του Βύρωνα Λάμπρου* 

Τον περασμένο Μάιο αναπτύχθηκε μια «σύγκρουση» για το αν πρέπει ή όχι να ανοίξουν τα σχολεία. Τότε η κυβέρνηση βρήκε απέναντί της διάφορους, ανάμεσά τους και αρκετούς συνδικαλιστές της αριστεράς. Τελικά τα σχολεία άνοιξαν όπως άνοιξαν, εκ περιτροπής, με μειωμένη συμμετοχή και με τη δυνατότητα του γονιού να αποφασίζει με μια απλή δήλωση για το αν θα πάει το παιδί του σχολείο. Οι μαθητές απασχολήθηκαν χωρίς κανένα προγραμματισμό και τελικά τα σχολεία έκλεισαν σε κατάσταση σχεδόν διάλυσης με τη δήλωση της υπουργού ότι θα καλυφτεί η ύλη με τη νωρίτερη έναρξη τον Σεπτέμβριο.

Σήμερα υφίσταται ξανά μια σύγκρουση. Αυτή τη φορά πιο διάχυτη. Σε αυτούς που αντιδρούν συμπεριλαμβάνονται πολλές και διαφορετικές δυνάμεις. Ενώ και τα επιχειρήματα εμπλουτίζονται.

Από κανέναν δεν τίθεται πια ότι τα σχολεία δεν πρέπει να ανοίξουν. Πρώτο μεγάλο κέρδος. Δεύτερο, η τηλεκπαίδευση, ενώ παραμένει ως δυνατότητα, περνά σε δεύτερη μοίρα για να καλύψει δευτερεύουσες πλευρές. Δεν είναι οι «κάμερες» το πρόβλημα της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Όπως στην Υγεία έτσι και στην Εκπαίδευση, η κυβέρνηση δεν αξιοποίησε το χρόνο που κερδήθηκε αλλά περίμενε και περιμένει απλά το πώς θα εξελιχθεί η πανδημία. Τρέχει τώρα να καλύψει τα «κενά» και φυσικά δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα. Επιστρατεύει προς τούτο επιστήμονες του επιπέδου του κ. Γκίκα Μαγιορκίνη για να αποδείξουν ότι δε χρειάζονται επιπλέον εκπαιδευτικοί και αίθουσες, ότι μπορούν τα σχολεία να λειτουργήσουν σε πλήρη σύνθεση, ότι οι κοινωνικές φούσκες των τάξεων είναι σταθερές φούσκες (αν και μια φούσκα είναι πάντα μια φούσκα) κ.λπ. Δεν είναι λίγο να αποδεικνύεις ότι δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στα 15 και στα 25 παιδιά ανά τάξη. Αυτή η ισχυρή θέση ενδέχεται να είναι η βάση για να αυξηθεί χωρίς πολλές διαμαρτυρίες ο αριθμός των επιβατών σε ένα λεωφορείο (οι ίδιοι άνθρωποι λίγο πολύ παίρνουν μια συγκεκριμένη γραμμή), ο αριθμός των επιβαινόντων στα πλοία (τώρα που τελειώνει η τουριστική περίοδος, οι ίδιοι άνθρωποι θα μετακινούνται), ο αριθμός των ταξιδιωτών με κάθε μέσο. Ακόμα και στις καφετέριες ή στην εστίαση πελάτες είναι συχνά οι ίδιοι άνθρωποι.

Η κ. Κεραμέως χρησιμοποιεί τη στατιστική (μέσος όρος αριθμού μαθητών/τάξη σε όλη την επικράτεια είναι το 17) για να επιμείνει στις θέσεις της κυβέρνησης και επαναλαμβάνει ότι «θα σταλούν αναλυτικές οδηγίες» για κάθε θέμα. Με αυτόν τον τρόπο, πετάει το μπαλάκι και την αποκλειστική ευθύνη στους εκπαιδευτικούς.

Όπως στην Υγεία έτσι και στην Εκπαίδευση, η κυβέρνηση δεν αξιοποίησε το χρόνο που κερδήθηκε αλλά περίμενε και περιμένει απλά το πώς θα εξελιχθεί η πανδημία. Τρέχει τώρα να καλύψει τα «κενά» και φυσικά δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα

Η αντιπολίτευση… αντιπολιτεύεται χωρίς επίσης να έχει ένα σχέδιο πέρα από κάποιους στόχους, άλλους λογικούς και σωστούς άλλους μαξιμαλιστικούς (προσλήψεις επιπλέον αναπληρωτών, υγειονομικού προσωπικού, καθαριστριών, επίταξη κτιρίων και ξενοδοχείων, επαναλαμβανόμενα τεστ, τάξεις των 10-12 μαθητών κ.λπ.) αφού για καιρό εστίαζε στο μέγα ζήτημα της δωρεάν μάσκας σε όλους. Για να την «αδειάσει» βεβαίως ο Μητσοτάκης με την παροχή της.

Προφανώς και τα προβλήματα δεν είναι ίδια παντού. Στις μεγάλες πόλεις ο συνωστισμός προηγείται πολλές φορές (δρόμοι, λεωφορεία, πολυκατοικίες κ.λπ.) του σχολείου. Τα ίδια τα σχολεία δεν είναι παντού άνετα με περίσσιους χώρους, μεγάλες αίθουσες και προαύλιους χώρους. Για την ακρίβεια συνήθως συμβαίνει το αντίθετο. Αλλού έχουμε μικρό αριθμό μαθητών και αντίστοιχα εκπαιδευτικών, αλλού –ειδικά σε ΕΠΑΛ– μιλάμε για αρκετές εκατοντάδες. Δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί ο συνωστισμός. Πολλά σχολεία λειτουργούν με κοντέινερς ή σε προκάτ, οι τουαλέτες είναι λίγες, τα εργαστήρια ανύπαρκτα. Στα νήπια και τα μικρά παιδιά του δημοτικού, όπου η εργασία γίνεται κατά ομάδες, είναι εξαιρετικά δύσκολο να διατηρηθούν οι αποστάσεις. Στην επαρχία έχουμε λίγα παιδιά, αλλά οι αίθουσες είναι εξίσου μικρές και χωρίς τις κατάλληλες προδιαγραφές (πολύ παλιά κτίρια) που είχε κάποτε ο Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων (ΟΣΚ). Το εκπαιδευτικό προσωπικό, ειδικά στη δευτεροβάθμια, είναι μεγάλης ηλικίας και επομένως πιο εύκολο να νοσήσει.

 

Ερωτήσεις που το υπουργείο Παιδείας δεν απαντά

Πρόσφατα το ΥΠΑΙΘ διένειμε ένα κείμενο με 25 «συνηθισμένες» ερωτήσεις προς αυτό και τις απαντήσεις του. Ουσιαστικά επρόκειτο για μια επανάληψη των δηλώσεων της υπουργού και της κυβέρνησης για να δικαιολογήσει την απουσία μέτρων για την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς.

Παρακάτω μερικές ερωτήσεις που ξέχασε να απαντήσει:

  • Ποιος είναι ο μέσος όρος των μαθητών/τάξη σε κάθε περιοχή;
  • Γιατί δεν λαμβάνεται υπόψη η διάταξη του ΟΣΚ που ορίζει ότι ο αριθμός των μαθητών καθορίζεται από τον αριθμό των τετραγωνικών μέτρων της αίθουσας (2 τ.μ. ανά μαθητή, 4,5 τ.μ. στα εργαστήρια και 6 τ.μ. στα γραφεία) (ΦΕΚ 2326/29-10-2015, άρθρο 3 Α1α,β,γ);
  • Πώς θα λειτουργεί το σχολείο με διαφορετικά ωράρια των τάξεων ώστε ο εκπαιδευτικός να μην βρίσκεται ταυτόχρονα σε δυο τάξεις; (Το πρόγραμμα στις περισσότερες φορές είναι άτεγκτο εξαιτίας των μετακινήσεων εκπαιδευτικών σε πολλά σχολεία).
  • Πώς θα διασφαλίζεται ότι ένας εκπαιδευτικός που αλλάζει 2, 3, 4, και 5 σχολεία δε θα προκαλεί διασπορά του ιού; (Γνωρίζουμε όλοι ότι δεν είχαμε κρούσματα στους μαθητές, αλλά έκλεισαν μια σειρά σχολεία εξαιτίας των θετικών στον ιό εκπαιδευτικών)
  • Σε ποιους χώρους θα συγκεντρώνονται οι μαθητές όταν βρέχει ή έχει καύσωνα ή παγωνιά;
  • Ποιος θα απαγορεύει την είσοδο μαθητών, γονέων ή άλλων (ηλεκτρολόγοι, μαραγκοί κ.λπ.) χωρίς μάσκα στο σχολείο; Θα τοποθετηθούν φύλακες;
  • Πού θα πηγαίνουν οι μαθητές που μέσα στην αίθουσα δε θα φορούν μάσκα;
  • Αν ένα τμήμα κλείσει λόγω κρούσματος, οι εκπαιδευτικοί μένουν ή όχι στο σχολείο;
  • Αν νοσήσει ένας εκπαιδευτικός, τι γίνεται με το σχολείο; (Κλείνει ολόκληρο, κλείνουν τα τμήματα στα οποία δίδασκε;)

 

 

* Ο Βύρων Λάμπρου είναι εκπαιδευτικός

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!