Συνέντευξη στον Ερρίκο Φινάλη
Κύριε Λιλλήκα, τόσο εσείς όσο και ο πρόεδρος της ΕΔΕΚ κύριος Σιζόπουλος ασκείτε σκληρή κριτική στα δύο μεγαλύτερα κυπριακά κόμματα για τη στάση τους στις συνεχιζόμενες συνομιλίες για το Κυπριακό…
Εδώ που φτάσαμε δεν χωρούν ευγένειες. Το δυστύχημα στην Κύπρο είναι ότι έχουμε τη συνεργασία της Δεξιάς με την Αριστερά, να συμπίπτουν οι θέσεις τους στο Κυπριακό. Το δεξιό ΔΗΣΥ και το αριστερό ΑΚΕΛ συμφωνούν σε μια λεγόμενη λύση ενώ γνωρίζουν ότι, για να μπορέσει να εφαρμοστεί, είτε θα καταλύει τα ανθρώπινα δικαιώματα είτε θα ακρωτηριάζει τις δημοκρατικές ελευθερίες. Εγώ μέχρι σήμερα τουλάχιστον ήξερα ότι η Αριστερά αγωνιζόταν και για την ελευθερία, τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη. Ψάχνουν τώρα, λένε, για μια λύση βιώσιμη και λειτουργική. Και τους ερωτώ: μια άδικη λύση θα μπορούσε να είναι βιώσιμη; Ή μια λύση που παραβιάζει τη δημοκρατία θα μπορούσε να είναι λειτουργική;
Τα δύο κόμματα που αναφέρατε είναι παραδοσιακά τα μεγαλύτερα στην Κύπρο. Αυτό σημαίνει ότι, εάν υποστηρίξουν μια λύση την οποία εσείς χαρακτηρίζετε άδικη και αβίωτη, μπορούν να συμπαρασύρουν την πλειοψηφία των Κυπρίων;
Οι ηγεσίες τους δεν εκφράζουν το λαό, τουλάχιστον στο μέγα θέμα της λύσης του Κυπριακού. Πέρυσι ένιωσαν ότι είχαν κερδίσει τη μάχη, ότι είχαν πείσει μια πλειοψηφία να στηρίξει οποιαδήποτε «λύση». Πέτυχαν, φέρνοντας τα μνημόνια και την τρόικα, να γονατίσουν το λαό, να τον οδηγήσουν στην απελπισία. Κι έπειτα άρχισαν να καλλιεργούν φρούδες ελπίδες, ότι τάχα η λύση, η όποια λύση, θα επαναφέρει την ανάπτυξη. Εκείνο που κάνει μεγάλη εντύπωση ότι αυτή τη φράση την είχε διατυπώσει πρώτος ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Κύπρο. Και αμέσως μετά την πήραν οι ηγεσίες του ΑΚΕΛ, του ΔΗΣΥ, η κυβέρνηση, και την παπαγάλιζαν κατά κόρον – χωρίς να απαντούν στο ερώτημα πώς και γιατί θα φέρει ανάπτυξη. Είχαν κερδίσει το στοίχημα μέχρι πέρυσι. Τώρα όμως…
Έχει ξεφτίσει αυτό;
Όχι μόνο έχει ξεφτίσει, έχει γίνει μπούμερανγκ! Βοήθησαν σε αυτό οι αποκαλύψεις του κυρίου Ακιντζί, που τον είχαμε μυθοποιήσει εμείς οι ίδιοι, διότι είχαμε την αφέλεια να νομίζουμε ότι θα αποφασίσει ένας Τουρκοκύπριος και όχι η Άγκυρα για το Κυπριακό. Τώρα που προχώρησαν οι συνομιλίες άρχισε να βγαίνει στην επιφάνεια το κόστος της λύσης και, αντί για ανάπτυξη, μας «υπόσχονται» ένα διαρκές μνημόνιο πολλών δεκαετιών!
Μιλούν για μια λύση που θα κοστίσει δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ…
Ναι, οι ίδιοι αναφέρουν ένα κόστος 25-30 δισεκατομμυρίων, διότι το σχέδιο λύσης που συζητείται παραβιάζει την αρχή του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και του δικαιώματος επιστροφής των προσφύγων, που θα μείωνε κατακόρυφα το κόστος μιας λύσης. Και επειδή τελείωσε και το παραμύθι των «διεθνών δωρητών» που θα υποστήριζαν έμπρακτα μια τέτοια λύση, αρχίζουν και μιλούν για δάνειο της τάξεως των 25-30 δισεκατομμυρίων ώστε να καλυφθούν οι αποζημιώσεις των προσφύγων που δεν θα δικαιούνται να επιστρέψουν στα σπίτια τους – το οποίο θα προστεθεί στα 20 δισεκατομμύρια χρέος που έχουμε σήμερα! Έχω κάνει πολλές φορές την ερώτηση, χωρίς να πάρω απάντηση: εάν με το σημερινό 105% του χρέους κατ’ αντιστοιχία προς το ΑΕΠ οδηγηθήκαμε σε αυτήν τη δυστυχία και χαρακτηρίστηκε η οικονομία μας σκουπίδι, πού θα οδηγηθούμε με το 250% του ΑΕΠ σαν χρέος; Πόσες γενιές θα χρειαστούν για να αποπληρωθεί; Ασφαλώς το μάτι τους είναι στραμμένο στους υδρογονάνθρακες. Δεν έχω αμφιβολία ότι το σχέδιο είναι να υποθηκευθούν οι υδρογονάνθρακες για να πάρουμε το νέο δάνειο, και να περάσει ταυτόχρονα η Κύπρος κάτω από τον έλεγχο της Τουρκίας, με την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, και έμμεσα, βέβαια, κάτω από τον έλεγχο του ΝΑΤΟ.
Εκτός από τη Συμμαχία Πολιτών και το ΕΔΕΚ, υπάρχουν άλλες δυνάμεις που συντάσσονται με την άποψή σας;
Οι δύο «υπερδυνάμεις», το ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ, είναι υπέρ αυτής της δήθεν λύσης. Όλες οι υπόλοιπες είναι υπέρ μιας διαφορετικής λύσης. Μόνο ένας ανισόρροπος δεν θέλει λύση, αφού η συνέχιση της διχοτόμησης είναι επικίνδυνη για τον κυπριακό ελληνισμό αλλά και για τους Τουρκοκύπριους. Η διαφορά είναι ότι η λύση, για να έχει νόημα, πρέπει να ανατρέπει την κατοχή. Αν τη νομιμοποιεί, δεν έχει κανένα νόημα. Είμαι σίγουρος ότι οι ηγεσίες του ΑΚΕΛ και του ΔΗΣΥ δεν εκφράζουν ούτε τους δικούς τους ψηφοφόρους. Το βίωσα και το 2004, όταν η κατακραυγή του κόσμου εξανάγκασε την ηγεσία του ΑΚΕΛ, τη δεύτερη μέρα της Κεντρικής του Επιτροπής, να κάνει στροφή στο «Όχι». Αλλά ακριβώς επειδή δεν το εννοούσε, είχαμε αμέσως μετά την περίφημη δήλωση Χριστόφια: «Είπαμε “Όχι” για να τσιμεντώσουμε το “Ναι”»! Kαι, με το που ανέβηκε στην προεδρία, νεκρανάστησε το Σχέδιο Ανάν. Αλλά ο κόσμος, τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς, δεν έχει την ίδια αντίληψη με τις ηγεσίες του. Και εδώ είναι που πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Είμαι της γνώμης ότι απαιτείται ένα μέτωπο με στόχο την προστασία της Κυπριακής Δημοκρατίας και την απελευθέρωση, που δεν θα είναι καπελωμένο από κάποιες πολιτικές δυνάμεις. Πρέπει να είναι ένα είδος λαϊκού συνασπισμού ικανού να συσπειρώσει τους πάντες, ανεξάρτητα από το πού ανήκουν κομματικά ή ιδεολογικά.
Όσον αφορά τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων, δεδομένου ότι το παρελθόν έχει μελανά σημεία και στις δύο πλευρές… εσείς τι εγγυήσεις δίνετε που θα διασφαλίζουν τα δικαιώματά τους σε μια ενιαία και απελευθερωμένη Κύπρο;
Οι Τουρκοκύπριοι το 1974 ήταν 120.000 άνθρωποι. Και επειδή είχαν μια γεννητικότητα ανάλογη με των Ελληνοκυπρίων, λογικά σήμερα θα έπρεπε να είναι γύρω στους 180.000. Κι όμως, οι Τουρκοκύπριοι σήμερα στα κατεχόμενα είναι μόλις μεταξύ 75 και 90 χιλιάδων. Αυτό από μόνο του αποδεικνύει ότι η Τουρκία δεν ήρθε να προστατεύσει τους Τουρκοκύπριους, αλλά τα δικά της επεκτατικά, ιμπεριαλιστικά σχέδια. Όσο με αφορά, είμαι έτοιμος να συζητήσω οποιεσδήποτε σκέψεις έχουν οι Τουρκοκύπριοι που επιθυμούν πραγματικά να ζήσουμε μαζί και όχι χωριστά και υπό την ομπρέλα της Τουρκίας. Όποιες άλλες δικλείδες τους κάνουν να νιώθουν ασφαλείς ότι δεν θα τους επιβληθεί η ελληνοκυπριακή κοινότητα, να τις υιοθετήσουμε. Σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχει σήμερα άνθρωπος στην Κύπρο που να μην είναι έτοιμος να συνεργαστεί με τους Τουρκοκύπριους. Η απόδειξη είναι ότι μετά το άνοιγμα των φραγμάτων χιλιάδες Τουρκοκύπριοι περνούσαν και εργάζονταν καθημερινά στις ελεύθερες περιοχές, και δεν είχαμε ούτε ένα επεισόδιο. Άρα μπορούμε να βρούμε τρόπους να προστατευτούν και η θρησκεία τους και η γλώσσα τους και η κουλτούρα τους, διότι ο αλληλοσεβασμός και η διατήρηση των εθνικών ταυτοτήτων και της εθνικής κουλτούρας των κοινοτήτων είναι ο πλούτος της Κύπρου.
Μια τελευταία ερώτηση: τι έχετε να πείτε για την Ακροδεξιά, που εμφανίζεται ως… αδιάλλακτος υπερασπιστής του κυπριακού ελληνισμού;
Αυτοί υπερασπιστές του ελληνισμού; Κατ’ αρχάς αυτοί, ως ιδεολογία και ως πρακτική, φέρουν τεράστια ευθύνη για την προδοσία του 1974 και την τουρκική κατοχή. Το ότι τολμούν σήμερα να ποζάρουν ως δήθεν πατριώτες οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, κατά την άποψή μου, στη στάση που κράτησε η παραδοσιακή Δεξιά σε ορισμένα εθνικά θέματα επηρεαζόμενη από την Ουάσιγκτον. Οφείλεται όμως και στο μεγάλο κενό που άφησε η Αριστερά, η οποία κουβαλά πίσω της μια μεγάλη ιστορία αγώνων, αντίστασης και προάσπισης της ελευθερίας, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει μπερδέψει το διεθνισμό με τον… αεθνισμό. Και η Δεξιά λοιπόν πρέπει να αναλογιστεί τις ιστορικές ευθύνες και η Αριστερά, τουλάχιστον στα εθνικά θέματα, να ξαναβρεί το δρόμο της.