«…Ο Γκράμσι συνδέει το σοσιαλισμό με το όραμα μιας κοινωνίας με ένα ανώτερο επίπεδο πολιτισμού και κουλτούρας, χωρίς το οποίο είναι αδύνατο να υπάρξει. Και αυτό το επίπεδο, πριν διαχυθεί στην κοινωνία το αναζητεί πρώτα από όλα μέσα στο ίδιο το κόμμα, το οποίο δεν το περιγράφει ως μηχανισμό σύγκρουσης με τον αντίπαλο, αλλά ως ένα χώρο απελευθέρωσης για την πρωτοβουλία, το μυαλό και τη θέληση των ανθρώπων, καθώς και ως ένα αυτόνομο χώρο παραγωγής σκέψης, πολιτικής δράσης και κουλτούρας…»
Αλέξης Τσίπρας,
18 Φεβ. 2013
Είχαμε δεν είχαμε, τα καταφέραμε πάλι. Αναδείξαμε σε μείζον ένα θέμα που είναι χαμηλά στην «ατζέντα» της κοινωνίας. Φαίνεται ότι η ηγετική ομάδα δυσκολεύεται να αντιληφθεί τις προτεραιότητες που έχει και τις αξιολογήσεις που κάνει η κοινωνία.
Μόλις έγινε φανερό ότι ξεπεράσαμε τα εμπόδια και σταδιακά φτάσαμε σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο ενδοσυνεννόησης με πολύ καλές προοπτικές, ξαφνικά, κλoτσάμε την καρδάρα και επιστρέφουμε στον κατσικόδρομο. Μα μπορεί η Αριστερά με τόσες εμπειρίες, και τόσες ευκαιρίες σήμερα, να είναι τόσο αυτοκτονική;
Υπάρχει πλατιά η αίσθηση ότι κάπου έχουμε κολλήσει, εξωτερικά και εσωτερικά, δεν έχουμε καταφέρει να δημιουργήσουμε μια δυνατή και ευέλικτη οργάνωση ανάλογη με την επιρροή μας στην κοινωνία και κατάλληλη να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις πολεμικές ανάγκες των ημερών μας. Ότι η πολιτική μας γραμμή δεν εμπνέει και δεν κινητοποιεί ούτε τα μέλη μας που στην πλειοψηφία τους είναι ανενεργά και ότι ενώ οι μνημονιακοί συνεχίζουν απτόητοι να λεηλατούν τους πολίτες και τον τόπο, εμείς τρωγόμαστε με τα ρούχα μας.
Ποιος σκέφτηκε να αποπροσανατολίσει όλο το συνέδριο και όλη την κοινωνία από τα καυτά, άμεσα και πιεστικά ζητήματα που μας απασχολούν στρέφοντας την προσοχή όλων στο ψευδοπρόβλημα που θέτουν οι Πρετεντέρηδες; Ποιος σκέφτηκε ότι μπορεί χωρίς συντροφική προσυνεννόηση και προσυμφωνία να διαλύσει τις συνιστώσες ή μονομερώς να τις μεταλλάξει; Ποιος θεώρησε αμελητέους τους «Γλέζους» και τους «Θεωνάδες» που υπάρχουν στην Αριστερά;
Η από τους θιασώτες της «διάλυσης» επίκληση της πλειοψηφίας για την επιβολή στις μειοψηφίες της θέσης τους, δεν τιμά την Αριστερά. Η Αριστερά αυτό το έχει πληρώσει πολύ ακριβά, είτε στα αστικά καθεστώτα που την έχουν επανειλημμένα «καταργήσει» επικαλούμενα την κοινοβουλευτική τους πλειοψηφία είτε στα σοσιαλιστικά που την καταδίωξαν για να επιβάλουν τη μοναδική τους αλήθεια.
Δυστυχώς, η έλλειψη δημοκρατικής παράδοσης στην Αριστερά ξαναχτύπησε.
Δεν ανήκω ούτε σε τάση ούτε σε συνιστώσα, δεν είμαι ούτε προεδρικός ούτε αντιπροεδρικός. Θεωρώ λάθος τον τρόπο που η ηγετική ομάδα επέλεξε να επιλύσει μια, κατά τη γνώμη τους, αντίθεση στους κόλπους της Αριστεράς.
Δεν μπόρεσε να εκτιμήσει τα πραγματικά δεδομένα και υπέκυψε, για άλλη μια φορά, στην κακοδαιμονία των εσωτερικών συσχετισμών εκτρέποντας την προσοχή μας από την ενασχόληση με τα πολύ σοβαρά εσωτερικά μας προβλήματα και τα ακόμα σοβαρότερα προβλήματα της κοινωνίας ολόκληρης. Έστειλε και το χειρότερο μήνυμα που μπορούσε να στείλει στην κοινωνία απ’ αυτό το συνέδριο. Μια εσωτερική διάσταση απόψεων που επιλύεται με καλούς συντροφικούς χειρισμούς, αναγορεύθηκε σε μείζον θέμα που στην κοινωνία εκπέμπεται σαν διάσπαση. Ό,τι χειρότερο, δηλαδή, σ’ αυτή την κρίσιμη φάση.
Και για να μην αφήσω το θέμα της ύπαρξης των «κακών διαφορών» ασχολίαστο, υπάρχει, πράγματι, μερικές φορές, ένα ζήτημα εναρμόνισης των απόψεων που διαμορφώνουν τη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ και ένα ζήτημα από τη δημόσια διατύπωση διαφορετικών απόψεων επί του ιδίου θέματος από στελέχη του κόμματος.
Όλοι παραδέχονται ότι οι συνιστώσες, ευρωκομμουνιστικής, λενινιστικής, μαοϊκής ή τροτσκιστικής καταγωγής, έβαλαν πάρα πολύ νερό στο κρασί τους προκειμένου να συμμαχήσουν όλοι μαζί και να συνδιαμορφώσουν ένα ενιαίο αριστερό κόμμα. Το αποτέλεσμα αυτών των «εκπτώσεων» είναι απολύτως ορατό και τόσο πετυχημένο που έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον των αριστερών κινημάτων και την ανησυχία των αντιδραστικών δυνάμεων, παγκοσμίως. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τις συνιστώσες άνοιξε δρόμο στην Ευρώπη για μια νέα κουλτούρα της Αριστεράς, που ίσως θα τη ζήλευε κι ο Γκράμσι!
Όλοι, επίσης, παραδέχονται ότι η δημόσια έκφραση του κόμματος χωλαίνει. Από πού χωλαίνει, όμως; Από τις συνιστώσες, γενικώς; Ή από την ηγετική ομάδα του αυτοδιαλυθέντος Συνασπισμού; Δεν είναι το Αριστερό Ρεύμα του Συνασπισμού, με τον Λαφαζάνη επικεφαλής, που θέτει διαμετρικά αντίθετα το πολύ σοβαρό θέμα της Eυρωζώνης από τη θέση που έχουν οι τάσεις των λεγόμενων «Προεδρικών»; Δεν είναι οι διαφορετικές προσεγγίσεις σε οικονομικά θέματα μεταξύ των Τσακαλώτου, Σταθάκη και Μηλιού που συχνά προκαλούν στην κοινή γνώμη ένα αίσθημα ασυμφωνίας στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ; Δεν έχουν προκαλέσει ενστάσεις και αντιρρήσεις οι απόψεις επί ορισμένων θεμάτων του Σκουρλέτη, του Μπαλάφα, του Μητρόπουλου ή του Χουντή;
Και, τώρα, η αυτοδιάλυση του Συνασπισμού, αυτομάτως, θα ευθυγραμμίσει τις απόψεις του Στρατούλη με τις απόψεις του Βούτση για την Ευρώπη;
Δεν «φταίνε», λοιπόν, οι συνιστώσες για την ασυμφωνία. Εξάλλου, για πολλούς ανθρώπους, αυτή η «ασυμφωνία» είναι μέρος της ζητούμενης πολυφωνίας, που παράγει καλύτερα αποτελέσματα από τη μονοφωνία των αστικών και παλαιοκομμουνιστικών κομμάτων.
Επιπλέον, οι συνιστώσες, πολιτικά και οργανωτικά, αποτελούν πυρήνες αριστερού προβληματισμού και κύτταρα μαχητικού ακτιβισμού. Η «Εποχή», ο «Δρόμος της Αριστεράς» και η «Εργατική Αριστερά» είναι εφημερίδες των συνιστωσών, που έχουν και ιστότοπους στο διαδίκτυο. Ο πολλαπλασιασμός και όχι ο περιορισμός των πυρήνων πολιτικής σκέψης και δράσης είναι αναγκαίος στην Αριστερά, που προσπαθεί να βγει από μία μακριά περίοδο ηττοπάθειας και στειρότητας.
Σήμερα, μάλιστα, που η απότομη και ανεξέλεγκτη διεύρυνση της επιρροής μας, προσθέτει στις δυνάμεις μας δεκάδες χιλιάδες, και ίσως σύντομα εκατοντάδες χιλιάδες νέα μέλη προερχόμενα από τους χώρους της σοσιαλδημοκρατίας και του κέντρου, είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ να κρατήσουμε τις ισορροπίες που δεν θα μας μετατρέψουν άθελά μας σε ένα κόμμα σύνηθες, των χλιαρών μεταρρυθμίσεων, στην καλύτερη περίπτωση. Ίσως ο αυξημένος ριζοσπαστισμός που υπάρχει σε μερικές συνιστώσες να είναι πιο χρήσιμος από ποτέ στη μεγάλη Αριστερά.
Και αυτός ο ριζοσπαστισμός ελκύει περισσότερο τους νέους άνευ των οποίων καμία αλλαγή δεν είναι εφικτή. Καλοί και απαραίτητοι είμαστε εμείς, οι πλειοψηφούντες στα όργανα και τις οργανώσεις ενήλικες, με την εμπειρία, τη γνώση και την επιμονή μας, αλλά καμία επανάσταση, ποτέ στην ιστορία, βίαιη ή ειρηνική, δεν έγινε από τους ασπρομάλληδες όσο χρώμα κι αν βάλουμε στην κεφαλή μας. Η αλήθεια που λίγοι θέλουν να παραδεχτούν είναι ότι ο Συνασπισμός, και κληρονομικά ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα, πολύ σοβαρό, που δεν αντιμετωπίζεται ούτε με συγκολλήσεις ούτε με πρόχειρα μπαλώματα.
Εκτός εάν επικρατήσει η άποψη ότι εμείς ψηφοφόρους, που θα μας κάνουν ανάθεση, όπως έχουν μάθει, θέλουμε και τίποτα παραπάνω και ότι ο πολιτικός αγώνας θα διεξάγεται κυρίως και επ’ άπειρον από 10-20 ισόβιους βουλευτές μέσω τηλεοράσεων, κάτι που άκουσα ότι προωθείται στο νέο καταστατικό με το εφεύρημα του «μηδενίζεται ο χρόνος και ξεκινούμε από την αρχή», έτσι ώστε ο βάναυσα αθετημένος περιορισμός των θητειών των βουλευτών να ισχύσει εφεξής, ντε φάκτο και ντε γιούρε, μόνο για τους νέους και όχι για τους παλιούς, που φαίνεται ότι γεννήθηκαν βουλευτές και θα πεθάνουν βουλευτές.
Σε μια εποχή με πιεστική την ανάγκη για αναθεώρηση όλων των δεδομένων και επαναχάραξη της πολιτικής, τακτικής και στρατηγικής, και επειδή κανένας και καμία συνιστώσα ή τάση δεν έχει ούτε τις λύσεις έτοιμες ούτε το μαγικό ραβδάκι του σοσιαλισμού, η ύπαρξη διαφορετικών ομάδων που έχουν αποδεδειγμένα συμφωνήσει σε ένα κοινό παρονομαστή, αποτελεί πλεονέκτημα και όχι μειονέκτημα της νέας Αριστεράς.
Το ενιαίο κόμμα πρέπει να προκύψει φυσιολογικά. Όποιος προσπαθήσει να επισπεύσει τη γέννησή του, θα βγάλει τερατάκια.
Γιατί, υπάρχει σύντροφος που πιστεύει ότι με την απόφαση κατάργησής τους, θα καταργηθούν πράγματι οι συνιστώσες; Ή, μήπως, θα περάσουν αναγκαστικά από τη σφαίρα του ορατού στη σφαίρα του αοράτου; Και από οργανώσεις με σαφή δημόσιο πολιτικό λόγο, θα μετατραπούν αναγκαστικά σε αφανείς «στοές»; Όπως κάποιες από τις τάσεις της «πλειοψηφίας» που προσπαθούν να καθορίζουν/επηρεάζουν τα πράγματα από τη σκιά παραμένοντας παντελώς άγνωστες (ποιοι είναι και τι πρεσβεύουν) στο λαό, στους αριστερούς, ακόμα και στα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ;
Δεν είναι καλύτερη η διαφάνεια και η καθαρότητα στις θέσεις και τις δράσεις από τις παρασκηνιακές ζυμώσεις ;
Γιατί, εάν πιστεύει κανείς ότι πολιτικοϊδεολογικά ρεύματα της Αριστεράς, που υπάρχουν από γεννήσεώς της, παγκοσμίως, θα εξαφανιστούν με την απόφαση μιας ηγετικής ομάδας και την επακόλουθη πλειοψηφία ενός συνεδρίου, τότε θα πρέπει σοβαρά να ανησυχούμε για τον τρόπο σκέψης και τις αληθινές προθέσεις των εμπνευστών της.
Το ξέρω ότι εγώ που είμαι ένα μέλος του ΣΥΡΙΖΑ και θέλω να παραμείνω ένα μέλος με ιδία βούληση και κρίση, ακηδεμόνευτος, κινδυνεύω να χαρακτηριστώ επιπόλαια ως ακραιφνής θιασώτης των συνιστωσών, αλλά το διακινδυνεύω. Και το διακινδυνεύω γιατί από την άμεση εμπειρία μου συμπεραίνω ότι οι συνιστώσες μπορούν να συνεχίσουν να παίζουν ένα σημαντικό ρόλο για έναν ΣΥΡΙΖΑ πλούσιο σε ιδέες και εναλλακτικές προτάσεις, ξεπερνώντας τις αδυναμίες και τα κουσούρια τους που δεν είναι λίγα. Κι αυτό μέχρι τη στιγμή που θα ωριμάσουν οι συνθήκες, θα ωριμάσουμε κι εμείς, και οι συνιστώσες από μόνες τους θα έχουν καταστεί περιττές και αναχρονιστικές. Φοβάμαι ότι ενώ θέλουμε έναν ΣΥΡΙΖΑ των μελών, μπορεί να φτιάξουμε ένα ΣΥΡΙΖΑ της μιας συνιστώσας, κάτι που το δοκιμάσαμε επί δεκαετίες και προς στιγμήν πιστέψαμε ότι το είχαμε επιτυχώς ξεπεράσει.
Ελπίζω ότι οι σύνεδροι και ο πρόεδρος δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη.
Στέλιος Ελληνιάδης,
μέλος της απερχόμενης
Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ