Μόνιμη επιδίωξη του μνημονιακού καθεστώτος είναι να μετατρέψει τον ΣΥΡΙΖΑ σε μέρος του συστημικού κάδρου και κυρίως να απομακρύνει την απειλή ενός ασύμμετρου ξεσπάσματος του λαού και την επανεμφάνιση στο προσκήνιο του λαϊκού παράγοντα.
Σε αυτό το πλαίσιο οι εξετάσεις και οι αξιολογήσεις ενός φορέα κρίνονται στις διακηρύξεις του, στις δεσμεύσεις του, στη στάση του και στην πράξη του.
Από το καλοκαίρι ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να δείξει με κάθε τρόπο πως δεν είναι ένας δαίμονας και ότι ο ίδιος ψάχνει να βρει μια συνεννόηση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο που να θέτει τέρμα στην λιτότητα και να ανοίγει μια σοβαρή διαπραγμάτευση. Ότι δεν είναι κίνδυνος για το σύστημα γενικά αλλά για ορατά κραυγαλέες δυσπλασίες του και ότι δεν θα προβεί σε «μονομερείς ενέργειες».
Οποιαδήποτε δύναμη θεωρητικά ήθελε να δείξει ένα μετριοπαθές πρόσωπο – ακόμα κι αν προεκλογικά ανέβαζε τους τόνους χάριν της ειδικής στιγμής- θα έπρεπε να προβεί σε κινήσεις απέναντι στα συστημικά κάστρα-πυλώνες.
Πρώτος πυλώνας η ευρωκρατία, προβολή κάθε δήλωσης Ευρωπαίων παραγόντων που φαίνεται να απομακρύνει τριγμούς, επιμονή για φιλοευρωπαίους εγχώριους συμμάχους ως διαπιστευτήριο καλής συνετής συμπεριφοράς προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και την εν γένει ευρωπαϊκή πορεία της χώρας.
Δεύτερος πυλώνας το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, ουσιαστικά άθικτες οι 3 βασικές τράπεζες και αν ο διοικητής μεριμνήσει τεχνοκρατικά για την εργασία του δεν θα κινδυνεύσει, θα υπάρξει συνέχεια και συνεργασία μαζί του, ανεξάρτητα αν στο πολύ πρόσφατο παρελθόν είχαν στηθεί εξεταστικές για αυτόν και αν η υπογραφή του δεσπόζει σε πολλές μνημονικές συμφωνίες.
Τρίτος πυλώνας το παλαιό σάπιο πολιτικό σύστημα, ακόμα κι ο συμβολισμός των Θεοφανείων, ο υποψήφιος πρωθυπουργός ανάμεσα σε «αξιόλογα» στελέχη του μνημονιακού κόσμου (Τραγάκης και Λοβέρδος) κι από πίσω ο δήμαρχoς του Μαρινάκη που σίγουρα χαλάνε το αντισυστημικό ίματζ. Ίσως, όμως, η εικόνα να προσελκύει κεντρώους ψηφοφόρους.
Τέταρτος πυλώνας, η συνεργασία με 4-6 βουλευτές ώστε να περιληφθούν στα ψηφοδέλτια – σε βάρος της συνοχής του κόμματος («θα μπει τέρμα στον σεχταρισμό») και η ουσιαστική ακύρωση του κόμματος πριν ακόμα την ανάληψη της διακυβέρνησης, δημιουργεί ερωτηματικά για το τι θα γίνει όταν συντελεστεί η αναγκαία «κρατικοποίηση» εφόσον αναληφθούν κυβερνητικά καθήκοντα.
Εδώ εξαντλούνται τα συστημικά σύμβολα και ίσως η δύναμή τους. Γιατί η πραγματικότητα εξελίσσεται χωρίς ασκήσεις προσομοιωτών. Η τρόικα και το ευρωπαϊκό γερμανικό Διευθυντήριο θέτουν όρους, η Δεξιά ανασυντάσσεται (έστω και προεκλογικά) το ερώτημα τι είδους κυβέρνηση θα φτιαχτεί χωρίς αυτοδυναμία δεν απαντιέται και αφήνεται προς μελέτη όταν έρθει η ώρα, και το φρόνημα του λαού δεν προετοιμάζεται για το αυτονόητο:
Σε μια καθολική κρίση που αγκαλιάζει την χώρα πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά, εθνικά, πολιτιστικά, η λύση πρέπει να είναι σε μια καθολική συνολική εναλλακτική πρόταση και όχι απλά στη διαχείριση μιας διαπραγμάτευσης με τους δυνάστες-δανειστές-νεοαποικιοκράτες αφέντες. Δεν υπάρχουν ιστορικές νίκες χωρίς τον «αγωνιζόμενο λαό» στο προσκήνιο. Όσο η ματιά μας αδιαφορεί γι’ αυτό, είτε παραμυθιαζόμαστε είτε δεν συνεισφέρουμε ουσιαστικά. Ο κυβερνητισμός, δηλαδή η αντίληψη που θεωρεί εφικτή την αλλαγή στη χώρα ως αποτέλεσμα του έργου μιας κυβέρνησης, είναι συνταγή αποτυχίας. Ακόμα περισσότερο αν αυτή η αντίληψη οδηγήσει στη διάλυση της πολιτικής δράσης, του κινήματος, του κόμματος, στο βωμό των κρατικών θέσεων.
Ακόμα και σε επίπεδο γλώσσας χρειάζεται σαφήνεια και όχι ήξεις-αφήξεις. «Προωθητικός συμβιβασμός», «νέα ισορροπία στον ΣΥΡΙΖΑ», «πραγματική διαπραγμάτευση», «διαχείριση» κ.λπ. μπορούν να οδηγήσουν σε διαφορετικά αποτελέσματα που θα ακυρώνουν τις ρήξεις και θα θρέψουν ομηρίες.
Ιστορικά σταυροδρόμια διασχίζονται με αισιοδοξία και τόλμη. Ο ριζοσπαστισμός του λαού θα εκφραστεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει, όσο είναι ώρα, να μη φοβηθεί μια «καθαρή λύση», μια νίκη στηριγμένη στο λαϊκό καημό για να μπει πραγματικό τέλος στο μνημονιακό καθεστώς. Τέλος που απαιτεί κόστος, θυσίες, πνεύμα προσφοράς και όχι να μοιάζουμε σαν τους άλλους. Και στο επίπεδο αυτό ο συμβολισμός έχει ισχυρή δύναμη.
Τ.Τ.