Οι ενδοαστικές διαμάχες δεν παίρνουν προσώρας καθαρά τη μορφή έθνους-κράτους εναντίον έθνους- κράτους αλλά τέμνουν τις κυρίαρχες ελίτ
Του Απόστολου Αποστολόπουλου
Το 2017 είναι έτος εκλογών σε πολλές χώρες στην Ευρώπη. Το συμπέρασμα από σειρά εκλογικών αναμετρήσεων σε ΕΕ και ΗΠΑ είναι ότι ο πιο σίγουρος τρόπος να κερδίσει εκλογές κάποιος υποψήφιος, ενάντιος στο σύστημα, είναι να του επιτεθούν οι κατεστημένες ελίτ και τα κατευθυνόμενα από αυτές ΜΜΕ.
Οι ανοίκειες επιθέσεις εναντίον του Τσίπρα (όταν εμφανίζονταν ως αντισυστημικός) τον έκαναν πρωθυπουργό. Οι επιθέσεις κατά του Τραμπ τον έκαναν πρόεδρο, παρά τις κατηγορίες ότι είναι άνθρωπος των Ρώσων, κατηγορία πολύ βαριά σε μια κοινωνία γαλουχημένη επί δεκαετίες με οξύτατο αντικομουνισμό/αντιρωσισμό. Τίποτα δεν αποκλείει η Λεπέν να κερδίσει τις εκλογές και να γίνει πρόεδρος αν συνεχιστούν οι επιθέσεις του συστήματος εναντίον της ότι είναι μια ακροδεξιά με ροπή στο φασισμό.
Για τον κόσμο οι επιθέσεις του κατεστημένου αποτελούν πλέον εγγύηση ότι το θύμα αξίζει να το ψηφίσουν τουλάχιστον μια φορά, αρκεί να μην είναι «αριστερά του σαλονιού» τύπου Σάντερς. Χρειάστηκε καιρός για να φτάσουμε σ’ αυτό το σημείο, να κουρελιαστούν οι θεσμοί, να αποκαλυφθούν οικονομικές και άλλες απάτες, να καταπατηθούν δημοκρατικά δικαιώματα και να ξεσπάσει η βαθιά οικονομική κρίση.
Ελάχιστα σχολιάστηκε το γεγονός ότι ο Ομπάμα, στο πρόσφατο ταξίδι του στην Ευρώπη, ανέθεσε στη Γερμανία, στο δίδυμο Μέρκελ-Σόϊμπλε, την ηγεσία του Δυτικού κόσμου, θεωρώντας χαμένη, τουλάχιστον προσώρας, τη μάχη στις ΗΠΑ. Η «ομάδα Κλίντον», με φερέφωνο τον Ομπάμα, σκέπτεται προφανώς ότι η πολιτική της κυριαρχίας, με όργανο την παγκοσμιοποίηση, μπορεί να αλλάξει έδρα ώστε να μην αλλάξει η ίδια. Δεν ήταν μια κουβέντα στον αέρα, μια φιλοφρόνηση του Ομπάμα χωρίς σημασία. Η συγκρουσιακή, «φιλοπόλεμη», νεοφιλελεύθερη, μερίδα των ελίτ προσφεύγει στη Γερμανία, με τη μακρά παράδοση μιλιταρισμού και την κολακεύει, ως διάδοχο της αμερικανικής αυτοκρατορίας, θέλοντας να αποτρέψει την πιθανότητα γερμανορωσικής προσέγγισης.
Αν η Γερμανία, μετά τις εκλογές, τείνει στην κατεύθυνση του μιλιταρισμού και της σύγκρουσης με τη Ρωσία (πιθανότερο αλλά όχι βέβαιο), τότε αυξάνεται ραγδαία η προοπτική μιας μικρότερης αλλά συνεκτικής ΕΕ. Η ανάγκη συνοχής προέχει παντός άλλου σκεπτικού π.χ. στενού οικονομικού συμφέροντος. Με άλλα λόγια, όσο οξύνεται η κρίση τόσο θα αυξάνει η πιθανότητα διάλυσης της σημερινής ΕΕ, ως συνέπεια στρατηγικών επιλογών και όχι ως αποτέλεσμα εσωτερικών εντάσεων, έστω και αν εμφανίζονται αυτές ως αιτία. Η σημερινή ΕΕ είναι κατάλληλη για περιόδους ειρήνης, δηλαδή πολιτικών ισορροπιών. Είναι όμως επιζήμια αν το στοίχημα είναι η συγκρότηση στρατοπέδων με στρατιωτική συνοχή και στόχευση. Όσο για τα χρέη, θα πληρώσουν οι ηττημένοι. Αν η πρώτη φορά Αριστερά και η χιλιοστή Κέντρο-Δεξιά φερθούν με την «ευφυΐα» που επέδειξαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αλίμονό μας.
Με άλλα λόγια η διαμάχη των κυρίαρχων ελίτ στο εσωτερικό των κυρίαρχων χωρών, και κυρίως στις ΗΠΑ, θα κρίνει την τύχη της ΕΕ, θα κρίνει το αν θα παραταθεί η ειρήνη ή αν η πολιτική της Δύσης θα συνεχιστεί «με άλλα μέσα», όπως περίτεχνα προσδιορίζει ο Κλαούζεβιτς, τον πόλεμο. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (προ κομμουνισμού) οι εθνικές ελίτ πήγαν στη σύγκρουση ως έθνος-κράτος εναντίον έθνους-κράτους. Στον Β΄ Παγκόσμιο την κατάσταση μπέρδεψε και νόθευσε το ιδεολογικό στοιχείο παρά το ότι ο Στάλιν με τον «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο» αποσαφήνισε εξαρχής ότι ήταν πρωτίστως σύγκρουση εθνών-κρατών. Η κυρίαρχη όψη (του έθνους-κράτους) επέτρεψε τις φαινομενικά αλλοπρόσαλλες και διόλου συνεπείς συμμαχίες και σύμφωνα φιλίας όπως το Ρίμπεντροπ-Μολότωφ, ενώ μια πραγματική πρωτοκαθεδρία της ιδεολογίας θα το καθιστούσε αδιανόητο ακόμα και για τον Στάλιν. Η ιδεολογία κατέλαβε αργότερα την πρώτη θέση για να εμφανίσει την αντιπαράθεση της Δύσης με την ΕΣΣΔ ως διμέτωπη σύγκρουση της δημοκρατίας με τον κομμουνισμό και τον φασισμό.
Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και συναφώς της ιδεολογίας, επιτρέπει σε μερίδα των δυτικών ελίτ να βλέπει οφέλη στη συνεργασία με τη Ρωσία χωρίς φόβους και κόμπλεξ. Την αρχή είχε κάνει, πρώιμα, ο πλούσιος μεγαλοαστός Σίλβιο Μπερλουσκόνι που δήλωνε, ως πρωθυπουργός, φίλος του Πούτιν και το πλήρωσε με τον εξοβελισμό του, με πρόσχημα οικονομικά και ερωτικά «σκάνδαλα». Οι ενδοαστικές διαμάχες δεν παίρνουν προσώρας καθαρά τη μορφή έθνους-κράτους εναντίον έθνους- κράτους (δεν είναι δηλαδή γνήσια «εθνικιστικές») αλλά τέμνουν τις κυρίαρχες ελίτ. Η εκκαθάριση λογαριασμών, συγκριτικά, στα κομμουνιστικά κόμματα, όταν ήταν στην εξουσία, είναι άλλο θέμα.
Οι κοινωνικές εντάσεις στην ΕΕ ως παράγων διάλυσής της μπορεί να συγκριθούν με τις έγχρωμες «επαναστάσεις», ενταγμένες στον στρατηγικό σχεδιασμό των ΗΠΑ. Ελλείψει ηγεσίας οι κοινωνικές αναταράξεις στη Δύση (καθ’ εαυτές δίκαιες) μπορεί να ενταχθούν «ανεπαισθήτως» σε σχεδιασμούς εχθρικούς προς τα λαϊκά συμφέροντα αν θεωρήσουμε ότι αυτά είναι ταυτισμένα μόνο με ειρηνικές διαδικασίες. Κάτι βεβαίως που εκθέτει την Οκτωβριανή και την Κινεζική Επανάσταση. Η Γερμανία θα ζητήσει επισήμως να επανεξοπλιστεί, το ΝΑΤΟ θα γίνει ο τόπος της άγριας σύγκρουσης που διεξάγεται στο μητροπολιτικό έδαφος σε ΗΠΑ-Γερμανία-Ευρώπη με όχι δεδομένη τη θέση της Γαλλίας, θα εξαρτηθεί από τις εκλογές. Πρόλογος των εξελίξεων μπορεί να θεωρηθεί η αυτονόμηση, με το Βrexit, της Βρετανίας, αν και τώρα στρέφεται επιδέξια η προσοχή μας μόνο στις προφανείς (και πραγματικές) οικονομικές αιτίες.
Οι συνδυασμοί για την επίτευξη συγκεκριμένων σκοπών δεν είναι άπειροι αλλά αφήνουν περιθώρια για θεαματικές κινήσεις, τύπου «Ερντογάν», και ερωτήματα για ανατροπές σε συμμαχίες θεωρητικά ακλόνητες. Αν για όλα αυτά φταίει η οικονομία ή η πολιτική μπορεί να ερωτηθεί η κότα, το αυγό ή ο Βάρναλης.