Στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου, εξετάσαμε το ζήτημα της πολιτικής στην Ευρώπη. Στο παρόν, θα ασχοληθούμε, όσο επιτρέπει ο χώρος, με την ενιαία και αδιαχώριστη σημασία που έχουν το κοινωνικό και το εθνικό στη σημερινή εποχή. Με άλλα λόγια, για την (παράλογη ή ανεξήγητη για αρκετούς αριστερούς κύκλους) «επικαιρότητα του εθνικού» πλάι στο κοινωνικό ή ταξικό ζήτημα.

Η εύκολη ένσταση είναι ότι πρόκειται για στροφή προς το παρελθόν, για αναχρονισμό. Χωρίς να ερμηνευτεί το φαινόμενο, οι περισσότεροι χώροι ταυτίζονται με την κυρίαρχη ρητορική της παγκοσμιοποίησης που καταγγέλλει τον «εθνολαϊκισμό» και αναδεικνύει σε μοναδικό εχθρό τον «κίνδυνο του φασισμού».

Η μετατόπιση είναι πασιφανής παρά τις μεταμφιέσεις της. Αντί να ορθωθούν αντιστάσεις στον ολοκληρωτισμό της παγκοσμιοποίησης, τον πιο επικίνδυνο φασισμό στις μέρες μας, συνασπίζονται όλοι μαζί του (ως δημοκρατικό, δικαιωματικό μπλοκ) στο όνομα της «αντιμετώπισης του φασισμού». Για να μη μιλήσουμε για τη ντροπή να ενισχύονται συνειδητά οι ακροδεξιοί για να επιβεβαιωθούν οι αριστεροί…

Δυαδική αντίληψη

Η «επικαιρότητα του εθνικού» και ο ισχυρός δεσμός του με το κοινωνικό, έχουν τις ρίζες τους στην τεράστια και διαρκώς ογκούμενη δυσαρέσκεια που προκαλεί ο παγκοσμιοποιητικός οδοστρωτήρας ως έκφραση της σύγχρονης ιμπεριαλιστικής πολιτικής.

Η ταξική πάλη δεν αφορά αποκλειστικά τη σφαίρα του εργοστασίου ή της παραγωγής. Διεξάγεται συνολικά σε όλο το φάσμα των κοινωνικών σχέσεων και ιδιαίτερα στο πολιτικό πεδίο. Έτσι, δεν υπάρχει κανένα «εθνικό» που να είναι διαχωρισμένο από την κοινωνία ή να μην έχει και ταξικό περιεχόμενο.

Το «εθνικό» δεν επανεμφανίζεται ως «κόλπο» που κάνουν οι αστικές δυνάμεις για να αποπροσανατολίσουν ή να ενσωματώσουν την κοινωνική ένταση. Στις συγκεκριμένες συνθήκες, η ενότητα εθνικού και κοινωνικού στοιχείου είναι μια από τις κύριες και πλέον αποτελεσματικές μορφές ταξικής πάλης, που περιεχόμενο έχει την αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση και τους φορείς της.

Πολιτικά, το περιεχόμενο της πάλης μεγάλων κοινωνικών και εθνικών μπλοκ που συγκροτούνται, είναι η αναζήτηση δρόμων οικονομικής και πολιτικής ανεξαρτησίας. Δρόμων εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας έξω από τα δεσμά της παγκοσμιοποίησης και μέσω ρήξεων με αυτή.

Η «επικαιρότητα του εθνικού» και ο ισχυρός δεσμός του με το κοινωνικό, έχουν τις ρίζες τους στην τεράστια και διαρκώς ογκούμενη δυσαρέσκεια που προκαλεί ο παγκοσμιοποιητικός οδοστρωτήρας ως έκφραση της σύγχρονης ιμπεριαλιστικής πολιτικής.

Πολλές φορές, αυτά τα μπλοκ ηττώνται, συμβιβάζονται, δεν βρίσκουν διέξοδο ή συμβάλλουν με την πείρα τους στη ανίχνευση μιας προοδευτικής προοπτικής. Άλλες φορές, γίνονται οχήματα ανέλιξης συντηρητικών, αντιδραστικών ή ακροδεξιών δυνάμεων που σε έναν βαθμό αντιδρούν στην παγκοσμιοποίηση. Το γεγονός αυτό, δεν καθιστά το εθνικό «έτσι κι αλλιώς» αντιδραστικό και αναχρονιστικό στοιχείο ή κατασκευασμένο. Δείχνει πως τα μπλοκ που συγκροτούνται είναι ρευστά, όπως η εποχή μας. Είναι ανοικτά, παιζόμενα και διεκδικούνται από πολλές δυνάμεις.

Μια απλοϊκή αντίληψη της ταξικής πάλης, νοούμενης απλώς ως «δυαδικής» υπόθεσης ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργατική τάξη, αδυνατεί να αντιληφθεί το εθνικό και κοινωνικό γεγονός στην σύνθεσή, τη σύμπλεξη, και φυσικά στην ενότητα και την αντίφασή τους. Νομίζει ότι απλώς πρέπει να αποκαθάρει την αριστερά από «εθνικιστικές προσμίξεις» ή από την αναζήτηση υποτιθέμενων συμμαχιών με ανύπαρκτα «εθνικά» τμήματα της αστικής τάξης.

Σύνθετη πραγματικότητα

Εθελοτυφλεί η αντίληψη αυτή και οι παραλλαγές της. Σήμερα, διέξοδο από την παγκοσμιοποιητική μηχανή, δεν ζητά μια οργανωμένη εργατική τάξη και οι δομές της, αλλά λαοί. Ένα σύνολο που είναι κάτι παραπάνω από το άθροισμα των ανθρώπων που το απαρτίζουν.

Σύμφωνα με τον μαρξισμό, ο λαός αποτελείται από το σύνολο των καταπιεζόμενων τάξεων και στρωμάτων ενός έθνους. Ο λαός θα μπορούσε να γίνει κατανοητός ως έννοια ενδιάμεση ανάμεσα στην τάξη και το έθνος, αν βοηθά ο συλλογισμός αυτός. Δεν είναι απλά η εργατική τάξη, ούτε «η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της».

Ο αγώνας για εθνική και λαϊκή κυριαρχία, ενδιαφέρει κι άλλα στρώματα και τάξεις που καταπιέζονται από την παγκοσμιοποίηση και τη σύνθλιψη και επιζητούν δρόμο διεξόδου. Η καταστροφή των μεσαίων στρωμάτων, η διάλυση ολόκληρων κλάδων, η αποβιομηχάνιση, δεν αφορούν μόνο μία τάξη.

Δεν υπάρχει εθνικό κίνημα πουθενά στον κόσμο χωρίς την παρουσία της αστικής τάξης ή κάποιας πτέρυγάς της. Ακόμα και στο Παλαιστινιακό. Στην Ισπανία, ο Ραχόι έπεσε και από τις ψήφους των Βάσκων εθνικιστών. Στο κίνημα ανεξαρτησίας της Καταλονίας, η αστική τάξη ήταν παρούσα και συγκρούστηκε με το ισπανικό φρανκικό κράτος.

Αλλά δεν υπάρχει η αστική τάξη μόνη της, με ένα πλήθος που απλώς την ακολουθεί. Στο παλαιστινιακό κίνημα, πολλές πτέρυγες εκφράζουν διαφορετικά συμφέροντα. Υπάρχουν βασκικά προοδευτικά ανεξαρτησιακά κινήματα, όπως και ριζοσπαστικές δυνάμεις μέσα στο κίνημα ανεξαρτησίας της Καταλονίας. Άρα η πραγματικότητα, ιδιαίτερα στην σημερινή φάση, είναι ιδιαίτερα σύνθετη και πολύπλοκη, ενώ η δυαδική εκδοχή της ταξικής πάλης είναι καρικατούρα.

Σε δύο άλλες περιοχές, στη Λατινική Αμερική και τον ισλαμικό κόσμο, έχουμε μερικά ακόμα ενδιαφέροντα στοιχεία. Στην πρώτη περίπτωση, την περιφερειακή ενότητα και συνεργασία προοδευτικών δυνάμεων και χωρών. Στη δεύτερη, διεθνικά ρεύματα που εμφανίζονται με θρησκευτικό χαρακτήρα αλλά έχουν σχέση με γεωπολιτικά τόξα. Και σε αυτά τα παραδείγματα, το εθνικό είναι ιδιαίτερα συνδεδεμένο με το κοινωνικό ζήτημα ολόκληρων περιοχών.

Η «επικαιρότητα του εθνικού» υπάρχει επομένως σχεδόν σε παγκόσμια κλίμακα, και θέλει μια εξήγηση. Ο Μελανσόν, εκπρόσωπος της ριζοσπαστικής αριστεράς («ανυπότακτη Γαλλία»), αρχίζει τις συγκεντρώσεις του με την Μασσαλιώτιδα. Στην Ελλάδα, τόσο στις πλατείες όσο και στα συλλαλητήρια, η ελληνική σημαία έχει άλλο ρόλο από αυτόν που νομίζει η Αριστερά ή ο αναρχικός χώρος. Στην Ιταλία, μια μεγάλη ευρωσκεπτικιστική πλειοψηφία ανέδειξε μια κυβέρνηση που υπερέβαινε τον κλασικό πολιτικό κόσμο και δημιουργούσε τριβές με την ευρωκρατία. Έπρεπε λοιπόν να δοκιμάσει το πραξικόπημα των Βρυξελλών. Η Αριστερά πήρε το μέρος των Βρυξελλών, με ένα πιο μικρό τμήμα της να μην αντιλαμβάνεται τι γίνεται. Με τον Γκρίλο, για περίπου μια δεκαετία υπήρχε άρνηση κάθε επαφής. Εδώ, σύσσωμη η Αριστερά (από Τσίπρα μέχρι αντιεξουσιαστικές οργανώσεις) κατήγγειλε συλλήβδην τα συλλαλητήρια.

Δρόμοι απελευθέρωσης

Η αγνόηση του εθνικού στοιχείου και η μη κατανόηση της ενότητάς του με το κοινωνικό, οδηγεί στην τύφλωση να ερμηνεύονται όλα ως εθνικιστικά, τη στιγμή που χρεοκοπούν μπροστά στα μάτια μας τρεις πολιτικές.

Χρεοκοπεί η τεχνοπολιτική του οικονομικού αυτοματισμού και της συμμόρφωσης με ό,τι διατάζουν οι αγορές. Eurogroup, ΕΚΤ, Βρυξέλλες και Βερολίνο, δεν μπορούν να κυβερνούν όπως πριν. Η επιστροφή της πολιτικής, η τεράστια δυσαρέσκεια και η επικαιρότητα του εθνικού, δημιουργούν όρους αδυναμίας να προχωρήσει αυτή η εντελώς μονόπλευρη οικονομίστικη πολιτική.

Χρεοκοπεί ακόμα ο στείρος «διεκδικητισμός», μια άλλη έκφραση του οικονομισμού και της κυριαρχίας του μέχρι τώρα. Αλλά και ο «δικαιωματισμός», έκφραση άκρατου και χωρίς όρια ατομικού ωφελιμισμού. Επιστρέφουν οι «μεγάλες αφηγήσεις», οι μεγάλες ταυτότητες, η ανάγκη του ανήκειν και η συλλογικότητα απέναντι στον ατομισμό.

Κάτω από ορισμένους όρους, η σύμπλεξη κοινωνικού – εθνικού μπορεί να πάρει γνήσιο λαϊκό προοδευτικό χαρακτήρα. Αλλά οι όροι αυτοί δεν πέφτουν από τον ουρανό. Χρειάζεται συνειδητοποίηση και πολιτικοποίηση τέτοια που να συλλαμβάνει όσα γίνονται και να είναι ικανή να συμβάλλει στην διάνοιξη δρόμων απελευθέρωσης.

Για παράδειγμα, το όνομα μιας γειτονικής χώρας, ο επεκτατισμός ενός άλλου ισχυρού γείτονα, οι σχεδιασμοί Αμερικάνων και Ευρωπαίων στην περιοχή, χωρίς να είναι ακριβώς έκφραση (παρά μόνο σε τελευταία ανάλυση) οικονομικών όρων, ξετυλίγουν την ανάγκη μιας εθνικής – κοινωνικής πολιτικής.

Η μελέτη του εθνικού ζητήματος και της σύμπλεξής του με το κοινωνικό, γίνεται με τη συμμετοχή και την παρέμβαση, όχι με την καταγγελία και την αποφυγή του λόγω «καθαρότητας». Κατά βάθος, στην υποτίμηση του εθνικού εκδηλώνεται έντονα και η βαθιά υποτίμηση και η υπεροψία κάθε λογής «πρωτοποριών» απέναντι στη «μάζα».

Δεν δικαιολογείται ο διαμελισμός του εθνικού από το κοινωνικό ή και, αντίστροφα, ο διαμελισμός του κοινωνικού από το εθνικό. Αυτά δεν διαχωρίζονται, ούτε «αποκαθάρονται», ούτε μπορεί η σωτηρία της χώρας και της κοινωνίας να αφεθεί στην ευχή μιας (φαντασιακής και μόνο) «κομμουνιστικής υπέρβασης»…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!