Φτώχεια, αποκλεισμός, πολύ μαύρο και θλίψη μετά και τη βόμβα στα Πατήσια
Του Ρούντι Ρινάλντι
Δεν θα μάθουμε ποτέ, το πιθανότερο, τι ακριβώς συνέβη στην οδό Ιακωβάτων στα Πατήσια, όπου σκοτώθηκε ένα 15χρονο παιδί, έχασε το φως του ένα επτάχρονο, ξεκληρίστηκε μια οικογένεια Αφγανών φτωχών ανθρώπων. Τα ψέματα, οι διαψεύσεις, οι αναλήψεις «ευθύνης» από οργανώσεις μαϊμού, οι διαρροές από την Ασφάλεια, θα δημιουργήσουν εκείνο το σύννεφο σκόνης που θα εμποδίσει τη διαλεύκανση της υπόθεσης. Υπάρχει, λοιπόν, η πιθανότητα η ενέργεια αυτή να έγινε είτε από ομάδες ένοπλης βίας, είτε από ακροδεξιές φασιστικές ομάδες σε στενή συνεργασία με κρατικούς και παρακρατικούς μηχανισμούς.
Αυτή η αβεβαιότητα δεν στηρίζεται μόνο σε μια κατευθυνόμενη από την ασφάλεια προσπάθεια να συγκαλυφθούν πιθανά οι φασιστικοί κύκλοι και να την χρεωθούν άσχετοι με την υπόθεση χώροι. Ακόμα και η προκήρυξη της «Συνωμοσίας των πυρήνων της φωτιάς» δεν αποκλείει την ενέργεια να την έχει κάνει κάποια άλλη «επαναστατική οργάνωση» και σε μια τέτοια περίπτωση την καλεί να πάρει την ευθύνη. Η ίδια η «συνωμοσία κ.λπ.» αισθάνθηκε αμέσως την ανάγκη να διαχωρίσει την θέση της από την ενέργεια αυτή, ακριβώς γιατί ξέρει πως πολλά χτυπήματα που γίνονται μοιάζουν, θυμίζει το ένα το άλλο και εύκολα μπορεί να της χρεωθούν διάφορες ενέργειες, ιδίως πολλές που παραμένουν «ορφανές».
Το ουσιαστικό ζήτημα δεν είναι να μάθουμε τι ακριβώς έγινε. Το ουσιαστικό είναι να αναλογιστούμε προς τα πού σπρώχνονται τα πράγματα και γιατί.
Από την ίδια μήτρα…
Έχουμε δύο στοιχεία που ακόμα και οι πέτρες τα ομολογούν: Η μεν Αυριανή σε πρωτοσέλιδο 6στηλο τίτλο έγραφε ότι η «Φτώχεια γεννά βία». Ο δε αρχηγός της Αστυνομίας κ. Οικονόμου τόνιζε σε συνέντευξη ότι χρειάζεται να δοθεί πίστωση χρόνου στην αστυνομία για να αντιμετωπίσει το οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία που φουντώνουν σε συνθήκες κρίσης. Φτώχεια και κρίση, λοιπόν, είναι οι μήτρες εγκληματικότητας και τρομοκρατίας και αυτό το ομολογούν οι πάντες.
Η σκληρή αστική άποψη θέλει να ταυτίσει την τρομοκρατία με το έγκλημα και επικαλείται υπαρκτούς ή ανύπαρκτους δεσμούς και κοινούς στόχους (π.χ ληστείες κ.λπ.) για να το στηρίξει. Ακόμα περισσότερο ισχύει πως από την μάχη – «πόλεμο» ανάμεσα στην «οργανωμένη κοινωνία», το κράτος, τα ΜΜΕ και ότι αυτά εκπροσωπούν και τις οργανώσεις «επαναστατικής βίας», κερδισμένο είναι το αστικό στρατόπεδο.
Μάλιστα, πότε διογκώνοντας, πότε δαιμονοποιώντας το φαινόμενο αυτό –με την τεράστια δυνατότητα που του προσδίδουν τα ΜΜΕ- κατορθώνει να σπείρει το φόβο και τον τρόμο στην κοινωνία και να αποτρέψει την μαζική αποφασιστική αντίδραση των υποτελών στρωμάτων, που δέχονται κατά ριπάς τις «σφαίρες» υποβάθμισης, αποκλεισμού, φτωχοποίησης, εξαθλίωσης και απελπισίας που, χωρίς καμιά οικονομία ρίχνει το αστικό στρατόπεδο.
Δεν χρειάζεται πολύ σκέψη για να κατανοηθεί ότι αυτό το σύστημα παράγει από κάθε πόρο του βία και διαχέει βία και πειθάρχηση, υποταγή και φόβο για να μπορέσει να περάσει και να κάνει αποδεκτή την οικονομική και πολιτική του τρομοκρατία. Όλοι οι χειριστικοί μηχανισμοί του κράτους, όλοι οι θεσμοί και κυρίως τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ –η μικρή φορητή ατομική μπόμπα μέσα σε όλα τα σπίτια- εκκρίνουν το μήνυμα της βίας, του τσαμπουκά, της δύναμης, της κυριαρχίας, της εξουσίας. Η διάλυση της κοινωνικότητας γίνεται με την έκκριση της βίας και του ανταγωνισμού και αυτό μεταφράζεται, σε πολλούς χώρους φτώχειας και αποκλεισμού, με την ροπή προς την τυφλή βία. Δημιουργείται όχι μόνο ο φοβισμένος άνθρωπος αλλά και ο άνθρωπος που μπορεί να ασκήσει τυφλή βία προς κάθε κατεύθυνση, χωρίς κριτήριο, χωρίς λόγο, χωρίς σκοπό.
Φετιχισμός του μέσου
Το αστικό στρατόπεδο έχει αποδεχθεί σαν φυσικό φαινόμενο την αποπολιτικοποίηση, δηλαδή, το άδειασμα της πολιτικής και την πτώση των διαχωριστικών γραμμών που κάποτε υπήρχαν. Αυτό το ριζικό «άδειασμα» της πολιτικής (από οράματα, στόχους, διαχωριστικές γραμμές, ταυτότητα και κουλτούρα) επηρεάζει όλους τους χώρους ακόμα και τους πλέον «ανήσυχους». Οδηγεί στην ανάγκη να υπάρξει ολοκληρωτικός διαχωρισμός στο μοναδικό επίπεδο, αυτό της πρακτικής, που στις σημερινές συνθήκες οδηγεί στον θεαματικό φετιχισμό του μέσου (ένοπλο χτύπημα, κρότος της βόμβας, θύματα κ.λπ.) και, μάλιστα, με τρόπο που διόλου δεν υπολογίζει συσχετισμούς, συγκυρία, δυνατότητες του αστικού στρατοπέδου κ.λπ.
Ορισμένες φορές είναι τέτοιος και τόσος ο φετιχισμός του μέσου, που δεν υπολογίζεται τίποτα, φτάνει το μέσο (η βία) να εκδηλωθεί. Ούτε ενάντια σε ποιον, ούτε το πώς, ούτε το τι θα φέρει σαν αποτέλεσμα κ.λπ. Έτσι, από τον Δεκέμβρη και ύστερα έχουμε αυξημένη παρέμβαση ορισμένων ομάδων –και ίσως τον ανταγωνισμό μεταξύ τους- που δρουν κυρίως υπό την φετιχοποίηση που αναφέραμε. Σφαίρες, γκαζάκια, βόμβες, «απαλλοτριώσεις», κατσαρόλες κ.λπ., θεωρούνται η πεμπτουσία της επαναστατικής πάλης, ενώ όλα τα υπόλοιπα είναι για πέταμα…
Υποτίθεται πως το αποτέλεσμα αυτής της δράσης θα έπρεπε να είναι διπλό: να προκληθούν σημαντικές ζημιές στο αντίπαλο στρατόπεδο, και δεύτερο, να έχει αναπτυχθεί και διαχυθεί ένα μεγάλο κίνημα που να εμποδίζει το αστικό μπλοκ να εφαρμόζει την πολιτική του. Ούτε τέτοιες ζημιές έχουν προκληθεί, ούτε έχει εμποδιστεί η εφαρμογή της ασφυκτικής πολιτικής. Ακόμα χειρότερα, τέτοιες ενέργειες δίνουν τη δυνατότητα στο κράτος να φοβίσει, να παθητικοποιήσει, να περάσει νέα και έκτακτα μέτρα, να τις χρησιμοποιήσει για να στοχοποιήσει χώρους και να σπάσει μαζικούς αγώνες.
Φυσικά, υπάρχει το μέγα θέμα της ευθύνης που φέρει η Αριστερά για πολλές πλευρές του ζητήματος: Προσχωρώντας στο άδειασμα της πολιτικής, κινούμενη σχεδόν πάντα στις ράγες του αστικού πλαισίου, εγκαταλείποντας τους εργαζόμενους και την νεολαία, κυρίως όμως φετιχοποιώντας την ψήφο και το Κοινοβούλιο, δεν αφήνει πολλά περιθώρια επιλογής, ιδίως για τους νέους που ασφυκτιούν μέσα σε ένα ψεύτικο και σάπιο σύστημα. Αυτή η παράμετρος δεν πρέπει να ξεχνιέται όταν θέλουμε κάτι να πούμε για τα «δύσκολα» θέματα…