Στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου (βλ. άρθρο «Ο πληθωρισμός και οι αιτίες του») περιγράφηκε συνοπτικά η κατάσταση στην Ελλάδα και παρουσιάστηκαν οι βασικές αιτίες του πληθωριστικού φαινομένου στην παρούσα φάση κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος. Σε αυτό το άρθρο θα αναφερθούμε στις συνέπειες που έχει για τα λαϊκά στρώματα, καθώς αποτελεί μηχανισμό μείωσης του πραγματικού εισοδήματος, αλλά και στο διεκδικητικό πλαίσιο που μπορεί/πρέπει να προταθεί.
Οι συνέπειες του πληθωρισμού
Η αύξηση των τιμών, με δεδομένο το ύψος του εισοδήματος, μειώνει ανάλογα το εισόδημα. Όταν π.χ. έχεις εισόδημα 110 μονάδες και τα είδη που χρειάζεσαι για να επιβιώσεις αξίζουν 100, σου μένουν 10 μονάδες υπόλοιπο. Αν οι τιμές αυξηθούν κατά 10%, τα είδη κοστίζουν τώρα 110 και άρα δεν σου μένει τίποτε. Συνεπώς μειώθηκε το εισόδημά σου κατά 10%. Παράλληλα, τα χρήματα που ενδεχόμενα έχεις αποταμιεύσει έχουν αντίστοιχη απώλεια 10% καθώς τα είδη που μπορείς να αγοράσεις με αυτά είναι πλέον ακριβότερα.
Το σύνηθες καπιταλιστικό φαινόμενο είναι η αύξηση των τιμών των προϊόντων και μαζί με αυτήν η αύξηση της αξίας του κεφαλαίου εκτός από τη μορφή της αποταμίευσης σε χρήμα. Δηλαδή αυξάνονται οι αξίες μιας σειράς θεωρούμενων «περιουσιακών» στοιχείων όπως είναι τα ακίνητα, η γη, ο εξοπλισμός καθώς και οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου σε μετοχές με δεδομένο ότι, όπως συμβαίνει στην παρούσα περίοδο, αυξάνονται στα χρηματιστήρια οι τιμές των μετοχών.
Με τα παραπάνω δεδομένα, τις συνέπειες του πληθωρισμού τις πληρώνουν στο μεγαλύτερο βαθμό όσοι έχουν μόνο την εργασία τους ως «περιουσιακό» στοιχείο για να ζήσουν. Αντίθετα, όσοι έχουν μεγάλη περιουσία επενδεδυμένη και υψηλό εισόδημα –που μπορούν να συνεχίζουν να το επενδύουν σε αυξανόμενες αξίες (ακίνητα, μετοχές κ.λπ.)– έχουν τις μικρότερες δυνατές συνέπειες και σε κάθε περίπτωση μπορούν να διαχειριστούν την κατάσταση κερδοσκοπώντας και σε αυτή την περίοδο.
Ειδικά στην παρούσα περίοδο, ένα παιχνίδι κερδοσκοπίας που αποφέρει πολλά και επιδεινώνει δραματικά τον πληθωρισμό είναι οι χρηματιστηριακού χαρακτήρα «επενδύσεις» σε πρώτες ύλες, ενέργεια και ρύπους, ακόμα και αγροτικά προϊόντα. Φυσικά η χρηματιστηριακή ώθηση των τιμών στα ύψη δεν σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι που παράγουν τα συγκεκριμένα αγαθά έχουν κάποιο όφελος. Η αύξηση των τιμών με αυτά τα τεχνάσματα είναι κέρδος για τους λίγους. Οι πολλοί, οι εργαζόμενοι σε αυτές τις επιχειρήσεις, παίρνουν το μισθό τους και υπόκεινται και οι ίδιοι στις συνέπειες του πληθωρισμού. Ακόμα και οι αγρότες, άμεσοι παραγωγοί, παίρνουν τα αρχικά συμφωνηθέντα ποσά που δεν έχουν καμία σχέση με τις φουσκωμένες χρηματιστηριακές τιμές των συγκεκριμένων προϊόντων και τις τιμές μεταπώλησης με τις οποίες αυτά φθάνουν στον τελικό καταναλωτή.
Μέσω αυτής της αύξησης των τιμών-πληθωρισμού συντελείται λοιπόν μια ακόμα διαδικασία ανακατανομής εισοδήματος αλλά και πλούτου. Τα λαϊκά στρώματα χάνουν μέρος του εισοδήματός τους που προέρχεται από εργασία και συντάξεις, ενώ για τους ανέργους από τυχόν επιδόματα. Το εισόδημα που χάνουν γίνεται κέρδος για αυτούς που επωφελούνται από την άνοδο των τιμών. Παράλληλα όμως, η άνοδος των τιμών συμπαρασύρει την άνοδο των αξιών των περιουσιών, με κερδοσκοπικά παιχνίδια π.χ. χρηματιστηριακές αγορές ή χωρίς αυτά π.χ. ακίνητα. Τέλος, όσοι έχουν ένα μικρό ποσό «στην άκρη» για κάποια δύσκολη στιγμή, δηλαδή τα λαϊκά νοικοκυριά, το βλέπουν να εξανεμίζεται χάνοντας την αξία του κατά το ύψος του πληθωρισμού. Το τελικό αποτέλεσμα από την πληθωριστική διαδικασία είναι μία ακόμα αναδιανομή σε βάρος των αδύναμων και υπέρ των ισχυρών, γεγονός που μεγαλώνει ακόμα περισσότερο τις οικονομικές και κατ’ επέκταση τις κοινωνικές ανισότητες.
Υπάρχουν λύσεις για τα λαϊκά στρώματα
Ο πληθωρισμός αποτελεί «οικονομική μάστιγα» για τους πλέον αδύναμους. Στην Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων, με κουρεμένους μισθούς και συντάξεις, τεράστια ανεργία, φορολογία για τα λαϊκά και μικρομεσαία εισοδήματα στα ύψη, ο πληθωρισμός αποτελεί πλέον τον σύγχρονο εφιάλτη για όλους τους οικονομικά και κοινωνικά αδύναμους, επιδεινώνοντας δραματικά τους ήδη υψηλούς δείκτες φτώχειας του ελληνικού λαού. Το θέμα είναι απόλυτα γνωστό στην κυβέρνηση και σύσσωμο το πολιτικό σύστημα. Δυστυχώς οι απαντήσεις, πρώτα από την κυβέρνηση και στη συνέχεια από το σάπιο πολιτικό σύστημα, δεν είναι μόνο ανεπαρκείς αλλά και αποπροσανατολιστικές σχετικά με το τι μπορεί να γίνει αλλά και πως.
Τα μέτρα που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση σε σχέση με το μέγεθος των προβλημάτων μόνο ως κακόγουστο ανέκδοτο μπορούν να θεωρηθούν. Για την λαϊκή επιβίωση δεν υπάρχουν χρήματα. Αυτά όμως τα βρίσκουν με ευκολία όταν είναι να «μπουκώσουν» τα μέσα «ενημέρωσης» και να επιδοτήσουν άμεσα ή έμμεσα την ελίτ.
Τις συνέπειες του πληθωρισμού τις πληρώνουν σε μεγαλύτερο βαθμό όσοι έχουν μόνο την εργασία τους ως «περιουσιακό» στοιχείο. Όσοι έχουν μεγάλη περιουσία επενδεδυμένη και υψηλό εισόδημα μπορούν να διαχειριστούν την κατάσταση κερδοσκοπώντας, ακόμα και σε αυτή την περίοδο
Καταρχήν ο πληθωρισμός παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση της Ν.Δ. ως «φυσικό φαινόμενο», όπως οι σεισμοί, οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες. Γνωστή πρακτική της παρούσας κυβέρνησης για να καλύψει την ανικανότητα ή ακόμα και τις συνειδητές παραλείψεις της σε μια σειρά καταστάσεις. Παρουσιάστηκε ως κάτι εξωγενές και κατ’ επέκταση φυσιολογικό να συμβαίνει και στην Ελλάδα. Η ευαισθησία και η ανησυχία της εξαντλήθηκαν σε κάποια μέτρα επιδοτήσεων, για να φανεί ότι κάτι έκανε και όχι φυσικά για να αντιμετωπιστεί το θέμα. Ακόμα όμως και με τα μέτρα που εξήγγειλε για τις επιδοτήσεις σε ρεύμα και θέρμανση, οι περιορισμοί που υπάρχουν λειτουργούν ανασταλτικά για μια σειρά λαϊκές οικογένειες, ενώ παράλληλα υπάρχει «χώρος» ακόμα και για τους μη έχοντες καμία ανάγκη. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Με τα μέτρα επιδοτείται για το ρεύμα ιδιοκτήτης βίλας αλλά όχι ο γονιός που το παιδί του σπουδάζει στην επαρχία και νοικιάζει σπίτι.
Η αντιπολίτευση αρκείται σε καταγγελίες και προτάσεις μέτρων που βοηθούν μερικώς αλλά δεν θίγουν την καρδιά του προβλήματος, δηλαδή το πώς θα προστατευτούν αποτελεσματικά τα λαϊκά στρώματα, αυτοί που κυρίως πλήττονται από τον πληθωρισμό. Και φυσικά, αν οι ίδιοι ήταν στην κυβέρνηση, όπως έχουν αποδείξει με τα έργα τους, δεν θα ήταν τόσο ένθερμοι υποστηρικτές των μέτρων που σήμερα προτείνουν ως αντιπολίτευση. Όσο αφορά την οργάνωση της λαϊκής πάλης είναι ένα ξεχασμένο θέμα. Για κάποιους, κυρίως αυτούς με κυβερνητική θητεία, δεν υπάρχει στο λεξικό τους και στη συνείδησή τους. Για κάποιους άλλους, όπως το ΚΚΕ, υπάρχει η οργάνωση με τους δικούς του όρους, «μόνο εμείς» και άρα «ελάτε εδώ». Παράλληλα, χρησιμοποιεί βαρύγδουπες, ουσιαστικά αυταπόδεικτες εκφράσεις, όπως το «ο λαός θα σώσει το λαό», χωρίς ουσιαστικό έργο: τη λαϊκή συσπείρωση χωρίς διακρίσεις, χωρίς διαγκωνισμούς για την «πρωτοπορία» και γύρω από κάποια συγκεκριμένα και ουσιαστικά αιτήματα για την αντιμετώπιση της ακρίβειας.
Κάποια ενδεικτικά μέτρα που μπορούν να ληφθούν άμεσα είναι:
Τιμαριθμική αναπροσαρμογή μισθών και συντάξεων: Για να προστατευτεί το λαϊκό εισόδημα από τον πληθωρισμό χρειάζονται μέτρα ουσιαστικής προστασίας και όχι μικροεπιδοματάκια ή προσωρινές μειώσεις φόρων. Για όσους ζήσαμε τον πληθωρισμό των δεκαετιών ‘70-‘90 μπορούμε να θυμηθούμε ότι μέχρι και το 1989–1990 παλεύαμε-απαιτούσαμε την τιμαριθμική αναπροσαρμογή μισθών και συντάξεων, τη γνωστή ΑΤΑ.
Ξεχάστηκε μετά την μερική θέσπισή της, τον Ιανουάριο του 1990 από την οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα. Σήμερα το αίτημα της ΑΤΑ μαζί με αυτό για εθνική, γενική, συλλογική σύμβαση εργασίας, θα μπορούσαν να συσπειρώσουν τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους, ειδικά αυτούς που αμείβονται με το βασικό μισθό αλλά και τους μερικώς απασχολούμενους των οποίων φυσικά το εισόδημα δεν φτάνει για να ζήσουν.
Διευκρίνηση: συσπείρωση για πολιτικό αίτημα και όχι συσπείρωση γύρω από τους καρεκλοκένταυρους, κομματικούς γραφειοκράτες συνδικαλιστές για τα δικά τους οφίτσια.
Αντί γι’ αυτό, η κυβέρνηση «επέτρεψε» τον περασμένο Ιούλιο -όταν δεν υπήρχε ακόμα το πρόβλημα πληθωρισμός- την αύξηση στον κατώτατο μισθό κατά λιγότερο από 0,5 ευρώ ημερησίως (!) από 1/1/2022 (από τα 650 ευρώ στα 663). Τώρα, με την εκτίναξη των τιμών υποσχέθηκε νέα αύξηση τον Μάιο χωρίς όμως να δώσει ποσοστό. Η καθυστέρηση, όπως αιτιολόγησε, οφείλεται στο ότι «υπάρχει μια νομοθετημένη ευρωπαϊκή διαδικασία για την αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία χρειάζεται δυο με τρεις μήνες προκειμένου να ολοκληρωθεί». Πρακτικά δηλαδή επικαλείται τις μνημονιακές διατάξεις. Το γιατί θα έπρεπε να φτάσει στον Γενάρη 2022, με 5,1% πληθωρισμό τον Δεκέμβριο ενώ από τον Ιούνιο 2021 υπάρχει συνεχής άνοδος των τιμών, δεν το εξήγησε. Οι αμειβόμενοι με τον κατώτατο μισθό έχουν, κατά την εκτίμησή της, αντοχές να περιμένουν.
Η διατίμηση σε βασικά είδη διαβίωσης: Να υπάρχει αντικειμενικός έλεγχος του κόστους και με βάση αυτόν να οριστεί ανώτατο όριο τιμών. Με αυτό τον τρόπο θα σταματήσει η ανεξέλεγκτη άνοδος των συγκεκριμένων τιμών. Φυσικά ο έλεγχος πρέπει να είναι αντικειμενικός, τεκμηριωμένος και όχι κυβερνητική κοροϊδία, όπως έκανε ο αρμόδιος υπουργός Άδωνις Γεωργιάδης με το μοριακό τεστ. Όρισε τη διατίμηση στα 47 ευρώ ενώ δήμοι και σωματεία έκαναν συμφωνίες με 25 ευρώ!
Μείωση έως μηδενικός συντελεστής ΦΠΑ σε είδη βασικής διαβίωσης: Στα απαραίτητα είδη για τη διαβίωση της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας πρέπει να καταργηθεί ο ΦΠΑ. Δεν μπορεί να είναι αποδεκτό να αυξάνονται οι τιμές και μαζί με αυτές να αυξάνεται και ο φόρος που εισπράττει το κράτος αφού είναι ποσοστιαίος στην τιμή. Με αυτή τη διαδικασία ο Κρατικός Προϋπολογισμός 2022 προβλέπει αύξηση των έμμεσων φόρων κατά 2,3 δισ. ευρώ, που αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα της συνολικής αύξησης των φόρων (3,5 δισ.).
Δραστική μείωση της φορολογίας στα καύσιμα: Οι φόροι αντιπροσωπεύουν τα 2/3 της τελικής τιμής. Με τη μείωσή τους αποδυναμώνεται γενικά η πληθωριστική διαδικασία σε όλα τα προϊόντα, καθώς το κόστος καυσίμων μετακυλίεται παντού. Ειδικά όμως οι φόροι από το πετρέλαιο θέρμανσης και το φυσικό αέριο για οικιακή κατανάλωση πρέπει να μειωθούν.
Ειδική μέριμνα για ανέργους, μακροχρόνια ανέργους, ευπαθείς ομάδες και χαμηλοσυνταξιούχους: Το ελάχιστο εισόδημα να τους επιτρέπει να ζουν σαν άνθρωποι. Πρακτικά έχουμε μπει ξανά σε μία περίοδο αντίστοιχη με εκείνη των πρώτων μνημονιακών χρόνων. Η ανθρωπιστική κρίση προετοιμάζεται να επανέλθει, αν φυσικά μας έχει αφήσει, καθώς η οικονομία και η κοινωνία δεν ανέκαμψαν ποτέ από την αρχική κρίση που προκάλεσε η μνημονιακή λαίλαπα. Οι πλέον ευάλωτες κοινωνικά ομάδες πρέπει να προστατευτούν.
Αυτοί είναι κάποιοι ενδεικτικοί στόχοι. Το λαϊκό κίνημα πρέπει να βρει το βηματισμό του, να τους επεξεργαστεί στην τρέχουσα συγκυρία και να τους παλέψει.