Ερανιστής: Γιώργος Τοζίδης
(www.gtozidis.wordpress.com)
Στις 18 Σεπτεμβρίου 2007, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (FED) μείωσε το επιτόκιο κατά μισή εκατοστιαία μονάδα (από 5,25% σε 4,75%). Προκειμένου να αντιμετωπισθεί η χρηματοοικονομική κρίση του 2008, ακολούθησαν και άλλες παρόμοιες αποφάσεις με αποτέλεσμα το επιτόκιο στις ΗΠΑ (αλλά και στην Ε.Ε. και το Ηνωμένο Βασίλειο) να μειωθούν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Πριν από τρεις μέρες (16/12/2015) η FED αύξησε το επιτόκιο κατά 25 εκατοστιαίες μονάδες (από 0,25% σε 0,50%) τερματίζοντας αυτήν την περίοδο χαμηλών επιτοκίων. Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, η αύξηση του επιτοκίου θα συνεχισθεί και το 2016 (αύξηση κατά 1%) με τελικό στόχο το 2017 να έχει ανέλθει στο 3,5%. Η αύξηση του επιτοκίου είναι η δεύτερη πράξη στην οποία καταφεύγει η FED, προκειμένου να περιορίσει τη νομισματική πολιτική, καθώς είχε προηγηθεί ο τερματισμός της ποσοτικής χαλάρωσης.
Ο P. Krugman χαρακτήρισε «κακή ιδέα» την αύξηση του επιτοκίου, ο Guardian έγραψε ότι είναι «πρώιμη και επικίνδυνη», ο υποψήφιος για το χρίσμα των Δημοκρατικών B. Sanders είπε ότι είναι «άσχημα νέα για τις εργατικές οικογένειες» και η Elise Gould, από το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής, δήλωσε ότι η FED δεν έπρεπε να αυξήσει το επιτόκιο μέχρις ότου δημιουργηθούν περισσότερες θέσεις πλήρους και καλά αμειβόμενης εργασίας στις ΗΠΑ. Αντίθετα, οι τιμές των μετοχών στη Wall Street ανέβηκαν και οι τράπεζες των ΗΠΑ αύξησαν τα επιτόκια δανεισμού επιχειρήσεων και νοικοκυριών χωρίς να αυξήσουν ανάλογα τα επιτόκια καταθέσεων, διευρύνοντας τα περιθώρια κερδοφορίας τους αλλά και δυσχεραίνοντας την αποπληρωμή των δανείων… Χαμένες από την αύξηση του επιτοκίου θα είναι και οι χώρες που «επωφελήθηκαν» από τα χαμηλά επιτόκια και αύξησαν τον δανεισμό τους σε δολάρια HΠΑ (μεταξύ αυτών Τουρκία, Ν. Αφρική, Κολομβία, Μεξικό).
Αυτή η κίνηση της FED εντάσσεται στην προσπάθεια των ΗΠΑ να αντισταθούν στις ανερχόμενες δυνάμεις των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Ν. Αφρική) και των συμμάχων τους. Η πτώση της τιμής του πετρελαίου και των πρώτων υλών (μεταλλεύματα, γεωργικές πρώτες ύλες) στερούν τις αναδυόμενες οικονομίες από τους απαραίτητους πόρους για την ανάπτυξη των οικονομιών τους ενώ η αύξηση της ισοτιμίας του δολαρίου (που θα ενταθεί μετά την αύξηση του επιτοκίου) οδηγεί σε μαζική φυγή κεφαλαίων από αυτές. Οι ΗΠΑ ελπίζουν ότι με αυτόν τον τρόπο θα στραγγαλίσουν τις οικονομίες αυτών των χωρών αλλά είναι γνωστό ότι «όποιος σκάβει τον λάκκο του άλλου…».
Η αύξηση του επιτοκίου της FED συνέπεσε με την ανακοίνωση ότι τον Νοέμβριο καταγράφηκε η χειρότερη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής στις ΗΠΑ από τον Δεκέμβριο του 2009. Οι αιτίες αυτής της πτώσης είναι η μείωση της παραγωγής ενέργειας, καθώς οι τιμές πετρελαίου καταρρέουν, το ισχυρό δολάριο και η χαμηλή κερδοφορία του μεταποιητικού τομέα. Παρ’ όλο που η μεταποίηση αναλογεί μόλις στο 15% της οικονομίας των ΗΠΑ, η πτώση της βιομηχανικής παραγωγής έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις σε ολόκληρη την οικονομία καθώς πολλοί τομείς υπηρεσιών εξαρτώνται από τη μεταποίηση.
Το 1937, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η οικονομία των ΗΠΑ είχε ανακάμψει από τη Μεγάλη Ύφεση του 1929 και ξεκίνησε να αυξάνει τα επιτόκια. Μέσα σε ένα χρόνο, η οικονομία επέστρεψε στην ύφεση και δεν ανέκαμψε μέχρις ότου η χώρα εισήλθε στον πόλεμο (1941). Τότε, όπως και τώρα, η FED δεν είχε εκτιμήσει σωστά τους κινδύνους από την πτωτική τάση της κερδοφορίας του αμερικανικού κεφαλαίου και τη συνακόλουθη επενδυτική απροθυμία του. Εάν στους παραπάνω παράγοντες προστεθούν και οι γεωπολιτικές επιδιώξεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ τότε το μέλλον διαγράφεται ζοφερό…