Η διάθεση του κόσμου για συμμετοχή στις κινητοποιήσεις της Παρασκευής 28/2, στα δύο χρόνια από το συστημικό έγκλημα των Τεμπών, ήταν το γεγονός γύρω από το οποίο περιστράφηκε η εγχώρια πολιτική επικαιρότητα τον τελευταίο καιρό, και όχι αδίκως. Καθ’ όλη της διάρκεια της εβδομάδας οι ανακοινώσεις για συμμετοχή στην απεργία και τις κινητοποιήσεις έπεφταν βροχή: υγειονομικοί, εκπαιδευτικοί, δικαστικοί και σχεδόν όλοι οι κλάδοι δήλωσαν τη συμμετοχή τους, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια της χώρας ήταν κλειστά, μέχρι και τα μικρομάγαζα των γειτονιών έκλεισαν για να βρεθούν στις συγκεντρώσεις. Ακόμη είδαμε και «ασυνήθιστες» ανακοινώσεις και συμμετοχές, οίκοι μόδας έμειναν κλειστοί, οι καλλιτεχνικές σκηνές όλων των ειδών δεν λειτούργησαν, εταιρείες έκλεισαν τα τηλεφωνικά τους κέντρα, τα ταξί ανακοίνωσαν πως θα μεταφέρουν κόσμο αφιλοκερδώς, σχολεία και παιδικοί σταθμοί διοργάνωσαν προσυγκεντρώσεις για να συμμετέχουν στην κινητοποίηση, σύνδεσμοι οπαδών αθλητικών ομάδων δήλωσαν πως θα είναι εκεί ενωμένοι παραμερίζοντας τις μεταξύ τους κόντρες, ακόμη και στις φυλακές υπήρξαν σχετικές κινητοποιήσεις. Δημιουργήθηκε ένα μεγάλο, πλειοψηφικό ρεύμα μέσα στην κοινωνία, που ανάγκασε το πολιτικό σύστημα σε διαρκείς αναπροσαρμογές και σπασμωδικές κινήσεις.

Το πολιτικό σύστημα σε κατάσταση πολιορκίας

Καταρχάς, η στάση της κυβέρνησης ξεκίνησε από την πλήρη επίθεση προς πάσα κατεύθυνση, με τους Μ. Βορίδη και Άδ. Γεωργιάδη να εξαπολύουν απερίγραπτες χυδαιότητες εναντίων όλων, ακόμη και κατά των συγγενών των θυμάτων, και να προειδοποιούν για σκηνές χάους και καταστροφικές συνέπειες για τη χώρα. Αντίστοιχα, ο Άρειος Πάγος, σε συντονισμό με το αφήγημα της πολιτικής αποσταθεροποίησης, μέσω ανακοίνωσής του στοχοποίησε τους συγγενείς των θυμάτων. Ωστόσο, λίγες μέρες μετά, και όταν πλέον ήταν φανερό πως οι κινητοποιήσεις θα ξεπεράσουν κάθε προηγούμενο, η επίθεση μετατράπηκε σε δηλώσεις για δίκαιες συγκεντρώσεις βουβού πένθους, που δεν είναι αναγκαστικά αντικυβερνητικές αλλά εντός τους θα υπάρχουν επικίνδυνοι αντικυβερνητικοί πυρήνες! Αντίστοιχα και η αντιπολίτευση θυμήθηκε να κάνει επερωτήσεις, χρόνια μετά, για τις τοξικολογικές που δεν έγιναν στα θύματα, ή και για το βαθμό υλοποίησης της ανύπαρκτης –ακόμη και σήμερα– τηλεδιοίκησης και των συστημάτων ασφαλείας. Όπως βέβαια και όσοι προσπάθησαν να αλλάξουν την ατζέντα προτιμώντας μια κλασική απεργία και αποφεύγοντας τα αιτήματα των Τεμπών, όπως το ΚΚΕ, αναγκάστηκαν να αλλάξουν ρότα. Παρ’ όλες τις μανούβρες των κομμάτων, οι δημοσκοπήσεις φανερώνουν πως το ρήγμα των Τεμπών δεν ακουμπά πουθενά και αποτελεί μια στιγμή βαθιάς κοινωνικής συνειδητοποίησης.

Η κοινωνία έχει αλλάξει σελίδα

Εκείνο που φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται το πολιτικό σύστημα είναι πως, για την κοινωνία, η στιγμή των πορισμάτων έχει παρέλθει, διότι η αλήθεια δεν διακυβεύεται. Άλλωστε καθημερινά έρχονται στη δημοσιότητα νέα στοιχεία, που φανερώνουν το μέγεθος της συγκάλυψης ακόμη και στους πιο δύσπιστους. Χαρακτηριστικό είναι, όπως αποκάλυψε ο πραγματογνώμονας Β. Κοκοτσάκης και επιβεβαιώθηκε και στο πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, πως ο επιθεωρητής του εμπορικού σταθμού Θεσσαλονίκης κατέθεσε ότι έλεγξε το φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας η οποία, όπως δήλωσε, ήταν στον σταθμό από τις 19:40 έως και τις 20:30, ενώ στα αρχεία κίνησης του ΟΣΕ η αμαξοστοιχία φαίνεται να έφτασε μιάμιση ώρα μετά, στις 21:05! Παράλληλα ο αντιεισαγγελέας Εφετών Λ. Τσόγκας σε έγγραφο του προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης ξεκαθάρισε πως δεν είχε υπάρξει καμία εισαγγελική παραγγελία για το μπάζωμα του χώρου, όπως μέχρι πρότινος ισχυρίζονταν κυβερνητικά στελέχη και ο Κ. Αγοραστός. Κανείς δεν διερωτάται λοιπόν αν υπήρξε συγκάλυψη. Αυτό φαίνεται και από τις δημοσκοπήσεις πως είναι δεδομένο, και πλέον βρισκόμαστε στη στιγμή της δικαιοσύνης και της κάθαρσης – και αυτό δεν μπορεί να τροποποιηθεί, ανεξαρτήτως των χειρισμών που κάνει το πολιτικό σύστημα. Η σελίδα έχει αλλάξει και αναζητείται μια μεγάλη αλλαγή για τη χώρα, τέτοια που το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του δεν μπορεί να πείσει ότι είναι ικανό να πραγματοποιήσει. Είναι πλέον αργά για να ανακτηθεί με εύκολο τρόπο η αξιοπιστία των θεσμών που εμπλέκονται στην υπόθεση: δύο χρόνια τώρα δίνουν εξετάσεις στην κοινωνία, και έχουν πάρει σε όλες κάτω από τη βάση.

Τα Τέμπη και οι πλατείες

Η εισήγηση του Κ. Μητσοτάκη στο υπουργικό συμβούλιο σήμανε μια αλλαγή τακτικής για την κυβέρνηση. Ο Μητσοτάκης προτίμησε να κατεβάσει τους τόνους σε ό,τι αφορά την επίθεση απέναντι στους συγγενείς αλλά και τον κόσμο που σκοπεύει να διαμαρτυρηθεί, φροντίζοντας όμως να ενισχύσει τη ρητορική για κέντρα που στοχεύουν στην αποσταθεροποίηση της χώρας. Έτσι, ο πρωθυπουργός θυμήθηκε ξανά τις πάνω και τις κάτω πλατείες (2011), λέγοντας πως κάθε είδους εξαλλοσύνες και ακρότητες οδηγούν σε εθνικά δράματα. Εν συνεχεία φρόντισε να συνδέσει την κυβερνητική ανατροπή με μια επερχόμενη περίοδο παρατεταμένης αστάθειας εν μέσω αβέβαιης διεθνούς πραγματικότητας. Ενώ έκλεισε την ομιλία του και με μια αναφορά στο Μάτι, υποστηρίζοντας ότι έπειτα απ’ αυτό η χώρα απέκτησε αποτελεσματική πολιτική προστασία (τι ειρωνεία, όταν κάθε καλοκαίρι μετράμε τις πληγές και τα θύματα από τις πυρκαγιές που φτάνουν μέχρι τον αστικό ιστό). Ο πανικός της κυβέρνησης είναι εμφανής και δεδομένος· πλατείες, εθνικά δράματα, σκοτεινά κέντρα και Μάτι, όλα μέσα σε μια δήλωση μικρότερη από πέντε λεπτά.

Ωστόσο εκείνο που είναι πραγματικά καταστροφικό δεν είναι οι κινητοποιήσεις, ούτε βέβαια το αίτημα για δικαιοσύνη και κάθαρση. Πραγματικά καταστροφικό είναι το πολιτικό σύστημα που λυμαίνεται τη χώρα και αυτή η κυβέρνηση που συμπεριφέρεται με αριστοκρατική αλαζονεία, συγκαλύπτει και συκοφαντεί όσους έχασαν τα παιδιά τους, και βρίζει χυδαία την κοινωνία. Ακόμη όμως και τότε, στις πλατείες το 2011, καταστροφική ήταν η πολιτική που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία, και θα είχε προχωρήσει σε ακόμη μεγαλύτερη διάλυση αν δεν είχε υπάρξει η κίνηση του κόσμου. Όπως και τότε, έτσι και τώρα, εκείνο που ενοχλεί και τρομάζει το πολιτικό σύστημα δεν είναι μονάχα η πάνδημη κινητοποίηση για τα Τέμπη, αλλά η αδυναμία του να τη χειραγωγήσει, να την εγκολπώσει, να την καρπωθεί και να την ελέγξει. Άλλωστε ο μοναδικός διχασμός που φανερώνει το ρήγμα των Τεμπών δεν είναι εθνικός, όπως διατείνεται η κυβέρνηση, αλλά είναι εκείνος ανάμεσα στην κοινωνία και το σύστημα εξουσίας που έχει χάσει κάθε αξιοπιστία και νομιμοποίηση. Αυτό οσμίστηκαν από ό,τι φαίνεται και οι δύο πρώην πρωθυπουργοί, ο Α. Τσίπρας και ο Α. Σαμαράς, και προχώρησαν σε δηλώσεις- απάντηση στον πρωθυπουργό. Ίσως βέβαια αυτές να είχαν λίγο μεγαλύτερο ενδιαφέρον αν εμπεριείχαν έστω και μια στάλα αυτοκριτικής, δεδομένου ότι επί πρωθυπουργίας Τσίπρα ξεπουλήθηκε ο σιδηρόδρομος, ενώ ο Α. Σαμαράς ήταν ίσως ο πιο απεχθής πρωθυπουργός της περιόδου των Μνημονίων, αυτός που καθύβρισε και κατέστειλε όποιον μιλούσε ή/και αντιδρούσε, χωρίς να θυμάται τότε τις δημοκρατικές ευαισθησίες του. Φαίνεται πως οι πρωθυπουργοί της χώρας έχουν εξαιρετικά αδύναμη μνήμη, και παράλληλα υποτιμούν εξίσου έντονα και τη νοημοσύνη του κόσμου. Καλή προσπάθεια, αλλά δεν…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!