Αυξημένο ενεργειακό κόστος και απώλεια της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, υψηλός πληθωρισμός, μείωση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης και σημαντικοί κραδασμοί του χρηματοπιστωτικού τομέα: αυτές είναι οι ορατές πλευρές των συνεπειών της επιλογής των κρατών μελών της Ε.Ε. να συνταχθούν, έναντι μελλοντικών ανταλλαγμάτων, με την πολιτική των ΗΠΑ στην προσπάθεια εξάντλησης και συντριβής της Ρωσίας στον –όλο και πιο επικίνδυνα κλιμακούμενο– πόλεμο στην Ουκρανία. Δίπλα σε αυτά, σε μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες εμφανίζεται έντονη κοινωνική δυσαρέσκεια αλλά και μεγάλα απεργιακά κύματα, δημιουργώντας νέα δεδομένα στην πολιτική σκηνή τους, και αυξάνοντας την πιθανότητα μεγάλων πολιτικών και κοινωνικών κρίσεων.
Ήδη έχουμε μπει σε μια άλλη εποχή. Οι σχέσεις Ευρώπης-Ρωσίας έχουν διαταραχθεί βαρύτατα, και τίποτα δεν προμηνύει επιστροφή στην προτεραία κατάσταση – με ό,τι αυτό σημαίνει οικονομικά και πολιτικά. Ο κίνδυνος να γενικευθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία και να επεκταθεί, για τρίτη φορά, στο έδαφος ολόκληρης της Ηπείρου στοιχειώνει τις σκέψεις ενός όλο και μεγαλύτερου τμήματος των πολιτών της. Από την άλλη πλευρά, οι ηγεσίες των κρατών μελών της Ε.Ε., αν και προς το παρόν δείχνουν ένα αρραγές μέτωπο με τις ΗΠΑ, δεν κρύβουν την ανησυχία τους για τις συνέπειες των αμερικάνικων γεωπολιτικών σχεδιασμών. Και η ανησυχία γίνεται εφιάλτης όταν συνειδητοποιούν ότι οι ΗΠΑ απλώνουν προκλητικά την επιθετική τους στάση απέναντι και στην Κίνα, άλλοτε υποδαυλίζοντας την ένταση στην Ταϊβάν και άλλοτε απειλώντας με κυρώσεις και το Πεκίνο.
Είναι ικανό το Παρίσι;
Μέσα σε αυτό το κλίμα και ενώπιον αυτών των κινδύνων πραγματοποιήθηκε το ταξίδι του Μακρόν στη Κίνα και η συνάντηση του με τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ*. Για να είμαστε ακριβείς, ο πρόεδρος της Γαλλίας δεν είναι ο πρώτος Ευρωπαίος επίσημος που επισκέπτεται το Πεκίνο. Είχε προηγηθεί το ταξίδι του Γερμανού καγκελάριου Σολτς τον Νοέμβριο 2022, η επίσκεψη του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Μισέλ τον περασμένο Δεκέμβριο και, πιο πρόσφατα, του Ισπανού πρωθυπουργού Σάντσεθ – ο οποίος υποστήριξε τον ενεργό ρόλο της Κίνας στην ειρήνευση στην Ουκρανία.
Ο Γάλλος πρόεδρος, σε αντίθεση με τους προηγούμενους, ταξίδεψε στην Κίνα συνοδευόμενος από την πρόεδρο της Επιτροπής της Ε.Ε. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, γνωστή για την ακραία υποστήριξη των επιλογών των ΗΠΑ. Όχι τυχαία, πριν το ταξίδι ο Μακρόν συνομίλησε με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπάιντεν για την παροχή των αναγκαίων διαβεβαιώσεων, καθώς νωρίτερα είχε δηλώσει τη γαλλική διαφοροποίηση στην ακραία στάση της Ουάσιγκτον εναντίον του Πεκίνου ως μη συμφέρουσα την ευρωπαϊκή οικονομία. Σε αυτό το πλαίσιο, κυβερνητικός αξιωματούχος στο Παρίσι δήλωνε καθησυχαστικά: «Είμαστε σύμμαχοι των ΗΠΑ. Δεν πρέπει να τηρούμε ίσες αποστάσεις μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον. Οι θέσεις μας για την Κίνα διαφέρουν με αυτές της Ουάσιγκτον, επειδή απλά δεν έχουμε τα ίδια συμφέροντα».
Σκοπός της επίσκεψης Μακρόν στη Κίνα ήταν η «άσκηση πίεσης» στο Σι να μεσολαβήσει για την άμεση ειρήνευση στην Ουκρανία, και παράλληλα η υπογραφή μιας μεγάλης συμφωνίας πώλησης 160 αεροσκαφών Airbus, αξίας 36 δισεκατομμυρίων ευρώ… «Γνωρίζω ότι μπορώ να υπολογίζω σε εσάς για την επιστροφή της Ρωσίας στη λογική, και όλων των πλευρών στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», είπε ο Γάλλος πρόεδρος στον Κινέζο ομόλογό του, μόλις συναντήθηκαν. Παραμένει βέβαια άγνωστο πώς δικαιολόγησε αυτή τη βεβαιότητα όταν η Γαλλία εμφανίζεται υπέρμαχος του αδιάλειπτου εξοπλισμού της Ουκρανίας με ΝΑΤΟϊκά όπλα, ανάμεσα τους και αρκετά υπερσύγχρονα γαλλικά οπλικά συστήματα. Παραμένει επίσης άγνωστο πώς δικαιολόγησε την απόρριψη από τη Δύση του ήδη ανακοινωθέντος κινεζικού σχεδίου για κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία και άμεση έναρξη διαπραγματεύσεων.
Είναι βέβαιο ότι η κινεζική ηγεσία δεν στάθηκε πεισματικά στην ανάδειξη των γαλλικών αντιφάσεων. Γνωρίζοντας ότι η Γαλλία αποτελεί μια σημαντική ευρωπαϊκή δύναμη, ανίσχυρη όμως –όπως άλλωστε και ο ίδιος ο Μακρόν– να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στην αποτροπή των αμερικάνικων επιλογών, ή έστω να επιδιώξει την αλλαγή στάσης της Ε.Ε., αξιοποίησε την ευκαιρία για να προβάλει τις ιδιαίτερες θέσεις της.
Κοινές αποφάσεις με άρωμα Κίνας
Είναι γνωστό ότι η επιλογή της Κίνας δεν είναι μια άμεση σύγκρουση σε όλα τα πεδία με τη Δύση. Στρατηγικό της στόχο αποτελεί το κέρδισμα χρόνου, η οικονομική και στρατιωτική ενδυνάμωση, το άπλωμα της επιρροής της στον πλανήτη με στήριγμα μια παγκοσμιοποίηση των παγκόσμιων συναλλαγών, η οποία με τη σειρά της θα είναι βασισμένη σε μια «πολυμέρεια» που θα περιορίζει τους καταναγκασμούς που επιβάλλει σήμερα η Δύση. Η επίσκεψη Μακρόν αποτέλεσε ευκαιρία να αναδειχθούν αυτές οι επιλογές της κινεζικής ηγεσίας.
Στα τελικά συμπεράσματα της διμερούς συνάντησης Κίνας-Γαλλίας δεν έγινε καμία ρητή αναφορά στη Ρωσία. Αντίθετα, ο Σι θεώρησε δίκαιη την ανησυχία όλων των κρατών για τους κινδύνους ασφάλειας σε βάρος τους. Καταδίκασε με αποφασιστικότητα την πολιτική των κυρώσεων που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ σε ολόκληρο τον πλανήτη. Και δεσμεύτηκε «να υποστηρίξει κάθε προσπάθεια για την επιστροφή της ειρήνης στην Ουκρανία». Στο τελικό ανακοινωθέν των δύο προέδρων υπάρχει επίσης αναφορά στη δέσμευση των δύο χωρών:
1) να προωθήσουν τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, τον πυρηνικό αφοπλισμό και την ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας,
2) να υποστηρίξουν την αποκατάσταση της ειρήνης στην Ουκρανία βάσει του διεθνούς δικαίου και των αρχών του Χάρτη του ΟΗΕ,
3) να συνεργαστούν για την επίλυση των οικονομικών δυσκολιών των αναπτυσσόμενων οικονομιών και των αναδυόμενων αγορών και, τέλος,
4) να υποστηρίξουν ένα πολυμερές εμπορικό σύστημα βασισμένο σε κανόνες, του οποίου πυρήνας είναι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου.
* Το δίλημμα της Ε.Ε. (φύλλο 632).
Εκνευρισμός στην Ουάσιγκτον
Οι υπερατλαντικές αντιδράσεις δεν άργησαν. Ο ναύαρχος ε.α. Τζον Κίρμπι, πρώην εκπρόσωπος του Πενταγώνου και νυν στρατηγικός συντονιστής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, σχολίασε με νόημα ότι αναμένει την ερμηνεία του Παρισιού για τις «ασαφείς» δηλώσεις Μακρόν, μεταξύ άλλων σχετικά με την Ταϊβάν. Όμως τον τόνο δίνει ο Τραμπ με τη δήλωση «ο Μακρόν γλύφει τον Σι»! Απ’ αυτόν πήραν τη σκυτάλη πολλοί Ρεπουμπλικανοί, που χρησιμοποίησαν σκληρές εκφράσεις για τον Γάλλο πρόεδρο. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα:
– «Εάν η Γαλλία έχει αποφασίσει να εγκαταλείψει τα δημοκρατικά έθνη υπέρ ενός βάναυσου κομμουνιστικού καθεστώτος, όπως δείχνει η προδοσία της δημοκρατικής Ταϊβάν, οι ΗΠΑ πρέπει να επανεκτιμήσουν τη στάση τους απέναντί της» (Κρις Σμιθ, πρόεδρος της επιτροπής του Κογκρέσου για τις σχέσεις με την Κίνα).
– «Ο Μακρόν θέλει οι ΗΠΑ να σώσουν την Ευρώπη από τη ρωσική επιθετικότητα, αλλά προφανώς στέκει ουδέτερος μπροστά στην κινεζική επιθετικότητα στον Ειρηνικό» (Τζον Κόρνιν, γερουσιαστής).
– «Οι δηλώσεις του Μακρόν ήταν επαίσχυντες, και γεωπολιτικά αφελείς» (Μάικ Γκάλαχερ, πρόεδρος της επιτροπής της Βουλής για τις σχέσεις με την Κίνα).
– «Το Κινεζικό Κ.Κ. είναι η σημαντικότερη πρόκληση για την οικονομική μας ασφάλεια και τον τρόπο ζωής μας, και η Γαλλία οφείλει να έχει σαφή θέση γι’ αυτήν την απειλή» (Τοντ Γιανγκ, μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας).
– «Οι απειλές του Κινεζικού Κ.Κ. ενάντια στην Ταϊβάν αυξάνουν τον κίνδυνο για την παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων, και γι’ αυτό οι δηλώσεις του Γάλλου προέδρου είναι αποκαρδιωτικές» (Μάικλ ΜακΚόλ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής).
Αυτή η επιθετική ομοβροντία αποκαλύπτει μια… ιερή οργή για το γεγονός ότι η Γαλλία μοιάζει να «κάνει νερά», μη ευθυγραμμιζόμενη 100% με την αντικινεζική γραμμή και φρασεολογία της Ουάσιγκτον. Απομένει να δούμε ποιος θα αντέξει περισσότερο.