Το εσπευσμένο κλείσιμο της δικογραφίας για το έγκλημα των Τεμπών από τον εφέτη ανακριτή, λίγα μόλις 24ωρα μετά την κατάθεση του πορίσματος της Διεύθυνση Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού (ΔΑΕΕ) της Πυροσβεστικής, αποτελεί μία ακόμη αρνητική εξέλιξη για την υπόθεση. Αυτό, καθώς, σύμφωνα με δημοσιεύματα, φαίνεται πως τα σημεία του τρένου στα οποία αποδίδεται η αιτία της φωτιάς βρέθηκαν άθικτα στο Κουλούρι, χωρίς κανένα σημάδι καύσης ή ανάλογης αλλοίωσης. Επιπλέον, η έκθεση του Γενικού Χημείου του Κράτους (ΓΧΚ), η οποία εκπονήθηκε για τις ανάγκες του εν λόγω πορίσματος, ολοκληρώθηκε και παραδόθηκε μεταγενέστερα, πράγμα που σημαίνει ότι η ΔΑΕΕ δεν την έλαβε υπόψη. Παράλληλα, τα ευρήματα του ΓΧΚ κάνουν λόγο για την παρουσία ξυλολίου, βενζολίου και άλλων υδρογονανθράκων σε 12 από τα 28 δείγματα. Δεδομένου ότι αυτά τα δείγματα συλλέχθηκαν από σημεία όπου δεν υπήρχαν σημάδια καύσης, γεννιούνται εύλογα ερωτήματα για την προέλευσή τους, αφού δεν μπορεί αυτή να είναι η καύση των χρωμάτων, όπως υποστήριξαν ορισμένες εκθέσεις.
Συνολικά η δικαστική έρευνα κλείνει με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο κινήθηκε καθ’ όλη τη διάρκειά της, παραπέμποντας δηλαδή σε συγκάλυψη. Χαρακτηριστική είναι η άρνηση να διεξαχθούν περαιτέρω έρευνες σχετικά με τη θεωρία που φαίνεται να υιοθετεί η δικαστική έρευνα, παρά τον εντοπισμό των εν λόγω εξαρτημάτων σε άριστη κατάσταση. Επιπλέον, αρνητική ήταν η απάντηση του ανακριτή και σε νέο αίτημα συγγενών για την εκταφή θύματος, ώστε να διενεργηθούν τοξικολογικές εξετάσεις, με το σκεπτικό ότι το αίτημα αφορά την επιβεβαίωση της θεωρίας περί μεταφοράς παράνομου φορτίου και άρα δεν είναι απαραίτητη, καθώς οι εκθέσεις Τσακιρίδη και Καρώνη θεωρούν υπεύθυνα τα έλαια σιλικόνης. Τόσο καλά! Τι κι αν οι πραγματογνώμονες των συγγενών έχουν παρουσιάσει αλλεπάλληλες εκθέσεις που παραπέμπουν στη μεταφορά παράνομου φορτίου, οι οποίες ακόμη και σήμερα δεν έχουν αντικρουστεί; Τι κι αν σε παράνομο φορτίο παραπέμπει και το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ; Αυτά φαίνεται πως δεν έχουν καμία απολύτως σημασία για τον ανακριτή, ο οποίος κωφεύει επιδεικτικά.
Άλλωστε, όλη η διαδικασία της διερεύνησης έχει σταθεί κατώτερη των περιστάσεων σε πολλές περιπτώσεις: Στη διαγραφή των αρχείων ήχου, η οποία εν τέλει δεν ήταν αυτόματη. Στην κατοχή βίντεο από ιδιώτες, τα οποία δημοσιεύθηκαν έπειτα από την ημερομηνία διαγραφής τους. Στην ενσωμάτωση αυτών των βίντεο στη δικογραφία, παρότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις που πλήττουν την αξιοπιστία τους. Αλλά βέβαια και σε όλη τη διαδικασία του μπαζώματος, που περιλάμβανε τη μεταφορά μέρους των μπάζων σε κρυφές τοποθεσίες, τις οποίες χρειάστηκε να ανακαλύψουν οι συγγενείς ‒ τοποθεσίες στις οποίες, πέρα από μπάζα, βρέθηκαν προσωπικά αντικείμενα αλλά ακόμη και ανθρώπινο υλικό. Όπως επίσης και στα βίντεο που δημοσιεύτηκαν με άτομα να απομακρύνουν επιμελώς συντρίμμια από τις πρώτες κιόλας ώρες μετά το δυστύχημα. Ούτε βέβαια προβλημάτισε την ανάκριση το φωτογραφικό υλικό που αποδεικνύει πως η πλειοψηφία της ποσότητας των ελαίων σιλικόνης δεν κάηκε, αλλά μαζεύτηκε με αντλίες, πανιά και κουβάδες μετά το δυστύχημα. Ακόμη όμως και στα τυπικά, η διαδικασία της διερεύνησης υπήρξε σημαντικά ελλιπής. Οι έρευνες που διεξήχθησαν από κρατικούς φορείς έγιναν έως και δύο χρόνια μετά το δυστύχημα, με κρίσιμα στοιχεία να έχουν αλλοιωθεί ‒ αναμενόμενο, δεδομένου ότι αποφασίστηκε τα ευρήματα να φυλάσσονται σε υπαίθριο χώρο, εκτεθειμένα στα καιρικά φαινόμενα και, βέβαια, στις πλημμύρες της Θεσσαλίας. Όπως αντίστοιχα ελλιπείς ήταν και οι ιατροδικαστικές εξετάσεις, στις οποίες δεν έγιναν οι απαραίτητες τοξικολογικές αναλύσεις, παρότι το ίδιο βράδυ υπήρξαν ακόμη και τραυματισμοί πυροσβεστών με χημικά εγκαύματα. Ενώ ακόμη και δύο χρόνια μετά, αυτόπτες μάρτυρες ‒επιβάτες της επιβατικής αμαξοστοιχίας‒ που δεν είχαν κληθεί να καταθέσουν, αναγκάστηκαν να στείλουν ειδικές επιστολές με το αίτημά τους. Βέβαια, καμία από τις παραπάνω παραλείψεις δεν φαίνεται να αγχώνει τους αρμόδιους, αφού και για τα Τέμπη έχει ψηφιστεί ακαταδίωκτο για όλα τα μέλη των επιτροπών διερεύνησης της υπόθεσης.
Το κλείσιμο της δικογραφίας, το πόρισμα της ΔΑΕΕ και, βέβαια, το κλείσιμο της κοινοβουλευτικής διαδικασίας μέσα στο καλοκαίρι φαίνεται πως, για την κυβέρνηση, αποτελούν τα τελευταία βήματα σε μια σειρά μεθοδεύσεων που στοχεύει να κλείσει το ζήτημα των Τεμπών όσο πιο ανώδυνα γίνεται. Καθένα από αυτά τα βήματα η κυβέρνηση το αντιμετώπισε ως μια μικρή νίκη, την οποία πανηγύρισε στα ΜΜΕ με υποτιμητικές δηλώσεις για τους πραγματογνώμονες και τους συγγενείς των θυμάτων, προσπαθώντας να παρουσιάσει το έγκλημα των Τεμπών ως μια οργανωμένη επίθεση εναντίον της. Ο σκοπός δεν είναι άλλος από τη γεφύρωση του ρήγματος που δημιούργησαν τα Τέμπη ανάμεσα στο πολιτικό σύστημα και την κοινωνία ‒ ένα ρήγμα που παραμένει υπαρκτό.