του Κρις Χέτζες*
Ο Τζο Μπάιντεν απορρίφθηκε από την τάξη των δισεκατομμυριούχων, την οποία υπηρέτησε επιμελώς καθ’ όλη τη διάρκεια της πολιτικής του καριέρας. Αφού με το ζόρι μπορεί να διαβάσει τις λέξεις από το οτοκιού, και ενίοτε δεν έχει επίγνωση του τι συμβαίνει γύρω του, οι δισεκατομμυριούχοι υποστηρικτές του τράβηξαν την πρίζα. Κι ας ήταν δικό τους δημιούργημα από την αρχή μέχρι το τέλος (κατέχει ομοσπονδιακό αξίωμα εδώ και 47 χρόνια!). Τον χρησιμοποίησαν ως εργαλείο για να νικηθεί ο Μπέρνι Σάντερς στις προκριματικές εκλογές του 2020, και τον έχρισαν υποψήφιο το 2024 σε μια προκριματική καμπάνια σοβιετικού τύπου. Η τάξη των δισεκατομμυριούχων θα χρίσει τώρα κάποιον άλλο, συνεχίζοντας την πολιτική φάρσα στην οποία οι ψηφοφόροι του Δημοκρατικού Κόμματος χρησιμεύουν απλώς ως ντεκόρ.
Στο βιβλίο του «Ο Χίτλερ και οι Γερμανοί», ο πολιτικός φιλόσοφος Έρικ Φόγκελιν απορρίπτει την ιδέα ότι ο Χίτλερ –προικισμένος στη ρητορική και στον πολιτικό καιροσκοπισμό, αλλά ημιμαθής και χυδαίος– υπνώτισε και σαγήνευσε τον γερμανικό λαό. Οι Γερμανοί, γράφει, υποστήριξαν τον Χίτλερ και τις «γκροτέσκες, περιθωριακές φιγούρες» που τον περιέβαλλαν επειδή ενσάρκωσε τις παθογένειες μιας άρρωστης κοινωνίας, η οποία μαστιζόταν από την οικονομική κατάρρευση και την απελπισία. Ο δημαγωγός, ο οποίος είναι πάντα ένας ιδιώτης (με την αρχαιοελληνική σημασία του όρου), δεν είναι ένα τέρας ή μια κοινωνική μετάλλαξη, αλλά εκφράζει το πνεύμα που επικρατεί τη δεδομένη στιγμή στην κοινωνία.
Ο Μπάιντεν και το Δημοκρατικό Κόμμα είναι υπεύθυνοι για τη σημερινή κατάσταση πνευμάτων. Ενορχήστρωσαν την αποβιομηχάνιση των ΗΠΑ, με αποτέλεσμα 30 εκατομμύρια εργαζόμενοι να χάσουν τις δουλειές τους λόγω μαζικών απολύσεων. Αυτή η επίθεση στην εργατική τάξη δημιούργησε μια κρίση που ανάγκασε τις κυρίαρχες ελίτ να επινοήσουν ένα νέο πολιτικό πρότυπο. Το πρότυπο αυτό, διατυμπανιζόμενο από τα πειθήνια ΜΜΕ, έπαψε να εστιάζει στο κοινό καλό και επικέντρωσε στη φυλή, το έγκλημα και το «νόμος και τάξη». Ο Μπάιντεν βρισκόταν στο επίκεντρο αυτής της αλλαγής προτύπου. Σε όσους υπέστησαν βαθιές οικονομικές και πολιτικές υποβαθμίσεις ειπώθηκε ότι τα δεινά τους δεν προέρχονταν από τον αχαλίνωτο μιλιταρισμό και την εταιρική απληστία, αλλά από μια απειλή για την εθνική συνοχή…
Η παλιά συναίνεση, η οποία υποστύλωνε τα προγράμματα του New Deal και το κράτος πρόνοιας, κατηγορήθηκε ότι ενθάρρυνε τους «νεαρούς μαύρους εγκληματίες», τους «τεμπέληδες που ζουν με επιδόματα» και άλλα υποτιθέμενα κοινωνικά παράσιτα. Αυτό άνοιξε την πόρτα σε έναν ψευδολαϊκισμό, που ξεκίνησε από τον Ρόναλντ Ρίγκαν και τη Μάργκαρετ Θάτσερ, ο οποίος υποτίθεται ότι υπερασπιζόταν τις οικογενειακές αξίες, την παραδοσιακή ηθική, την ατομική αυτονομία, τον νόμο και την τάξη, τη χριστιανική πίστη και την επιστροφή σε ένα μυθικό παρελθόν – τουλάχιστον για τους λευκούς Αμερικανούς.
Το Δημοκρατικό Κόμμα αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες που έχει για την κατάληψη των δημοκρατικών θεσμών από μια ληστρική ολιγαρχία, για την εξωφρενική κοινωνική ανισότητα, για τη σκληρότητα των αρπακτικών εταιρειών και για τον ανεξέλεγκτο μιλιταρισμό. Οι Δημοκρατικοί θα χρίσουν υποψήφιο άλλον έναν ανήθικο πολιτικό, πιθανότατα τη Χάρις, που θα χρησιμεύσει ως βιτρίνα για την εκτός ορίων εταιρική απληστία, την τρέλα των ατέρμονων πολέμων, τη διευκόλυνση μιας γενοκτονίας και την επίθεση στις πιο βασικές πολιτικές μας ελευθερίες. Είναι οι Δημοκρατικοί, εργαλεία της Wall Street, αυτοί που γέννησαν τον Τραμπ και τα 74 εκατομμύρια των ψηφοφόρων του το 2020. Τώρα κάνουν πάλι ό,τι μπορούν για να μας τον ξαναφέρουν. Ο Θεός να βάλει το χέρι του.
* O Κρις Χέτζες είναι Αμερικανός συγγραφέας και δημοσιογράφος βραβευμένος με Πούλιτζερ. Το παρόν κείμενο αποτελεί περιληπτική απόδοση ενός podcast που μεταδόθηκε στις 23/7/2024.








































































