Ως ένδειξη διαλλακτικότητας της Άγκυρας, διαβάστηκε από την Αθήνα η δήλωση του Τούρκου ΥΠΕΞ Χ. Φιντάν σχετικά με τη δυνατότητα συμβιβασμού μέσα από τον διάλογο για τα χωρικά ύδατα στο Αιγαίο. Άλλωστε, μετά από μια περίοδο ψυχρότητας, φαίνεται να αναθερμαίνεται η επιχείρηση ελληνοτουρκικής προσέγγισης (πρόταση για πενταμερή, συνάντηση για ΜΟΕ κ.ά.), επιταχυνόμενη και από ευρύτερες περιφερειακές εξελίξεις. Η Άγκυρα, όσο παίρνει αυτά που θέλει, έχει κάθε λόγο να εμφανίζεται ως το καλό παιδί. Τα F-35 και η ένταξη στο ευρωπαϊκό αμυντικό πρόγραμμα SAFE απαιτούν να χαμηλώσει τις απειλές τύπου casus belli και να μιλήσει για λύση. Εμφανίζει (όχι μόνο αυτή) ως λύση την υποχώρηση της Ελλάδας από το αναφαίρετο δικαίωμα επέκτασης των εθνικών χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. (δικαίωμα που στην πράξη απεμπολούμε όσο δεν ασκούμε τα δικαιώματά μας στην επικράτεια αυτή). Ντύνεται μάλιστα μια τέτοια λύση με περιτύλιγμα για κοινό μέλλον ανάπτυξης, για μεγάλα ενεργειακά πρότζεκτ και άλλα ανάλογα που ανοίγουν την όρεξη των ελίτ στην Αθήνα.

Η επικίνδυνη πρόταση για Πενταμερή

Όλα δείχνουν ότι κάτι μαγειρεύεται και όλοι οι βασικοί παίκτες είναι ενήμεροι. Η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη, από το βήμα της Βουλής, για μια σύνοδο 5+5 χωρών με αντικείμενο τη διευθέτηση θαλάσσιων ζωνών στη Μεσόγειο, είναι ενταγμένη στην παραπάνω λογική των μεγάλων διευθετήσεων. Πίσω από τη διπλωματική φρασεολογία διακρίνεται η αγωνία της κυβέρνησης να φανεί ότι έχει ρόλο στους περιφερειακούς σχεδιασμούς και να προλάβει μια έτοιμη αμερικανική πρόταση-πακέτο που φαίνεται να ωριμάζει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού – η αναιμική επικοινωνία με τη διοίκηση Τραμπ επιτείνει αυτή την αγωνία.

Η Πενταμερής Ελλάδας, Τουρκίας, Κύπρου, Αιγύπτου και Λιβύης, αν και παρουσιάστηκε ως «πρωτοβουλία σταθερότητας», μοιάζει πρακτικά με ναρκοπέδιο για τα ελληνικά συμφέροντα. Ήδη διπλωματικοί κύκλοι επισημαίνουν πως η ελληνική πρωτοβουλία δύσκολα θα πάρει σάρκα και οστά χωρίς να αλλοιωθεί η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας (η οποία καλείται να κάτσει στο ίδιο τραπέζι με την κατοχική Τουρκία, χωρίς να θίγεται το τετελεσμένο της κατοχής), με βάση την απαίτηση της Άγκυρας για συμμετοχή και του ψευδοκράτους (υπό τη νέα ψευδοπροεδρία του δήθεν διαλλακτικού Τ. Ερχιουρμάν). Παρ’ όλα αυτά, η πρόταση επιτρέπει στην Αθήνα να εμφανιστεί ενεργητική, νομιμοποιώντας στο εσωτερικό την «ευελιξία» που απαιτούν οι σύμμαχοι. Η πολιτική ουσία είναι πως, στην εποχή της Pax Trampica, η Αθήνα επιχειρεί απλά να βρίσκεται εντός της γεωπολιτικής σκακιέρας αντί να προσπαθεί να την καθορίσει στο βαθμό του εφικτού, ή τουλάχιστον να προλάβει τις εις βάρος της προωθούμενες κινήσεις.

Η ενεργή παρέμβαση ΗΠΑ

Η Ουάσιγκτον δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ανατολική Μεσόγειο, όχι μόνο ως πεδίο ισορροπίας δυνάμεων αλλά και ως περιοχή ενεργειακών συμφερόντων. Από την επαναδραστηριοποίηση αμερικανικών εταιρειών όπως η Chevron και η ExxonMobil μέχρι τις δηλώσεις της νέας πρέσβειρας Κ. Γκίλφοϊλ για τον ρόλο ενεργειακού κόμβου της χώρας μας για τις ΗΠΑ, όλα δείχνουν πως η «σταθερότητα» μεταφράζεται σε ντιλ.

Η Pax Trampica δεν είναι ειρήνη μέσω θεσμών, αλλά ειρήνη μέσω συμφωνιών. Μια ειρήνη των ισχυρών, που καλούνται να αποδεχτούν οι μικρές και ενδιάμεσες χώρες αν δεν θέλουν να χαρακτηριστούν παρίες. Ο Ντόναλντ Τραμπ, ακόμη και εκτός προεδρίας, καθόρισε τη λογική αυτή: «Ειρήνη μέσω ισχύος», όπου η νομιμότητα υποχωρεί μπροστά στην αποδοτικότητα. Οι αμερικανικές παρεμβάσεις στη Γάζα και στη Συρία (με ενεργό εμπλοκή της Τουρκίας επί του πεδίου) δείχνουν το ίδιο μοτίβο: Περιφερειακές διευθετήσεις με οικονομικό υπόβαθρο και πολιτική «διαμεσολάβηση» που αφήνει πίσω τις αναθεωρημένες ισορροπίες. Σε αυτές τις νέες ισορροπίες η Άγκυρα περιμένει (και διεκδικεί) να πάρει (τουλάχιστον στην περιοχή μας, αλλά ίσως και στην Κεντρική Ασία, την Αφρική κ.α.) τη μερίδα του λέοντος.

Η Ελλάδα, στο πλαίσιο αυτό, κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε μια διαπραγμάτευση όπου η «συναίνεση» προεξοφλείται. Σε αυτές τις συνθήκες, η προσφυγή σε πολυμερείς δομές διευθέτησης, χωρίς σαφείς κόκκινες γραμμές (αλλά και ισχύ όπως και συμμάχους για να υποστηριχτούν οι όποιες κόκκινες γραμμές), λειτουργούν ως εργαλεία νομιμοποίησης των αποφάσεων που εξυπηρετούν κυρίως τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Όταν μια χώρα εμφανίζεται πρόθυμη να συνυπογράψει «λύσεις» που σχεδιάζονται αλλού, η διαπραγματευτική ισχύς της περιορίζεται στο ελάχιστο.


Σιωπηρή κατοχύρωση τετελεσμένων στο Αιγαίο

Από τις 4 έως τις 14 Οκτωβρίου, η Τουρκία έθεσε σε ύψιστη ετοιμότητα τις αεροπορικές της δυνάμεις και το σύστημα αεράμυνας S-400 για να προστατεύσει το ερευνητικό σκάφος «Πίρι Ρέις» που κινήθηκε στο Αιγαίο πραγματοποιώντας –κατά την τουρκική εκδοχή– «επιστημονικές έρευνες». Πηγές αναφέρουν ότι οι βάσεις σε Μπαλίκεσιρ, Ντάλαμαν και Ακσάζ τέθηκαν σε συναγερμό, ενώ UAV παρακολουθούσαν συνεχώς την ελληνική δραστηριότητα. Το τουρκικό πλοίο λειτούργησε στην πράξη ως αιχμή του δόρατος μιας επιχείρησης στρατιωτικής επίδειξης και νομικής κατοχύρωσης της παρουσίας της Άγκυρας σε μη οριοθετημένες περιοχές του Αιγαίου.

Την ίδια στιγμή, η Αθήνα επέλεξε σιωπή. Ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτης περιορίστηκε να δηλώσει ότι το «Πίρι Ρέις» πραγματοποιεί «επιφανειακές έρευνες», αποφεύγοντας οποιαδήποτε διεθνή καταγγελία στον ΟΗΕ. Ο υπουργός Άμυνας Ν. Δένδιας, πάλι, χαρακτήρισε το πλοίο «σαπιοκάραβο» για να υποβαθμίσει τη σημασία της τουρκικής κίνησης, τη στιγμή που η Άγκυρα είχε κινητοποιήσει το σύνολο των επιχειρησιακών της δυνάμεων.

Η Τουρκία με τη NOTAM αυτή δέσμευσε τη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ρόδου-Καστελόριζου και την περιοχή του αεροδρομίου Dalaman για βολή S-400 μέχρι τα 51.000 πόδια, με συνεργασία αεροσκαφών F-16 και τουρκικών Stealth UAV

Το πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι οι τουρκικές βολές των S-400 στην περιοχή Ρόδου-Καστελόριζου, μέχρι τα 51.000 πόδια, συνιστούν εμπράγματη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας. Η Άγκυρα μέσω των αγγελιών Α4504/25 και Α4515/25 δηλώνει ότι η περιοχή αυτή ανήκει στην τουρκική επικράτεια και κυριαρχία. Η ελληνική κυβέρνηση, αντί να αντιδράσει, περιορίστηκε σε τυπικές αναφορές στο FIR Αθηνών, λαμβάνοντας άμεση και προκλητική απάντηση ότι πρόκειται για περιοχή του FIR Κωνσταντινούπολης. Μάλιστα η χρήση των S-400, που αποτελούν ένα από τα αγκάθια στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, ενταγμένων ενεργά στην αεράμυνα της Τουρκία, δείχνει την πρόθεση της Τουρκίας να διαπραγματευτεί στην πράξη απευθείας με τις ΗΠΑ (στέλνοντας μηνύματα προς όλους τους παίκτες), δείχνοντας πως η επαναπροσέγγισή της με τους αμερικανοΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς στην περιοχή (βλ. Συρία, συμφωνία για Γάζα κ.ά.) θα γίνει και με τους δικούς της όρους.

Η υπόθεση του «Πίρι Ρέις» δεν είναι απλώς ένα ακόμη επεισόδιο, όπως δεν ήταν παλιότερα η κρίση στην Κάσο (με εμπλοκή ιταλικού ερευνητικού σκάφους) ή η αναφερόμενη παρενόχληση της ελληνο-ινδικής στρατιωτικής άσκησης, προ μερικών μηνών, στο Μυρτώο Πέλαγος (με εμπλοκή ινδικής φρεγάτας). Συνιστά σιωπηρή κατοχύρωση τετελεσμένων από την Τουρκία, που αξιοποιώντας την αδράνεια της Αθήνας, διεκδικεί τμήμα της δυνάμει ελληνικής δικαιοδοσίας θαλάσσιας περιοχής του Αιγαίου και της Ν.Α. Μεσογείου, ως de facto τουρκική ζώνη. Η στάση της κυβέρνησης, που αποσιωπά τις τουρκικές προκλήσεις για να αποφύγει διεθνείς εντάσεις, συνιστά επικίνδυνη υποτίμηση μιας επιθετικής στρατηγικής που εφαρμόζεται βήμα-βήμα.

Αν η ελληνική διπλωματία συνεχίσει να αντιμετωπίζει τέτοια επεισόδια ως «τεχνικά ζητήματα», η κατοχύρωση τετελεσμένων δεν θα γίνει απλώς στα χαρτιά, θα έχει ήδη συντελεστεί επί του πεδίου.


Η καυτή πατάτα

Μέσα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, είναι σαφές ότι το βάρος συμφωνιών, που είναι σε βάρος της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, δεν θα είναι εύκολο να σηκωθεί. Άλλωστε τα ελληνοτουρκικά (και ευρύτερα ο αναδασμός στη Ν.Α. Μεσόγειο) είναι ένας από τους επιταχυντές της κρίσης και της αναδιάταξης του πολιτικού συστήματος (άσχετα αν κανείς δεν μιλάει γι’ αυτά), με διάφορα κέντρα να προκρίνουν οικουμενικές, συνεργατικές, τεχνοκρατικές ή μεταβατικές λύσεις ως πιο συμβατές με διευθετήσεις αυτού του μεγέθους.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίζεται ως ο επισπεύδων των διαφόρων λύσεων, έχοντας στο πλευρό του τον ΥΠΕΞ Γ. Γεραπετρίτη και τον υπ. Ενέργειας Στ. Παπασταύρου – η άλλοτε κραταιά Αλ. Παπαδοπούλου δείχνει να παραγκωνίζεται λόγω μη συμβατότητας με το περιβάλλον Τραμπ. Το αφήγημα της «ώριμης Ελλάδας που συνομιλεί» επιδιώκει να δημιουργήσει εσωτερική νομιμοποίηση σε μια περίοδο που οι διεθνείς πιέσεις εντείνονται. Όμως, όσο η κοινωνία μένει εκτός του διαλόγου, η αποδοχή τετελεσμένων θα παρουσιάζεται ως «ρεαλισμός».

Και εδώ βρίσκεται ο πραγματικός κίνδυνος. Η μετατόπιση από την υπεράσπιση δικαιωμάτων στην αποδοχή συμβιβασμών ως τελικής στρατηγικής, θέλει τους λαούς να συνηθίζουν στην ιδέα ότι η ισχύς γράφει το δίκαιο και τις ηγεσίες τους να προσαρμόζονται διαρκώς σε έναν ανάλογο τρόπο άσκησης της διεθνούς πολιτικής.

Τα ερωτήματα που τίθενται (συλλογικά στην ελληνική κοινωνία και τον Ελληνισμό ευρύτερα) είναι υπαρξιακού και στρατηγικού χαρακτήρα. Στην τελική ανάλυση, η Ελλάδα καλείται να αποφασίσει αν θέλει να είναι συμμέτοχος ή θεατής σε μια νέα «ειρήνη των ντιλς». Αν επιμείνει στο Διεθνές Δίκαιο και στη συμμαχία με την Κυπριακή Δημοκρατία, μπορεί να διατηρήσει μια πολιτική υπεράσπισης της κυριαρχίας και των δικαιωμάτων της. Αν όχι, το «αμοιβαία επωφελής» που υπόσχεται η εποχή θα αποδειχθεί επωφελής μόνο για όσους κρατούν τα πλοία, τα κεφάλαια και τα σχέδια των συμφωνιών, και τραγωδία για τη χώρα και τον λαό μας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!