Στο προηγούμενο άρθρο μας, αναφερθήκαμε στο τελευταίο χρονικά σκάνδαλο του ιδιωτικού τομέα, την υπόθεση Παπαευαγγέλου της Jumbo. Στο παρόν, θα δούμε μόνο μερικές πλευρές από το διαχρονικό σκάνδαλο της Folli-Follie (FF) καθώς η αναλυτική του παρουσίαση απαιτεί χώρο πολύ μεγαλύτερο.
Εταιρεία υπόδειγμα;
Εδώ και 20 χρόνια, μετά τη χρηματιστηριακή κρίση της εποχής Σημίτη (1998-2000), μία από τις λίγες εταιρείες «κόσμημα» στην αγορά, αγαπημένη των θεσμικών επενδυτών, ήταν η FF. Εταιρεία παραγωγής κοσμημάτων αρχικά, μετεξελίχθηκε σε μεγάλο παραγωγικό και εμπορικό όμιλο επιχειρήσεων. Αντικείμενα του ομίλου, η παραγωγή ειδών πολυτελείας (κοσμήματα, ενδύματα, αξεσουάρ κ.λπ.) με εξαγωγικό προσανατολισμό και τα εμπορικά πολυκαταστήματα (εξαγόρασε τα Duty Free και τα μεταπώλησε, κατέχει σήμερα το 36% στα Αττικά Πολυκαταστήματα κ.λπ.).
Ιδιοκτήτες της επιχείρησης ήταν η οικογένεια Κοτσολιούτσου, η οποία με συνεχή προγράμματα διάθεσης μετοχών (placement) μείωνε σταδιακά τη συμμετοχή της στην επιχείρηση, καταγράφοντας ιδιαίτερα υψηλά κέρδη και αντλώντας ποσά εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Τις μετοχές αυτές, αγόραζαν διάφοροι θεσμικοί επενδυτές από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Για να έχουν επιτυχία τα προγράμματα διάθεσης, βασική προϋπόθεση ήταν να υπάρχουν βελτιούμενα οικονομικά μεγέθη και προοπτικές αύξησης πωλήσεων και κερδοφορίας. Αυτά «εξασφαλίστηκαν» από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 με την επέκταση της επιχείρησης στην Άπω Ανατολή, αρχικά στην Ιαπωνία και στη συνέχεια στην ταχέως αναπτυσσόμενη και στην κατανάλωση ειδών πολυτελείας Κίνα. Η ευημερία των ισολογισμών απέφερε οικονομική ευημερία στη διοίκηση της εταιρείας, την οικογένεια Κοτσολιούτσου, και τεράστια κέρδη σε κάθε δημόσια διάθεση μετοχών.
Όλοι οι εμπλεκόμενοι στα επιχειρηματικά και χρηματιστηριακά δρώμενα στην Ελλάδα (μέσα ενημέρωσης, εποπτικές αρχές, πολιτεία και φορείς τη επιχειρηματικής δραστηριότητας του ιδιωτικού τομέα) είχαν να λένε πάντοτε πολύ καλά λόγια για το επιχειρηματικό «θαύμα» της FF και το «ελληνικό δαιμόνιο» των διοικητών της.
Όμως, το θαύμα κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος σε μία ημέρα. Και εδώ, όπως και στην περίπτωση του κ. Παπαευαγγέλου της Jumbo, ο λόγος γα τον οποίο ξεσκεπάστηκε η ανώμαλη κατάσταση που επικρατούσε επί χρόνια, δεν ήταν ότι κάποιοι διαπίστωσαν κάτι στραβό. Δεν ήταν οι αρμόδιες αρχές που εκπλήρωσαν το ρόλο που τους έχει ανατεθεί. Και αυτό το σκάνδαλο ξεσκεπάστηκε από το εξωτερικό, από μια επιχείρηση που κανείς δεν θα μπορούσε αρχικά να το φανταστεί.
Με με τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, προκύπτει το συμπεράσματα ότι το «μαγείρεμα» των οικονομικών καταστάσεων, η γνωστή «δημιουργική λογιστική», στην υπόθεση FF δεν είναι κάτι που αφορά μόνο το 2017 αλλά μια πρακτική που εφαρμόζεται εδώ και μία τουλάχιστον δεκαετία
Τεράστιο σκάνδαλο από το πουθενά
Ήταν αρχές Μαΐου 2018 όταν η επενδυτική εταιρεία (Fund) QCM δημοσιοποίησε έκθεση που αμφισβητούσε τα οικονομικά στοιχεία της FF, καθώς και τον αριθμό των καταστημάτων της στην Άπω Ανατολή. Παράλληλα βέβαια, το κερδοσκοπικό fund προχώρησε σε θέσεις short στη μετοχή της FF (υποτιμητική κερδοσκοπία), προεξοφλώντας τη μεγάλη πτώση της τιμής της μετοχής. Η αναταραχή που ξέσπασε ως «κεραυνός εν αιθρία» είχε σαν αποτέλεσμα την ελεύθερη πτώση της τιμής της μετοχής. Η τιμή της διαμορφώθηκε, από 15,34€ πριν τη δημοσιοποίηση των στοιχείων (3/5/2018), σε 4,80€ στις 24/5/2018 που ήταν και η τελευταία μέρα διαπραγμάτευσης της στο χρηματιστήριο, καταγράφοντας σωρευτικά μείωση 67,70%.
Η μετοχή σταμάτησε να διαπραγματεύεται από τις 25/5/2018 με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Ε.Κ.), αλλά και μετά από αίτημα της ίδιας της εταιρείας, καθώς η τελευταία δεν ήταν σε θέση να παράσχει τα αναγκαία στοιχεία που αφορούσαν τις οικονομικές της καταστάσεις και ιδίως τα επίμαχα σημεία της έκθεσης της QCM. Χρειάστηκαν δηλαδή 20 μέρες για να διαπιστώσει η Ε.Κ. αυτό που θα ήταν αυτονόητο αν είχε κάνει άμεσα τη δουλειά της, ότι η FF δεν μπορούσε να δώσει επαρκείς απαντήσεις.
Σημειώνεται ότι αμέσως μόλις δημοσιοποιήθηκε η έκθεση της QCM, η FF δια του επικεφαλής της, κ. Τζ. Κοτσολιούτσου, μιλούσε για «ανυπόστατα ψεύδη» και «σχέδιο κατά της FF», ενώ δημοσίευσε κείμενα που υποτίθεται ότι ανασκεύαζαν την έκθεση «σημείο προς σημείο». Στην πράξη, ήταν σχεδιασμένες ενέργειες για να κερδίσει χρόνο έναντι των εποπτικών αρχών, των μετόχων και των πιστωτών της εταιρείας, προετοιμάζοντας την «άμυνα» της οικογένειας και του ίδιου του ομίλου.
Ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών
Εδώ οφείλουμε να σημειώσουμε την παντελή αδυναμία της Ε.Κ. να διαχειριστεί ένα θέμα που ανήκει στην εποπτεία της. Χρειάστηκε να περάσουν τρεις βδομάδες για να λάβει την απόφαση της αναστολής της διαπραγμάτευσης της μετοχής για να «προστατεύσει το επενδυτικό κοινό». Και την έλαβε μετά από «πρωτοβουλία» της ίδιας της εταιρείας όταν η τελευταία μόνη της ζήτησε τη διακοπή της διαπραγμάτευσης, ομολογώντας ότι δεν μπορεί να δώσει τα ζητούμενα στοιχεία, ήτοι επαρκείς εξηγήσεις για το σκάνδαλο που είχε ξεσπάσει σε βάρος της.
Συνεπώς, για μία ακόμα φορά η Ε.Κ., όπως και κατά το παρελθόν σε άλλες περιπτώσεις, επενέβη «κατόπιν εορτής» αποδεικνύοντας ότι, αντί να αποτελεί στοιχείο στήριξης της αξιοπιστίας της αγοράς, συμβάλλει κι αυτή στην όλη αναξιοπιστία του συστήματος που υποτίθεται ότι εποπτεύει και προστατεύει.
Σημειώνουμε ότι η Ε.Κ. είναι εποπτικό όργανο και η διοίκησή της εγκρίνεται από επιτροπή της Βουλής μετά από πρόταση του υπουργού Οικονομικών. Ο σημερινός πρόεδρος κ. Γκότσης τοποθετήθηκε πρόεδρος της Ε.Κ. στο τέλος Νοεμβρίου 2016, από την παρούσα κυβέρνηση. Κατά τη συνεδρίαση δε της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής, στις 17/5/2018 για θέματα της Ε.Κ., έγιναν μια σειρά αναφορές στο θέμα της FF που κάθε άλλο παρά αποδεικνύουν την εγρήγορση, την αποτελεσματική λειτουργία και την επαρκή αντίδραση της Επιτροπής. Το γεγονός δε ότι χρειάστηκε να περάσει μία ακόμα εβδομάδα μέχρι να αποφασιστεί τελικά η αναστολή διαπραγμάτευσης της μετοχής, ενώ συζητήθηκε έντονα το θέμα στη Βουλή, δημιουργεί ακόμα περισσότερα ερωτηματικά.
Η όλη καθυστέρηση της αντίδρασης των εποπτικών αρχών και της πολιτείας στο θέμα, έδωσε στους διοικούντες την FF τον αναγκαίο χρόνο να «τρέξουν» όχι για να δημοσιοποιήσουν τα στοιχεία που όφειλαν και να δώσουν επαρκείς απαντήσεις, αλλά να «καλυφθούν» από προβλήματα που θα αναδεικνύονταν στην πορεία. Ένα από αυτά ήταν η εγγραφή προσημειώσεων σε περιουσιακά στοιχεία της οικογένειας Κοτσολιούτσου έναντι δανεισμού που έγινε ξαφνικά εν μέσω της κρίσης από μη τραπεζική εταιρεία με έδρα την Ελβετία! Με τη βολική αυτή προσημείωση, που έγινε στις 30/5/2018, η οικογένεια ουσιαστικά προστατεύτηκε από τους πιστωτές αλλά και επενδυτές που θα στραφούν στην πορεία εναντίον της.
Το μέγεθος του «μαγειρέματος» των στοιχείων
Ένα από τα επίμαχα σημεία της κριτικής της QCM προς την FF ήταν η μη ενδεδειγμένη διαδικασία ελέγχου από ορκωτούς ελεγκτές των οικονομικών της καταστάσεων, που είχε σαν αποτέλεσμα να αμφισβητούνται τα στοιχεία των ισολογισμών. Να σημειώσουμε εδώ ότι η εταιρεία ορκωτών ελεγκτών στην Ελλάδα απέσυρε το πιστοποιητικό που χορήγησε για τον ισολογισμό χρήσης 2017 μετά τη δημοσιοποίηση του ισολογισμού! Κατά τον έλεγχο δε της ίδιας της εταιρείας ορκωτών, εκ των υστέρων φυσικά και αφού έχει ξεσπάσει το σκάνδαλο, προκύπτουν πλήθος παρατυπίες και για την ίδια. Δύο παραδείγματα: α) Ο τελευταίος ισολογισμός δικός της που έχει δημοσιεύσει το 2018 αφορά το 2014 και β) η FF, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία, άλλαξε ελεγκτική εταιρεία, αλλά ο ελεγκτής παρέμεινε ο ίδιος! Συνεπώς, προκύπτει ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του ελληνικού κράτους, όχι μόνο η Ε.Κ., για μία ακόμα φορά απέτυχαν στο έργο τους.
Η διεθνής εταιρεία Alvarez & Marsal (A&M) κλήθηκε και πραγματοποίησε έλεγχο στα οικονομικά στοιχεία της FF για το 2017. Η έκθεσή της αποτέλεσε σοκ ακόμα και για τους πλέον καλόπιστους όσον αφορά το τι συνέβαινε στην FF. Οι αποκλίσεις μεταξύ των οικονομικών καταστάσεων του 2017 και των αποτελεσμάτων από τον έλεγχο της Α&Μ ήταν τεράστιες, πέρα από κάθε εκτίμηση. Ενδεικτικά και μόνο, αναφέρουμε ότι: α) Τα έσοδα της FF από την Ασία ήταν μόλις το 1/10 αυτών που ανακοίνωνε η εταιρεία (πραγματικά 116,8 εκ. δολάρια έναντι ανακοίνωσης 1,1 δισ.), β) τα αποθέματα ήταν 34 εκ. δολάρια έναντι 582 εκ. που εμφάνιζε η εταιρεία και γ) τα καθαρά αποτελέσματα ήταν ζημιές 45 εκ. δολάρια έναντι δημοσιοποίησης για κέρδη 316 εκ. ευρώ…
Παράλληλα, ο έλεγχος που επίσης έγινε από την Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχου, το πόρισμα της οποίας κατατέθηκε στον οικονομικό εισαγγελέα και στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, καταγράφει κι άλλα πρωτοφανή στοιχεία όσον αφορά τη διαχείριση της εταιρείας. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονται και εικονικά δάνεια χωρίς αναφορά επιτοκίου και χωρίς εξασφαλίσεις, εικονικές συναλλαγές με ανύπαρκτους πελάτες και προμηθευτές για να «φουσκώνουν» τα αποτελέσματα κ.λπ. Γενικά, με τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, προκύπτει το συμπεράσματα ότι το «μαγείρεμα» των οικονομικών καταστάσεων, η γνωστή «δημιουργική λογιστική», στην υπόθεση FF δεν είναι κάτι που αφορά μόνο το 2017 αλλά μια πρακτική που εφαρμόζεται εδώ και μία τουλάχιστον δεκαετία.
Η υπόθεση της FF αποδεικνύει ότι όσο προβληματικά ήταν τα στοιχεία του δημόσιου τομέα, με τα οποία οι κυβερνήσεις πριν τα μνημόνια κατέγραφαν «επιτυχίες» στον οικονομικό τομέα, άλλο τόσο προβληματικά είναι και τα στοιχεία του ιδιωτικού τομέα που κατέγραφαν «επιχειρηματικά θαύματα»
Η δικαιοσύνη και οι γνωστοί ρυθμοί της
Με αυτά τα δεδομένα, το «θαύμα» της FF και τα οικονομικά της μεγέθη κατέρρευσαν, όπως αναφέραμε ήδη, σαν χάρτινος πύργος. Επενδυτές και πιστωτές έχουν ξεκινήσει έναν μακρόχρονο, όπως προβλέπεται, δικαστικό αγώνα απέναντι στην εταιρεία και τη διοίκησή της, την οικογένεια Κοτσολιούτσου. Παράλληλα, το λόγο έχει πλέον και η δικαιοσύνη αυτεπάγγελτα, καθώς έχουν δημοσιοποιηθεί στοιχεία στον οικονομικό εισαγγελέα και στην επιτροπή για το ξέπλυμα παράνομου χρήματος.
Όμως, ακόμα και σήμερα η οικογένεια Κοτσολιούτσου παραμένει αγκιστρωμένη στη διοίκηση της FF, προφανώς με στόχο να περισώσει ό,τι μπορεί από το «έργο» της, αξιοποιώντας κάθε δυνατότητα. Δημιουργεί δε τεράστια ερωτηματικά πώς είναι δυνατόν, μετά από τέτοιες εξελίξεις, ο υιός Τζ. Κοτσολιούτσος, που ήταν επικεφαλής της διοίκησης της FF την επίμαχη περίοδο και βαρύνεται με όλη αυτή τη «μαγειρική» των μεγεθών, να συνεχίζει να παραμένει στη θέση του. Σε αυτές τις συνθήκες, οι εργαζόμενοι της FF είναι που δεν έχουν καμία ευθύνη για όσα έχουν συμβεί και βρίσκονται πλέον σε καθεστώς πλήρους αβεβαιότητας για το μέλλον τους.
Η υπόθεση της FF αποδεικνύει ότι όσο προβληματικά ήταν τα στοιχεία του δημόσιου τομέα, με τα οποία οι κυβερνήσεις πριν τα μνημόνια κατέγραφαν «επιτυχίες» στον οικονομικό τομέα, άλλο τόσο προβληματικά είναι και τα στοιχεία του ιδιωτικού τομέα που κατέγραφαν «επιχειρηματικά θαύματα». Στην περίπτωση του ιδιωτικού τομέα, το όφελος από το «μαγείρεμα» των στοιχείων είναι άμεσο καθώς μεταφράζεται σε κέρδη από μερίσματα, μπόνους διοικούντων και κέρδη υπεραξίας πώλησης (placement) μετοχών, τα οποία ακόμα και σήμερα είναι αφορολόγητα. Παράλληλα, για μία ακόμα φορά αποδείχθηκε η γενική ανεπάρκεια των εποπτικών μηχανισμών στην Ελλάδα.
Σε επόμενο φύλλο, το τρίτο μέρος με τα «έργα και τις ημέρες» Βγενόπουλου – Marfin και όχι μόνο.