Ο Τραμπ εξαγγέλλει περαιτέρω αύξηση των στρατιωτικών δαπανών

 

Προχθές ο Τραμπ, επισκεπτόμενος το υπό παράδοση νέο αεροπλανοφόρο «Τζέραλντ Φορντ» που κόστισε 13 δισεκατομμύρια δολάρια, δήλωσε ότι θα επιχειρήσει μια «περαιτέρω μεγάλη επέκταση» του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού. Ξεπερνώντας τις προσδοκίες των ναυάρχων, που ζητούσαν την αύξηση του στόλου σε 310 μεγάλα σκάφη από 274 σήμερα, είπε ότι «ονειρεύεται ένα στόλο 350 σκαφών, περιλαμβανομένων τουλάχιστον 12 αεροπλανοφόρων». Ήδη τον περασμένο Ιανουάριο υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα που θέτει σε κίνηση την υλοποίηση του… ονείρου, ορίζοντας τα πρώτα μέτρα για την κατασκευή νέων αεροσκαφών και πλοίων και για την παροχή αυξημένων πόρων στο Πεντάγωνο. Επιπλέον, πριν λίγες μέρες ανακοίνωσε την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών κατά 10% για το τρέχον έτος, φτάνοντας τον επίσημο «αμυντικό» προϋπολογισμό του 2017 στα 603 δισεκατομμύρια δολάρια.

Στην πραγματικότητα, ήδη το προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2017, που είχε καταρτιστεί από την απερχόμενη κυβέρνηση Ομπάμα, προέβλεπε 586 δισεκατομμύρια για το Πεντάγωνο. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν άλλα 182 δισεκατομμύρια που κατανέμονται σε άλλους κωδικούς αλλά αφορούν επίσης στρατιωτικές δαπάνες. Δηλαδή το 25% του συνολικού ομοσπονδιακού προϋπολογισμού των ΗΠΑ! Το ποσοστό εκτινάσσεται σε ένα ιλιγγιώδες 44% εάν συνυπολογιστούν και τα 589 δισεκατομμύρια που είχαν προϋπολογιστεί προκειμένου να καλυφθούν οι ετήσιες δαπάνες για τους βετεράνους και την αποπληρωμή των τοκοχρεολυσίων για προηγούμενα στρατιωτικά και εξοπλιστικά προγράμματα.

 

Δισεκατομμύρια για να αντιμετωπιστεί η… Βόρεια Κορέα

Ας σημειωθεί ότι μόνο το λεγόμενο «Επίγειο Σύστημα Ενδιάμεσης Άμυνας», που αποσκοπεί αποκλειστικά στην απόκρουση μιας… ιρανικής ή βορειοκορεατικής πυραυλικής επίθεσης, έχει ήδη κοστίσει 40 δισεκατομμύρια δολάρια τα τελευταία 10 χρόνια! Η κυβέρνηση Ομπάμα χορήγησε επιπλέον 4 δισεκατομμύρια στο προσχέδιο προϋπολογισμού του 2017 για την περαιτέρω ανάπτυξή του, ενώ είχε υπογραφεί η συμφωνία με το Ιράν. Όσο για τη Βόρεια Κορέα… πρόκειται για ανέκδοτο: η πιο επιτυχής μέχρι σήμερα βορειοκορεατική πυραυλική δοκιμή κάλυψε λιγότερα από 1.000 χιλιόμετρα, όταν η απόσταση με τις ΗΠΑ είναι υπερδεκαπλάσια. Παρ’ όλα αυτά, η διοίκηση Τραμπ σχεδιάζει τώρα να διπλασιάσει τη δαπάνη που είχε ήδη προβλέψει ο Ομπάμα για το 2017.

Πάντως, ακόμη κι αν η ιρανική και βορειοκορεατική απειλή είναι… επιεικώς ανεπαρκής αιτιολογία, υπάρχουν άλλοι σοβαροί λόγοι για τέτοιου είδους επενδύσεις: το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα εξαρτάται άμεσα από αυτές, και δεν είναι διόλου τυχαίο ότι οι τρεις μεγαλύτερες «αμυντικές βιομηχανίες» των ΗΠΑ συνεισέφεραν την τελευταία δεκαετία πάνω από 40 εκατομμύρια δολάρια στις προεκλογικές καμπάνιες τόσο Δημοκρατικών όσο και Ρεπουμπλικάνων γερουσιαστών. Κι αυτό είναι μόνο η επίσημα καταγεγραμμένη συνεισφορά τους… Επιπλέον, οι κατεστραμμένες από την αποβιομηχάνιση πολιτείες των ΗΠΑ ερίζουν για τη «φιλοξενία» νέων στρατιωτικών εγκαταστάσεων και μονάδων κατασκευής οπλικών συστημάτων, αδυνατώντας προφανώς να σκεφτούν ότι τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και διαφορετικά.

 

Πού θα χρησιμοποιηθεί η ανανεωμένη πολεμική μηχανή;

Πέραν της γενικής αύξησης των στρατιωτικών δαπανών, ο Τραμπ έχει κάνει σαφείς αναφορές για το πού θα κατευθυνθεί αυτή: στην ενδυνάμωση του στόλου, όπως προαναφέρθηκε, αλλά και της αεροπορίας (1.200 αεροσκάφη έναντι 1.100 σήμερα), του στρατού (540.000 έναντι 480.000 σήμερα), των πεζοναυτών (28.000 έναντι 18.000 σήμερα) και «φυσικά» του πυρηνικού οπλοστασίου και της ανάπτυξης τελειότερων οπλικών συστημάτων – αφού φαίνεται ότι η Ρωσία έχει ιδιαίτερες επιτυχίες και σ’ αυτόν τον τομέα. Αυτό που δεν έχει διευκρινίσει η νέα αμερικανική κυβέρνηση είναι τι θα κάνει με αυτήν την πολεμική μηχανή. Η μοναδική σαφής ένδειξη είναι η δήλωση στενού συνεργάτη του Τραμπ, ότι «ο πρόεδρος επιδιώκει μια ισχυρότερη παρουσία των ΗΠΑ σε θαλάσσιους δρόμους-κλειδιά, όπως τα στενά του Ορμούζ και η Νότια Σινική Θάλασσα».

Σαφώς υπάρχει αντίφαση με τις πρόσφατες διακηρύξεις του Τραμπ για απαγκίστρωση από μέτωπα που κρίνει ως «αντιπαραγωγικά», καθώς και με τις πιέσεις προς τους Ευρωπαίους συμμάχους των ΗΠΑ να «μην τα περιμένουν όλα από εμάς» και να αυξήσουν κι αυτοί τις στρατιωτικές δαπάνες τους. Η αντίφαση διαπερνά τη μέχρι τώρα στάση της κυβέρνησης Τραμπ, αλλά και του «βαθέος κράτους» που τον αντιπολιτεύεται, καθώς αμφότερα τα στρατόπεδα μοιάζουν να μην μπορούν ακόμη να καταλήξουν σε μια σαφή (πόσο μάλλον κοινή) στρατηγική.

 

Γ.Α.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!