Φίλες και φίλοι, εσείς που αγωνιστήκατε σ’ αυτά τα μέρη κι εσείς που μεγαλώσατε στην Πολωνία, ανταποκρινόμενος στην πρόσκλησή σας, θα μιλήσω γι’ αυτά που ζήσατε με αναφορές σ’ αυτά που έχω μάθει από την πολύχρονη σχέση μας.
Μια από τις εύλογες κριτικές είναι ότι δεν έπρεπε να γίνει ο λεγόμενος εμφύλιος. Υπέρ αυτής της άποψης είναι εύκολο κατ’ αρχήν να συνηγορήσει κανείς. Γιατί, κάθε πόλεμος είναι φρικτός. Αλλά για να τοποθετηθεί κανείς πάνω σ’ αυτό, είναι απαραίτητο να ξεκαθαρίσει πώς και γιατί οδηγηθήκαμε στον εμφύλιο.
Στα χρόνια που ακολούθησαν νομιμοποιήθηκε η άποψη του νικητή που ανεμπόδιστα επέρριψε όλες τις ευθύνες στους ηττημένους ενοχοποιώντας και στιγματίζοντας για μια μεγάλη περίοδο τους γονείς και τους παππούδες σας. Αφού σε νεκρούς και ζωντανούς αποδόθηκε ο χαρακτηρισμός του συμμορίτη, του κατασκόπου, του πράκτορα ξένων δυνάμεων, του προδότη, του εχθρού της Ελλάδας. Αλλά, εσείς, εσείς γνωρίζετε ότι οι δικοί σας δεν αγάπησαν τίποτα άλλο περισσότερο από την Ελλάδα. Όχι μόνο γιατί πάντοτε εύχονταν «και του χρόνου στην πατρίδα», αλλά γιατί ό,τι έκαναν στις φιλοξενούσες χώρες για να σας μεγαλώσουν και διαπαιδαγωγήσουν, σχετιζόταν με την Ελλάδα, από τη γλώσσα που δεν χάσατε, τα τραγούδια και τους χορούς που μαθαίνατε, τις εθνικές γιορτές που τιμούσατε πανηγυρικά, αλλά και την καταπίεση που δεχόσασταν να μην παντρευτείτε με αλλοεθνείς για να μην χάσετε την εθνική σας ταυτότητα και τον πολιτισμό!
Κι αυτά πού συνέβαιναν; Στις σοσιαλιστικές χώρες που για πολλούς ήταν οι ιδανικές πολιτείες, ήταν το ζητούμενο, ήταν αυτό για το οποίο έγιναν πελώριες θυσίες. Πολιτείες που πρόσφεραν στους ξεριζωμένους από τα ελληνικά χωριά μια ποιότητα ζωής πρωτόγνωρη για τον φτωχό αγροτικό κόσμο της Ελλάδας. Επειδή μεγαλώσατε στην Πολωνία, ίσως σας διαφεύγει ότι τα χωριά γύρω από την Τρίπολη, στην Αρκαδία, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα της υπαίθρου, δεν είχαν ηλεκτρικό ρεύμα μέχρι το 1970! Άρα δεν είχαμε στα χωριά μας ηλεκτρικό φως, ούτε ραδιόφωνο. Τα χειροκίνητα γραμμόφωνα ήταν ακόμα σε χρήση στα καφενεία με τους δίσκους 78 στροφών μέχρι τη δεκαετία του 1970, ενώ αυτά είχαν ήδη γίνει αντίκες στην Ευρώπη, τη δυτική και την ανατολική!
Στο Κροστσένκο, όμως, είχατε ρεύμα στα σπίτια και στο σχολείο. Και κάνατε διακοπές. Ελάχιστοι εργαζόμενοι κι ακόμα λιγότερα παιδιά έκαναν διακοπές στην Ελλάδα στη δεκαετία του ‘50∙ οι διακοπές ήταν λέξη που την ήξεραν μόνον οι εύποροι. Εσείς μπορούσατε να σπουδάσετε δωρεάν, κι ας ήσασταν ξένοι, ενώ στην Ελλάδα, κι όταν καθιερώθηκε η δωρεάν παιδεία στη δεκαετία του 1960, οι φτωχές οικογένειες στέναζαν για να πληρώσουν τα φροντιστήρια που ήταν απαραίτητα για να μπει κανείς στο πανεπιστήμιο.
Η μεταχείριση που επιφύλαξε σε μας το ελληνικό κράτος όταν από την Κωνσταντινούπολη εγκατασταθήκαμε στην Αθήνα μετά το πογκρόμ του 1955, δεν ήταν τόσο καλή. Εμείς γίναμε δεκτοί σαν ξένοι με προσωρινή άδεια παραμονής, που ανανέωνε η μητέρα μας κάθε έξι μήνες περιμένοντας στην ουρά στο Κέντρο Αλλοδαπών. Επί τριάντα χρόνια ήμουν χωρίς υπηκοότητα και χωρίς ελληνική ταυτότητα κι ας είχα εντωμεταξύ τελειώσει το πανεπιστήμιο, κι ας είχα αποκτήσει και την ιδιότητα του δικηγόρου.
Άξιοι
Ναι, το λέω με μεγάλη βεβαιότητα. Οι γονείς σας και οι παππούδες σας ήταν οι καλύτεροι Έλληνες. Να είστε περήφανοι. Δεν ήταν εύκολοι Έλληνες. Δεν ήταν του συρμού. Δεν ήταν βολεψάκηδες. Έκαναν ανδραγαθήματα που δύσκολα μπορώ να φανταστώ ότι θα τα έκανα. Φυλάω τις καταγεγραμμένες συνομιλίες μας σαν κόρη οφθαλμού. Ακόμα κι αυτοί που απογοητεύτηκαν από την πορεία των πραγμάτων, είχαν μέσα τους την αίσθηση του δικαίου, ήξεραν ότι δεν άφησαν τα σπίτια τους και τα χωριά τους για να καταλάβουν παλάτια, να γίνουν αυτοί τα αφεντικά των υποτελών. Δεν ταλαιπωρήθηκαν στα βουνά, τις σπηλιές και τις χαράδρες για πλούτη και πολυτέλειες. Ακόμα κι αυτοί που βρέθηκαν στα χαρακώματα χωρίς καλά-καλά να το έχουν συνειδητοποιήσει, απέκτησαν την αίσθηση της ιερότητας του σκοπού και ευαισθητοποιήθηκαν από τους συμπολεμιστές τους, από την ανιδιοτέλεια και το θάρρος τους, από το σθένος και την αυτοθυσία τους.
Γιατί αυτές είναι οι σπάνιες στιγμές στη ζωή ενός ανθρώπου που θα δοκιμαστεί σκληρά, και μέσα απ’ αυτές τις δοκιμασίες θα εξαγνιστεί, θα γίνει -έστω πρόσκαιρα- άγιος. Που τίποτα ταπεινό δεν χωράει μέσα του. Που σηκώνει αγόγγυστα τον διπλανό του που έχει τραυματιστεί και τον μεταφέρει στους ώμους με κίνδυνο να καεί κι ο ίδιος από τις εμπρηστικές βόμβες που ρίχνουν τα αμερικάνικα αεροπλάνα στο Γράμμο και το Βίτσι.
Μπορεί να μην είχαν διαβάσει Μαρξ και Λένιν, πολλοί δεν ήξεραν καν γράμματα, αλλά τους αρκούσε το σύνθημα του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, για μια Ελλάδα λεύτερη, ανεξάρτητη, δημοκρατική, της δουλειάς, της δικαιοσύνης και της μόρφωσης για τα παιδιά τους. Σ’ αυτό συνοψίζονται όλα τα βιβλία. Όπως συνοψίζεται η Γαλλική Επανάσταση στο «Ελευθερία, Αδελφότητα, Ισότητα», ο αγώνας του 1821 στο «Ελευθερία ή Θάνατος», των αρχαίων προγόνων μας στο «Μολών λαβέ», αλλά και του Χριστού στο «Αγαπάτε αλλήλους».
Ακόμα κι αυτοί που δεν άντεξαν στις κακουχίες και τους διωγμούς, ακόμα κι αυτοί που μετάνιωσαν απογοητευμένοι, ακόμα κι αυτοί που κάποια στιγμή διαφώνησαν και αποσύρθηκαν, έχουν τα δίκια τους. Γιατί όταν κανείς ξεκινάει μια προσπάθεια, ένα αγώνα για κάτι καλύτερο, για κάτι ανώτερο, για κάτι ωραιότερο, είναι αδύνατο να προβλέψει μέχρι το τέλος την έκβαση της προσπάθειάς του. Αν ίσχυε αυτό, δεν θα παντρευόμασταν καν αφού οι μισοί χωρίζουμε. (γέλια) Όποιος θέλει τις απόλυτες σιγουριές, το πιθανότερο είναι να μην τολμήσει τίποτα στη ζωή του. Το οποίο κι αυτό είναι θεμιτό, αλλά εάν το εφάρμοζαν όλοι, η ανθρωπότητα θα ήταν ακόμα στη λίθινη εποχή.
Νέοι κατακτητές
Πρέπει να δούμε νηφάλια ποιο ήταν το κλίμα εκείνης της εποχής. Ποιες ήταν οι συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων και ποια ήταν η κατάσταση παγκοσμίως.
Ο εμφύλιος δεν έγινε επειδή κάποιος από τους ηττημένους το ήθελε σώνει και καλά. Ποιος άνθρωπος που αγαπάει τη ζωή και την ειρήνη επιθυμεί έναν εμφύλιο; Αλλά όταν απελευθερώθηκε η Ελλάδα από τους Γερμανούς, η αποδοχή του ΕΑΜ που ήταν σχεδόν καθολική, δεν έγινε σεβαστή από τους συμμάχους που έβλεπαν την Ελλάδα σαν ιδιοκτησία τους.
Οι Άγγλοι εισβάλανε στην Ελλάδα, μία βδομάδα μετά την απελευθέρωση! Αποσπάσανε στρατιωτικές δυνάμεις από τα κύρια μέτωπα όπου μαινόταν ακόμα ο πόλεμος εναντίον των γερμανικών δυνάμεων σε όλη την Ευρώπη∙ ήθελαν να επιβληθούν στην Ελλάδα πριν καν τελειώσει ο πόλεμος! Είναι ουσιαστικά η στιγμή της έναρξης του εμφυλίου πολέμου. Γιατί οι Άγγλοι αποβιβάζονται εσπευσμένα στην Ελλάδα, αφού ο εχθρός έχει αποχωρήσει οριστικά; Και γιατί οι Άγγλοι οργανώνουν τα Δεκεμβριανά και βομβαρδίζουν την Αθήνα από την Ακρόπολη (!) ενώ καμία απόπειρα για μονομερή κατάληψη της εξουσίας δεν έχει γίνει από την Αριστερά; Για τους Άγγλους, και αργότερα τους Αμερικάνους, η Ελλάδα ήταν ένα λάφυρο του πολέμου.
Ηττημένες οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ παραδίδουν τα όπλα με τη συμφωνία της Βάρκιζας, ενώ έχουν ισχυρές δυνάμεις σε όλη τη χώρα για να συνεχίσουν να προβάλλουν αντίσταση στην καθυπόταξή τους από τους Εγγλέζους. Κάνουν άλλο ένα βήμα υποχώρησης για να βρεθεί μια συναινετική λύση με τους Βρετανούς και τους εντόπιους συνεργάτες τους που οι περισσότεροι ζούσαν στο εξωτερικό στα χρόνια της γερμανικής κατοχής. Κι ενώ τηρούν τα συμφωνηθέντα, τι κάνει η βρετανική πλευρά; Θέτει υπό την προστασία της και αναθέτει καθήκοντα εκκαθαρίσεων των πατριωτικών δυνάμεων στους δωσίλογους και τους ταγματασφαλίτες! Εξοπλίζει τους συνεργάτες των Γερμανών και τους αφήνει ελεύθερους να εξαπολύσουν κύμα τρομοκρατίας σε όλη τη χώρα υπό την κάλυψη της εγκάθετης εξουσίας.
Θα έχετε ακούσει για τη «λευκή τρομοκρατία» κατά των δημοκρατικών πολιτών. Δεν μιλάμε για αγριότητες εν καιρώ πολέμου, που κι αυτές έχουν ένα όριο. Γι’ αυτό καταδικάζουμε με ιδιαίτερη απέχθεια τις γενοκτονίες, τους βιασμούς, τους ακρωτηριασμούς και τα βασανιστήρια. Η «λευκή τρομοκρατία» είναι ακριβώς αυτή η υπέρβαση των ορίων και, μάλιστα, κάτι που είναι εξόχως επιβαρυντικό, εν καιρώ ειρήνης, όταν γίνεται προσπάθεια εξομάλυνσης του μεταπολεμικού βίου κι αναζητούνται λύσεις σε δύσκολα προβλήματα. Η γραμμή των Βρετανών είναι να εξουδετερωθούν δια της βίας όσοι επιμένουν στη γραμμή της ανεξάρτητης και αυτοδιοικούμενης Ελλάδας. Να βγουν εκτός της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων.
Τρομοκρατία και εξέγερση
Οι αγωνιστές του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ και του ΕΛΑΣ, τα μέλη του ΚΚΕ και όσοι χαρακτηρίζονταν ως συμπαθούντες διώκονταν από τους παρακρατικούς εγκληματίες που υπηρετώντας πλέον τους Βρετανούς, εκδικούνταν τους αντιφασίστες αγωνιστές, ενώ απαλλάσσονταν από τα εγκλήματα που είχαν διαπράξει επί Κατοχής και νομιμοποιούνταν από το καθεστώς που είχαν επιβάλλει οι Άγγλοι. Στη συνέχεια, πολλοί απ’ αυτούς κατέλαβαν σημαντικά πόστα στο μεταπολεμικό κράτος.
Δύο απτά παραδείγματα για τη «λευκή τρομοκρατία»:
Το πρώτο: 8.500 Σλαβοκαμεδόνες, γηγενείς, αναγκάστηκαν να φύγουν από τα μέρη τους, αμέσως μετά τα Δεκεμβριανά. Γιατί οι παρακρατικοί που είχαν επιστρατευτεί για να κυνηγάνε τους κομμουνιστές και τους συμπαθούντες, κυνηγούσαν και τους Σλαβομακεδόνες, τους απλούς ανθρώπους στα χωριά. Μέχρι το 1950, αναγκάστηκαν 22-25 χιλιάδες Σλαβομακεδόνες να πάνε βόρεια, στη Γιουγκοσλαβία οι περισσότεροι, για να γλιτώσουν.
Το δεύτερο: Στην αρχή του 1945, δεκάδες διανοούμενοι, από τα καλύτερα μυαλά του τόπου, φορτώθηκαν στο πλοίο «Ματαρόα», με πρωτοβουλία της γαλλικής πρεσβείας της Αθήνας και του Οκτάβιου Μερλιέ και μεταφέρθηκαν στη Γαλλία για να μην κατασφαγούν! Ανάμεσά τους ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο Κώστας Αξελός και ο Κώστας Παπαϊωάννου, τρεις πολύ σημαντικοί στοχαστές του 20ου αιώνα. Και άλλοι παγκόσμιας εμβέλειας καλλιτέχνες και πανεπιστημιακοί, όπως ο συνθέτης Ιάννης Ξενάκης, ο γλύπτης Μέμος Μακρής, ο φιλόλογος Εμμανουήλ Κριαράς, ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος κ.ά. Γιατί φυγαδεύτηκαν αυτοί οι άνθρωποι που τους χρειαζόταν η Ελλάδα; Ποιος τους απειλούσε; Και βέβαια, αυτοί ήταν τυχεροί. Σώθηκαν. Τους απλούς ανθρώπους, τους απροσκύνητους, που τους έκαιγαν τα σπίτια και τους έκοβαν τα κεφάλια, ποιος θα τους υπερασπιζόταν;
Πρέπει επίσης να δούμε ότι όλη η ανθρωπότητα ήταν ξεσηκωμένη. Νικήθηκαν οι Γερμανοί στη Δύση και οι Γιαπωνέζοι στην Ανατολή, αλλά οι Άγγλοι, οι Γάλλοι και οι Αμερικάνοι εμπόδιζαν τους λαούς ν’ αποκτήσουν την εθνική τους ανεξαρτησία. Εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι ήταν ξεσηκωμένοι, από την Κίνα, την Ινδία και το Βιετνάμ μέχρι την Αίγυπτο, την Αλγερία, την Ελλάδα και την Κύπρο! Κι έχει σημασία αυτό. Γιατί ηρωποιήθηκε η ΕΟΚΑ στην Κύπρο, αλλά στιγματίσθηκε ο Δημοκρατικός Στρατός στην Ελλάδα ενώ έχουν κοινό παρονομαστή: πολεμούσαν τους Εγγλέζους για την ανεξαρτησία της Ελλάδας και της Κύπρου. Ο Άρης Βελουχιώτης και ο Νίκος Μπελογιάννης είναι στο πάνθεον των ηρώων μαζί με τον Αυξεντίου, τον Καραολή και τον Δημητρίου!
Μετεμφυλιακή Ελλάδα
Την ώρα που οι πολιτικοί πρόσφυγες ξαναφτιάχναν τη ζωή τους σε ξένη γη, αυτοί που έμειναν πίσω περνούσαν από εικονικές και συνοπτικές δίκες και εκτελούνταν κατά δεκάδες. Χιλιάδες άλλοι βασανίζονταν, φυλακίζονταν και εξορίζονταν. Στη δεκαετία του 1950 που γεννηθήκατε πολλοί από σας, οι φυλακές και τα νησιά ήταν γεμάτα από αγωνιστές κι από μανάδες με μικρά παιδιά. Λαμπρά μυαλά, όπως ο Γιάννης Ρίτσος, ο Ευτύχης Μπιτσάκης και αμέτρητοι άλλοι σπουδαίοι καλλιτέχνες, συγγραφείς, ηθοποιοί, ζωγράφοι και εκπαιδευτικοί, μαζί με χιλιάδες άλλους αγωνιστές, ζούσαν για χρόνια σε άθλια κελιά στις φυλακές ή σε αντίσκηνα με συρματοπλέγματα στη Μακρόνησο, τη Γυάρο, την Ικαρία, το Τρίκερι κι αλλού. Ο συγγραφέας Χρόνης Μίσσιος ήταν έγκλειστος επί 21 ολόκληρα χρόνια, από 17 ετών. Ο Μπελογιάννης εκτελέστηκε ως κατάσκοπος το 1952 μαζί με τους συντρόφους του και ο Μανώλης Γλέζος καταδικάστηκε το 1960. Οι Έλληνες πατριώτες ήταν νεκροί, εξόριστοι ή φυλακισμένοι. Οι τελευταίοι βγήκαν από τις φυλακές ή γύρισαν από τις εξορίες το 1974, όταν πολλοί από σας ήσασταν ήδη 25 χρονών. Για ποια δημοκρατία μιλάμε, όταν και για να πάρεις άδεια οδήγησης αυτοκινήτου χρειαζόσουν πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων; Ακόμα κι ο δημοφιλής Καζαντζίδης, επειδή «διετήρει ερωτικάς σχέσεις μετά κομμουνίστριας» δεν μπορούσε να πάρει άδεια οδήγησης μέχρι το 1961!
[…] Ο πατέρας μου δεν ασχολιόταν με την πολιτική. Προσπαθούσε να διασώσει την οικογένειά του από ένα υπόγειο στην πλατεία Αμερικής. Όμως, κι αυτός ο φιλήσυχος και μετριοπαθής άνθρωπος, έπαιρνε Τα Νέα, μια κεντρώα εφημερίδα, διπλωμένη στα τέσσερα από τον περιπτερά και την έκρυβε στη μέσα τσέπη του σακακιού του για να μην χαρακτηριστεί κομμουνιστής ή συνοδοιπόρος από τους χαφιέδες.
Τα λέω αυτά για να μην ωραιοποιούμε τη ζωή στην Ελλάδα για τρεις δεκαετίες μετά τον πόλεμο. Η πολιτική κατάσταση ήταν τραγική. Οι φυλακές ήταν γεμάτες και στις εκλογές ψήφιζαν ακόμα και τα δέντρα.
Φιλοξενία
Εσείς ξέρετε πόσες χιλιάδες αγωνιστές φιλοξενήθηκαν στο νοσοκομείο που έφτιαξαν οι Πολωνοί για τους Έλληνες, με χίλια άτομα προσωπικό! Μέσα σ’ ένα μήνα, στο «250», στο Βόλιν, έγιναν 300 χειρουργικές επεμβάσεις, με μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας. Έγιναν επίσης 12.270 φυσιοθεραπευτικές αγωγές και 7.785 ακτινογραφίες. Μόνο 27 κατέληξαν στο νεκροταφείο του νοσοκομείου. Και 3.200 παιδιά φιλοξενήθηκαν σε πολυτελή θέρετρα που είχαν κατασκευαστεί για πλούσιους Γερμανούς παραθεριστές. Και ξέρετε ότι στο εργοστάσιο ΔΕΛΤΑ, 300 πρόσφυγες με ειδικές ανάγκες είχαν εργασία. Μόνο στο Ζγκοζέλετς, διατέθηκαν 200 σπίτια για τους δικούς μας πρόσφυγες. Στην Πολωνία, την ολοκληρωτικά κατεστραμμένη, με έξι εκατομμύρια νεκρούς στον πόλεμο.
Το 1972, πάνω από είκοσι χρόνια μετά, σε ένα «γκάστχαουζ» στη Στουτγάρδη που φιλοξενήθηκα, οι Έλληνες εργάτες έμεναν σε δωμάτια που είχαν κοινή κουζίνα και τουαλέτα στον όροφο∙ χώραγε μόνο ένα κρεβάτι για δύο και μια συσκευή τηλεόρασης σε ένα ράφι στον τοίχο. Έτσι τακτοποιούσαν οι Γερμανοί, στη δεκαετία του ’60 και του ’70, τους Έλληνες και τους άλλους εργάτες που συμμετείχαν στην ανοικοδόμηση της χώρας τους.
Ωραίοι άνθρωποι
Στην ιστορία σας με ενέταξε η παρέα που μαζευόταν στο «Δίπορτο», την πολωνέζικη ταβέρνα του Βαγγέλη, του Βόιτεκ, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Και με τον Βαγγέλη γυρίσαμε την Πολωνία και κάναμε τις καταγραφές.
Στο Κροστσένκο, μου έκανε μεγάλη εντύπωση πώς αυτοί οι ταλαιπωρημένοι, σωματικά και ψυχολογικά τσακισμένοι, ηττημένοι και ξεριζωμένοι άνθρωποι κατάφεραν σε μια άγνωστη χώρα, να στεριώσουν και να οργανώσουν με αξιοθαύμαστο τρόπο τη ζωή τους.
Αυτοί οι απλοί χωριάτες, που γνωρίστηκαν στην Πολωνία και δεν μιλούσαν καν την ίδια γλώσσα μεταξύ τους, από διαφορετικά μέρη και χωριά, χωρίς ένα δεύτερο παντελόνι, μπόρεσαν πολύ γρήγορα να δημιουργήσουν μια λειτουργική τοπική κοινωνία, να σμίξουν, να κάνουν οικογένειες, να γεννήσουν παιδιά, να φτιάξουν μια βιώσιμη οικονομική μονάδα με συνεταιρισμούς και να δώσουν ζωή σε μια εγκαταλειμμένη ακριτική περιοχή της Πολωνίας, στην ερημιά χωρίς υποδομές. Όπου κι αν είχαν εγκατασταθεί, είχαν καταφέρει, χωρίς καν να μιλούν πολωνέζικα, να προσαρμοστούν και να διαπρέψουν συμβάλλοντας στην ανασυγκρότηση της Πολωνίας και στο μεγάλωμα των δικών τους παιδιών με αγάπη, αξιοπρέπεια και μόρφωση. […] Είναι δε αξιοσημείωτο ότι σχεδόν το 40% των προσφύγων ήταν γυναίκες, οι οποίες έπαιξαν ένα πρωταγωνιστικό ρόλο σ’ αυτό το θαύμα που αναγνωρίζουν οι ίδιοι οι Πολωνοί.
Θυμάμαι τον Ταρσούδη με τη γυναίκα του, να μου μιλάει στηριγμένος στη γκλίτσα του με φόντο τα πρόβατα που έβοσκαν στο λιβάδι∙ θυμάμαι τη Βαγγελίτσα που μου τραγούδησε ένα πατριωτικό τραγούδι ανεβασμένη στη σκηνή του Πολιτιστικού Κέντρου στο Κροστσένκο∙ θυμάμαι τον Σταύρο που προσπαθούσε να σκάψει ένα λάκκο για να φτιάξει μια μικρή πισίνα στο οικόπεδο του σπιτιού του και το Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού με τόσο πολύ κόσμο στο Ζγκοζέλετς∙ θυμάμαι τον Ηλία Βράζα, στοχαστικό, που μας φιλοξένησε στο σπίτι του, να συζητάμε σ’ ένα καφενείο στο Βρότσλαβ, όπως και την αδερφή του Βόιτεκ, τη Νίκη, που δούλευε σε ένα εργοστάσιο και μας κοίμισε στο μικρό διαμέρισμά της στην Κρακοβία∙ θυμάμαι όλους τους μαχητές του ΔΣΕ που μου έδειχναν τις λιγοστές φωτογραφίες που είχαν από το αντάρτικο. Θυμάμαι και τους συντρόφους Σλαβομακεδόνες που δεν τους επέτρεπαν να γυρίσουν στην Ελλάδα, ούτε καν να επισκεφτούν τα χωριά τους, και μου ζητούσαν με λαχτάρα να μεταφέρω κι εγώ το δίκαιο αίτημα τους στους Έλληνες πολιτικούς! Θυμάμαι τους νέους που μιλούσαν για τα χορευτικά και τα ποπ συγκροτήματα που είχαν, θυμάμαι και πολλούς Πολωνούς που με αγάπη βίωσαν την αναπάντεχη ελληνική παρουσία στην Πολωνία. Ευτυχώς, όλα αυτά έχουν καταγραφεί με εικόνες και ήχους, δημιουργώντας τουλάχιστον ένα αρχείο για το πέρασμα των Ελλήνων από την Πολωνία. Ένα πέρασμα που μόνο θετικά ίχνη έχει αφήσει. Φίλες και φίλοι, ποτέ να μην ξεχνάτε ότι αποτελείτε ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής και ευρωπαϊκής Ιστορίας. Και οι επόμενες γενιές πρέπει να μάθουν ότι οι γονείς σας κι εσείς δεν ήσασταν μέρος του ελληνικού προβλήματος, αλλά ήσασταν μέρος της λύσης του ελληνικού προβλήματος. Σας ευχαριστώ πολύ.