δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα μεγάλο ψεύδος…

 

Αγαπητέ κ. Ρεντζή, απ’ ό,τι ξέρω υπήρξατε κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’70, εισηγητής αυτού που γενικώς αποκαλείται Media Theory, μέσω του περιοδικού σας, του Φιλμ, απ’ όπου και πρωτοήρθαμε σ’ επαφή με την ρηξικέλευθη σκέψη του Marshall McLuhan, καθώς και άλλων στοχαστών της Επικοινωνιολογίας. Πώς βλέπετε σήμερα τα πράγματα και ιδίως την χρονίζουσα κρίση του Τύπου η οποία, απ’ ό,τι φαίνεται κι απ’ ό,τι, λέγεται έχει φθάσει στο απροχώρητο;

Νομίζω πως υπάρχει μια χαώδης διάσταση ανάμεσα στις επικοινωνιολογικές σπουδές και την ανεκδιήγητη κι εν ταυτώ τραγική μιντιακή μας πραγματικότητα, διότι τι να το κάνεις αν κάποιοι σπουδαστές γνωρίζουν κάπως το ποιος είναι ο McLuhan ή ο Kietler, όταν δεν ξέρουν ποιος ήταν ο Αθανασιάδης και ο Μπάμπης Κλάρας, η Βλάχου και ο Χουρμούζιος ή ο Βελλίδης και ο Κωνσταντίνος Δημάδης κ.λπ. Κοντολογίς, δεν έχουν καν μια στοιχειώδη ιστοριούλα του ελληνικού Τύπου και του πολιτικού και παρασκηνιακού ρόλου του απ’ τον Εμφύλιο κι εντεύθεν. Για παράδειγμα, δεν γνωρίζουν απολύτως τίποτα για τις ειδικές προνομιακές συνθήκες του ελληνικού τύπου σε όλα τα επίπεδα, κρατικές παροχές και ιδιώνυμος συντεχνιασμός, εργασιακές σχέσεις και ασφαλιστικές εισφορές, σκανδαλώδη λαχεία και παντοειδείς ατέλειες (στις συγκοινωνίες, τις επικοινωνίες και τα δημόσια θεάματα) και πάνω απ’ όλα παραθεσμικές σχέσεις πολιτικών, εκδοτών και δημοσιογράφων. Η ιδιότητα του δημοσιογράφου παρέπεμπε σ’ έναν ιδιώνυμο αξιωματούχο απολαύνοντα πλήρους εξουσίας και αυθαιρεσίας. Μπορούσε ν’ αφήνει το αυτοκίνητό του οπουδήποτε, να μπουκάρει επίσης οπουδήποτε (ως τρακαδόρος πάντοτε) με μια ταυτότητα που έγραφε «Τύπος», εκδομένη απ’ την ΕΣΗΕΑ ή ακόμα και το ίδιο το έντυπο στο οποίο εργαζόταν ή και συνεργαζόταν. Δηλαδή, δημοσιογράφος και μπάτσος ήταν ένα και το αυτό. Έτσι, δε, εκ των πραγμάτων κατέστη το πλέον κακόφημο επάγγελμα, εξού και το περιβόητο πια σύνθημα των Εξαρχείων «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι».

Όλα τούτα, όπως και πολλά άλλα, κατονομαζόμενα ή μη, ιδίως η νόθευση της δημόσιας σφαίρας με την εξάλειψη απ’ αυτήν των λεγομένων αντιφρονούντων και των συνοδοιπόρων τους, καλλιέργησαν επί μακρόν μια ψευδή συνείδηση, η οποία έφτασε στις μέρες μας μέχρι και τη δόλια υπονόμευση του ίδιου του δημοκρατικού καθεστώτος.

 

Άρα, το «κακό» της διαπλοκής των Μέσων με την πολιτική εξουσία έχει παλιές ρίζες;

Όχι μόνον αυτό, αλλά και με την ίδια την διαμόρφωση της εξουσίας. Οι παλαιοί εφημεριδάδες, που έκαναν μικροπολιτική διαμορφώνοντας μερίδες της κοινής γνώμης και κατευθύνοντας κάποιες ψήφους, εξετράπησαν πλήρως, όταν το ’65 (στα Ιουλιανά) μάθαμε ότι γίνονταν συσκέψεις στα γραφεία της εφημερίδος Ελευθερία (με διευθυντή τον Πάνο Κόκκα τότε) και αποφάσισαν, λέει, να ρίξουν την κυβέρνηση, ασμένως συνηγορούντος και του Χρήστου Λαμπράκη, με Tο Βήμα και Τα Νέα, γι’ αυτό ο κόσμος έκαιγε τα κατάπτυστα φύλλα τους κάτω απ’ τα γραφεία της Χρήστου Λαδά. Απίστευτα κι ακατονόμαστα βέβαια πράγματα -να μαγειρεύουν σε γραφεία εφημερίδος τη μοίρα της κυβέρνησης και του τόπου- εξωφρενικό, αισχρό και θλιβερό.

Όπως και το ’65 αποφάσισαν στα γραφεία μιας εφημερίδος την ανατροπή της νόμιμης κυβέρνησης προκειμένου να μαγειρέψουν μιαν άλλη, της αρεσκείας τους, εξ αποστατών -ανοίγοντας έτσι και το δρόμο στην απριλιανή δικτατορία- έτσι και το ’89 επανελήφθη η ίδια ιστορία. Ο Τύπος έτριξε, σχεδόν σύσσωμος, τα δόντια του στις πολιτικές δυνάμεις, ’φαγαν τα λυσσακά τους κυριολεκτικά, ανέτρεψαν την κυβέρνηση κι έφεραν μιαν άλλη, απ’ την οποία και καρπώθηκαν, ως αντάλλαγμα, την κατ’ αποκλειστικότητα, δικαιοδοσία εκμετάλλευσης των ραδιο-τηλεοπτικών συχνοτήτων και, μάλιστα, έναντι ενός συμβολικού τιμήματος, 1,5% επί του κύκλου των εργασιών τους – το οποίο βέβαια ουδέποτε κατέβαλαν. Κι όλα τούτα με την αδόκητη συναίνεση της σύνολης Αριστεράς (κοσμικής τε και παράκοσμης [μιλώ για το ’89 φυσικά]). Τότε έγινε το μεγάλο κακό, το κακό συναπάντημα, μεταξύ τυπογραφικής και ραδιο-τηλεοπτικής ασυδοσίας.

Έκτοτε, δε, ένεκα της νομής (και φυσικά διασπάθισης) των κοινοτικών κονδυλίων, κατέστησαν αθώρητοι συνδιαχειριστές του μεγαλύτερου μέρους των χρηματοδοτήσεων και, τέλος, πρώτοι τη τάξει εις το πρωτόκολλον της δυσσεβούς νομενκλατούρας, καθώς η διαπλοκή των νονών του Τύπου με το πολιτικό προσωπικό έλαβε τρομακτικές διαστάσεις –τουτέστιν, κράτος εν κράτει- παρακράτος πλήρες. Γι’ αυτό και η Ελλάδα κατήντησε στην πλέον ατιμωτική θέση στην παγκόσμια κατάταξη, ως προς την ανεξαρτησία και την εγκυρότητα της πληροφόρησης, κατέχοντας την αδιανόητη 99η θέση.

 

Αυτή η σκοτεινή, συνεταιρική εξουσία, εκδηλώθηκε στις μέρες μας με τη μορφή πολλαπλών πραξικοπημάτων. Ένα από αυτά δεν ήταν και το «μαύρο» στην ΕΡΤ;

Και βέβαια. Το εκδο-δημοσιογραφικό σκυλολόι των τεσσάρων τοίχων, των δύο τηλεφώνων και της μιας αφεντικο-γραμμής, των κωλοφυλλάδων και των φρικοκάναλων, κατόρθωσε, με το κλείσιμο της ΕΡΤ, να ελέγξει πλήρως και ολοκληρωτικά το πληροφοριακό πεδίο, εξού και η εκ γενετής τρισαμαρτωλή Digea (ολοκληρωτικά έκνομη κι όλως καταχρηστική εκχώρηση υπερ-προνομίου προς το ανίερο συνδικάτο των περιλάλητων εμπόρων της πρόσκαιρης πίστης). Η Digea είναι το λαθρο-μονοπώλιο του διαχρονικώς κρατικοδίαιτου μιντιακού υπερ-καθεστώτος και της συστηματικής παραπληροφόρησης και κατασύγχυσης – της φαύλης δημοσιογραφο-κρατορίας που καταβεβηλώνει άπασα την επικράτεια.

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ -διά του προέδρου του μάλιστα- εξήγγειλε ότι το καθεστώς της ανομίας και της διαπλοκής των ΜΜΕ με την πολιτική εξουσία θα λάβει τέλος. Πόσο εφικτή είναι αυτή η εξαγγελία;

Κοίταξε, το όλον ζήτημα είναι το ποιός έχει στα χέρια του το θέμα αυτό. Ο Ν. Παππάς, που έχει τώρα την ευθύνη δεν νομίζω ότι είναι ο κατάλληλος άνθρωπος, όχι τόσο ως πρόσωπο (δεν το ξέρω άλλωστε), αλλά ως ρόλος. Ο Παππάς είναι ο υπ’ αριθμόν ένα υπασπιστής του πρωθυπουργού και ως τέτοιος αυτό που πασχίζει είναι να μη συμβεί καμιά στραβή και θιγεί ο πρωθυπουργός. Δεν είναι δυνατόν να δει τα πράγματα έξω απ’ θέση του αυλάρχη. Οι χρόνιοι πειρατές των Μέσων είναι εξαιρετικά ραδιούργοι και ακριβώς σ’ αυτό ποντάρουν για να εκβιάσουν. Συνεπώς εφόσον, εκ θέσεως, η προτεραιότητα του Παππά, είναι να μην πάθει ζημιά ο πρωθυπουργός, αυτοί θα του κάνουν αυτή τη χάρη, μόνον εάν λάβουν ανταλλάγματα που δεν θα πρόκειται για ψιχία φυσικά.

 

Εκτός από την υποχώρηση στον εκβιασμό, δεν υπάρχει άλλος δρόμος;

Γιατί υποχώρηση. Φυσικά και υπάρχει και ο μόνος δρόμος, εν προκειμένω, είναι η κατά μέτωπον επίθεση και εξολόθρευση. Δεν θα πάθει δα και τίποτα η Δημοκρατία απ’ την νταβατζηδοκτονία, πέντε είναι όλοι κι όλοι, για ν’ ανασάνει επιτέλους και να δει φως, η χώρα ολάκερη. Μόνο στην Ελλάδα, κι εξαιτίας των δόλιων μιντιοκρατών η τηλεόραση θεωρείται δημοσιογραφική υπόθεση και ελέγχεται δήθεν από τα εν τη Βουλή κόμματα – πουθενά αλλού αυτό δεν συμβαίνει, γιατί να συμβαίνει εδώ.

 

Και πώς θα τα βγάλουν πέρα με τους ολιγάρχες του χρήματος, διότι αυτοί είναι σήμερα οι ιδιοκτήτες των Μέσων;

Φτιάχνοντας ένα νόμο με συντεταγμένους επιστημονικά κανόνες, παρασκευασμένο από καθ’ ύλην αρμόδιους και καθ’ όλα ικανούς εμπειρογνώμονες που γνωρίζουν το αντικείμενο, κι όχι από κομματικο-εκδοτικά φερέφωνα και αδαείς εγκάθετους. Έτσι και οι ανερμάτιστοι αεριτζήδες, οι διά νόμου φαυλο-χρησμένοι ιδιοκτήτες θα πάνε στην άκρη ώστε να ορθοποδήσει η χώρα.

 

Μα και το ’89 φτιάχτηκε νόμος, αλλά δεν τον τήρησαν τα αφεντικά των των μέσων.

Το ’89 νομοθέτησαν οι εκδότες. Δεν τηρούνται όμως οι νόμοι, διότι δεν υπάρχουν αρχές που να επιβάλλουν την τήρησή τους. Αυτό το ρεζιλίκι που λέγεται Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο και ασχολείται με βωμολοχίες, παραβλέπει, ως εκ γενετής τυφλό, το γεγονός ότι δεν υπάρχει καν πρόγραμμα. Άλλωστε, ποιος απ’ αυτούς γνωρίζει το παραμικρό ή έχει διαβάσει έστω ένα βιβλιαράκι για το εστίν τηλεόραση και τι πρόγραμμα – ποιος απ’ αυτούς έχει έστω ακουστά περί οπτικο-ακουστικής ορθογραφίας τεχνικώς και συντακτικώς, διότι το να κοιτάζει κανείς τη θάλασσα δεν τον καθιστά, ούτε ωκεανοπόρο, ούτε ωκεανολόγο. Ο Ροβήρος Μανθούλης ανέλαβε την Δ/νση της ΕΡΤ το 1975 και ακολούθως έγραψε ένα βιβλίο με σκοπό να γνωρίσουν κάπως, οι πολιτικο-δημοσιογραφικές κλίκες με τι περίπου έχουν να κάνουν, για να μη μιλούν ασύστατα επί αγνώστου αντικειμένου και να πράττουν ανευθύνως και κατά συρροήν μόνον εγκληματικώς. Το βιβλίο είχε τον σιβυλλικό τίτλο: Το κράτος της τηλεόρασης.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!