Του Μάκη Μαλαφέκα
Κατερίνα, για σένα γαμπρός δεν θα βρεθεί αν δεν αποκτήσεις πιο συμπαθητικούς και ήμερους τρόπους!
Σαίξπηρ, Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι
Ο Στέφανος Κασιμάτης, υποτιθέμενη «δηλητηριώδης πένα» (διαλεκτική πενία) της Καθημερινής και πάλαι ποτέ «Πανδώρα» του Βήματος, είναι σίγουρα ένας πολύ καθαρός κύριος, ένας παστρικός νοικοκύρης ιδιαίτερα ευαίσθητος σε ζητήματα τάξης και υγιεινής. Φήμες τον θέλουν αγγλομαθή, με εκτενείς αναγνώσεις ελισαβετιανής δραματουργίας, κοστούμι με γιλέκο (μονόκλ;) και διακεκριμένες καπνιστικές συνήθειες. Ένας πραγματικός τζέντλεμαν λοιπόν. Ένας λόρδος.
Ήδη πριν από περίπου τέσσερα χρόνια (25/9/09), στο άρθρο του Κάτω από το πουκάμισο του Τσίπρα, ο Κασιμάτης ειρωνεύεται όχι μόνο την εμφάνιση («… το τσουλούφι του Τεν Τεν και το μοδάτο σακάκι του με τα στενά πέτα…») αλλά και τη «διαγωγή» του 35χρονου -τότε- πολιτικού («είχε συμμαζέψει την αυθάδειά του…»). Ταυτόχρονα, λίγες αράδες παρακάτω, αναφέρει (ως αντιδιαστολή;) έναν «γνωστό του» που «πέτυχε στο πλοίο της επιστροφής από τον γάμο ενός φίλου στην Πάρο», τον οποίο και περιγράφει με τους εξής όρους: «Άνθρωπος φίνος, σεμνός και καλλιεργημένος, απόφοιτος του Κολεγίου Αθηνών και του Harvard (με λατινικούς χαρακτήρες μες στο κείμενο, σ.σ.)». Ο αναγνώστης καλείται να αισθανθεί, όπως και να το κάνουμε, ένα κάποιο δέος. Ή, τουλάχιστον, να διαισθανθεί την ψυχοσωματική συγκίνηση του γράφοντα.
Στις 07/5/12 (στην μετεκλογική του επιφυλλίδα Ένας Παπανδρέου στα μέτρα της εποχής;) ο Κασιμάτης ολοκληρώνει την φυσιογνωμική αξιολόγηση ενός περαστικού με «μαλλιά, σκουλαρίκι, κοτσίδες ράστα και μπλουζάκι με τον Τσε» με την συμπερασματική φράση «εν ολίγοις, άσ’ τα να πάνε». Ύστερα, ανακουφίζεται χαιρέκακα στην σκέψη ότι ο εν λόγω περαστικός σίγουρα δεν θα πρόλαβε να ψηφίσει καθότι θα πήγαινε αργοπορημένος στο εκλογικό τμήμα.
Τον περασμένο Αύγουστο, στο Μια προσπάθεια του Δήμου (του Νίκου; σ.σ.) που πρέπει να στηρίξουμε, μαθαίνουμε ότι το γκραφίτι είναι «μίζερο» και «τριτοκοσμικό» (το Five Pointz της Νέας Υόρκης σου λέει κάτι ανερμάτιστε αρχοντοχωριάτη;), ενώ δύο μήνες αργότερα πληροφορούμαστε ότι ο Στέφανος «απεχθάνεται» τόσο το τυρί φέτα όσο και τα «βρομοπερίστερα». Παρόμοια αίσθηση αποστροφής φαίνεται να προκαλεί στον καθαρογράφο μας και ο Σλοβένος φιλόσοφος Σλάβοϊ Ζίζεκ. Στο Και γέλασε και χειροκρότησε (τίτλος στον οποίο διαφαίνεται και το είδος συμμαθητή που πρέπει να υπήρξε κάποτε ο συντάκτης), κατακρίνεται ο Τσίπρας διότι, σε ένα φεστιβάλ στο Ζάγκρεμπ, όχι μόνο δεν αποδοκίμασε αλλά ολότελα γέλασε (κυρία! κυρία!) όταν ο Ζίζεκ είπε ότι θα στείλει στα γκουλάγκ της Σιβηρίας(!) όποιον δεν είναι με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο Κασιμάτης βρίσκει σ’ αυτό το παντελώς αδιάφορο περιστατικό την ευκαιρία να ξαναπλώσει την μπουγάδα της νοικοκυρεμένης αντικομμουνιστικής χολής του (10/7/13), με όρους περιέργως πώς υγειονομικούς: Η «ιδιότυπη σχέση που διατηρεί ο Ζίζεκ με το σαμπουάν και τα άλλα είδη ατομικής καθαριότητας…», ο «φιλόσοφος» (τα εισαγωγικά τού Σ.Κ.) που «φαίνεται λουσμένος», «κάτω από τα σκεπάσματα (φορώντας τα παπούτσια του, πάω στοίχημα…)», και άλλα τέτοια ωραία. Θα επανέλθουμε.
Προ ημερών, ο Στέφανος Κασιμάτης βρήκε πηγή έμπνευσης σε σχόλιο (Facebook) του πρώην συναδέλφου του στον Όμιλο Αλαφούζου και νυν βουλευτή επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, Πέτρου Τατσόπουλου. Στο άρθρο του Πλατφόρμες, τσόκαρα και Louboutin (10/12/13) ο Κασιμάτης παραθέτει: «Ο Δημήτρης Κουτσούμπας ούρλιαξε για πολλοστή φορά στο αφτί του Παναγιώτη Λαφαζάνη ότι το ΚΚΕ δεν θα συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης ούρλιαξε για πολλοστή φορά στο αυτί του Δημήτρη Κουτσούμπα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεργαστεί με το ΚΚΕ. (…) Ή είναι κουφοί ή μας δουλεύουν». Και στη συνέχεια σχολιάζει: «Απαντώ εγώ, αφού ο Τατσόπουλος ντρέπεται: ναι, είναι θεόκουφοι. Διότι είναι πασίγνωστο ότι η κατάχρησή της κουφαίνει». Νοστιμότατο.
Μια νουθεσία: Στέφανε, όταν θα σε στείλει ο Ζίζεκ στο γκουλάγκ, προς Θεού μη σκύψεις να πιάσεις το σαπούνι στο ντους. Δίπλα σου μπορεί να λούζεται ο Πέτρος.