Το γεωτρύπανο της Exxon ξεκίνησε τις εργασίες του στην κυπριακή ΑΟΖ. Πολεμικά πλοία και αεροπλάνα επιτηρούν διακριτικά τις εργασίες ενώ το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ διαμήνυσε ότι δεν θα ανεχθεί καμιά παρεμπόδιση των εργασιών του γεωτρύπανου. Η δήλωση αυτή των ΗΠΑ συνοδεύεται πάντα με τη σταθερή υπόδειξη και ενθάρρυνση των διαδικασιών επανέναρξης των συζητήσεων για «επίλυση» του Κυπριακού, στα πλαίσια ενός νέου σχεδίου Ανάν, και «δίκαιης μοιρασιάς» των πόρων του νησιού μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Απόλυτα λογικό. Αφού οι ΗΠΑ εξασφάλισαν τη μερίδα του λέοντος από τα ενεργειακά αποθέματα της Αν. Μεσογείου ενδιαφέρονται τώρα για την εμπέδωση ενός κλίματος «ασφάλειας και ειρήνευσης», αδιαφορώντας για το ποιοι θα μοιραστούν εκείνο το ελάχιστο που θα περισσέψει. Στην πρώτη φάση, για τη νομιμοποίηση των συμφερόντων τους, επέβαλλαν την αναγνώριση του δικαιώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευτεί την ΑΟΖ. Στη δεύτερη φάση, της δίκαιης μοιρασιάς, ζητούμενο είναι η διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω μιας διζωνικής-δικοινοτικής ή ομοσπονδιακής λύσης.
Το μήνυμα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ αντιλαμβάνεται πλήρως η Άγκυρα. Ο Τούρκος πρόεδρος αντιλαμβάνεται επαρκώς ότι η Exxon δεν είναι ENI ούτε η Ουάσιγκτον, Ρώμη. Έτσι χωρίς δεύτερη σκέψη διακηρύσσει το «κανένα πρόβλημα με τη γεώτρηση της Exxon στο οικόπεδο 10». Την ίδια στιγμή όμως ξεκαθαρίζει, δια στόματος του υπουργού Ενέργειας Φατίχ Ντονμέζ, ότι «χωρίς την εξεύρεση πολιτικής λύσης τα τεμάχια που η ε/κ πλευρά αδειοδότησε δεν έχουν ισχύ για τη χώρα μας. Θα κηρύξουμε παράνομες τις δραστηριότητες σε αυτές τις περιοχές. Θα προστατεύσουμε τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα των Τ/Κ και θα τα στηρίξουμε με αποτελεσματικά βήματα».
Αν η Τουρκία είναι υποχρεωμένη να αποδεχθεί τα τετελεσμένα της Exxon είναι ταυτόχρονα αποφασισμένη να εντείνει τις πιέσεις και τις απειλές σε βάρος της Αθήνας και Λευκωσίας. Η διευθέτηση των εκκρεμών προβλημάτων σε Αιγαίο και Μεσόγειο θα είναι πιο κοντά στις δικές της επιδιώξεις αν γίνει υπό το καθεστώς εκβιαστικών διαπραγματεύσεων
Το ενδιαφέρον της Τουρκίας βέβαια δεν είναι η επίλυση του κυπριακού προβλήματος, ούτε η εξυπηρέτηση των νόμιμων συμφερόντων της τουρκοκυπριακής κοινότητας του νησιού. Το ενδιαφέρον της παραμένει στον έλεγχο της Κύπρου, η διατήρηση των στρατευμάτων κατοχής, η συνέχιση των επεμβατικών δικαιωμάτων, η νομιμοποίηση της αλλαγής της πληθυσμιακής σύνθεσης της Κύπρου με το κύμα εποικισμού που ακολούθησε τον Αττίλα. Μόλις πριν δύο μέρες ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου επιβεβαίωσε με τρόπο γλαφυρό τις επιδιώξεις της Άγκυρας, «τι είπαμε πέρσι στο Κραν Μοντάνα; Εκείνοι που λένε μηδέν εγγυήσεις και ασφάλεια να ξυπνήσουν από το όνειρο.»
Η Τουρκία απεργάζεται και επιδιώκει την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της κατάργησης κάθε πρόβλεψης δικαίου που διέπει την υπόσταση ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους, και τη διαιώνιση του δικού της ελέγχου στο νησί. Η χρήση βίας και η απειλή πολέμου αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους της πολιτικής εδώ και δεκαετίες.
Μια πολιτική που γίνεται ανεκτή και υποκινείται από ΗΠΑ και Μ. Βρετανία καθώς εξυπηρετεί τις δικές τους προθέσεις για πλήρη έλεγχο της Κύπρου.
Επανέρχονται οι απειλές πολέμου
Αν η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας είναι υποχρεωμένη να αποδεχθεί τα τετελεσμένα της Exxon, είναι ταυτόχρονα αποφασισμένη να εντείνει τις πιέσεις και τις απειλές σε βάρος της Αθήνας και Λευκωσίας. Η διευθέτηση των εκκρεμών προβλημάτων, ο καθορισμός υφαλοκρηπίδας και η ανακήρυξη ΑΟΖ σε Αιγαίο και Μεσόγειο, εκτιμά η Άγκυρα, θα είναι πιο κοντά στις δικές της επιδιώξεις αν γίνει υπό το καθεστώς εκβιαστικών διμερών διαπραγματεύσεων. Η Τουρκία αξιολογεί την υποχωρητικότητα και την πολιτική κατευνασμού της επιθετικότητάς της από την Ελλάδα όπως και την αντίστοιχη κυπριακή στάση στο Κυπριακό, ως επιβεβαίωση της πολιτικής της. Εκτιμά ότι Ελλάδα και Κύπρος είναι αποδυναμωμένες οικονομικά, ανίσχυρες στρατιωτικά και επαρκώς φοβικές έναντι του ισχυρού τους γείτονα, γεγονός που τη φέρνει σε πλεονεκτική θέση.
Με αυτήν τη λογική αναβαθμίζει τις επιθετικές διπλωματικές δηλώσεις και ταυτόχρονα κλιμακώνει στρατιωτικές ενέργειες σε Αιγαίο, Καστελόριζο και Αν. Μεσόγειο. Διατυπώνει ένα μαξιμαλιστικό σχέδιο διεκδικήσεων πιστεύοντας ότι έτσι θα αποσπάσει τα περισσότερα δυνατά οφέλη. Αμφισβητεί κάθε δικαίωμα οικονομικής εκμετάλλευσης της θαλάσσιας ζώνης νότια της Κρήτης, υποστηρίζοντας ότι τα νησιά δεν δικαιούνται ΑΟΖ και αρνείται τις συμφωνίες για καθορισμό ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας, Αιγύπτου, Λιβύης και Ισραήλ. Παρεμβαίνει δυναμικά και επιδρά καθοριστικά στις συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας για τον καθορισμό του εύρους των χωρικών υδάτων και της ΑΟΖ στο Ιόνιο.
Για το ζήτημα του καθορισμού ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν επιθυμεί προσφυγή στα διεθνή δικαστήρια άλλωστε η ίδια δεν έχει προσυπογράψει τη διεθνή συμφωνία για το Δίκαιο της Θάλασσας. Ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μ. Τσαβούσογλου διερωτάται ενώπιον του τουρκικού κοινοβουλίου: «Αυτό το ζήτημα (σ.σ. υφαλοκρηπίδας και των χωρικών υδάτων) θα το λύσουμε με την Ελλάδα μέσω διπλωματίας ή θα το πάμε στο δικαστήριο; Για μας υπάρχει μια ακόμη επιλογή. Εάν η εθνοσυνέλευση και το κράτος μας αξιολογήσει και εκείνη την επιλογή τότε θα είναι μια μονόπλευρη επιλογή».
Ας αναρωτηθούμε. Ποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη έναντι τέτοιων απειλών; Και κυρίως ποια άλλη χώρα ακούει τέτοιες ωμές απειλές πολέμου και σιωπά εκκωφαντικά;