Αν κανείς προσπαθήσει να σταχυολογήσει τις βασικές τάσεις και τα δεδομένα στην πολιτική σκηνή της χώρας θα εντοπίσει τα ακόλουθα:
Καταγράφεται πλήρης και άνευ όρων ευθυγράμμιση της χώρας (δια των αποφάσεων της κυβέρνησης και τη στάση των συστηματικών κομμάτων δηλαδή Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ) με τη δυτική συμμαχία, στηρίζει όλες τις κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία, αφήνει να μετατραπεί η χώρα σε πολεμικό ορμητήριο, συμμετέχει στέλνοντας στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία, ενώ δεν αποκλείεται μεγαλύτερη ακόμα εμπλοκή της με όσα θα ακολουθήσουν. Κανένα κόμμα της επίσημης πολιτικής σκηνής δεν θέτει, δεν εγείρει πολιτικά ζητήματα για αυτήν την πλήρη ευθυγράμμιση και την ακραία ΝΑΤΟφροσύνη.
Παρακολουθεί –χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα– την αλματώδη εκτίναξη της Τουρκίας και φαίνεται ότι έχει αποδεχτεί τις προτάσεις για «συνεκμετάλλευση» και ψάχνει να βρει την ασφάλειά της «πίσω από την Τουρκία». Πρόκειται για μια ακόμα μειοδοτική στάση που ανατρέπει δόγματα και «κόκκινες γραμμές» επικαλούμενη μάλιστα τα νέα δεδομένα που δημιουργεί ο πόλεμος. Πλήρης ΝΑΤΟφροσύνη αλλά και προχώρημα διαδικασιών δορυφοροποίησης της χώρας από τον επεκτατικό μεγάλο γείτονα. Πλήθος από αστέρες του πολιτικού σκηνικού έχουν πρόσφατα «γνωμοδοτήσει» για αυτήν την κατεύθυνση.
Είναι εντυπωσιακή η επιδεινούμενη γρήγορη φθορά της κυβέρνησης που εισπράττει μια μεγάλη δυσαρέσκεια και αντίδραση της κοινωνίας. Πρώτο για την οικονομική πολιτική, την ακρίβεια, την εκτίναξη των λογαριασμών, την φτωχοποίηση, δεύτερο λόγω της αντίθεσης προς την ασκούμενη εξωτερική πολιτική και ιδιαίτερα την απόφαση να σταλούν όπλα στην Ουκρανία, τρίτο με τη σωρεία νόμων και ρυθμίσεων που καταργούν ελευθερίες, επιβάλλουν πρόστιμα, με την σχεδιαζόμενη άρση της μονιμότητας στους γιατρούς του ΕΣΥ, με τον πρόσφατο τυποκτόνο νόμο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει συνειδητοποιήσει τη γρήγορη φθορά και κατακραυγή που εισπράττει –αυτό δεν μπορεί να συγκαλυφθεί πλέον ούτε με τις κατευθυνόμενες δημοσκοπήσεις– και επαναχαράζει την τακτική της σχετικά με τις εκλογές και εγκαταλείπει τη ρητορική για αυτοδυναμία.
Τα υπόλοιπα αντιπολιτευτικά κοινοβουλευτικά κόμματα απλά ετοιμάζονται για τις επόμενες εκλογές και καθαρίζουν το εσωτερικό τους τοπίο μέσα από εσωτερικές διαδικασίες. Έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ που παρόλη τη φθορά της Ν.Δ. δεν φαίνεται να δημιουργεί ρεύμα, έχει συνέδριο σε δύο εβδομάδες όπου θα εφαρμοστούν οι «αμερικανιές» Τσίπρα-Δραγασάκη για εκλογή προέδρου και κεντρικής επιτροπής από τη βάση, δηλαδή όποιους παρουσιαστούν, πληρώσουν 2 ευρώ και ψηφίσουν. Το ΚΙΝΑΛ υιοθετεί σκληρή «σοσιαλδημοκρατική» κατεύθυνση παριστάνοντας το δύσκολο σε συνεργασίες, προετοιμάζει κι αυτό το συνέδριό του στα τέλη Μαΐου, ψηφίζει πολλές και σημαντικές διατάξεις από όσα παρουσιάζει η κυβέρνηση και προσπαθεί να ροκανίσει ψήφους από Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ. ΚΚΕ, ΜέΡΑ25 και Ελληνική Λύση φαίνεται να έχουν σταθερά πάνω-κάτω τα ποσοστά τους, διαφοροποιούνται από την πλήρη ευθυγράμμιση με τη Δύση και τη ΝΑΤΟφροσύνη (σε διαφορετικό βαθμό και με άλλο περιεχόμενο κάθε κόμμα). Όλες οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν στο κόμμα Κασιδιάρη (Έλληνες) ένα ποσοστό γύρω στο 2,3 με 2,9%.
ΟΣΟ ΑΦΟΡΑ τον λαϊκό παράγοντα η κατάσταση δεν έχει μεταβληθεί. Παραμένει η σύγχυση, ο αποπροσανατολισμός, η παθητικότητα αλλά και η κούραση από τη διαπίστωση ότι όχι μόνο δεν υπάρχει φως από πουθενά αλλά μάλλον έρχονται πολύ χειρότερες μέρες και μάλλον πρέπει ο καθένας να τα βολέψει όπως μπορεί. Το πρόβλημα της φτωχοποίησης και της επιβίωσης αναμένεται να πάρει πολύ μεγάλες διαστάσεις. Η αναγκαστική στρατοπέδευση στη δυτική συμμαχία (που επιβάλλουν τα συστημικά κόμματα και η κυβέρνηση Μητσοτάκη) συναντιέται με μια βαθιά δυσπιστία προς τον «συμμαχικό παράγοντα» και συναντά φιλορωσικά αισθήματα που παραδοσιακά υπάρχουν στη χώρα. Κοντά σε αυτά πρέπει να υπογραμμιστεί και μια φόρτιση που έχει δημιουργήσει ο πόλεμος και την ανάπτυξη δραστηριοτήτων αλληλεγγύης προς τον ουκρανικό λαό μαζί με μια ανησυχία και ένα ενδιαφέρον για τη μεγάλη σε αριθμό ελληνική ομογένεια της εμπόλεμης περιοχής και ειδικά της Μαριούπολης. Τέλος, η διανόηση πάλι σιωπά ή προφυλάσσεται διακριτικά μην πει κάτι που να είναι εκτός φιλοδυτικής γραμμής. Καμία πολιτική δύναμη δεν παρεμβαίνει με στόχο την αναπτέρωση του φρονήματος του λαού και φυσικά κανένα δεν συνδέει τις παρεμβάσεις του με τα τεράστια εθνικά και κοινωνικά προβλήματα που οξύνονται ιδιαίτερα λόγω και του πολέμου.
Σε ιδεολογικό επίπεδο γίνεται μια συστηματική προσπάθεια να περάσει η «πολεμική οικονομία» σαν αναγκαίο κακό, το ότι «είμαστε στη σωστή πλευρά της ιστορίας» δηλαδή η υποταγή στην ευρωατλαντική συμμαχία και καλλιεργείται συστηματικά η αντιρωσική υστερία.
Από κανένα πολιτικό φορέα δεν τίθεται το ζήτημα της αναγκαίας ανεξαρτησίας από τα τρία βασικά ανταγωνιζόμενα κέντρα (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα), ούτε το ζήτημα των πραγματικών αιτίων του πολέμου που διεξάγεται και των αναμετρήσεων που ήδη είναι στην ημερήσια διάταξη. Κανένα κόμμα δεν θέτει ως κεντρικό ζήτημα την αντίθεση προς το νέο δόγμα αυτό της «πολεμικής οικονομίας». Κανένας φορέας δεν συνδέει τη νέα γεωπολιτική διάσταση με την ανάγκη μιας πορείας απόκτησης βαθμών κυριαρχίας της χώρας και την απομάκρυνση του πολέμου ή με το πρόβλημα της δορυφοριοποίησής της.