Είναι αλήθεια ότι οι ΝΑΤΟϊκοί σύμμαχοι, με επικεφαλής τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, είχαν επενδύσει πολλά στη γρήγορη ένταξη της Σουηδίας και της Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ ως αποφασιστική και κρίσιμη παράμετρο της στρατιωτικής περικύκλωσης και της οικονομικής αποδυνάμωσης της Ρωσίας. Ανάγκη που διέγνωσε η Άγκυρα αξιοποιώντας την ως ευκαιρία για να ικανοποιήσει τους γεωπολιτικούς της σχεδιασμούς. Ο εκβιασμός Ερντογάν είχε επιτυχία και η δυτική συμμαχία γονάτισε μπροστά στο σύνολο των εκβιαστικών απαιτήσεων της Άγκυρας.
Η ελληνική κυβέρνηση εξέφρασε τη «μεγάλη ικανοποίησή της» για τον επιτυχή εκβιασμό της Τουρκίας και την «ενδυνάμωση του ΝΑΤΟ» με την απρόσκοπτη διεύρυνση με τις δύο σκανδιναβικές χώρες. Η φιλοπόλεμη χαρά της αναδεικνύει, ανάμεσα στα άλλα, και την αδιαφορία της τόσο για τους κινδύνους πολεμικής ανάφλεξης σε ολόκληρη την Ευρώπη όσο και την υποκρισία της για τις δραματικές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία στην οικονομική και κοινωνική ζωή στη χώρα και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η εμμονική ΝΑΤΟφροσύνη της πολιτικής ελίτ των Αθηνών δικαιολογεί και αποδέχεται τα πάντα προκείμενου να εξασφαλίσει την ύπαρξη και τη διαιώνιση της κυριαρχίας της.
Η κυβέρνηση είδε παράλληλα «αναδίπλωση της Τουρκίας» καθώς ο Ερντογάν απέφυγε να θέσει στο τραπέζι των συζητήσεων τις παράνομες και επεκτατικές διεκδικήσεις της Άγκυρας σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, όπως είχε απειλήσει πριν τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Αυτή η «θαυμαστή επιτυχία» της ελληνικής διπλωματίας προβλήθηκε με πηχυαίους τίτλους από τον γνωστό εσμό των συστημικών μέσων.
Θα ήταν υπερβολικό να αναμένει κανείς από αυτή την κυβέρνηση να θέσει η ίδια ως προϋπόθεση της συναίνεσής της για διεύρυνση του ΝΑΤΟ, τη ρητή δήλωση των χωρών-μελών ότι απορρίπτουν τις γεωπολιτικές επιδιώξεις και τις επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας σε Αιγαίο, Κύπρο και Μέση Ανατολή, ως αντίθετες με το Διεθνές Δίκαιο που υποτίθεται ότι όλες οι χώρες υποστηρίζουν.
Αλλά το να θεωρείται επιτυχία η δήθεν σιωπή της Τουρκίας παραπέμπει ευθέως σε στρουθοκαμηλισμό. Πρώτον, γιατί ο Ερντογάν επανέλαβε όλες τις γνωστές επιδιώξεις της Άγκυρας στην επίσημη συνέντευξη τύπου αμέσως μετά το τέλος της Συνόδου. Δεύτερον, γιατί αν στη Μαδρίτη αρκέστηκε να δρέψει τους καρπούς του εκβιασμού του, ούτε το σχέδιο γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ ματαιώθηκε, ούτε η αμφισβήτηση της κυριαρχίας μεγάλων κατοικημένων νησιών του Αιγαίου και η διχοτόμησή του σταμάτησε. Τρίτον, γιατί η πολιτική «ίσων αποστάσεων» της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ με το γνωστό «βρείτε τα» νομιμοποιεί την απαίτηση της Άγκυρας για διάλογο με ζητούμενο κυριαρχικές παραχωρήσεις. Τέταρτο, και ίσως το πιο σημαντικό, ο τουρκικός εκβιασμός κατέγραψε επιτυχίες και ενέγραψε παρακαταθήκες που συνδέονται άμεσα με το σύνολο των επιδιώξεων της Άγκυρας, συμπεριλαμβανομένων των «ελληνοτουρκικών διαφορών».
Πράγματι, η μεγαλύτερη επιτυχία του Ερντογάν είναι η αποδοχή από το ΝΑΤΟ και τις ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ως κρίσιμης σημασίας και νόμιμων, όλων των «ευαισθησιών» της Τουρκίας για τα θέματα της «κρατικής της ασφάλειας». Σε αυτή τη φάση η συζήτηση αφορούσε κυρίως τη δήθεν κουρδική τρομοκρατία και τους υποστηρικτές του Γκιουλέν, αλλά είναι γνωστό ότι το σύνολο των τουρκικών επιδιώξεων –κατοχή και νέος εποικισμός της Κύπρου, διχοτόμηση του Αιγαίου, Γαλάζια Πατρίδα, εισβολές σε Συρία και Ιράκ, επέμβαση στη Λιβύη, δραστηριοποίηση στα Βαλκάνια, στον Καύκασο, στην Αφρική και Κεντρική Ασία– συνδέονται άμεσα με όσα η Άγκυρα διακηρύσσει ως «ζωτικό χώρο» ή «θέματα ασφάλειας».
Οι σημερινοί κυβερνητικοί πανηγυρισμοί και η άσφαιρη αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, από κοινού μετέτρεψαν τη χώρα σε απέραντη αμερικανονατοϊκή βάση και την εξωτερική πολιτική της ενεργούμενο της δυτικής συμμαχίας. Μας προετοιμάζουν για ακόμα πιο δυσμενείς εξελίξεις, δυστυχώς…