Είναι παραγωγικό και χρήσιμο –πέρα από το ότι συνηθίζεται και στην αρχή μιάς νέας Χρονιάς– να προσπαθήσουμε να σουμάρουμε τον δρόμο που διανύθηκε μετά από κοντά δύο χρόνια διαχείρισης της επιδημίας Covid-19. Να προσπαθήσουμε να διαβάσουμε τις χοντρές γραμμές των εξελίξεων και να βγάλουμε εν τέλει συνολικότερα συμπεράσματα για την κατάσταση που διαμορφώνεται.
Επιδημία Covid. Η διαχείρισή της πάει να κουκουλώσει μια τεράστια κρίση
Μετά από δύο χρόνια, μερικά πράγματα είναι σήμερα πολύ εμφανέστερα. Ας θυμηθούμε: τη στιγμή που κάνει την εμφάνισή του το πρόβλημα Covid στις αρχές του 2020, ήταν ήδη προ των πυλών η εκδήλωση ενός ακόμα σοβαρού επεισοδίου της πρωτοφανούς υπερδεκαετούς συστημικής πολυοργανικής κρίσης που ο κύκλος της άνοιξε το 2008 και παραμένει έκτοτε ενεργός. Από την αρχή κύριο χαρακτηριστικό της διαχείρισης της επιδημίας ήταν η προσπάθεια να «κρυφτεί», να «σκεπαστεί» αυτή η κρίση πίσω από το «υγειονομικό πρόβλημα», να αποδοθούν τα όσα γίνονται και όσα παραλείπονται στον «κακό καιρό» που αυτό φέρνει μαζί του.
Σε όλη τη διάρκεια αυτής της διετίας (2020-2021) αλλάζουν πολλά, συχνά το χθεσινό «μαύρο» γίνεται το σημερινό «άσπρο». Διατηρείται όμως το ίδιο μοτίβο: Συστηματική τρομοκράτηση τεράστιων πληθυσμών και πάνω σ’ αυτή τη βάση, διαρκής ανανέωση και προοδευτική διεύρυνση ενός καθεστώτος «έκτακτων μέτρων» κοινωνικού αποκλεισμού, πανεποπτικής παρακολούθησης, απολυταρχισμού. Οι προτεραιότητες των συστημικών κύκλων σαφέστατα δεν αφορούν την «ίαση» αλλά το πέρασμα μέτρων αδιανοήτων υπό άλλες συνθήκες και πειραματισμών μεγάλης κλίμακας, κοινωνικών, υγειονομικών, οικονομικών, ψυχολογικών και άλλων.
Ένα πρώτο αναγκαίο πολιτικό συμπέρασμα: Να βγει η σκέψη μας έξω από τον ασφυκτικό κλοιό της προωθούμενης «μονοκαλλιέργειας της πανδημίας». Να δούμε την επιδημία και τη διαχείρισή της στις συνδέσεις της με όλες τις άλλες μεγάλες αντιθέσεις και κοινωνικά προβλήματα που παράγει η ανεπίλυτη συστημική κρίση.
Χρεωκοπία της συστημικής πολιτικής σε πολλαπλά επίπεδα
Αρχίζοντας από το υγειονομικό επίπεδο: Χρεωκοπημένη ως προς τους στόχους που η ίδια θέτει, η πολιτική «για την πανδημία» που εν τούτοις δεν παύει να μας γανώνει τα αυτιά ότι «θα τελειώσουμε με τον ιό» με τη συγκεκριμένη χρήση του εμβολίου. Αυτή τη χρήση που αποκλείει τον μισό πλανήτη αφήνοντάς τον να παράγει μεταλλάξεις και ταυτόχρονα φυτεύει την ολέθρια διχαστική αντιπαράθεση εμβολιασμένων-ανεμβολίαστων και τα συνακόλουθα υγειονομικά διαβατήρια-πάσα ως βάση κοινωνικού αποκλεισμού σε μεγάλο μέρος του άλλου μισού. Χρεωκοπία που πρέπει να σημειώσουμε ότι υπήρξε εκ των προτέρων προβλέψιμη και ρητά εκτιμημένη ως τέτοια. Πρέπει άραγε να εξοβελιστεί ως απαγορευμένη συνωμοσιολογική σκέψη η αναγκαιότατη διερεύνηση και αποκάλυψη των κρύφιων επιδιώξεων των κέντρων του βαθέος συστήματος που την επέβαλαν με τόση στοχοπροσήλωση;
Σε ένα βαθύτερο επίπεδο: Συσσωρευόμενες καταστροφικές συνέπειες για την κοινωνική υγεία σε όλες της τις διαστάσεις, (άλλες νόσοι, ψυχική υγεία, κοινωνική αποσάθρωση, ενδημικά πλέον εμφανιζόμενα μοτίβα αντικοινωνικής συμπεριφοράς). Ας ξαναβαδίσουμε τη διαδρομή και ας παρατηρήσουμε την επίδραση της διαχείρισης στο κοινωνικό φρόνημα ή με αντίστροφους όρους στην κοινωνική κούραση, αποδιάρθρωση και φθορά.
Ένα ακόμα αναγκαίο συμπέρασμα: ψευδής και η αναπαράσταση του κινδύνου που αντιπροσωπεύει η «πανδημία» και που δήθεν εδράζεται στα «φυσικά» της χαρακτηριστικά. Ακόμα και με τη στενότερη έννοια, οι κίνδυνοι για τη ζωή από τον ιό πολλαπλασιάζονται από την ακαταλληλότητα της «λογικής» των υγειονομικών συστημάτων. Το ίδιο πολλαπλασιάζονται και από όλο το φάσμα των σαδιστικών, τιμωρητικών πρακτικών της εξουσίας απέναντι στο κοινωνικό σώμα. Από τις προσπάθειες του κάθε Μακρόν να «τσαντίσει» με όχημα τους μη εμβολιασμένους, και να τσακίσει το ηθικό ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων.
Ο Covid και οι προσπάθειες των ελίτ για το ξεπέρασμα της συστημικής κρίσης
Δύο όψεις ως προς αυτό δίνουν ιδιαίτερο σχήμα στις εξελίξεις. Κατά πρώτον, η διαχείριση Covid πάγωσε κοινωνικές αντιδράσεις και πέρασε σημαντικά μέτρα κοινωνικού καταστροφισμού. Σάρωσε το τοπίο των εργασιακών σχέσεων και φύτεψε αντιδραστικότατα πρότυπα ρύθμισης των κοινωνικών χρόνων και των δημόσιων χώρων που ήρθαν με πρόθεση να μείνουν. Τώρα βρισκόμαστε στο σημείο όπου μια προσωρινή περίοδος δημοσιονομικών «χαλαρώσεων» (ξεκινώντας από το επίπεδο της Ε.Ε.) πάει να λήξει απότομα και αυτό συνεπάγεται άλλο ένα υπόκωφο μεγάλο κύμα εκτοπισμού της μικρομεσαίας δραστηριότητας και την μαζική περιθωριοποίηση των αντίστοιχων κοινωνικών στρωμάτων. Κατά δεύτερον, η κρίση επανέρχεται με ένα νέο επεισόδιο υπό την τροποποιημένη μορφή μιας πολυσύνθετης ενεργειακής κρίσης με τάση μετάδοσης και σε άλλους τομείς (επισιτιστικός, πρώτες ύλες κ.ά.). Η «παγωμένη» διετία 2020-21 εκτός του ότι πάγωσε κοινωνικές αντιδράσεις, φαίνεται ότι ανακάτεψε και την τράπουλα ανάμεσα σε διάφορους τύπους κεφαλαίων. Δεν παρενέβαλε ομοιόμορφα τα ίδια εμπόδια σε όλους τους παίκτες και άφησε το ευκίνητο χρηματιστικό κεφάλαιο να κάνει σημαντική δουλειά κεφαλαιακής απαξίωσης και ανακατανομής. Όμως οι σχεδιασμοί των συστημικών κέντρων δεν είναι στεγανοί. Δεν προχωρούν απρόσκοπτα. Εκδιπλώνονται μέσα σε μεγάλες αντιφάσεις, σ’ ένα τοπίο άναρχων χαοτικών ανταγωνισμών, επιχειρηματικών και γεωπολιτικών. Η μετάφρασή τους στο πολιτικό επίπεδο, βρίσκεται πίσω από τις κυβερνητικές παλινωδίες, την φρενίτιδα αλλεπάλληλων κυμάτων «μέτρων» και μια ογκούμενη κρίση κύρους των πολιτικών και των επιστημονικών θεσμών (μιας «επιστήμης» πλήρως υποταγμένης στην πολιτική εξουσία που φυλάει όμως και τα νώτα της οσμιζόμενη αναταράξεις και αδιέξοδα).
‘Ενα ακόμα συμπέρασμα: σε μια εποχή παρατεταμένης κρίσης, επισφάλειας, και μεγάλων διακινδυνεύσεων για την κοινωνική πλειοψηφία, γίνεται κρίσιμο το ζήτημα της ανάγκης μιας «νέας τάξης», μιας άλλης κοινωνικής συγκρότησης ικανής να αντιμετωπίσει την πολυπλοκότητα των σύγχρονων κοινωνικών αντιθέσεων.
Κοινωνικές αντιστάσεις και σχέδια αντιμετώπισής τους από τις ελίτ
Εδώ θα κάνουμε δύο πολύ συνοπτικές επισημάνσεις άμεσης λειτουργικής σημασίας, με την προσοχή κυρίως στραμμένη στην ελληνική πραγματικότητα.
Στη χώρα μας αν και δεν έλλειψαν οι ενδιαφέρουσες αντιδράσεις, υπάρχει μια χαρακτηριστική δυστοκία όσον αφορά την ανάδυση πολιτικά πιό ώριμων μορφών κοινωνικής αντίδρασης όπως γίνεται αλλού (Ιταλία, Γαλλία) κατά του πάσου ή άλλων συναφών αντιδημοκρατικών μέτρων. Το ζήτημα απαιτεί σοβαρή ερμηνεία στον αντίποδα μιας «αριστερής αντίληψης» που το αποδίδει στην «καθυστερημένη», «συντηρητικοποιημένη» κοινωνία. Οι συσσωρευμένες πολύχρονες επαχθείς κοινωνικές εμπειρίες (που δεν πρέπει να παραβλέπεται παρ’ όλα αυτά ότι συνιστούν σημαντικές και αξιοποιήσιμες εμπειρίες) των τελευταίων 10-15 χρόνων και ο εξακολουθητικά αρνητικός ρόλος της αριστεράς σε όλα αυτά, επιβάλλουν τους «πρωτότυπους» όρους τους. Κάθε ειλικρινές εγχείρημα συμβολής οφείλει να αναγνωρίζει αυτή την πραγματικότητα και να έχει διάθεση να συγχρωτιστεί με την πραγματική κοινωνική συνείδηση, τους ρυθμούς και τις δυνατότητές της.
Από την άλλη, ο αντίπαλος δεν κάθεται άπραγος. Αρθρώνεται (κεντροδεξιά, κεντροαριστερά) γύρω από ένα εξτρεμιστικό «κέντρο» και παράλληλα προσπαθεί να καπελώσει την υπολογίσιμη αλλά πολιτικά ορφανή λαϊκή δυσφορία στριμώχνοντάς την σε ακροδεξιά κανάλια. Δεν είναι αυτοφυή τα πρόσφατα ζιζάνια ενός επανεμφανιζόμενου πρωτόγονου ακροδεξιού συμμοριτισμού. Λιπαίνονται οικονομικά και πολιτικά από συστημικά κέντρα. Η αντιμετώπισή τους (εφόσον δεν γίνεται προσχηματικά λόγος για την ανάγκη της) πρέπει να διατηρεί σταθερά στο στόχαστρο τα αλλεπάλληλα σχήματα κοινωνικών διαχωρισμών που προωθεί τα τελευταία χρόνια συνολικά το πολιτικό σύστημα. Και εντός του η αριστερή κοσμοπολίτικη, δικαιωματική, ευρωπαϊστική του πτέρυγα σε ρόλο πρωτοπόρου – μια ιδιαίτερα «πρωτότυπη» δυσκολία της περιόδου.