Όταν η κυβέρνηση υπέγραφε τη Συμφωνία των Πρεσπών δεν εκτιμούσε πόσο δύσκολα θα ολοκληρωθεί η διαδικασία αλλά και πόσο μπορεί να της στοιχίσει. Το βασικό της ενδιαφέρον ήταν με ένα γρήγορο τρόπο να ολοκληρώσει την παραγγελία των ΗΠΑ και της Γερμανίας για ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε.
Τα Σκόπια για πολλοστή φορά επιλέγουν προκλητικά να ανεβάσουν τους τόνους. Από το βήμα της Βουλής των Σκοπίων ο Ζ. Ζάεφ μίλησε ξεκάθαρα για την ύπαρξη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα, ενώ αυτοκριτικά δήλωσε πως, παρά τα 27 χαμένα χρόνια, τώρα θα υπάρχει η δυνατότητα να διδάσκεται η «μακεδονική γλώσσα» και στα ελληνικά σχολεία.
Η συχνότητα και η ένταση με την οποία γίνονται τέτοιες δηλώσεις αποδεικνύουν πόσο διάτρητη, επικίνδυνη αλλά και αδιέξοδη είναι η Συμφωνία των Πρεσπών.
Μετά την παρέμβαση του διαμεσολαβητή Μ. Νίμιτς ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης Τσίπρα έσπευσε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις κάνοντας λόγο για παρερμηνεία των δηλώσεων Ζάεφ. Παρόλα αυτά, την επόμενη μέρα, ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ επανήλθε δηλώνοντας πως: «Είμαστε Μακεδόνες, μιλάμε μακεδονικά και κανείς δεν θα το αμφισβητήσει ξανά αυτό». Και συνέχισε λέγοντας πως «η συμφωνία δίνει απλά ένα γεωγραφικό προσδιορισμό με τη λέξη Βόρεια αλλά παραμένουμε Μακεδονία, δεν υπάρχει άλλη χώρα με αυτό το όνομα, υπάρχει Ελλάδα».
Στάση ένοχης σιωπής και αμηχανίας
Στο διαρκές ανέβασμα των τόνων της ΠΓΔΜ, η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει μια στάση σιωπής και αμηχανίας ελπίζοντας κάθε φορά πως κάποιος από τους «μεγάλους φίλους» θα προσπαθήσει να συμμορφώσει τους αξιωματούχους της ΠΓΔΜ. Η μόνη κίνηση της κυβέρνησης, του ΣΥΡΙΖΑ και των φιλο-κυβερνητικών μέσων είναι να προωθείται το επιχείρημα πως ο Ζ. Ζάεφ αναγκάζεται να ανεβάσει τους τόνους προκειμένου να μπορέσει να περάσει τη συμφωνία από τη χώρα του.
Είναι η διαρκής στάση που κρατάει η περιβόητη «ενεργητική» εξωτερική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, που υποστηρίζει ανιαρά ότι κάθε πρόκληση σε βάρος της χώρας –από το casus belli της Τουρκίας ως τους λεονταρισμούς του Ζάεφ– γίνεται μόνο για «εσωτερική κατανάλωση» και κατά συνέπεια δεν υπάρχει λόγος για αντίδραση. Στην πραγματικότητα με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η διαιώνιση και η κλιμακούμενη ένταση των προκλήσεων.
Η εκκωφαντική σιωπή των κυβερνητικών επιτελείων για τις δηλώσεις Ζάεφ γίνεται ακόμη πιο προκλητική αν σκεφτεί κανείς ότι έρχεται λίγες μέρες αφότου εξαπολύθηκε δριμεία επίθεση απέναντι στις μαθητικές καταλήψεις που εναντιώνονταν στην Συμφωνία των Πρεσπών
Η εκκωφαντική σιωπή των κυβερνητικών επιτελείων γίνεται ακόμη πιο προκλητική αν σκεφτεί κανείς ότι έρχεται λίγες μέρες αφότου εξαπολύθηκε δριμεία επίθεση απέναντι στις μαθητικές καταλήψεις που εναντιώνονταν στην συμφωνία των Πρεσπών. Σε αυτή την περίπτωση ήταν λαλίστατα τα κυβερνητικά στελέχη και δεν δίστασαν να χαρακτηρίσουν τους μαθητές «φασίστες και ακροδεξιούς» που καθοδηγούνται από τη Χρυσή Αυγή. Φυσικά την ίδια στάση κράτησε σύσσωμο το λεγόμενο δημοκρατικό τόξο, από πολιτικά κόμματα μέχρι ΜΜΕ.
Οι χλιαρές δηλώσεις του Προκόπη Παυλόπουλου ή οι κατευναστικές ατάκες του Γιώργου Κατρούγκαλου προφανώς και δεν μπορούν να μετρηθούν ως απάντηση στις προκλήσεις Ζάεφ. Πόσο δε μάλλον οι δηλώσεις του Π. Καμμένου και των ΑΝΕΛ, που αποσκοπούν αποκλειστικά στην εκλογική τους διάσωση.
Η πίεση προς την κυβέρνηση μεγαλώνει και θα συνεχίσει να μεγαλώνει καθώς η Συμφωνία των Πρεσπών δείχνει τα όρια της όσο εξελίσσονται οι διεργασίες για τη συνταγματική αναθεώρηση στη Βουλή της ΠΓΔΜ. Χαρακτηριστικό είναι πως το μαξιλάρι του Ποταμιού αρχίζει να δείχνει αβέβαιο, αφού μετά τις δηλώσεις του Ζάεφ –και σε συνάρτηση με την εξομάλυνση των σχέσεων Μητσοτάκη-Θεοδωράκη– δεν είναι δεδομένη η στάση που θα κρατήσει όταν το θέμα έρθει στην ελληνική βουλή. Σε αυτή τη φάση και υπό το βάρος των νέων εξελίξεων βολιδοσκοπούνται εκ νέου οι «ανεξάρτητοι» βουλευτές ώστε από τις τάξεις του να βρεθούν οι «πρόθυμοι» που θα στηρίξουν με την ψήφο τους την συμφωνία. Οι εμπλοκές και οι κίνδυνοι στην εσωτερική πολιτική σκηνή συναντιούνται με τις ασφυκτικές πιέσεις των ΗΠΑ να κλείσει με την σημερινή κυβέρνηση η Συμφωνία των Πρεσπών και συμπιέζουν το διαθέσιμο πολιτικό χρόνο επαναφέροντας την συζήτηση των πρόωρων εκλογών. Η σπαζοκεφαλιά δεν θα αργήσει να λυθεί. Οι συνέπειές της όμως για το ΣΥΡΙΖΑ και τους «προθύμους» των Πρεσπών δεν προβλέπεται ανώδυνη…