Μικροί και μεγάλοι πρωταγωνιστές του χώρου ετοιμάζονται για αγώνα πολιτικής επιβίωσης ή και ανάκαμψης καταλαμβάνοντας θώκους

του Νίκου Γεωργιάδη

 

Το προηγούμενο Σαββατοκύριακο ήταν της Κεντροαριστεράς. Τα διαφορετικά πολιτικά σχέδια έκαναν τις πρώτες τους επίσημες εμφανίσεις, τόσο στο Κάραβελ και την ΚΕ του ΠΑΣΟΚ, όσο και στη Θεσσαλονίκη των 3 σημιτικών εκσυγχρονιστών. Ο χώρος της Κεντροαριστεράς φαίνεται ότι θα έχει πολλές εξελίξεις και οι πρωταγωνιστές – μικροί και μεγάλοι – ετοιμάζονται για έναν αγώνα διαρκείας, προκειμένου να επιβιώσουν πολιτικά ή και να ανακάμψουν καταλαμβάνοντας νέες θέσεις.

Πέρα από τα δύο κυρίαρχα σχέδια για την «ανασυγκρότηση» της Αριστεράς, αυτό του Λαλιώτη και αυτό του Σημίτη, στην κούρσα των τακτικών κινήσεων του συγκεκριμένου χώρου μπήκε και ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και μικρότερες ομάδες και προσωπικότητες.

Η Φώφη Γεννηματά παρουσιάζει τη συνάντηση στο Κάραβελ σαν την απαρχή μιας διαδικασίας ανάδειξης της ΔΗΣΥ ως το νέο φορέα της Κεντροαριστεράς. Εκτιμά πως η επιστροφή του Γ. Παπανδρέου, με το ΚΙΔΗΣΟ ως συνιστώσα, παρά τις όποιες αντιδράσεις, θα αποτελέσει πυροδότη για νέες επιστροφές. Άλλωστε ο Γ. Παπανδρέου δεν προτίθεται να διεκδικήσει (με άμεσο τρόπο τουλάχιστον) την ηγεσία της ΔΗΣΥ, αφού τον απασχολεί ως θέση μόνο αυτή της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Ο καταγγελτικός λόγος του Βενιζέλου την επομένη στην ΚΕ του ΠΑΣΟΚ, δεν φαίνεται να πείθει ικανό αριθμό στελεχών ώστε να δημιουργούνται γεγονότα και μάλλον αποτελεί το περιτύλιγμα στην πορεία απομάκρυνσης. Ταυτόχρονα, οι προσθήκες (που έγιναν ή αναμένονται) των Γρηγοράκου, Αχμέτ και Μακρή δημιουργούν ένα καλύτερο κλίμα εσωτερικά, αφού χρησιμοποιούνται σαν απόδειξη ότι η ΔΗΣΥ έχει την τρίτη κοινοβουλευτική ομάδα, ενώ επαφές υπάρχουν ακόμη και με τους ανεξάρτητους Καρρά, Θεοχάρη και Παναγούλη.

Στην άλλη μεριά της χώρας, παρουσιαζόταν την Κυριακή το νέο project του Κ. Σημίτη. Μετά το καθόλου πετυχημένο και υπό εξαφάνιση Ποτάμι, το πάλαι ποτέ εκσυγχρονιστικό μπλοκ, επιχειρεί να εκφράσει το «προοδευτικό κέντρο», συμπράττοντας με τον Στ. Θεοδωράκη και όποιον άλλο θέλει να εκφράσει και να υλοποιήσει το «δόγμα Σόιμπλε». Οι Διαμαντοπούλου, Φλωρίδης και Ραγκούσης δεν βλέπουν – προσωρινά τουλάχιστον – τον νέο φορέα εντός ΔΗΣΥ, αφού θεωρούν, πως όσο έρχεται πιο κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ, περνάει στο στρατόπεδο του λαϊκισμού. Ο ετεροκαθορισμός αυτός απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ καθώς και η πλήρης ταύτιση με τη λογική της γερμανικής Ευρώπης τους φέρνει πιο κοντά στον Κ. Μητσοτάκη, αν και τοποθετούνται όχι ως ένα κόμμα-μικρός κυβερνητικός εταίρος, αλλά σαν μια σοβαρή, εναλλακτική, πολιτική πρόταση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ παρακολουθώντας αυτές τις εξελίξεις στον χώρο της κεντροαριστεράς και φοβούμενος πως οι επόμενες εκλογές, του επιφυλάσσουν ένα μέλλον αντίστοιχο με το ΠΑΣΟΚ του 2012, προσπαθεί να τροποποιήσει τα δεδομένα. Αντιλαμβανόμενος (αν όχι και σε συνεννόηση) το σχέδιο Λαλιώτη, επιχειρεί να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τη ΔΗΣΥ. Η επαναφορά της συζήτησης για τον εκλογικό νόμο (άλλο ένα μεγάλο στοίχημα που χάθηκε) από τα χείλη του κυβερνητικού εκπροσώπου, Δ. Τζανακόπουλου, αλλά και του Π. Σκουρλέτη και το κάλεσμα προς το ΠΑΣΟΚ να κάνει την αυτοκριτική του, αποτελεί ένα ιδιότυπο ρίξιμο γέφυρας. Είναι διατεθειμένοι ακόμη να προχωρήσουν σε αλλαγές που αφορούν το σπάσιμο των μεγάλων εκλογικών περιφερειών, την κατάργηση του σταυρού προτίμησης στις ευρωεκλογές, καθώς και τη μείωση του κατώτατου ορίου εισόδου στο 2%.

Το ΠΑΣΟΚ δείχνει να μην ανταποκρίνεται σε πρώτη φάση στο έμμεσο κάλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά τη στιγμή που θέλει να επιδείξει μια αυτονομία και ότι αποτελεί τον πυρήνα της νέας Κεντροαριστεράς. Έτσι, αρχικά δια στόματος Λοβέρδου και εν συνεχεία με επίσημη ανακοίνωση, χαρακτήρισε κουτοπονηριές και επικοινωνιακά τρικ την πρόταση για νέο εκλογικό νόμο, ενώ τόνισαν πως μια σύμφωνη στάση από μεριάς τους θα σήμαινε ένταξη στο κυβερνητικό σχήμα. Από μεριάς του ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί πως η στάση που κρατάει το ΠΑΣΟΚ το οδηγεί στην αγκαλιά της ΝΔ και του Κ. Μητσοτάκη.

Η «νέα» πολιτική των μνημονιακών παρουσιάζει αυτά τα παράδοξα. Επιχειρούνται προξενιά με επιθέσεις φιλίας, κόντρες και χτυπήματα κάτω από τη μέση. Τα πάντα δικαιολογούνται όταν πρόκειται για πολιτική επιβίωση και κυβερνητικούς θώκους. Κάθε σχέδιο όμως, παλαιοπασοκικό, εκσυγχρονιστικό ή πρώτης φοράς αριστερά, προϋποθέτει κανονικότητα, σταθερότητα και γραμμικές εξελίξεις. Σε κάθε περίπτωση όχι ανακατατάξεις μέχρι τον Οκτώβριο. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο στη χώρα-αποικία, ειδικά όταν δρομολογούνται εξελίξεις από τα ευρωπαϊκά κέντρα και μεγαλώνουν ταυτόχρονα η κοινωνική αγανάκτηση, όσο και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!