Οι σχέσεις Αθήνας και Λευκωσίας δοκιμάζονται, αν και στη δημόσια σφαίρα αυτό υποβαθμίζεται και σε μεγάλο βαθμό δεν συζητείται. Η επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης, στα πλαίσια της «νέας εποχής» στα ελληνοτουρκικά, να στηρίξει την τουρκική υποψηφιότητα για τη θέση του γενικού γραμματέα του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ), αιφνιδίασε τη Λευκωσία αλλά και την ενόχλησε. Υπενθυμίζεται πως η Τουρκία θα υποστηρίξει την υποψηφιότητα της Ελλάδας ως μη μόνιμου μέλους στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (για την χρονιά 2025-2026). Θέση, που σε μεγάλο βαθμό, θεωρείται «κλειδωμένη».
Η κυπριακή πλευρά ενημερώθηκε εκ των υστέρων. Όταν, δηλαδή, είχε επιτευχθεί η συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας για την αλληλοϋποστήριξη. Και αυτή η εξέλιξη, εξουδετέρωσε εν πολλοίς τα όποια σχέδια είχε η Κυπριακή Δημοκρατία, για υποβολή δική της υποψηφιότητα. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Ελλάδα θα στήριζε τον Τούρκο υποψήφιο και όχι τον Κύπριο. Τούτο προφανώς και θα προκαλούσε κρίση στις σχέσεις Ελλάδος και Κύπρου.
Η Λευκωσία δεν θα μπορούσε , ασφαλώς, να υποστηρίξει ό,τι και η Ελλάδα γιατί πέραν από τη συνεχιζόμενη κατοχή εδάφους της από την Τουρκία, σε σχέση με τον συγκεκριμένο οργανισμό υπάρχουν κι άλλα ζητήματα. Εν πρώτοις, η Τουρκία απαγορεύει τον ελλιμενισμό σε τουρκικά λιμάνια των υπό κυπριακής σημαία πλοία. Κατά δεύτερον, σε σχέση με τη θάλασσα αξιοποιεί στο έπακρο την μεγάλη της δύναμη, που είναι τα στενά. Κι σε αυτό, ως γνωστό, ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός, ΙΜΟ, έχει αναγκαστεί να προβεί σε συμβιβασμούς με την Άγκυρα σε ό,τι αφορά τη διέλευση των πλοίων. Την ίδια ώρα, αν και αυτό δεν συνδέεται ευθέως με τον ΙΜΟ, υπενθυμίζεται ότι η Τουρκία αρνείται να κυρώσει τη Σύμβαση για τη Θάλασσα (UNCLOS). Η UNCLOS είναι μια διεθνής σύμβαση, που αποτελεί κοινοτικό κεκτημένο καθώς την έχουν υπογράψει όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση ως διεθνής οργανισμός. Είναι σαφές πως η κατοχική Τουρκία δεν νομιμοποιείται λόγω της συμπεριφοράς της να διεκδικεί θέσεις σε διεθνείς οργανισμούς. Κι αυτό είναι το μείζον, το οποίο η Αθήνα δεν βλέπει.
Συνεπώς για την Κύπρο δεν ετίθετο θέμα να ακολουθήσει την επιλογή της Ελλάδος. Το ζήτημα, που εγείρεται είναι κατά πόσο οι Μητσοτάκης και Δένδιας νομιμοποιούνται να μην λαμβάνουν υπόψη την τουρκική κατοχή και τη στάση της Λευκωσίας. Στάση, η οποία καθορίζεται από τις συνθήκες κατοχής, που υπάρχουν στο νησί.
Η αντίδραση της Λευκωσίας
Η στάση της Κύπρου στο θέμα της υποστήριξης από την Ελλάδα Τούρκου υποψήφιου για τη θέση του γενικού γραμματέα του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ), ήταν μια πολιτική επιλογή, που παραπέμπει στην αποφυγή κρίσης στις σχέσεις. Κι αυτό έγινε ότι στην Κύπρο μόλις έχει αναλάβει τη διακυβέρνηση και δεν θα ήθελε προφανώς με το καλημέρα, να ερχόταν σε σύγκρουση με την ελληνική κυβέρνηση. Μπορεί αυτό να μην το αντιλαμβάνονται στο αθηναϊκό κράτος, αλλά για την Κύπρο η Ελλάδα είναι το μοναδικό στήριγμα έναντι της επιθετικής, επεκτατικής Τουρκίας. Το πρόβλημα είναι πως κάποιοι διαχειριστές, όπως τώρα, είναι της λογικής, πως το Κυπριακό είναι «πονοκέφαλος».
Η «νέα εποχή» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις διαμορφώνεται, λοιπόν, αφήνοντας εκτός το Κυπριακό, καθώς η ελληνική ελίτ, πολιτική και οικονομική, υποστηρίζει πως αυτό είναι το πρόβλημα, το μεγάλο εμπόδιο στην ομαλοποίηση των μεταξύ των σχέσεων. Ότι η Κύπρος εμποδίζει κάθε «βελτίωση» των σχέσεων μεταξύ των δυο χωρών. Αν και δεν χρειάζεται η Κύπρος για να εμποδίσει την βελτίωση των σχέσεων, καθώς οι προ ημερών δηλώσεις Ερντογάν και Τσαβούσογλου προσγείωσαν ανώμαλα τους αιθεροβάμονες των Αθηνών. Πιο ξεκάθαρος ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, επανέλαβε τις γνωστές μονομερείς παράνομες διεκδικήσεις της Άγκυρας σε βάρος της Ελλάδος. Διεκδικήσεις, που εάν στο σύνολο τους συζητηθούν, δέχεται και την παραπομπή τους στο διεθνές δικαστήριο.
Οι τελευταίες δηλώσεις των Τούρκων αξιωματούχων, έχουν θορυβήσει το ελληνικό ΥΠΕΞ, το οποίο διά του Δένδια επένδυε στη «νέα εποχή» στα ελληνοτουρκικά, εξ ου και διαφοροποιημένες τοποθετήσεις. Τοποθετήσεις, όπως «η Κύπρος δεν κείται μακράν», του Δένδια, έγιναν υπό το βάρος και των επικρίσεων που δέχεται η ελληνική κυβέρνηση για τη διαχείριση που κάνει στα ελληνοτουρκικά.
Η «νέα εποχή» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις διαμορφώνεται, λοιπόν, αφήνοντας εκτός το Κυπριακό, καθώς η ελληνική ελίτ, πολιτική και οικονομική, υποστηρίζει πως αυτό είναι το μεγάλο εμπόδιο στην ομαλοποίηση των μεταξύ των σχέσεων
Εκτός εξίσωσης η Κύπρος
Η «διπλωματία των σεισμών» προφανώς και επιβλήθηκε από την Ουάσινγκτον κι αυτό κατέστη ξεκάθαρο από την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνγκεν, σε Αθήνα και Άγκυρα. Από την πλευρά τους, οι Τούρκοι αξιωματούχοι, που αισθάνονται ότι με τα «ήρεμα νερά» η Ελλάδα ξεπλένει τη συμπεριφορά τους, δεν έχουν καμία διάθεση να αλλάξουν προσέγγιση στο Κυπριακό. Και το λένε, το δηλώνουν και πιέζουν. Επιμένουν σε εκ προοιμίου αναγνώριση του ψευδοκράτους για να προσέλθουν στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό. Ο Τούρκος Αντιπρόεδρος, Φουάτ Οκτάι, σε συνέντευξή του σε εφημερίδα των κατεχομένων, ανέφερε ότι «σε περίπτωση που κατοχυρωθεί η κυριαρχική ισότητα και το ισότιμο διεθνές καθεστώς που είναι ουσιώδη δικαιώματα των αδελφών μας Τούρκων της Κύπρου, μπορούν να αρχίσουν συνομιλίες αναφορικά με το πώς θα μπορούσε να υπάρξει συνεργασία ανάμεσα στα δύο κράτη στο νησί. κανείς να μην σκεφτεί ότι θα γίνουν υποχωρήσεις από αυτό το όραμα και ότι οι Τούρκοι της Κύπρου θα μπορούσαν να χασομερήσουν με μοντέλα δοκιμασμένα πολλές φορές και αποτυχημένα….». Δηλαδή, χωρίς η Κυπριακή Δημοκρατία να αναγνωρίσει το ψευδοκράτος, συνομιλίες δεν θα ξεκινήσουν. Περαιτέρω, η Άγκυρα προειδοποιεί, εξαπολύει απειλές, ότι στα ενεργειακά δεν μπορεί να γίνει οτιδήποτε χωρίς τη συναίνεση της, χωρίς και την δική της εμπλοκή. Την ερχόμενη Τρίτη, 18 Απριλίου, θα βρίσκεται στην κατεχόμενη Κύπρο ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, για να τελέσει τα εγκαίνια νέου τερματικού του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου. Αναμένεται, πάντως, ότι θα στείλει και πολλά μηνύματα σε σχέση με το Κυπριακό.
Συνεπώς, αυτό που προκύπτει είναι πως για την Αθήνα, άλλο Κυπριακό και διαφορετικό οι σχέσεις με την Τουρκία. Αυτό ευνοεί την Άγκυρα, που κερδίζει χρόνο, μέχρι να συνέλθει από τους σεισμούς και να επανέλθει δριμύτερη.
Έλλειψη αντίληψης για το γεωστρατηγικό βάθος
Είναι σαφές πως οι διαχειριστές στην Αθήνα φαίνεται να έχουν έλλειψη αντίληψης του γεωστρατηγικού βάθους που έχει η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η Ελλάδα και να μην υπήρχε η αδελφική εθνική σχέση με την Κύπρο, θα έπρεπε να αναζητήσει στρατηγική συνεργασία για αξιοποίηση της κυπριακής στρατηγικής προίκας, όπως πράττουν άλλες χώρες. Το πράττουν όλοι οι άλλοι, αλλά η Αθήνα επιμένει σε στρατηγικές ανορθογραφίες.
Είναι προφανές πως τα φοβικά σύνδρομα διαμορφώνουν –σκοπίμως, συνειδητά– ψευδαισθήσεις. Η Αθήνα, χωρίς η Άγκυρα να έχει αλλάξει ούτε ένα γιώτα από την επεκτατική πολιτικής της, «ξεπλένει» την Τουρκία. Την… ξεπλένει προσφέροντας της πολιτικές διεξόδους και διευκολύνει στους σχεδιασμούς της.
Αυτό το σκηνικό προφανώς και εξυπηρετεί τους αμερικανικούς σχεδιασμούς για τα «ήρεμα νερά». Οι αμερικανικοί σχεδιασμοί στην περιοχή για να προχωρήσουν χρειάζονται ηρεμία, κι αυτό προφανώς και επιδιώκουν με τη… νέα εποχή στα ελληνοτουρκικά. Για το περιεχόμενο δεν ενδιαφέρονται, ούτε και για τις παράπλευρές απώλειες.