Σαν να βρίσκεται σε γεωπολιτικό κενό συνεχίζεται η ελληνοτουρκική προσέγγιση, με τη συνάντηση των δύο αντιπροσωπειών –που ηγούνται, από ελληνικής πλευράς, ο πρέσβης Θεοχάρης Λαλάκος και, από τουρκικής πλευράς, ο υφυπουργός Εξωτερικών Μπουράκ Ακτσαπάρ– να διεξάγεται σε φιλικό κλίμα στην Αθήνα και το ταξίδι Μητσοτάκη στην Άγκυρα να έχει κλειδώσει για τις 13 Μαΐου. Μοιάζει με προγραμματισμένη, από τις νουθεσίες των ΝΑΤΟϊκών και των Ευρωπαίων, η ελληνική διπλωματία που επιμένει στην πολιτική των ήρεμων νερών, αποδεχόμενη την, βήμα το βήμα, δορυφοροποίηση από την Άγκυρα, παρ’ όλο που η γειτονική χώρα επανειλημμένα μας υπενθυμίζει τις παράλογες απαιτήσεις της σε όλα τα μέτωπα.
ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ αντιδράσεις της Τουρκίας για τα θαλάσσια πάρκα στο Αιγαίο, βασισμένες στο γκριζάρισμα νησίδων πέριξ της Νισύρου, αλλά και οι αντι-NAVTEX που εξέδωσε η γειτονική χώρα ως απάντηση σε δέσμευση περιοχής από την Ελλάδα κοντά στο Καστελόριζο για ναυτικές ασκήσεις (με συμμετοχή της Ισπανίας και της… Τουρκίας), κάνουν παραπάνω από εμφανή την πρόθεση του καθεστώτος Ερντογάν να καταστεί ρυθμιστής και επικυρίαρχος σε όλη τη γραμμή που εκκινεί από τη Θράκη, περνά από το Αιγαίο και εκτείνεται ως την Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο.
ΤΗΝ ΙΔΙΑ στιγμή, η Τουρκία συνεχίζει τα παζάρια με τη συλλογική Δύση, εντάσσοντας και τα ελληνοτουρκικά στην εξίσωση. Πάντα σε τεντωμένο σχοινί, διαπραγματεύεται την πώληση Eurofighter από τη Γερμανία, αυξάνοντας τους τόνους κατά την πρόσφατη επίσκεψη του προέδρου της Γερμανίας στην Τουρκία. Την ίδια στιγμή αναβαθμίζει τη βάση του Ιντσιρλίκ μετά το ξεμπλοκάρισμα της αγοράς F-16 από τις ΗΠΑ. Αντίστοιχα τεταμένο είναι το κλίμα και με την Ουάσιγκτον με το προγραμματισμένο ταξίδι του Ερντογάν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού να είναι στον αέρα –και μάλλον να έχει αναβληθεί από μεριάς του Τούρκου προέδρου όπως αναφέρουν ειδησεογραφικά μέσα την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές– και την Άγκυρα να οξύνει την αντιπαράθεση με επίκεντρο τη Γάζα (βλέπε σχετικές δηλώσεις Ερντογάν – και τον απόπλου του «Στολίσκου για την Ελευθερία»), επιδιώκοντας να προσεταιριστεί την παλαιστινιακή υπόθεση, αξιοποιώντας την ως γεωπολιτικό χαρτί.
Η ΤΟΥΡΚΙΑ επιδιώκει την αναβάθμισή της μέσα από αυτά τα παζάρια. Οι αντιθέσεις αυτές θα έπρεπε να αποτελούν χαραμάδες ευκαιρίας για την ελληνική εξωτερική πολιτική, όμως η πολιτική του δεδομένου συμμάχου του ΝΑΤΟ και η τυχοδιωκτική εμπλοκή στα πολεμικά μέτωπα, σε συνδυασμό με την αυτοκτονική πολιτική «φιλανδοποίησης» απέναντι στην Τουρκία, μετατρέπουν αυτές τις αντιθέσεις σε παγίδα που απειλεί να συνθλίψει τον Ελληνισμό στις συμπληγάδες μεταξύ της Δύσης και της Τουρκίας.
Δ. Γκ,