Ο Santiago Gamboa, από τους κορυφαίους Κολομβιανούς μυθιστοριογράφους, επιλέγει τη μορφή ενός αστυνομικού μυθιστορήματος για να μιλήσει για εκείνα που μαστίζουν τη χώρα του. Για πράγματα επικίνδυνα, που όπως γνωρίζουμε μπορεί να αποβούν μοιραία για όποιον τα αποκαλύπτει, ακόμη κι αν το κάνει μέσα από τη λογοτεχνία.

«Η νύχτα θα είναι μεγάλη» είναι ο τίτλος του μυθιστορήματος που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα σε μετάφραση Δήμητρας Σταυρίδου. Ένα πολιτικό θρίλερ που ξεκινά με μια ένοπλη ενέδρα σε ένα κομβόι αυτοκινήτων. Αν δεν υπήρχε ένα παιδί-αυτόπτης μάρτυρας ίσως αυτή η επίθεση να μη μαθευόταν ποτέ.

«Θύτες» και «θύματα» κρύβουν τα δικά τους μυστικά και θα προτιμούσαν η σύγκρουση μεταξύ τους να μείνει σε έναν στενό κύκλο…

Ένας εισαγγελέας που δεν ανήκει στη συνήθη κατηγορία των «πιστών υπηρετών» της εξουσίας, αλλά και μια δημοσιογράφος με την παράξενη βοηθό της –που δημιουργούν ένα εξαιρετικό λογοτεχνικό δίδυμο– προσπαθούν να φτάσουν στην αλήθεια.

Θα ανακαλύψουν τον –πολύ– σκοτεινό ρόλο που παίζουν διάφορα εκκλησιαστικά ιδρύματα τα οποία διαπλέκονται με τις γνωστές εγκληματικές οργανώσεις.

Ο συγγραφέας δίνει στο βιβλίο του τη μορφή ντοκουμέντου, σημειώνοντας πως την ιστορία που αφηγείται του τη διηγήθηκε μια παλιά φίλη του, η «Χουλιέτα Λεζάμα, μια θαρραλέα ανεξάρτητη δημοσιογράφος που πουλά τα ρεπορτάζ της σε Μέσα ενημέρωσης στην Ισπανία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Λατινική Αμερική»… Η βοηθός της, η Χουάνα, είναι πρώην μέλος αντάρτικης ομάδας.

«…Η Κολομβία δεν μπορεί να συνεχίσει να βρίσκεται στα χέρια αυτών των μπάσταρδων. Η χώρα είναι διεστραμμένη, είναι αρρωστημένη και πρέπει να την αλλάξουμε και με τον πιο δύσκολο τρόπο. Δεν θα κάθομαι να κλαίω με σταυρωμένα τα χέρια», λέει η Χουάνα όταν αποφασίζει να ενταχθεί στην ένοπλη πάλη.

Τα πορτρέτα των δυο γυναικών, με τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδά τους, όπως και του εισαγγελέα, δίνονται με εξαιρετικό τρόπο και δένουν με τη συναρπαστική και πρωτότυπη αφήγηση της ιστορίας.

Είναι σίγουρα ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που διαβάσαμε το 2023.

Είναι χαρά και τιμή για την εφημερίδα μας η συνέντευξη που μας παραχώρησε ο κορυφαίος Κολομβιανός συγγραφέας. Ευχαριστούμε θερμά τους ανθρώπους των εκδόσεων Διόπτρα…

«Για να γνωρίσουμε τη σημερινή Κούβα είναι απαραίτητο να διαβάσουμε τον Leonardo Padura, το ίδιο και τον Πέτρο Μάρκαρη για να μάθουμε για την Ελλάδα ή τον Vásquez Montalbán για την Ισπανία την εποχή της πολιτικής μετάβασης»

Πού τελειώνει η μυθοπλασία και πού αρχίζει η πραγματικότητα στο μυθιστόρημά σας;

Η σχέση λογοτεχνίας και πραγματικότητας είναι πολύ λεπτή. Η πραγματικότητα μετατρέπεται σε ένα λογοτεχνικό στοιχείο με αισθητικό σκοπό, σε μια μυθοπλασία της πραγματικότητας που το επακόλουθό της είναι να κάνει αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα πιο κατανοητή και πλούσια. Στην περίπτωσή μου, η πραγματικότητα της Κολομβίας μετά την ειρηνευτική διαδικασία είναι ένας πολύ πυκνός και μερικές φορές χαοτικός ιστός. Ένα μυθιστόρημα δίνει μια κάποια τάξη σε αυτό το χάος και γι’ αυτό, ακόμα κι αν είναι μυθοπλασία, δίνει μια τάξη σε αυτή την πραγματικότητα που κάνει πιο κατανοητή. Χωρίς να θέλω να συγκρίνω τον εαυτό μου μαζί τους, θα μπορούσα να αναφέρω τον Μπαλζάκ, που κάνει κατανοητή τη Γαλλία του 1830, ή τον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι, που περιέγραψαν τη Ρωσία του 19ου αιώνα καλύτερα από κάθε ιστορικό.

Δεν είναι κάπως επικίνδυνο να γράφεις για τέτοια θέματα ακόμη κι αν τα «ντύνεις» με τον μανδύα της μυθοπλασίας;

Την πιο έντονη αντίδραση την είχα από τις ευαγγελικές εκκλησίες, οι οποίες στο μυθιστόρημά μου παρουσιάζονται ως αυτό που πραγματικά είναι οι περισσότερες: κερδοσκοπικές εταιρείες, και σε ορισμένες περιπτώσεις πλυντήρια βρόμικου χρήματος της μαφίας. Πολλοί ευαγγελικοί πάστορες είναι επίσης τοπικά αφεντικά που πωλούν τις ψήφους των οπαδών τους στους πολιτικούς, και μάλιστα στους πιο διεφθαρμένους. Συνήθως σε ακροδεξιούς πολιτικούς της περιοχής που έχουν συμμαχήσει με τους ναρκέμπορους και τους παραστρατιωτικούς. Γι’ αυτό αυτές οι εκκλησίες, στη Λατινική Αμερική, έχουν εξελιχθεί σε κίνδυνο για τη δημοκρατία. Κρύβονται πίσω από την ανεξιθρησκία, αλλά η πλειονότητά τους είναι εταιρείες της μαφίας.

Ο Manuel Vasquez Montalban σας συγκρίνει με τον Marquez, γράφοντας πως είσαστε οι δύο πιο σημαντικοί συγγραφείς της Κολομβίας. Πώς σχολιάζετε αυτή τη δήλωση;

Αυτό είναι πάνω απ’ όλα ένα ευγενικό σχόλιο ενός πολύ γνωστού συγγραφέα για έναν νεαρό πεζογράφο που μόλις ξεκινούσε την καριέρα του. Ο Vásquez Montalbán είπε αυτή τη φράση το 2000, αναφερόμενος στο πρώτο μου μυθιστόρημα που έγινε διεθνές, Το να χάνεις είναι ζήτημα μεθόδου, όταν επρόκειτο να εκδοθεί από τον γερμανικό εκδοτικό οίκο Wagenbach, που εξέδιδε και τα δικά του έργα. Το να είμαι Κολομβιανός συγγραφέας μετά τον García Márquez είναι μια μεγάλη ευθύνη που μοιράζομαι με μια μεγάλη ομάδα συναδέλφων, ανδρών και γυναικών, με συγγραφείς όπως η Pilar Quintana, ο Héctor Abad Faciolince, η Piedad Bonnet ή ο Juan Gabriel Vásquez.

Η βασική σας ηρωίδα είναι γυναίκα: πόσο εύκολο –ή δύσκολο– ήταν να δείτε την ιστορία με τα δικά της μάτια;

Με έχουν ρωτήσει πολλές φορές πώς μπόρεσα να μπω στον ψυχισμό μιας γυναίκας δημοσιογράφου. Έχω περάσει μια ζωή παρατηρώντας τις γυναίκες, αγαπώντας τες, διαβάζοντάς τες, μαλώνοντας μαζί τους, ικετεύοντας για τη συγγνώμη ή την αγάπη ή απλώς την προσοχή τους. Και έχω διαμορφωθεί μέσα από τη φιλία τους, τη στοργή τους ή την αδιαφορία τους. Τις έχω δει να ουρλιάζουν οργισμένες ή να πεθαίνουν από τα γέλια ή να κλαίνε ή να ντρέπονται. Τις έχω φιλήσει και τις έχω αφήσει να μου κάνουν ό,τι ήθελαν, συμπεριλαμβανομένου του να με πετάξουν έξω μέσα στη νύχτα, με τη θερμοκρασία κάτω από το μηδέν. Έχω δουλέψει και παλέψει δίπλα δίπλα μαζί τους. Τις έχω δει να κάνουν ντους ενώ εγώ έπλενα τα δόντια μου και μετά, πολύ ιπποτικά, τους έχω δώσει την πετσέτα.

Γιατί επιλέξατε τη μορφή ενός αστυνομικού μυθιστορήματος; Θεωρείτε ότι στις μέρες μας είναι ένας τρόπος για να δει κανείς κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων;

Το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι μια από τις πιο βαθιές φόρμες, όταν πρόκειται να εξετάσουμε το παρόν και την πραγματικότητα μιας κοινωνίας. Για να γνωρίσουμε τη σημερινή Κούβα είναι απαραίτητο να διαβάσουμε τον Leonardo Padura, το ίδιο και τον Πέτρο Μάρκαρη για να μάθουμε για την Ελλάδα ή τον Vásquez Montalbán για την Ισπανία την εποχή της πολιτικής μετάβασης. Είναι επίσης πολύ χρήσιμο για να εμβαθύνουμε σε ορισμένες πτυχές της ανθρώπινης ψυχής. Σκέφτομαι τον χαρακτήρα του Tom Ripley, που δημιούργησε η Patricia Highsmith, ίσως η μεγαλύτερη συγγραφέας αυτού του είδους. Ή τις αντιφάσεις του Ρασκόλνικοφ, στο Έγκλημα και Τιμωρία του Ντοστογιέφσκι, ένα αστυνομικό μυθιστόρημα που αναλύει την ενοχή σε ένα χριστιανικό πλαίσιο. Για τον García Márquez, το καλύτερο αστυνομικό μυθιστόρημα όλων των εποχών ήταν ο Οιδίπους Τύραννος, του Σοφοκλή, γιατί σε αυτό ο δολοφόνος και ο ντετέκτιβ είναι το ίδιο πρόσωπο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!