Με τον Αχιλλέα Χατζηαγοράκη ήμασταν συμφοιτητές στην Ξάνθη, στα τέλη του ’70, μέσα ’80. Έχω πολλά χρόνια να τον συναντήσω διά ζώσης. Πάντοτε όμως, εμείς που σπουδάσαμε στη Ξάνθη, στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, ιδιαίτερα εκείνα τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, κρατάμε έναν ισχυρό δεσμό αγάπης και αλληλοεκτίμησης.

Τον Αχιλλέα τον ξαναβρήκα πριν έξι μήνες, μέσω του facebook και των ποιητικών αναρτήσεων του. Τα ποιήματα του, που τα αναρτά με μορφή φωτογραφίας, με συγκίνησαν ιδιαίτερα και με λίγα διαβάσματα που έχω από τους σπουδαίους Έλληνες ποιητές, δεν σας κρύβω ότι τα σύγκρινα. Ρώτησα λοιπόν τον Αχιλλέα από πότε γράφει ποιήματα και μου εκμυστηρεύτηκε ότι έτσι ξαφνικά πριν από έξι μήνες του δημιουργήθηκε αυτή η ανάγκη. Τον παρότρυνα, όπως και άλλοι φίλοι, να τα εκδώσει αλλά αρνήθηκε διότι όπως είπε «δεν είναι επιλογή του». Ζήτησα λοιπόν από τον παλιό συμφοιτητή να δημοσιευτεί μια μικρή ανθολογία ποιημάτων του στον Δρόμο. Ελπίζω ότι ο Αχιλλέας, βλέποντας τα ποιήματα του τυπωμένα σε χαρτί, να αλλάξει γνώμη και να τα εκδώσει σε μια όμορφη ποιητική συλλογή.
Γιώργος Θεοδωρόπουλος

Πετρα φιλί πεζούλα σκαλί
Αγάπη αμπέλι γιορτή
Άνεμος φίλος Σελήνη και Ἠλιος
Τσίγκινο πιάτο φούρνος ψωμί
Οι λόφοι κι οι μύλοι
Ξωκλήσια και έλεος
το λάδι καντήλι
Εσπερινοί ευσεβείς
κι ἀνυδρες λιτανείες
Τάµατα θαύματα
Τραπεζάκια µε πότες
από φως νικηµένοι Ιππότες
Λιθιά αγκωνάρι
Καλύμνιο σφουγγάρι

Στενάκια δροσιά
σκιά και Αιθέρας
Τα ξένα κι ο νόστος
αλμύρα και δάκρυ
και πάντα αέρας
Στο Αιγαίο!
τον Έρωτα ζήσε
Ζήσε το όνειρο
τα µάτια σου κλείσε
σε έκανε όμηρο…

***

Σταμάτα ότι κάνεις!
Βρήκα χλωρές κλιµατσίδες,
θα τις κρεµάσω απὀ κείνα τα σύννεφα
και θα σου κάνω µια τρελή κούνια.
Γρήγορα! Οι στιγμές τρέφουν χρόνια.
Ανέβα. Εγὠ φυσώ.
Πέταξε πάνω απὀ τη φοβισμένη Πατρίδα µου
και φέρε για την αγάπη µας
δύο κυκλάµινα
από το ακρογιάλι µας στις Κυκλάδες.
Είναι η εποχή τους.

***

Ορυκτή αγάπη
Δισκοπότηρο Άγιο
Χρόνια ψάχνω
Ευπειθής χρυσοθήρας.
Όνειρα που τη ντύνουν παράξενα
την κάνουν θεά
σε ιερό Λεμονόδασος.

Ορύσσοντας µε λαχτάρα
οι θερμοκρασίες µεναλώνουν
Λάβα που µε καίει
μα τρέχει στη θάλασσα
κρύος βράχος να γίνει
να μεγαλώσει το άχαρο γήπεδο
της μοναξιάς µου..

***

ΕΛΥΤΡΑ ΑΜΠΑΡΙΑ

Το ναύλο ήταν τίµιο
Παράνομο φορτίο
Προορισμός θα δοθεί εν πλω
Πρωτάρης στη δουλειά
η µάνα µου στον ντόκο
Δεν αργώ µάνα
αύριο εδὠ.
Τα ίσαλα σχεδόν στην κουπαστή
βαρύ φορτίο
βναίνοντας στ’ ανοιχτά
τα πιστόνια και τα κουζινέτα βογκάνε, πυρώνουν
τα νερά µας καβαλάνε.
Αγάντα, φτάνουμε,
Φτάσαμε, δένω, µε ξεφορτώνουν στα σκοτεινά
Παίρνω το γυρισμό, πολύ κουρασμένος,
γέρος, εκατό χρονὠ
Η µάνα µου µε αγκαλιάζει τρελαμένη
βλέποντας στο πρόσωπό µου το γέρο πατέρα της.
– Τι Φορτίο είχαµε ρε παιδιά»
Λαφρύ, μου λένε.
Πενήντα ψυχές µόνο…

***

Ντράπηκες μόλις κατάλαβες
πόσα θα μπορούσαμε να αρνηθούµε
για τον Έρωτα.
Μη φοβάσαι ποτέ δεν θα γίνουμε

δυό φύλλα στον άνεµο.
Αρχαίοι Μύθοι έκαψαν τα φτερά µας,
στη Γη θα πέσουµε,
εκεί είμαστε χρήσιμοι…

***

Θα πιω και σήµερα
θα πιω απόψε
κι αν ήταν τριαντάφυλλα
αυτά που µάτιαζες καιρό,
µπες στην αυλή µου
τώρα εσύ και κόψε
µπες στη ζωή µου
κι ότι θέλεις θα μπορὠ

Κόψε ό,τι θέλεις, µην κοπείς
άσε µόνο αγκάθια
πόρτα ή φράχτη χάλασες
λίγο που µε λογάριασες
για µένα είναι αρκετό
µπες στη ζωή µου
Κι ό,τι θέλεις θα µπορώ….

***

Σαν δέντρο
που δεν έχει ταξιδέψει
αφήνω την ψυχή σου
να µε πάει,
και μ’ όση αγάπη
δεν έχεις ξοδέψει
αγκάλιασέ µε
στο στήθος µου
η καρδιά σου να χτυπάει.

***

Στέκομαι μπροστά στη θάλασσα,
μιά θάλασσα βουβή, παραδοµένη
Τα παιδιά την κοροϊδεύουν
χτίζοντας πύργους στο σύνορό της
δεν µπορεί ούτε αυτούς να γκρεµίσει
Παιδική χαρά.
Ένας νικηµένος, τεράστιος
καθρέφτης ξενοδοχείου
ετεροκαθοριζόµενος άπνοος.
Λείπει ο Άνεμος.
Η Απουσία του
σιωπή της
ήττα της
Το φίλμ της αγάπης µας πήρε φως…

***

Απόψε θα σου κάνω εγώ το τραπέζι
Βρήκα κορυφέλαιο απὀ πλαγιές του Ευρώτα
ανθό αλατιού από την Αμοργό
κρασί απὀ μυστικά κελάρια της ψυχής µου
το κυρίως πιάτο στο κρατώ για ἐκπληξη.
Αν θέλεις µπορείς ν’ αργήσεις και λίγο
Η αγάπη µου θα τα κρατήσει ζεστά…

***

Θα ήθελα όλα τα όμορφα πράγματα στον κόσµο
να έχουν το ὀνομά σου.
Το γιασεµί, ο λεµονανθός, το ακρογιάλι͵
η ελπίδα, το χλωρό χασίλι, το φως,
το κερί, η αγρύπνια, η ξένοιαστη εκδρομή,
η δροσοσταλιά, το σ᾽ αγαπώ.
Να καούν οι λέξεις, να μείνει µία…

***

Αρνούμαι την απουσία σου
Δεν ενδέχεται, δεν τη δέχομαι.
Νιώθω πως µε βάλλει
Κρυώνω, μόνος
Μούλεγες ψέμματα
για πύρινες Ασπίδες και Αχιλλείς
Κρύα πέτρα είμαι που µάστευσε πόνο
Χωρίς σφυγµό
Σ’ αγαπώ…

***

Τσιγάρο ένα, δύο φίλοι
καρδιά ζεστή, καρδιά βοήθεια
ζήτα ότι θέλεις απὀ µένα

απ’ τα άδικα τα µοιρασµένα
δυό Φίλοι και τσιγάρο ένα…

***

Το κυνήγι του απόλυτου στυλ
Η αποθέωση της ακραίας ποιότητας, για λίγους, για εκλεκτούς.
Αυτοκίνητα, ταξίδια, ποτά.
Όλα εν κενώ
Συντηρούνται καλύτερα εν κενώ
Χυδαία, ανέραστα, προκλητικά ανθρωπάκια.
Τρώνε, πίνουν, πηδάνε ετικέτες.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!