Ερανιστής: Γιώργος Τοζίδης

(www.gtozidis.wordpress.com)

 

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η πολυδιάστατη κρίση που ξέσπασε το 2008 είναι και η εκτίναξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων (μεδ) των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Μπορεί το πρόβλημα των μεδ στην Ελλάδα να είναι εξαιρετικά οξυμένο, λόγω της μεγάλης μείωσης των εισοδημάτων, της ανεργίας και της κερδοσκοπικής πολιτικής των τραπεζών. Ανάλογη, όμως, είναι η κατάσταση και σε πάρα πολλές χώρες του πλανήτη.

Επιχειρήσεις και νοικοκυριά βρίσκονται σε αδυναμία αποπληρωμής των δανειακών υποχρεώσεών τους λόγω της οικονομικής στασιμότητας που επέφεραν οι πολιτικές λιτότητας και διάλυσης του κοινωνικού κράτους και των εργασιακών σχέσεων. Η μεγαλύτερη απειλή για την παγκόσμια οικονομία προέρχεται από τα μεδ της Κίνας που εκτιμάται ότι ανέρχονται σε 5 τρισεκατομμύρια δολάρια και αντιστοιχούν στο 50% περίπου του ΑΕΠ της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο δανεισμός επιχειρήσεων και νοικοκυριών εκτοξεύθηκε από τα 9 στα 30 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσα σε μόλις επτά χρόνια (2008-2015).

Αλλά δεν είναι μόνο η Κίνα. Στις ΗΠΑ οι εταιρίες εξόρυξης σχιστολιθικού αερίου βρίσκονται σε αδυναμία αποπληρωμής των δανειακών υποχρεώσεών τους μετά την κατάρρευση των τιμών των καυσίμων ενώ διογκώνονται τα προβλήματα από τα μη εξυπηρετούμενα φοιτητικά δάνεια και τις οφειλές των πιστωτικών καρτών.

Στην Ευρώπη, οι αναλυτές εκτιμούν ότι τα μεδ ανέρχονται σε περίπου 1 τρισεκατομμύριο ευρώ. Πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες δυσκολεύονται στη διαχείρισή τους και χρησιμοποιούν την παροχή ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όχι για να χρηματοδοτήσουν την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας, αλλά για να καλύψουν τις κεφαλαιακές ανάγκες που δημιουργούνται από τα μεδ. Πρόσφατα η κυβέρνηση της Ιταλίας ανακοίνωσε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα παροχής εγγυήσεων στις ιταλικές τράπεζες, προκειμένου να «καθαρίσουν» τους ισολογισμούς τους από τα μεδ.

Την περίοδο πριν από το 2008 επιχειρήσεις και νοικοκυριά δανείζονταν με χαμηλά επιτόκια για να υλοποιήσουν επεκτατικά επενδυτικά σχέδια ή να πραγματοποιήσουν αγορές που ελάχιστα συνδέονταν με τις πραγματικές ανάγκες τους. Η κρίση που ξέσπασε το 2008 και η συνακόλουθη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας κατέστησε από δύσκολη έως αδύνατη την αποπληρωμή αυτών των δανείων. Σύμφωνα με τη θεωρία της διεθνούς τραπεζικής, οι τράπεζες θα έπρεπε να έχουν διαγνώσει τον πιστωτικό κίνδυνο από τη χορήγηση αυτών των δανείων και να είχαν λάβει τα κατάλληλα μέτρα (αυξημένες προβλέψεις). Όμως και σε αυτήν την περίπτωση η πράξη απείχε παρασάγγας από τη θεωρία: ο ενδοτραπεζικός ανταγωνισμός και η «ανάγκη» εμφάνισης υψηλής κερδοφορίας (ώστε να δικαιολογούνται οι τεράστιες αμοιβές των στελεχών) ήταν οι αιτίες για τη μη τήρηση των κανόνων ελέγχου των όρων παροχής τραπεζικών δανείων.

Η θεωρία καταπατήθηκε και στην περίπτωση της αντιμετώπισης των συνεπειών από τα μεδ οι τράπεζες θα έπρεπε να διαγράψουν τα μεδ από τους ισολογισμούς τους και να αναζητήσουν νέα κεφάλαια για την κάλυψη των ζημιών τους. Αντίθετα, προσέτρεξαν στο κράτος (αυτοί οι ορκισμένοι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού) για τη στήριξή τους με δημόσιο χρήμα, εκτοξεύοντας και τα δημόσια χρέη σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Το «παράδοξο» στην υπόθεση των μεδ είναι ότι η διευκόλυνση των δανειοληπτών να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους θα ενίσχυε την ανάκαμψη των οικονομιών καθώς θα απελευθερώνονταν εισοδήματα που θα κατευθύνονταν στην κατανάλωση ή/ και στην κάλυψη φορολογικών – ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Τα εργαλεία υπάρχουν και είναι συμβατά με την τραπεζική θεωρία και πρακτική: αναδρομική μείωση επιτοκίων, άτοκη περίοδο επιμήκυνσης, χρονική περίοδο καταβολής ελάχιστης δόσης κ.ά. Όμως, η λήψη αυτών των μέτρων προϋποθέτει τον δημόσιο έλεγχο του τραπεζικού συστήματος που, αποδεικνύεται για μία ακόμη φορά, ότι δεν είναι ιδεολογική εμμονή αλλά αδήριτη κοινωνική αναγκαιότητα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!