Αυξάνεται η οργή απέναντι στην κυβέρνηση και τον Μητσοτάκη προσωπικά. Πληθαίνουν οι εκδηλώσεις αποδοκιμασίας του κόσμου απέναντι σε υπουργούς κ.λπ. Λόγω της πολλαπλά τροφοδοτούμενης κοινωνικής δυσφορίας από τις καταστροφικές κυβερνητκές πολιτικές: Ακρίβεια, λογαριασμοί ΔΕΗ, φυσικές καταστροφές, χειρισμοί πανδημίας και κατάρρευση συστήματος υγείας / Σκέρτσος-Πλεύρης, ΕΦΚΑ / Χατζηδάκης, αγρότες-ενέργεια / αποδοκιμασίες Γεωργιάδη στην Καστοριά, κολλεγιές με τον υπόκοσμο / Γεραπετρίτης κ.ά.) αλλά και της οργής απέναντι στους προκλητικούς, επιθετικούς και θρασείς απέναντι στην κοινωνία, τρόπους μιας ολόκληρης κυβερνητικής / επιχειρηματικής κάστας κωλόπαιδων όπως υποστασιοποιούνται κατά περίπτωση σε πρόσωπα σαν του Λιβανού, του Γεωργιάδη και σειράς άλλων – αναφερόμαστε μόνο στους εντελώς πρόσφατους. Η φθορά πλέον δεν μπορεί να κρυφτεί, καταγράφεται και δημοσκοπικά αλλά και στα εξώφυλλα του Τύπου (ενδεικτικές και οι αποστάσεις φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ), επιταχύνοντας τις ήδη σε εξέλιξη ζυμώσεις μέσα στο πολιτικό σκηνικό για την αντιμετώπιση της συστημικής αστάθειας που εκδηλώνεται διεθνώς και εγχώρια. Πληθαίνουν τα σήματα ότι έχουμε μπει σε μεταβατική περίοδο. Περίοδο αναδομήσεων των κυβερνητικών σχημάτων. Οι ρυθμοί κίνησης των κομμάτων έχουν γίνει απολύτως εκλογικοί.

«Ποιός από τους «τρεις» εκφράζει καλύτερα τον κεντρώο χώρο;»

Τις τελευταίες μέρες δύο δημοσκοπήσεις (GPO και PULSE για τον Σκάι) έθεσαν το παραπάνω ερώτημα. Η συγχρονισμένη επιλογή του ερωτήματος και οι απαντήσεις ιδιαίτερα εύγλωττες. Το παίγνιο δείχνει ότι στήνεται γύρω από την ανασύσταση του «κέντρου» με το φούσκωμα του ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ στο ρόλο της «κεντρώας» σφήνας ανάμεσα στους δύο πόλους (Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ). Οι καταγραφόμενες απαντήσεις στο ερώτημα, εμπεδώνουν τη γενικότερη αίσθηση: Ο Ανδρουλάκης εμφανίζεται με σημαντική δυναμική που αφαιρείται αντίστοιχα σημαντικά από Μητσοτάκη και Τσίπρα. Η επιρροή επί του παρόντος τείνει να ισομεριστεί χοντρικά ανάμεσα στους τρεις. Συνέπειες: Ο Μητσοτάκης τελεί υπό πίεση, η αυτοδυναμία της Ν.Δ δεν φαίνεται εφικτή σε κανέναν εκλογικό γύρο. Ένα μέτρο του άγχους της ηγετικής του ομάδας, η επίμονη συντήρηση της συζήτησης για δεύτερη αλλαγή (!) του εκλογικού νόμου μέσα από την παρούσα Βουλή. Παρ’ όλα τα πολιτικά ρίσκα που αυτό θα ενείχε. Και ο Τσίπρας τελεί υπό πίεση. Απειλείται άμεσα με οριστική ακύρωση των σχεδιασμών του να τεθεί επικεφαλής της κεντροαριστεράς και αυτό επάγει επάλληλες αποδιοργανωτικές κινήσεις στο εσωτερικό του κόμματός του. Μεταξύ άλλων: Ανέβασμα της συζήτησης περί της ανάγκης σοσιαλδημοκρατικής γραμμής από τη «Γέφυρα», σε «απευθείας επικοινωνία» με αντίστοιχες τοποθετήσεις από την ηγετική ομάδα του ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ. Διαρκές φρένο από την «Ομπρέλα» στην επιδίωξη του Τσίπρα να φτιάξει κόμμα στα μέτρα των σχεδιασμών του και οι αντιδράσεις του τελευταίου αρκετά αποκαλυπτικές για τα όρια των δυνατοτήτων του.

Οι κινήσεις και των δύο (Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ) είναι οχυρωματικές-αμυντικές απέναντι στον «τρίτο» και οι προσπάθειές τους κατοπτρικές με στόχο να τον προσδέσουν στην πλευρά τους. Όμως γίνεται αρκετά σαφές ότι το παιχνίδι μπορεί να επηρεάζεται μέχρις ενός βαθμού από τις κομματικές ηγεσίες όμως κατ’ ουσίαν οι όροι (και οι ρόλοι) επιβάλλονται από βαθύτερα συστημικά κέντρα και αυτά δίνουν απανωτά σήματα ότι τους θέλουν όλους επαρκώς «κουρεμένους», «μιας χρήσεως» και ελεγχόμενους. Ώστε να προκύπτουν ευχέρειες για την άντληση ανθεκτικότερων κυβερνητικών λύσεων. Για τη διαχείριση της δομικά τροφοδοτούμενης κοινωνικής δυσαρέσκειας αλλά και των ακόμα δομικότερων ενδοσυστημικών αντιθέσεων και ανταγωνισμών που φέρνουν οι «ταραγμένοι καιροί» που προβλέπονται. Σε αυτό το πλαίσιο, τα όσα διαμείφθηκαν μετά την πρόσφατη συνάντηση Ανδρουλάκη-Στουρνάρα δίνουν μηνύματα. Οι δηλώσεις του πρώτου έχοντας στο πλάι του τον, εδραιωμένο στο ρόλο του διερμηνέα ευρωκρατικών κελευσμάτων, διοικητή της ΤτΕ, για «λάθος της κυβέρνησης να χρησιμοποιεί το Ταμείο Ανάκαμψης ως ένα διευρυμένο ΕΣΠΑ» και ακόμη περισσότερο για το ότι «δεν μπορούν οι κυβερνητικές επιλογές να γίνονται με το βλέμμα στους εκλογικούς κύκλους», απευθύνονται ηχηρά πρώτα απ’ όλα προς το σύστημα Μητσοτάκη αλλά και προς τον Τσίπρα, ενισχύοντας εκ των πραγμάτων σενάρια κυβερνήσεων ειδικού σκοπού, στα χνάρια ενός μοντέλου «Ντράγκι» αλά ελληνικά. Και δεν θα ήταν υπερβολική η εκτίμηση ότι η επιλογή Ανδρουλάκη (και ακόμα περισσότερο στο βαθμό που δεν πλασάρεται ανοιχτά μέχρι τώρα ως «πρωθυπουργίσιμος») είναι ίσως η προσφορότερη για να παράσχει υπηρεσίες «μαμής» τέτοιων λύσεων.

Πληθαίνουν τα σήματα ότι έχουμε μπει σε μεταβατική περίοδο. Περίοδο αναδομήσεων των κυβερνητικών σχημάτων. Οι ρυθμοί κίνησης των κομμάτων έχουν γίνει απολύτως εκλογικοί

Τα σκάνδαλα ως εργαλείο «κουρέματος» του πολιτικού συστήματος

Πέραν από τις πάμπολλες δυσμενέστατες πλευρές που έχει για τον πολιτικό και κοινωνικό μας βίο η ενδημική εμφάνιση σκανδάλων, αξίζει να ξεχωρίσουμε εδώ τα εξής. Γίνεται φανερό ότι βαθύτερα συστημικά κέντρα ρυθμίζουν και μέσω των σκανδάλων τους συσχετισμούς δυνάμεων εντός ενός πολιτικού συστήματος που καθολικά τελεί σε ομηρία. Πότε ευνοώντας τη μια ομάδα και πότε την άλλη, πότε ανοίγοντας και πότε αρχειοθετώντας «υποθέσεις». Συνοψίζοντας την εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών, κάθε περίοδος πολιτικής κρίσης και αναδασμών συνδέεται με τα δικά της «εμβληματικά» σκάνδαλα (που τις περισσότερες φορές τα «λογιστικά τους υπόλοιπα» μεταφέρονται αξιοποιούμενα και στα «βιβλία» επόμενων περιόδων). Ένα απαιτούμενο πρώτο συμπέρασμα: Οι όποιοι ισχυρισμοί για το «σπάσιμο αποστημάτων» μέσα από τις υπάρχουσες θεσμικές διαδικασίες είναι είτε απόλυτη αυταπάτη είτε συνειδητή εξαπάτηση. Η έξοδος από τη σήψη της πολιτικής ζωής προϋποθέτει την εναντίωση στο πολιτικό σύστημα και την οικοδόμηση συγκροτημένης λαϊκής απαίτησης για την ριζική αλλαγή του.

Συστημικοί χειρισμοί «στη σκιά»

Η ανάγκη εκτιμήσεων για τις μανούβρες που γίνονται για την ενίσχυση των αντοχών του πολιτικού συστήματος δεν πρέπει να μας κρύβει τους πολυεπίπεδους συστημικούς χειρισμούς για το μπλοκάρισμα των δυνατοτήτων έκφρασης της κοινωνικής δυσφορίας και για τη συγκάλυψη των σημαντικών κλονισμών που υφίσταται η κοινωνική συναίνεση (κρίση θεσμών). Το ζήτημα είναι κομβικό και θα πρέπει να επανέλθουμε. Εδώ θα επισημάνουμε πολύ συνοπτικά δύο βαρύνουσες πλευρές του:

– Τις πολύμορφες συστημικές χρήσεις και αξιοποιήσεις ενός διευρυνόμενου συμμοριτισμού που μαστίζει την κοινωνική μας ζωή. Οι ασφαλώς υπαρκτές σημαντικές κοινωνιολογικές πλευρές και ερμηνείες του φαινομένου δεν πρέπει να αφεθούν να γίνονται το όχημα για τη συσκότιση του ερωτήματος: «ποιός/οί οπλίζουν τη συμμορίτικη βία;»

– Η ανασύσταση του κέντρου –του ΠΑΣΟΚ πιο συγκεκριμένα–, είναι πέραν όλων των άλλων και άλλο ένα βήμα στη μεθοδευμένη επιθετική επιδίωξη του πολιτικού συστήματος να πάρει μια παλινορθωτική ρεβάνς απέναντι σε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα «σβήνοντας» υλικά και συνειδησιακά το επεισόδιο του αντιμνημονιακού λαϊκού ριζοσπαστισμού. Την τρέχουσα περίοδο οι σχετικές πολιτικές και ιδεολογικές διαδιακσίες είναι πολυεπίπεδες και στον σχετικό «θίασο» μετέχουν «ρόλοι» επιμερισμένοι σε όλο το πολιτικό φάσμα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!