Πρωτοβρέθηκα στη Σεβαστούπολη πριν από είκοσι χρόνια και έμεινα έκτοτε με τις καλύτερες εντυπώσεις. Σαν μια συμπυκνωμένη μικρή Κωνσταντινούπολη μου φάνηκε αρχικά, κυρίως λόγω των λόφων της και των θαλάσσιων εσοχών της. Αλλά, πάλι, όσο πιο πολύ την περιτριγύριζα, έβλεπα καθαρότερα ότι είχε κάποια άλλα στοιχεία σε υπερθετικό βαθμό που κάθε ομοιότητα με τη βασιλεύουσα περιοριζόταν στη γεωφυσική της διαρρύθμιση. Το αρχαιοελληνικό παρελθόν της περιοχής μαζί με το ρωσικό και το σοβιετικό της πόλης, όλα έντονα διατυπωμένα και συναρθρωμένα, συνθέτουν τελικά την εικόνα και τον χαρακτήρα μιας οντότητας με δική της ξεχωριστή ταυτότητα. Μια ταυτότητα που είναι επίσης ανεξίτηλα σημαδεμένη από τους τρομακτικούς πολέμους που κάθε φορά την εκθεμελίωναν, αλλά και από τις σχεδόν υπερφυσικές προσπάθειες που κάθε φορά μετά τις βιβλικές καταστροφές την αναγεννούσαν.
Στην πρώτη μου επίσκεψη, η πόλη δεν είχε ακόμα «ανοίξει» εντελώς για τους ξένους∙ ήταν ακόμα «μισόκλειστη», γιατί εξακολουθούσε να είναι κατά βάση μια στρατηγικής σημασίας οριοθετημένη περιοχή, μια μεγάλη ναυτική βάση, η κύρια στη Μαύρη Θάλασσα για το ρωσικό και το ουκρανικό ναυτικό που συνυπήρχαν μετά από συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας στη μετασοβιετική εποχή. Γι’ αυτό χρειαζόμουν μια γραπτή άδεια για να τριγυρίζω στην πόλη και να τραβάω φωτογραφίες, την οποία εξασφάλισα χάρη στην κουμπάρα μου, την Ελληνίστρια Μαργαρίτα Αρατζιώνη που με γνώρισε με τον Σεργκέι Σιντορένκο, βουλευτή και υπεύθυνο Εξωτερικών Υποθέσεων του υπουργικού συμβουλίου της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Κριμαίας που ανήκε στο ομόσπονδο κράτος της Ουκρανίας. Με αυτό το επίσημο έγγραφο, με υπογραφές και σφραγίδες, μπορούσα να τραβάω φωτογραφίες και βίντεο χωρίς να κινδυνεύω να συλληφθώ για κατασκοπεία που δεν αντιμετωπίζεται με επιείκεια σ’ αυτές τις ευαίσθητες ζώνες. Άδεια που αποδείχτηκε εξαιρετικά χρήσιμη και σωτήρια όταν από τα πρώτα βήματά μου με την κάμερα ανά χείρας με σταμάτησε ομάδα ανδρών με πολιτικά των υπηρεσιών ασφαλείας. Μετά τον πρώτο έλεγχο και την πιστοποίηση της άδειας, κανένας δεν με ενόχλησε ξανά, ακόμα κι όταν πήγα στα στρατιωτικά νεκροταφεία που είναι συγκλονιστικά ή φωτογράφιζα τους ναύτες με τις καλοραμμένες στολές των δύο στόλων και τα πολεμικά πλοία που ήταν σταθμευμένα στους κόλπους της Σεβαστούπολης.
Νέα πόλη με αρχαιότητες
Σήμερα, η Σεβαστούπολη, μετά τις δραματικές εξελίξεις του 2014, έχει βάσεις μόνο του ρωσικού ναυτικού. Εδώ και πολλά χρόνια η πόλη είναι ανοιχτή στους τουρίστες που την κατακλύζουν κάθε καλοκαίρι και είναι πολλοί περισσότεροι από τους ναύτες που στέκουν με τις κολλαρισμένες στολές και τα διακριτικά του στόλου της Μαύρης Θάλασσας, στις εισόδους των ναυστάθμων. Κανένας δεν μου είπε ότι χρειάζεται άδεια για φωτογραφίσεις, ούτε με σταμάτησε στο δρόμο για να μου ζητήσει χαρτιά και έγγραφα. Έτσι συνέχισα τις συναντήσεις και καταγραφές της ελληνικής παρουσίας στο δρόμο που μου είχαν ανοίξει στο παρελθόν σπουδαίοι Έλληνες ερευνητές που ήταν μόνιμοι κάτοικοι της Σεβαστούπολης, όπως ο πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας και μηχανικός πυραύλων Αλέξανδρος Νεφερίδης, ο πολιτικός μηχανικός Αλέξανδρος Κρίβας και ο ερευνητής Ίγκορ Μοσχούρης που έχει γράψει ένα μεγάλο βιβλίο για τη Σεβαστούπολη, οι οποίοι με είχαν ξεναγήσει και λεπτομερώς κατατοπίσει για την ελληνική παρουσία στη Σεβαστούπολη που συνδέεται άρρηκτα με τις δυσκολότερες και ενδοξότερες φάσεις της ιστορίας της. Έκτοτε, η γνώση αυτή συμπληρώθηκε από πολλές παράλληλες και συναρτώμενες ιστορίες Ελλήνων από την ευρύτερη περιφέρεια της Ταυρίδας, όπως ήταν το επίσημο όνομα της χερσονήσου μέχρι το 1921, παρ’ όλο που μέχρι σήμερα η αρχαιοελληνική ονομασία «Ταυρίδα» και «Ταυρική Χερσόνησος» εξακολουθεί εναλλακτικά να χρησιμοποιείται γραπτά και προφορικά ως συνώνυμη με την Κριμαία.
Η Σεβαστούπολη είναι καινούργια πόλη σε σχέση με την αρχαία Κερκινίτιδα, το Παντικάπαιον ή τη Θεοδοσία των οποίων οι παλαιότερες ρίζες ανιχνεύονται στον 5ο -6ο ή ακόμα και στον 7ο π.Χ. αιώνα. Όμως, η αρχαία και βυζαντινή Χερσόνησος που είναι κολλημένη στα πλευρά της Σεβαστούπολης είναι σίγουρα η διασημότερη από τις δεκάδες ελληνικές πόλεις της Κριμαίας με βάση τα πλούσια ευρήματα που φωτίζουν ανάγλυφα την εντυπωσιακή παρουσία των Ελλήνων από τον καιρό των Ταύρων, των Κιμμέριων και των Σκυθών. Το αρχαίο ελληνικό θέατρο χωρητικότητας 1800 ατόμων που ανασκάφτηκε το 1958 και είναι σε πολύ καλή κατάσταση και ο αναστηλωμένος και ανακαινισμένος καθεδρικός ναός που είναι αφιερωμένος στον πρίγκιπα Βλαδίμηρο Α΄ του Κιέβου ο οποίος το 988 βαφτίστηκε χριστιανός, παντρεύτηκε τη βυζαντινή πριγκίπισσα Σοφία Πορφυρογέννητη και επέβαλε με τη συμβολή των Βυζαντινών τον εκχριστιανισμό των Σλάβων, αποτελούν διεθνώς δύο από τα πιο σημαντικά μνημεία του αρχαίου και μεσαιωνικού κόσμου, σε επίπεδο ντοκουμέντου, σημασίας και συμβολισμού. Στο μουσείο της Χερσονήσου έμεινα εκστατικός μπροστά στην καλοδιατηρημένη ανάγλυφη μαρμάρινη επιγραφή του όρκου των πολιτών της Χερσονήσου (4ος-3ος αι. π.Χ.) που ανακαλύφθηκε το 1890-1!
Έλληνες πολεμιστές
Η Σεβαστούπολη χρωστάει το όνομά της στους Ρώσους που καταλύσανε το Χανάτο των Τατάρων και εντάξανε την Ταυρική Χερσόνησο στη Ρωσία δημιουργώντας το Κυβερνείο της Ταυρίδας το 1783. Η τσαρίνα Αικατερίνη έδωσε ή διατήρησε τα ελληνικά ονόματα σχεδόν σε όλες τις σημαντικές πόλεις της νότιας επικράτειάς της, από την Οδησσό και τη Χερσώνα, την Αλεξανδρεία, τη Μελιτόπολη και τη Μαριούπολη μέχρι τον Καλό Λιμένα, την Ευπατορία, τη Συμφερούπολη, τη Θεοδοσία και τη Γιάλτα.
Δυστυχώς, η Σεβαστόπολη ή Σεβαστούπολη έχει καταγραφεί στην παγκόσμια Ιστορία για τη συμμετοχή της και τις καταστροφές που υπέστη στους τρεις μεγάλους πολέμους που έπληξαν την Χερσόνησο: τον Κριμαϊκό, το πακέτο του Πρώτου Παγκόσμιου, της επανάστασης του 1917, της εισβολής των ξένων δυνάμεων και του εμφυλίου και, τέλος, τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται στην κυριολεξία για βιβλικές καταστροφές από τις οποίες κάθε φορά, ως εκ θαύματος, γεννιόταν μία καλύτερη πόλη.
Στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856), 22.000 υπερασπιστές της πόλης δέχονταν την αδιάκοπη επίθεση 120.000 εχθρών. Οι Έλληνες πήραν μέρος με το Ελληνικό Τάγμα της Μπαλακλάβα και αγωνίστηκαν μαζί με τους Ρώσους ενάντια στη συντονισμένη επίθεση των Γάλλων, Άγγλων και Οθωμανών. Στα μουσεία, σε μνημεία, σε επιγραφές, βιβλία και σε όλα τα ενημερωτικά έντυπα, αναφέρεται το ηρωικό τάγμα με επαίνους.
Στο μεγάλο νεκροταφείο που βρίσκεται σε έναν από τους λόφους της πόλης αντιλαμβάνεσαι – και μόνον από τους αρχαιοπρεπείς τάφους τους- την ταυτότητα, το ρόλο και το βαθμό συμβολής των Ελλήνων αξιωματικών του ρώσικου στόλου στην άμυνα της Σεβαστούπολης! Ο αρχιναύαρχος Νίκος Αρκάς, ο αντιναύαρχος Μιχαήλ Κουμάνης, ο αρχηγός της αστυνομίας Κωνσταντίνος Τραπεζάροφ, ο υποστράτηγος πυροβολικού Μιχαήλ Σταυράκης, ο διοικητής του Ελληνικού Τάγματος της Μπαλακλάβα Ματθαίος Μάντος και πολλοί άλλοι είναι θαμμένοι στα ποτισμένα με πολύ αίμα χώματα της Σεβαστούπολης.
Η Σεβαστούπολη πολιορκήθηκε επί 349 μέρες κι όταν εξαντλήθηκαν οι δυνάμεις των υπερασπιστών της και καταλήφθηκε από τους εισβολείς, είχαν μείνει μόνο ερείπια και στάχτες!
Το «πακέτο» 1917-1920
Από το 1917, η Σεβαστούπολη βρέθηκε ξανά στο μάτι του κυκλώνα, με συνεχείς ανατροπές και εναλλαγές στην εξουσία. Ήταν η πιο μπολσεβίκικη πόλη με το πιο επαναστατικό σοβιέτ της χερσονήσου, που κατάφερε το 1918 να ιδρύσει τη Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία της Ταυρίδας, μέχρι το Μάη του 1918 που εισβάλανε τα γερμανικά στρατεύματα σε αθέτηση της συμφωνίας Μπρεστ-Λιτόφσκ που μόλις είχε υπογραφεί ανάμεσα στο επαναστατικό καθεστώς της Πετρούπολης και τη Γερμανία του Κάιζερ Γουλιέλμου Β΄. Από τον Δεκέμβριο του 1918 διαδέχτηκαν τους Γερμανούς στη Σεβαστούπολη τα γαλλικά στρατεύματα που επρόκειτο λίαν συντόμως να ενισχυθούν από το εκστρατευτικό σώμα που έστειλε ο Βενιζέλος εναντίον των κομμουνιστών επαναστατών!
Η επιστροφή των μπολσεβίκων στην εξουσία την άνοιξη του 1919 ήταν και πάλι πρόσκαιρη. Με την επικράτηση του «Λευκού Στρατού» αποκαταστάθηκε το Κυβερνείο της Ταυρίδας και τα στελέχη των μπολσεβίκων που συνελήφθησαν εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες ενώ ασκήθηκε μια γενικευμένη τρομοκρατία που συμπαρέσυρε κάθε «συμπαθούντα» αλλά και Τατάρους και άλλες ομάδες και εθνότητες της περιοχής. Εν τέλει, το φθινόπωρο του 1920, ο «Κόκκινος Στρατός» με τον Μιχαήλ Φρούνζε επικεφαλής σάρωσε οριστικά τους «λευκούς» στην Κριμαία. Στις 14 Νοεμβρίου, ξεκίνησε από τη Σεβαστούπολη μία από τις μεγαλύτερες στην Ιστορία νηοπομπές που μετέφερε με 126 πλοία από την Κριμαία στην Κωνσταντινούπολη 145.693 αξιωματικούς και στρατιώτες των «λευκών» μαζί με οικογένειες κυρίως ευπόρων κατοίκων της χερσονήσου που είχαν συνταχθεί με τις δυνάμεις του πρώην τσαρικού στρατού. Αλλά τα βάσανα όσων έμειναν στην μισοκατεστραμμένη χερσόνησο δεν είχαν τέλος. Ακολούθησε μια εξοντωτική ξηρασία που δυσκόλεψε πάρα πολύ τη νέα τάξη πραγμάτων στα πρώτα της βήματα. Βέβαια, η συνέχεια ήταν εντυπωσιακή σε επιτεύγματα. Το 1921, οι Έλληνες της Κριμαίας υπολογίζονταν σε 24.000 περίπου.
Ολική καταστροφή και αναγέννηση
Σχεδόν εκατό χρόνια μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο, κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, στην πολιορκία των Γερμανών και των Ρουμάνων συμμάχων τους, οι σοβιετικοί στρατιώτες κράτησαν την πόλη άπαρτη για 250 μέρες, από το φθινόπωρο του 1941 έως τον Ιούλιο του 1942! Μόνο κατά τον τελευταίο μήνα των επιχειρήσεων, οι Γερμανοί, για να κάμψουν την αντίσταση των υπερασπιστών της έριξαν στην πόλη με αεροπλάνα, τανκς και κανόνια πάνω από 67.000 τόνους βομβών! Οι βομβαρδισμοί του Ιουνίου, κατά τους μελετητές, «υπερβαίνουν και τους βομβαρδισμούς της Βαρσοβίας, του Ρότερνταμ και του Λονδίνου». Χρησιμοποίησαν ακόμα και το βάρους χιλίων τόνων κανόνι «Ντόρα» που σφυροκοπούσε τα οχυρά «Λένιν», «Στάλιν», «Γκόρκι» και «Μόλοτοφ», με οβίδες βάρους 7 τόνων! Όταν οι ναζί κατέλαβαν την πόλη είχαν απομείνει μόνο 11 κτήρια όρθια!
Το σχέδιο του Χίτλερ ήταν να γερμανοποιήσουν την Κριμαία και να τη μετατρέψουν σε τόπο διακοπών και αναψυχής των Γερμανών. Μάλιστα, είχαν αποφασίσει να μετονομάσουν την περιοχή Σεβαστούπολης-Συμφερούπολης σε Χώρα των Γότθων!
Σήμερα, η «Ηρωική πόλη» όπως αποκαλείται, με τα 25 λιμάνια και κολπίσκους της, στέκει ακέραιη και επιβλητική. Ξαναχτίστηκε από το μηδέν και ένα ολόκληρο τμήμα της στον κεντρικό λόφο δεν διαφέρει καθόλου από το αντίστοιχο τμήμα της κατά τον 19ο αιώνα!
Με αυτή την Ιστορία, δεν εκπλήσσεται κανείς που σε πάρα πολλά σημεία της πόλης, από το κέντρο μέχρι την περιφέρεια, δεσπόζουν επιβλητικά μνημεία για τους αγωνιστές που διακρίθηκαν σε όλους τους πολέμους. Ακόμα και μνημείο ύψους 17 μέτρων υπάρχει μέσα στη θάλασσα για τα πλοία που βυθίστηκαν στις εχθροπραξίες.
Πρέπει κανείς να επισκεφτεί τη Σεβαστούπολη, να την περπατήσει, να τη διαβάσει και να συζητήσει με τους κατοίκους της για να καταλάβει, σε κάποιο βαθμό, τα τερατώδη μεγέθη της ιμπεριαλιστικής και φασιστικής βαρβαρότητας που οι Δυτικοί, για λόγους γεωστρατηγικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς, με την πολύ καλά μεθοδευμένη προπαγάνδα τους και την μονόπλευρη αποτίμηση της Ιστορίας, έχουν υποβαθμίσει, διαστρεβλώσει και εξωραΐσει την πραγματικότητα ανάλογα με το δικό τους σενάριο. Έτσι έχουν προσπεράσει και τον ασύλληπτο ηρωισμό που κανένα βιβλίο και καμία κινηματογραφική ταινία δεν μπορεί να περιγράψει και να απεικονίσει πλησιάζοντας έστω το υπεράνθρωπο έπος των αντιφασιστικών δυνάμεων. Χωρίς αυτή την κατανόηση, οι όποιες ιστορικές και πολιτικές αναλύσεις και ερμηνείες υστερούν σε βάθος και εύρος και απέχουν πολύ από την αλήθεια και την ακρίβεια.
Ήρωας 100 ετών!
Παρέα με τον ερευνητή-συγγραφέα Ιβάν Τζουχά και τον σημερινό πρόεδρο του ελληνικού συλλόγου της Σεβαστούπολης Χριστόφορο Εφίμοφ, ένα νεαρό Πόντιο επιχειρηματία που μεγάλωσε στο Περμ, στην περιοχή των Ουραλίων, επισκεφτήκαμε τον Γιώργο Τσαναχτσίδη που είναι αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος από τα 170 περίπου μέλη του συλλόγου, αφού στις 15 Ιουλίου κλείνει τα 100! Κατά τον Χριστόφορο, οι Έλληνες της πόλης συνολικά πρέπει να είναι γύρω στους χίλιους. Τον περασμένο Μάιο, τη μέρα της αντιφασιστικής νίκης που γιορτάζεται παντού στη Ρωσία με μεγαλοπρεπείς και φορτισμένες εκδηλώσεις, ο νομάρχης επισκέφτηκε ο ίδιος τον Τσαναχτσίδη και του πρόσφερε συμβολικά για την προσφορά και τους αγώνες του ένα χρυσό ρολόι. Ο πολλάκις παρασημοφορημένος Έλληνας εντάχθηκε στον Κόκκινο Στρατό το 1939 και αποστρατεύθηκε το 1946. Πήρε μέρος στις συγκρούσεις στο μέτωπο της Βαλτικής Θάλασσας και συμμετείχε στην άμυνα του Λένινγκραντ στη διάρκεια της πολύμηνης πολιορκίας της πόλης από τους ναζί. Η Σοβιετική Ένωση τον τίμησε με μεγάλο αριθμό μεταλλίων και παρασήμων για τις ανδραγαθίες του. Στην ερώτησή μου αν σκότωσε πολλούς εχθρούς πολεμώντας, η απάντησή του ήταν συγκλονιστική. «Δεν ξέρω πόσους σκότωσα, αλλά ξέρω ότι έθαψα πάρα πολλούς δικούς μας που πέθαιναν γύρω μου από σφαίρες, βόμβες αεροπλάνων, οβίδες κανονιών, αρρώστιες και πείνα».
Στέλιος Ελληνιάδης