Του Σταύρου Γεωργά. Την άνοιξη του 2009, ετοιμάστηκε στο Εργαστήρι της Ελευθεριακής Κουλτούρας και κυκλοφόρησε ένα σύντομο κείμενο του Giorgio Agaben, αναφερόμενο στον Guy Debord, με τίτλο Βία και ελπίδα στο τελευταίο θέαμα. Όποιος θέλει να μελετήσει λιγότερο πρόχειρα τι συνέβη στις δικές μας πλατείες το καλοκαίρι του 2011 (σε εμβρυακή, πρωτόλεια μορφή, εννοείται, και μετασχηματισμένο κατά Lorentz, μια και, παρά την «παγκοσμιοποίηση», το αδρανειακό πεδίο ήταν διαφορετικό), πρέπει να λάβει αυτό το ελάχιστο κείμενο σοβαρότατα υπ’ όψιν.
Εγώ εδώ θα μεταφέρω ένα (επιμελημένο: είναι μια αστική συνήθεια που δεν χρειάζεται ν’ απεμποληθεί) απόσπασμα:
«Το θεαματικό κράτος είναι, λαμβανομένων υπ’ όψιν όλων των παραμέτρων, θεμελιωμένο όχι σε ένα κοινωνικό συμβόλαιο (του οποίoυ θα έπρεπε να είναι η έκφραση) αλλά στη διάλυσή του, την οποία απαγορεύει. Σε τελική ανάλυση, το κράτος αυτό μπορεί να αναγνωρίσει κάθε αίτημα ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένης και της ύπαρξης άλλων κρατών στο εσωτερικό του. Αλλά ότι ορισμένες μοναδικότητες μπορεί να αποτελέσουν κοινότητα χωρίς να απαιτούν μια ταυτότητα, ότι μπορεί να υπάρξουν δεσμοί χωρίς την εμφάνιση της αντιπροσωπευτικότητας (του να είμαστε δηλαδή Ιταλοί, εργάτες, καθολικοί, τρομοκράτες), αυτό είναι κάτι που το κράτος δεν μπορεί κατά κανένα τρόπο να ανεχθεί.
Όμως, είναι αυτό το ίδιο το θεαματικό κράτος -καθώς ακυρώνει και εκκενώνει κάθε πραγματική ταυτότητα- το οποίο παράγει σε μαζική κλίμακα και μέσα από αυτό το ίδιο συγκεκριμένες μοναδικότητες, που σήμερα δεν χαρακτηρίζονται από οποιαδήποτε κοινωνική ταυτότητα ή από οποιαδήποτε ιδιοκτησιακή κατάσταση. Είναι πραγματικά μη ταυτοτικές μοναδικότητες.
Είναι βέβαιο ότι στην κοινωνία που μας έλαχε να ζούμε, όλες οι κοινωνικές ταυτότητες έχουν διαλυθεί και όλα όσα, ανά τους αιώνες, συνιστούσαν την αλήθεια ή το αντίθετό της, για τις επόμενες γενιές στη γη έχουν χάσει κάθε νόημα. Στην παγκόσμια μικρομπουρζουαζία, στη μορφή της οποίας το θέαμα έχει εφαρμόσει ως παρωδία το μαρξιστικό σχέδιο της αταξικής κοινωνίας, οι διαφορετικές ταυτότητες που έχουν σημαδέψει την ιλαροτραγωδία της παγκόσμιας ιστορίας έχουν εκπέσει και συνυπάρχουν σε μια φαντασμαγορική κενότητα. Κι έτσι, αν κανείς θελήσει να διατυπώσει μια προφητεία για την πολιτική του μέλλοντος, αυτή δεν θα αφορά σ’ έναν αγώνα για την κατάκτηση ή τον έλεγχο του κράτους από τα νέα ή τα παλιά κοινωνικά υποκείμενα, αλλά μάλλον σ’ έναν αγώνα ανάμεσα στο κράτος και το μη-κράτος (την ανθρωπότητα), σε μια ανεπανόρθωτη διάζευξη μεταξύ μιας μη ταυτοτικής μοναδικότητας και της κρατικιστικής οργάνωσης.
Αυτό δεν έχει καμία σχέση με την απλή διεκδίκηση του κοινωνικού απέναντι στο κράτος, κάτι που για πολύ καιρό ήταν το κίνητρο των σημερινών κινημάτων διαμαρτυρίας. Οι μη ταυτοτικές μοναδικότητες της θεαματικής κοινωνίας δεν μπορούν να αποτελέσουν μια societas, ακριβώς επειδή δεν μπορούν να επικυρώσουν οποιαδήποτε ταυτότητα ούτε να αναγνωρίσουν ένα κοινωνικό συμβόλαιο. […]
Οποτεδήποτε αυτές οι μοναδικότητες εκδηλώνουν ειρηνικά την κοινή τους ουσία, θα υπάρχει μια Τιεν Αν Μεν και, αργά ή γρήγορα, θα εμφανιστούν τα τανκς».
«Το θεαματικό κράτος είναι, λαμβανομένων υπ’ όψιν όλων των παραμέτρων, θεμελιωμένο όχι σε ένα κοινωνικό συμβόλαιο (του οποίoυ θα έπρεπε να είναι η έκφραση) αλλά στη διάλυσή του, την οποία απαγορεύει. Σε τελική ανάλυση, το κράτος αυτό μπορεί να αναγνωρίσει κάθε αίτημα ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένης και της ύπαρξης άλλων κρατών στο εσωτερικό του. Αλλά ότι ορισμένες μοναδικότητες μπορεί να αποτελέσουν κοινότητα χωρίς να απαιτούν μια ταυτότητα, ότι μπορεί να υπάρξουν δεσμοί χωρίς την εμφάνιση της αντιπροσωπευτικότητας (του να είμαστε δηλαδή Ιταλοί, εργάτες, καθολικοί, τρομοκράτες), αυτό είναι κάτι που το κράτος δεν μπορεί κατά κανένα τρόπο να ανεχθεί.
Όμως, είναι αυτό το ίδιο το θεαματικό κράτος -καθώς ακυρώνει και εκκενώνει κάθε πραγματική ταυτότητα- το οποίο παράγει σε μαζική κλίμακα και μέσα από αυτό το ίδιο συγκεκριμένες μοναδικότητες, που σήμερα δεν χαρακτηρίζονται από οποιαδήποτε κοινωνική ταυτότητα ή από οποιαδήποτε ιδιοκτησιακή κατάσταση. Είναι πραγματικά μη ταυτοτικές μοναδικότητες.
Είναι βέβαιο ότι στην κοινωνία που μας έλαχε να ζούμε, όλες οι κοινωνικές ταυτότητες έχουν διαλυθεί και όλα όσα, ανά τους αιώνες, συνιστούσαν την αλήθεια ή το αντίθετό της, για τις επόμενες γενιές στη γη έχουν χάσει κάθε νόημα. Στην παγκόσμια μικρομπουρζουαζία, στη μορφή της οποίας το θέαμα έχει εφαρμόσει ως παρωδία το μαρξιστικό σχέδιο της αταξικής κοινωνίας, οι διαφορετικές ταυτότητες που έχουν σημαδέψει την ιλαροτραγωδία της παγκόσμιας ιστορίας έχουν εκπέσει και συνυπάρχουν σε μια φαντασμαγορική κενότητα. Κι έτσι, αν κανείς θελήσει να διατυπώσει μια προφητεία για την πολιτική του μέλλοντος, αυτή δεν θα αφορά σ’ έναν αγώνα για την κατάκτηση ή τον έλεγχο του κράτους από τα νέα ή τα παλιά κοινωνικά υποκείμενα, αλλά μάλλον σ’ έναν αγώνα ανάμεσα στο κράτος και το μη-κράτος (την ανθρωπότητα), σε μια ανεπανόρθωτη διάζευξη μεταξύ μιας μη ταυτοτικής μοναδικότητας και της κρατικιστικής οργάνωσης.
Αυτό δεν έχει καμία σχέση με την απλή διεκδίκηση του κοινωνικού απέναντι στο κράτος, κάτι που για πολύ καιρό ήταν το κίνητρο των σημερινών κινημάτων διαμαρτυρίας. Οι μη ταυτοτικές μοναδικότητες της θεαματικής κοινωνίας δεν μπορούν να αποτελέσουν μια societas, ακριβώς επειδή δεν μπορούν να επικυρώσουν οποιαδήποτε ταυτότητα ούτε να αναγνωρίσουν ένα κοινωνικό συμβόλαιο. […]
Οποτεδήποτε αυτές οι μοναδικότητες εκδηλώνουν ειρηνικά την κοινή τους ουσία, θα υπάρχει μια Τιεν Αν Μεν και, αργά ή γρήγορα, θα εμφανιστούν τα τανκς».
Σχόλια