Παρεμβάσεις για «συναίνεση» από εσωτερικό και εξωτερικό

 

Λίγες μέρες μετά τη συνάντηση Τσίπρα-Μέρκελ, εν αναμονή της «λίστας μεταρρυθμίσεων» και ενώ τα σενάρια ρήξης και χρεοκοπίας επανέρχονται δυναμικά στη συζήτηση, δεν είναι λίγες οι κινήσεις που γίνονται στο μέτωπο των εσωτερικών εξελίξεων. Το πολιτικό σκηνικό κινείται ακόμα στον απόηχο των ανακατατάξεων που έφερε το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα, ωστόσο οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις αναζητούν νέο ρόλο με δεδομένη τη σταθερή πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ με μεγάλες διαφορές από το δεύτερο κόμμα στις δημοσκοπήσεις. Με αυτά τα δεδομένα, οι πάντες ξορκίζουν το ενδεχόμενο μιας νέας εκλογικής αναμέτρησης, είναι όμως υποχρεωμένοι να πλασαριστούν στα σενάρια ανακατατάξεων που διακινούνται τόσο στο εσωτερικό, όσο και από παράγοντες στο εξωτερικό.

Πρόσφατα το Economist ζήτησε από τον Αλέξη Τσίπρα να «δώσει» Βαρουφάκη, ΑΝΕΛ και να πάρει… Ποτάμι. «Θα μπορούσε να κάνει μια καλή αρχή με το να αντικαταστήσει τον φλύαρο Γιάνη Βαρουφάκη με κάποιον πιο πραγματιστή» αναφέρει το περιοδικό σε σχετικό άρθρο και συμπληρώνει: «Θα ήταν φρόνιμο, επίσης, να σπάσει τη συμφωνία με τους εθνικιστές και δεξιούς ΑΝΕΛ και να σχηματίσει κυβέρνηση με το πιο μετριοπαθές Ποτάμι».

Λίγες μέρες πριν, ο πρόεδρος του Eυρωκοινοβουλίου, Μ. Σουλτς ήταν εκείνος που, για μια ακόμα φορά, ζητούσε έξωση του Π. Καμμένου από την ελληνική κυβέρνηση. Την ίδια στιγμή, ο Σταύρος Θεοδωράκης, μιλώντας στους Financial Times, εμφανίζεται και πάλι πρόθυμος για συνεργασία με το ΣΥΡΙΖΑ, αρκεί να κάνουν στην άκρη οι «ανεγκέφαλοι» που δυναμιτίζουν τις σχέσεις Γερμανίας-Ελλάδας.

Ο Μάκης Βορίδης σε συνέντευξή του, λίγες μέρες πριν, στο Βήμα FM είπε ότι σε περίπτωση που η κυβέρνηση χρειαστεί να περάσει μέτρα που δεν εγκρίνουν οι βουλευτές της σημερινής πλειοψηφίας, δεν έχει παρά να πέσει, δίνοντας τη θέση της σε νέο κυβερνητικό σχήμα από την παρούσα, όμως, Βουλή.

Την ίδια στιγμή, ο Μ. Βαρβιτσιώτης, γραμματέας πλέον Πολιτικού Σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας, δήλωνε στον Σκάι: «Πιστεύω πως θα αναγκαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ να φέρει μία συμφωνία, για την οποία δεν θα έχει επαρκή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, για να την περάσει» και απαντώντας σε σχετικό ερώτημα δήλωσε: «Δεν ξέρω αν θα πέσει η κυβέρνηση. Υπάρχουν και άλλες δεξαμενές, από τις οποίες μπορεί να αντλήσει ψήφους», συμπληρώνοντας σχετικά με την πιθανότητα μελλοντικής συνεργασίας με το πρώτο κόμμα, «εμείς δεν είμαστε αρνητικοί, αλλά θα πρέπει να γίνει στο πλαίσιο μιας πολιτικής συμφωνίας με το ΣΥΡΙΖΑ».

Εξάλλου, για την πρόθεσή του να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε να ενώσει όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις διαβεβαίωσε ο νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος μετά την ορκωμοσία του, ξεκαθαρίζοντας πως ο ρόλος του δεν πρόκειται να είναι τυπικός. «Η προσπάθεια είναι κοινή. Μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές αντιλήψεις, σχετικά με το πώς μπορεί κάτι τέτοιο να επιτευχθεί, αλλά ο στόχος είναι κοινός. Αυτό μην το ξεχνάμε», δήλωσε ο νέος Πρόεδρος.

Δεν είναι οι μόνες δηλώσεις με παρόμοιο περιεχόμενο, την ίδια στιγμή που συνεχίζονται και οι βολές στην πρόεδρο της Βουλής από όσους την κατηγορούν ότι παρεμποδίζει τις ομαλές σχέσεις των κομμάτων στο Κοινοβούλιο. Αλλά και προς στελέχη και συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ που όλο και συχνότερα παρουσιάζονται από τα κυρίαρχα ΜΜΕ σαν εμπόδιο σε μια πιο συνετή πορεία του κόμματος της Αριστεράς και της κυβέρνησης.

Τι είναι αυτό που εν χορώ ζητούν ξένοι και εγχώριοι πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες; Το μήνυμα που με κάθε τρόπο στέλνεται είναι σαφές: Η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου χαιρετίστηκε από τις Βρυξέλλες, αφού σηματοδότησε μια πρώτη κάμψη των κυβερνητικών αντιστάσεων. Η ειδική επιτήρηση και ο οικονομικός έλεγχος σε πολιτικό και τεχνικό επίπεδο παρατάθηκαν. Εκείνο που απαιτείται, όμως, είναι η πλήρης ευθυγράμμιση και σε πολιτικό επίπεδο. Με άλλα λόγια, το ερώτημα που τίθεται είναι: Γιατί να έχουμε μια αντιμνημονιακή κυβέρνηση τη στιγμή που η μνημονιακή πραγματικότητα, ουσιαστικά, παραμένει στη θέση της και η τρόικα εξακολουθεί -παρά τις μετονομασίες της- να επιτηρεί τη χώρα;

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ανεξάρτητα από την τρέχουσα πολιτική της, συντηρεί «καταστατικά», από την ίδρυση και την σύνθεσή της και μόνο, το «αντιμνημόνιο», αφού ένα αριστερό και ένα δεξιό κόμμα συνέπραξαν ακριβώς στη βάση μιας αντιμνημονιακής διακυβέρνησης. Από την άλλη, μια κυβέρνηση, για παράδειγμα, ΣΥΡΙΖΑ-Ποτάμι θα εδραίωνε την παλιά πολιτική τάξη και «γεωγραφία», επαναφέροντας το δίπολο Κεντροδεξιά-Κεντροαριστερά στη θέση των συνόρων μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών δυνάμεων. Συνόρων που σήμερα θολώνουν, ενώ αυτό που με κάθε τρόπο απαιτείται από τους συστημικούς παράγοντες και τους δανειστές είναι η οριστική τους κατάργηση. Την ίδια στιγμή, μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας και σύγκλισης θα επισφράγιζε πανηγυρικά την επιστροφή στην ομαλότητα, βάζοντας τέλος στο σεισμό που ταρακούνησε το πολιτικό σύστημα από το 2010 ώς τις μέρες μας.

Αυτή είναι προφανώς και η απάντηση στο ερώτημα «γιατί διυλίζετε τον Καμμένο, αλλά κατάπιατε τον Καρατζαφέρη;» που απεύθυνε ο Δ. Παπαδημούλης προς τον Μ. Σουλτς. Πράγματι, η ευαισθησία που επιδεικνύεται για την περίπτωση Καμμένου δεν ήταν ανάλογη όταν ο Γ. Καρατζαφέρης του ακροδεξιού ΛΑΟΣ έγινε ο ένας εκ των τριών εταίρων που στήριξαν την κυβέρνηση του τραπεζίτη Λ. Παπαδήμου. Λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι επρόκειτο για μια κυβέρνηση πλήρως ευθυγραμμισμένη με τα συμφέροντα των δανειστών. Αυτό αποδεικνύει ποιο είναι το πραγματικό κίνητρο πίσω από τις σημερινές κινήσεις, πιέσεις και «συμβουλές». Το μεγάλο ερωτηματικό, όμως, δεν είναι άλλο από τη στάση του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ και το ρόλο που θα επιλέξει για τον εαυτό του στη νέα κατάσταση που τείνει να διαμορφωθεί στη χώρα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!