του Κώστα Μελά*
Η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, είναι η ακόλουθη:
1. Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ (σε αλυσιδωτούς δείκτες όγκου) αυξήθηκε το 2019 μόνο κατά 0,9% έναντι του 2018, δηλαδή πολύ κάτω από τις προβλέψεις, που τοποθετούσαν τη μεγέθυνση στο 4,8 – 5,0% (Turkstat). Η μεγέθυνση του ΑΕΠ το 2017 ήταν 7,4%, και 5,1% το 2018. Η στασιμότητα της τουρκικής οικονομίας επήλθε παρά την έντονη επεκτατική νομισματική και δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης, η οποία ασκήθηκε το 2019, και ουσιαστικά οφείλεται στη δραματική μείωση των επενδύσεων ΑΣΠΚ** (περίπου -15%) και στη χαμηλή κατανάλωση των νοικοκυριών (0,7%). Η αρνητική μεταβολή κατά -8,6% του κατασκευαστικού τομέα συνέβαλε αποφασιστικά στην εξέλιξη του ΑΕΠ, δεδομένου ότι έχει μεγάλη συμβολή (περίπου 20%) στον ΑΣΠΚ. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 6,4% λόγω της συνεχούς διολίσθησης του τουρκικού νομίσματος, ενώ οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά -3,6% λόγω της συγκράτησης της μεγέθυνσης του ΑΕΠ (Turkstat). Σε όρους δολαρίου ΗΠΑ, το ύψος του μειώθηκε στα 725 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ και το κατά κεφαλή εισόδημα μειώθηκε στα 9.127 δολάρια. Το κατά κεφαλή εισόδημα σε όρους αγοραστικής δύναμης ήταν 25.286 δολάρια το 2018. Ο πληθωρισμός ανήλθε στο 11,86% τον Μάρτιο 2020 και το ποσοστό της ανεργίας στο 13,7%, με την ανεργία των νέων να είναι σε επίπεδα ρεκόρ, στο 27,4% (Turkstat). Το πλουσιότερο 20% των νοικοκυριών απορροφά το 47,6% του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος, ενώ το φτωχότερο 20% απορροφά μόλις το 6%. Το 26,5% των νοικοκυριών αδυνατούν να τα βγάλουν πέρα και το 70,4% του πληθυσμού έχει χρέη στις τράπεζες, πέρα από στεγαστικό δάνειο.
2. Η μείωση των επενδύσεων οφείλεται στην έντονη απομόχλευση των επιχειρήσεων του μη χρηματοπιστωτικού τομέα λόγω της συνεχιζόμενης κρίσης του τουρκικού νομίσματος και της διαφαινόμενης αδυναμίας-άρνησης της κυβέρνησης να το αντιμετωπίσει με επάρκεια. Το τουρκικό νόμισμα, μετά από απώλειες περίπου 57% την περίοδο Μαρτίου 2018 (3,755/δολάριο ΗΠΑ) – Δεκεμβρίου 2019 (5,892/δολάριο ΗΠΑ), συνεχίζει τις απώλειές του και το 2020, κατά 14,22% μέχρι και τις 7 Απριλίου 2020 (6,770/ανά δολάριο). Η αδυναμία της κυβέρνησης Ερντογάν να υποστηρίξει το νόμισμα είναι εμφανής. Οι επενδύσεις στην τουρκική οικονομία παρουσιάζουν στενή συσχέτιση με την εξέλιξη των δάνειων πόρων, σημαντικότατο ποσοστό των οποίων εισρέει από το εξωτερικό με διάφορες μορφές.
3. Το 2019 το χρηματοοικονομικό ισοζύγιο της χώρας παρουσιάζει μικρές εισροές, ύψους 4,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, τρομακτικά μειωμένες σε σχέση με προηγούμενα έτη (π.χ. 2010: 60,1 δισεκατομμύρια, 2013: 75,5 δισεκατομμύρια, 2017: 38,6 δισεκατομμύρια). Είναι ορατή πλέον δια γυμνού οφθαλμού η απομάκρυνση των ξένων επενδυτών. Η υψηλή αβεβαιότητα και οι αρνητικές προσδοκίες που έχουν σχηματιστεί για την εξέλιξη της τουρκικής οικονομίας έχουν προκαλέσει την αρνητική χορήγηση πιστώσεων από τον ιδιωτικό τραπεζικό τομέα (ο οποίος συνδέεται με διεθνείς τράπεζες), και μόνο ο κρατικός τραπεζικός τομέας συνεχίζει –υπό την πίεση του Ερντογάν– να χορηγεί πιστώσεις, οι οποίες σαφέστατα βρίσκονται εκτός των πιστοληπτικών κριτηρίων που θα έπρεπε να ισχύουν στη χώρα, δεδομένης της κατάστασης που επικρατεί στην οικονομία. Κυρίως οι δημόσιες τράπεζες υποστηρίζουν την ιδιωτική κατανάλωση μέσω των καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων, των πιστωτικών καρτών και των δανείων για αγορά αυτοκινήτων. Τα καταναλωτικά δάνεια και οι πιστωτικές κάρτες παρουσίασαν αύξηση κατά 25% το 2019. Ο κίνδυνος αύξησης των μη αποτελεσματικών δανείων είναι εμφανής, και συνεπώς αυξάνει ο κίνδυνος ρευστότητας και στη συνέχεια ο κίνδυνος φερεγγυότητας του τραπεζικού συστήματος.
Αφού η ήδη αδυνατισμένη τουρκική οικονομία βρέθηκε αντιμέτωπη με το πρόβλημα του κορωνοϊού, και μετά από αρκετή ολιγωρία, ο πρόεδρος Ερντογάν εξήγγειλε ένα πρόγραμμα ονομαζόμενο «Ασπίδα Οικονομικής Σταθερότητας» που σαφέστατα δεν μπορεί να ανακόψει την επερχόμενη ύφεση
4. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών για πρώτη φορά το 2019, επί κυβερνήσεων του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης θα είναι πλεονασματικό, περίπου στο 1% του ΑΕΠ. Αυτό οφείλεται πρωτίστως και ουσιαστικώς στη δραματική μείωση των εισαγωγών λόγω της οικονομικής κρίσης. Από την κορύφωση το 2013 (249,3 δισεκατομμύρια δολάρια), το 2019 ανήλθαν σε 198,9 δισεκατομμύρια, μειωμένες δηλαδή κατά περίπου 50 δισεκατομμύρια. Μάλιστα η όλη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών την περίοδο 2018-2019 (περίπου 20 δισεκατομμύρια δολάρια) οφείλεται στη μείωση των εισαγωγών. Τον Φεβρουάριο του 2020 τα επίσημα συναλλαγματικά αποθέματα ανήλθαν σε 107,7 δισεκατομμύρια δολάρια, εκ των οποίων 75,8 σε δολάρια ΗΠΑ και 30,4 σε χρυσό. Το βραχυχρόνιο εξωτερικό χρέος (απόθεμα με βάση την απομένουσα περίοδο ρευστότητας), δηλαδή αυτό που χρειάζεται να αναχρηματοδοτηθεί εντός ενός έτους, ανέρχεται σε 172,3 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, εκ των οποίων 18,8 δισεκατομμύρια ανήκουν στις εγχώριες τράπεζες. Από τη μεριά των δανειζομένων, ο δημόσιος τομέας κατέχει το 18,6%, η Κεντρική Τράπεζα το 4,9% και ο ιδιωτικός τομέας το 76,5%. Η αναχρηματοδότησή του αποτελεί το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα της τουρκικής κυβέρνησης. Για τον λόγο αυτό έχει τεθεί σε εφαρμογή έμμεσος έλεγχος κίνησης κεφαλαίων με την απαγόρευση των συναλλαγών σε συνάλλαγμα – πρακτική ευρύτατα διαδεδομένη στην Τουρκία, μέχρι και στον τομέα των ενοικίων, ειδικά σε δολάρια και ευρώ. Η κίνηση αποβλέπει στη διατήρηση αποθεμάτων συναλλάγματος στη χώρα. Ήδη υπάρχει έντονη αναζήτηση δολαρίων στο εσωτερικό της Τουρκίας, καθώς θεωρούνται ένα πρόσκαιρο ασφαλές καταφύγιο.
5. Όντας σε αυτήν την κατάσταση, η τουρκική οικονομία βρέθηκε αντιμέτωπη με το πρόβλημα του κορωνοϊού. Μετά από αρκετή ολιγωρία ο πρόεδρος Ερντογάν εξήγγειλε το πρόγραμμα κινήτρων (ονομαζόμενο «Ασπίδα Οικονομικής Σταθερότητας») στις 18 Μαρτίου 2020, ύψους 100 δισεκατομμυρίων τουρκικών λιρών ή περίπου 15,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει: μείωση φόρων (κυρίως στις επιχειρήσεις), αναστολή πληρωμών υποχρεώσεων προς το κράτος, εισαγωγή για τρεις μήνες στο ταμείο ανεργίας για τους εργαζόμενους σε επιχειρήσεις που σταμάτησαν τη δραστηριότητά τους με απόφαση του κράτους (με την προϋπόθεση ότι έχουν εργαστεί για 600 ημέρες τα τελευταία τρία έτη), αύξηση των χαμηλότερων συντάξεων σε 1.500 λίρες από 1.258 λίρες, καθώς και μια σειρά μικρότερης εμβέλειας παρεμβάσεις. Σαφέστατα πρόκειται για πρόγραμμα που δεν μπορεί να βοηθήσει την οικονομία να αμυνθεί μπροστά στην επερχόμενη ύφεση. Το πρώτο θύμα θα είναι οι άνεργοι, ο αριθμός των οποίων, από 4,5 εκατομμύρια, υπολογίζεται ότι θα ανέλθει μέχρι τον Απρίλιο σε τουλάχιστον 6 εκατομμύρια. Ακολουθούν οι φτωχές κατηγορίες του πληθυσμού που έχουν δάνεια και υποχρεώσεις: θα βρεθούν σε πλήρη αδυναμία να τις εκπληρώσουν και κινδυνεύουν να πεινάσουν στην κυριολεξία. Δεν είναι, όμως, του παρόντος άρθρου αυτές οι εξελίξεις.
6. Αν μπορούμε να βγάλουμε ένα πρώτο συμπέρασμα, αυτό είναι ότι η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας βάδιζε ήδη στην κόψη του ξυραφιού πριν την πανδημία του κορωνοϊού, και τώρα βρίσκεται να βαδίζει πάνω στο ξυράφι με… το ένα πόδι.
* Οικονομολόγος και πανεπιστημιακός.
** ΑΣΠΚ: Ακαθάριστος Σχηματισμός Παγίου Κεφαλαίου.