Αναταραχή σε Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους ενόψει του χρίσματος για τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου – Ο παραληρηματικός Τραμπ, η «μετριοπαθής» Χίλαρι και το… αουτσάιντερ
του Ερρίκου Φινάλη
Ένας Ρώσος αναλυτής έγραφε πρόσφατα ότι η «ποιότητα» του σημερινού πολιτικού προσωπικού των ΗΠΑ προκαλεί ανατριχίλα στη Μόσχα. Όχι εξαιτίας της αντιρωσικής πολιτικής τους, την οποία θεωρεί «φυσιολογική», αλλά επειδή μοιάζουν να μην κατανοούν τους βασικούς κανόνες της διεθνούς πολιτικής και να είναι επικίνδυνα ευεπίφοροι στην προσφυγή σε «ακραίες και αψυχολόγητες αντιδράσεις». Εάν αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονταν επικεφαλής των ΗΠΑ στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, επισημαίνει ο προσκείμενος στο Κρεμλίνο αναλυτής, το πιθανότερο είναι να είχαμε ήδη ζήσει τον πυρηνικό εφιάλτη…
Οι Ρεπουμπλικάνοι σε παραλήρημα
Πράγματι, εάν παρακολουθήσει κανείς τις τοποθετήσεις των υποψηφίων για το προεδρικό χρίσμα στα μεταξύ τους ντιμπέιτ, ιδίως ορισμένων Ρεπουμπλικάνων (με πρώτο και… χειρότερο τον δισεκατομμυριούχο μπίζνεσμαν Ντόναλντ Τραμπ), έχει την αίσθηση ότι αντιμετωπίζει κάποιους ακροδεξιούς ιεροκήρυκες σε ντελίριο, να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα φανεί πιο φανατικός. Ο Τραμπ, μεταξύ άλλων, θεωρεί όλους τους Μεξικάνους κλέφτες και θέλει να απαγορεύσει την είσοδο σε όλους τους μουσουλμάνους! Η προοπτική να πάρει το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων ένας τέτοιος άνθρωπος είναι πράγματι κωμικοτραγική. Πολλοί αναλυτές αναμένουν βέβαια ότι, με την κατάλληλη «ενθάρρυνση» από ισχυρούς παράγοντες του οικονομικού και στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος, οι Ρεπουμπλικάνοι εκλέκτορες τελικά θα επιλέξουν κάποιον λιγότερο γελοίο και επικίνδυνο ως υποψήφιο πρόεδρο της ισχυρότερης ιμπεριαλιστικής χώρας του πλανήτη.
Στη γεμάτη αλληλοπροσβολές αντιπαράθεση στο εσωτερικό των Ρεπουμπλικάνων παρενέβη για πρώτη φορά με ηχηρό τρόπο αυτήν την εβδομάδα ο Χόλαντ Ρέντφιλντ, επικεφαλής του «βαθέος κομματικού μηχανισμού». Ανησυχώντας για το πώς θα επηρεάσει ο ενδορεπουμπλικανικός εμφύλιος το αποτέλεσμα αυτών καθαυτών των προεδρικών εκλογών, ο Ρέντφιλντ επιτέθηκε εμμέσως πλην σαφώς στον Τραμπ: «Υπάρχει ένα όριο στην έλλειψη σεβασμού προς τις εθνικές μειονότητες στις ΗΠΑ», τόνισε, και θύμισε ότι «μόλις τελειώσει η εσωκομματική εκλογή, κάποιος θα πρέπει να συμμαζέψει τα συντρίμμια – καθήκον δύσκολο εάν συνεχιστεί αυτού του είδους η αντιπαράθεση». Δεν δίστασε μάλιστα να προσθέσει ότι «αν το παιδί μου έλεγε αυτά που ακούγονται στα ντιμπέιτ μας, θα έτρωγε αρκετές ξυλιές στον πισινό»…
Για την ώρα πάντως ο Τραμπ εξακολουθεί να συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη υποστήριξη μεταξύ των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων, χάρη και στην οικονομική του ευχέρεια, που του επιτρέπει να «αγνοεί» όσους παραδοσιακούς χρηματοδότες των Ρεπουμπλικανών του ζητούν να υιοθετήσει ένα πιο… σοβαρό στιλ. Πράγματι, ο ίδιος καυχάται ότι η προσωπική του περιουσία ανέρχεται σε 10 δισεκατομμύρια δολάρια – δηλαδή, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΝΤ, υπάρχουν 51 χώρες στον κόσμο φτωχότερες από τον ίδιο. Το Τατζικιστάν για παράδειγμα, με 8,6 εκατομμύρια κατοίκους, έχει ΑΕΠ ύψους 9,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων… Η αμέσως επόμενη πλουσιότερη ανθυποψήφιά του για το προεδρικό χρίσμα είναι η Κάρλι Φιορίνα, πρώην επικεφαλής της Hewlett-Packard, με την «αστεία» (κατά τον ίδιο τον Τραμπ) περιουσία των 58 εκατομμυρίων δολαρίων! Πάντως οι σημαντικότεροι εσωκομματικοί αντίπαλοί του είναι ο Τεξανός Τεντ Κρουζ (που επιχειρεί, δίχως μεγάλη επιτυχία μέχρι τώρα, να ανταγωνιστεί τον Τραμπ σε επίδειξη φανατισμού) και ο πιο μετριοπαθής Μάρκο Ρούμπιο από τη Φλόριντα – τον οποίο οι δύο βασικότεροι ανθυποψήφιοί του κατηγορούν ως «μαλθακό»…
Ανατροπές στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών
Ο Ομπάμα δεν δικαιούται να θέσει και πάλι υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές της 8ης Νοεμβρίου 2016, λόγω των δύο συνεχών θητειών του. Έτσι, όταν ξεκίνησαν οι διεργασίες για την ανάδειξη του Δημοκρατικού υποψηφίου, το περασμένο καλοκαίρι, απόλυτο φαβορί φαινόταν η Χίλαρι Κλίντον. Η οποία μπορεί να είναι ξεκομμένη από τη ζωή μιας μεσαίας τάξης που συμπιέζεται αφόρητα, και να έχει πληγεί από σκάνδαλα, αλλά απολαμβάνει την εύνοια μεγάλου τμήματος του βορειοαμερικανικού κατεστημένου, που «οικοδομεί» εδώ και χρόνια το ηγετικό προφίλ της και φροντίζει να ξεχνιούνται γρήγορα οι αμαρτίες της. Η Κλίντον τους προσφέρει σε αντάλλαγμα τις «μετριοπαθείς» θέσεις της, δηλαδή την ανοιχτή υποστήριξή της στις «αγορές» και στην άσκηση μιας σκληρής εξωτερικής πολιτικής, περιλαμβανομένων των «αναγκαίων» στρατιωτικών επεμβάσεων που θα διασφαλίζουν «τα στρατηγικά συμφέροντα και τη διεθνή πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ». Έτσι, οι δημοσκοπήσεις τής έδιναν τεράστιο προβάδισμα, με την υποστήριξη άνω των δύο τρίτων των Δημοκρατικών.
Και μετά… ήρθε ο Μπέρνι Σάντερς! Ο μέχρι πρόσφατα ανεξάρτητος γερουσιαστής προέρχεται από το Βερμόντ, μία από τις μικρότερες σε έκταση και πληθυσμό πολιτείες των ΗΠΑ, στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, που συνορεύει με το γαλλόφωνο καναδικό Κεμπέκ. Μέχρι τώρα ήταν ένας από τους ελάχιστους γερουσιαστές που εκλέγονται κόντρα και στα δύο μεγάλα κόμματα. Και δεν είναι τυχαίο ότι εκλέγεται στο Βερμόντ, μια πολιτεία παραδοσιακά πολύ πιο φιλελεύθερη και ανεκτική από το μέσο όρο των ΗΠΑ. Παρόλο που με τα ευρωπαϊκά δεδομένα θα χαρακτηριζόταν σοσιαλδημοκράτης, το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ θεωρεί τον Σάντερς «ακραίο» και «περιθωριακό», αν και δεν έχει πάει κόντρα σε καμιά από τις βασικές επιλογές του βορειοαμερικανικού ιμπεριαλισμού: στο 98% των περιπτώσεων συντάσσεται με τους Δημοκρατικούς στις ψηφοφορίες της Γερουσίας.
Ο Σάντερς έφερε τα πάνω-κάτω
Ακόμη κι έτσι, η απόφασή του να διεκδικήσει το χρίσμα των Δημοκρατικών τάραξε τη μακαριότητα του πολιτικού συστήματος. Οι αρχικές αντιδράσεις της Χίλαρι Κλίντον και του κομματικού μηχανισμού ήταν βέβαια περιφρονητικές απέναντι στο «μυρμηγκάκι» που τόλμησε να προκαλέσει το… βαρύ πυροβολικό του Δημοκρατικού Κόμματος. Όμως ακόμη και στις πρώτες δημοσκοπήσεις, του Αυγούστου 2015, ο Μπέρνι Σάντερς απέσπασε ένα ανησυχητικό 15% ως βάση εκκίνησης. Πώς; Με τον ριζοσπαστικό λόγο του ενάντια στα «αρπακτικά της Γουόλ Στριτ» και το «παραδοσιακό πολιτικό σύστημα που πνίγει τη δημοκρατία και τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα». Έτσι, αν και η χρηματοδότηση που έχει είναι αστεία σε σύγκριση με αυτήν των άλλων Δημοκρατικών ανθυποψηφίων του, καθώς βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στις εισφορές απλών πολιτών, κατάφερε να πραγματοποιήσει μέχρι τώρα μια προεκλογική εκστρατεία που έχει φέρει τα πάνω-κάτω.
Οι συγκεντρώσεις του σε όλη τη χώρα είναι τεράστιες – πολύ μεγαλύτερες από οποιουδήποτε άλλου υποψηφίου, είτε Δημοκρατικού είτε Ρεπουμπλικανού. Και μόνο στο άκουσμα ότι θα μιλήσει ο Μπέρνι Σάντερς, γεμίζουν γήπεδα δεκάδων χιλιάδων θέσεων από πολίτες που προσμένουν να ακούσουν «επιτέλους κάποιον που λέει αυτά που σκεφτόμαστε και έχουμε ανάγκη». Και ο γερουσιαστής από το Βερμόντ δεν μοιάζει να μασάει τα λόγια του: «Θα σας πω κάτι που κανένας υποψήφιος δεν θα σας πει: Όποιος κι αν εκλεγεί Πρόεδρος των ΗΠΑ, δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα της μεσαίας τάξης. Γιατί; Επειδή η δύναμη των πολυεθνικών εταιριών, της Γουόλ Στριτ και των “χορηγών” είναι τόσο μεγάλη που κανένας Πρόεδρος από μόνος του δεν μπορεί να τη νικήσει. Αν και άβολη, αυτή είναι η αλήθεια. Και αυτό ακριβώς είναι που λέμε σε αυτόν τον προεκλογικό αγώνα δυνατά και ξεκάθαρα: Ο αγώνας μας δεν αφορά μόνο να εκλεγεί Πρόεδρος ο Μπέρνι Σάντερς, αφορά την ανάγκη να δημιουργηθεί σε αυτή τη χώρα ένα ισχυρό πολιτικό κίνημα από τη βάση».
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, το αουτσάιντερ που όλοι υποτιμούσαν έφτασε τώρα, στις τελευταίες δημοσκοπήσεις που δημοσιοποιήθηκαν αυτήν την εβδομάδα, να ξεπερνά το 38%, με τη Χίλαρι Κλίντον να πέφτει από το 66% του Αυγούστου 2015 στο 50%! Απομένει να δούμε αν οι υποστηρικτές του θα αντέξουν την τεράστια πίεση που ασκείται πάνω τους από το «βαθύ κράτος» των Δημοκρατικών. Τα μέχρι τώρα πισώπλατα μαχαιρώματα εναντίον του («είναι ανεύθυνος» ή και «εχθρεύεται τον αμερικανικό τρόπο ζωής»!) δεν κατάφεραν να ανακόψουν τη δυναμική του. Έτσι, μπροστά στο αδιανόητο μέχρι πρόσφατα ενδεχόμενο εσωκομματικής νίκης του, αρχίζει ήδη να προβάλλεται ένα καταλυτικό επιχείρημα: «Με τον υπερβολικά ριζοσπάστη Σάντερς υποψήφιο πρόεδρο, είναι εξασφαλισμένη η νίκη των Ρεπουμπλικανών»…
Αντιπαράθεση και στα κοινωνικά κινήματα
Η διαρκής ενίσχυση του Σάντερς προκαλεί αναταράξεις και στα κοινωνικά κινήματα των ΗΠΑ, που πιέζονται να καθορίσουν τη στάση τους ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου. Δεδομένου του ριζοσπαστισμού τους, που έχει βαθύνει εξαιτίας της κρίσης αλλά και της βάρβαρης κρατικής καταστολής, μεγάλο τμήμα των πολιτών που συμμετέχει σε αυτά (για παράδειγμα στο κίνημα Black Lives Matter) αντιτίθεται στην υποστήριξη οπουδήποτε υποψηφίου από τα δύο μεγάλα κόμματα – περιλαμβανομένου του Μπέρνι Σάντερς. Οι περισσότεροι ακτιβιστές θεωρούν ότι η υποστήριξη προς οποιονδήποτε συστημικό υποψήφιο (και η υποστήριξη του Σάντερς σε βασικές αποφάσεις των ΗΠΑ δεν τον εξαιρούν από αυτήν την κατηγορία) θα αποξενώσει από τα κινήματα μεγάλο τμήμα της ριζοσπαστικοποιημένης νεολαίας, ιδίως των μαύρων και λατίνων, και θα εγκλωβίσει τη δυναμική τους σε μια «εκλογική μάχη δίχως νόημα για την περιθωριοποιημένη πλειοψηφία των φτωχών». Σε κάθε περίπτωση, τα προεόρτια αυτών των αμερικανικών προεδρικών εκλογών, σε περίοδο πολύπλευρης κρίσης και διεθνούς αναταραχής, χρωματίζονται από την αυξανόμενη αμφισβήτηση των παραδοσιακών «λύσεων».