Πανηγυρίζουν οι κυβερνήσεις (όλες, σε όλο τον κόσμο!) για την «επιτυχή κατάληξη της 28ης Διάσκεψης του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή», που πραγματοποιήθηκε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Σύμφωνα με τις κυβερνήσεις και τα μεγάλα ΜΜΕ των ελίτ, οι πανηγυρισμοί δικαιολογούνται από το γεγονός ότι, για πρώτη φορά, στη σχετική διακήρυξη γίνεται ρητή αναφορά σε μια «μετάβαση προς την εγκατάλειψη των ορυκτών καυσίμων», αν και δεν υπάρχει μνεία αυτού που ζητούσαν κυρίως οι πλούσιες ευρωπαϊκές χώρες: η «σταδιακή κατάργηση της χρήσης πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα».
Εννοείται πως η διακήρυξη δεν είναι νομικά δεσμευτική, γι’ αυτό και υιοθετήθηκε ομόφωνα – ακόμα και από τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες. Υποτίθεται όμως ότι αποτελεί «ισχυρό μήνυμα στους επενδυτές και τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής»… Στη διακήρυξη προτείνονται και τρόποι επίτευξης του στόχου για συγκράτηση της ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη στον 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή (μεταξύ άλλων, ζητείται ως το 2030 ο τριπλασιασμός της ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ, ο διπλασιασμός της ενεργειακής αποδοτικότητας, η χρήση τεχνολογιών για τη δέσμευση και αποθήκευση ρύπων άνθρακα κ.ο.κ.).
Μικρό καλάθι
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις κρατούν, εύλογα, μικρό καλάθι: «Χωρίς καμία αναφορά στον τρόπο με τον οποίο θα χρηματοδοτηθεί δίκαια η μετάβαση, για άλλη μια φορά το κίνημα για το κλίμα αποχαιρετά μία ακόμη COP μόνο με μικρές αναλαμπές ελπίδας, αντί διακρίνει τον φάρο που θα φωτίσει μια πορεία η οποία έχει καθυστερήσει εδώ και καιρό» (350.org). Και: «Το αποτέλεσμα της Διάσκεψης αφήνει τις φτωχότερες χώρες με πολύ λιγότερους πόρους σε σχέση με αυτούς που θα χρειαστούν για τη μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και άλλες ανάγκες. Για να πραγματοποιηθούν οι πολλοί στόχοι της συμφωνίας, οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να αυξήσουν σημαντικά την οικονομική στήριξη και να βάλουν τις εταιρείες-ρυπαντές να πληρώσουν» (Greenpeace).
Πράγματι, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), για να καλυφθούν οι στόχοι συγκράτησης της ανόδου της θερμοκρασίας και ταυτόχρονα οι ενεργειακές ανάγκες του παγκόσμιου πληθυσμού, οι επενδύσεις στον Παγκόσμιο Νότο πρέπει να αυξηθούν σε περίπου 1,9 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως (πέρυσι ανήλθαν σε σχεδόν 260 δισεκατομμύρια – δηλαδή μόλις στο 13,7% του αναγκαίου ποσού). Κι επιπλέον, επισημαίνει ο ΙΕΑ, οι επενδύσεις αυτές δεν θα πρέπει να αυξάνουν το ήδη δυσβάσταχτο χρέος των χωρών του Παγκόσμιου Νότου. Θα χρειαστεί, δηλαδή, να πάρουν τη μορφή δωρεών από τον πλούσιο Βορρά. Ακόμη, τα πρότζεκτ των ΑΠΕ θα πρέπει να λειτουργούν στη βάση μορφών «κοινωνικής ιδιοκτησίας», δηλαδή να μην είναι κερδοσκοπικές «επενδύσεις» του ιδιωτικού τομέα!
«Να αυτοκτονήσετε εσείς για να ζήσουμε εμείς»
Ακόμη κι αν αποδεχθούμε ότι είναι 100% σωστές οι εκτιμήσεις για το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής και τους ρυθμούς επιδείνωσής του, ποια ακριβώς ελίτ ποιας πλούσιας χώρας ανέλαβε στα σοβαρά τέτοιου είδους… ανιδιοτελείς δεσμεύσεις; Καμία. Κι εδώ ακριβώς έγκειται η ουσία: ουσιαστικά ο πλούσιος Βορράς, που κατασπαταλά ενέργεια με ξένα κόλλυβα, χωρίς δηλαδή να διαθέτει τις αναγκαίες πρώτες ύλες, ζητά από την παγκόσμια φτωχολογιά (της οποίας τον πλούτο εξακολουθεί να καταληστεύει) να αυτοκτονήσει. Όχι για να σωθεί ο πλανήτης, αλλά για να προωθήσει η Ευρώπη (και μερικοί ακόμη) την κερδοφόρα και κερδοσκοπική «πράσινη μετάβαση». Εξ ου π.χ. και η… δέσμευση των ανεπτυγμένων κρατών της Δύσης, αλλά και της Κίνας, της Ρωσίας κ.ά., να γεμίσουν την υφήλιο με εργοστάσια της «καθαρής και ασφαλούς» πυρηνικής ενέργειας!
Λέει χαρακτηριστικά γι’ αυτό ο Ιάπωνας πανεπιστημιακός και περιβαλλοντικός ακτιβιστής Μασαγιόσι Ιγιόντα: «Δεν υπάρχει χώρος για την επικίνδυνη πυρηνική ενέργεια προκειμένου να επιταχυνθεί η απεξάρτηση από τον άνθρακα. Χώρες όπως η Ιαπωνία πρέπει να πάψουν να χρησιμοποιούν την κλιματική κρίση για να δικαιολογήσουν τον εθισμό τους στην πυρηνική ενέργεια. Η προσπάθεια μιας “πυρηνικής αναγέννησης” υπό την καθοδήγηση του πυρηνικού λόμπι είναι απλώς πολύ δαπανηρή, πολύ επικίνδυνη, πολύ αντιδημοκρατική και πολύ χρονοβόρα»… Εννοείται πως θα χρειαστεί να επανέλθουμε.